Ουκρανία: Ενας «πόλεμος του 20ου αιώνα» υποχρεώνει τις ΗΠΑ να αναθεωρήσουν εξοπλιστικές προτεραιότητες
Ο πόλεμος στην Ουκρανία σημαίνει τεράστιες απαιτήσεις πυρομαχικών και απαιτεί αλλαγές στον αμερικανικό εξοπλιστικό σχεδιασμό
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Στην εποχή των κατευθυνόμενων πυραύλων, των «έξυπνων» βομβών, των δορυφορικών επικοινωνιών (με εικόνα και ήχο) σε «πραγματικό χρόνο» και των «χειρουργικών χτυπημάτων», ο «πόλεμος φθοράς» με βάση το συνεχές σφυροκόπημα από πυροβολικό έμοιαζε να είναι περισσότερο εικόνα από ιστορικές ταινίες για τους δύο παγκοσμίους πολέμους.
Και, όμως, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ακριβώς μια χαρακτηριστική περίπτωση πολέμου φθοράς, όπου σε ένα μακρύ μέτωπο οι δύο χώρες ρίχνουν χιλιάδες βλήματα πυροβολικού κάθε μέρα η μια στην άλλη, με την ελπίδα ότι αυτό θα πλήξει τις οχυρωμένες θέσεις της αντίπαλης πλευράς, θα αποτρέψει τις μετακινήσεις των στρατευμάτων πιο κοντά στη γραμμή του μετώπου και θα διαμορφώσει εκείνη την αμυντική καθήλωση που κάνει μια γραμμή του μετώπου ευάλωτη απέναντι στις αντεπιθέσεις ώστε να «σπάσει» το μέτωπο.
Γι’ αυτό και έχει περιγραφεί από διαφόρους ως ένας «Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος με όπλα του 21ου αιώνα».
Χιλιάδες βλήματα κάθε μέρα
Όμως, ένας τέτοιος πόλεμος φθοράς σημαίνει και τεράστια κατανάλωση πυρομαχικών. Έχουν υπάρξει εκτιμήσεις ότι η ουκρανική πλευρά ρίχνει κάθε μέρα 5.000-6.000 βλήματα πυροβολικού, που αναλογούν στις ετήσιες παραγγελίες ορισμένων μικρότερων ευρωπαϊκών χωρών. Το καλοκαίρι υπήρξαν στιγμές όπου η Ρωσία μπορεί και να έριξε 20.000 βλήματα μέσα σε μια μέρα.
Αυτό ήδη έχει δημιουργήσει προβλήματα στα αποθέματα των χωρών που παρέχουν βοήθεια στην Ουκρανία. Ήδη από το καλοκαίρι αμερικανοί αξιωματούχοι αναγνώριζαν ότι ήταν εξαιρετικά τα αποθέματα βλημάτων των 155 χιλιοστών που είναι τα βασικά βλήματα πυροβολικού που χρησιμοποιούν οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και σημείωναν ότι οι Ουκρανοί χρησιμοποιούσαν το πυροβολικό με έναν μη βιώσιμο τρόπο.
Την ίδια ώρα η Ρωσία, που επίσης δείχνει να αναλώνει πολύ μεγάλο όγκο πυρομαχικών, δείχνει να μπορεί να στηρίζεται προς το παρόν στη δική της αμυντική βιομηχανία και να μην έχει εμφανείς ελλείψεις σε πυρομαχικά.
Ο Στόλτενμπεργκ «χτυπάει καμπανάκι»
Ενόψει τη συνόδου των υπουργών Άμυνας των χωρών μελών του ΝΑΤΟ, ο γενικός γραμματέας της Συμμαχίας Γενς Στόλτενμπεργκ υπογράμμισε ότι «ο σημερινός ρυθμός κατανάλωσης πυρομαχικών από την Ουκρανία είναι πολλές φορές μεγαλύτερος από τον τρέχοντα δικό μας ρυθμό παραγωγής. Αυτό ασκεί πίεση στις αμυντικές βιομηχανίες μας», για να προσθέσει ότι η συμμαχία χρειάζεται «να αυξήσει την παραγωγή».
Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι η έλλειψη πυρομαχικών είναι πολύ πιο σημαντική από την πολυσυζητημένη έλλειψη βαρέων αρμάτων μάχης ή μαχητικών αεροσκαφών. Και αυτό γιατί οι διοικητές των μονάδων και στοιχείων πυροβολικού των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, χωρίς πυρομαχικά θα αναγκαστούν να υποχωρήσουν από τις σημερινές τους θέσεις μέχρις ότου έρθουν επιπλέον πυρομαχικά.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν δόθηκε έγκαιρα σημασία στις αναφορές για τη χρήση χιλιάδων βλημάτων κάθε μέρα, οπότε η συζήτηση για την αύξηση της παραγωγής ξεκίνησε με σημαντική καθυστέρηση στην Ευρώπη. Το αποτέλεσμα είναι η αναζήτηση πυρομαχικών σε χώρες εκτός Ευρώπης, όπως είναι η Νότια Κορέα. Από την άλλη μεριά οι εκπρόσωποι των γερμανικών αμυντικών βιομηχανιών υπογράμμισαν ότι για να αυξηθεί η παραγωγή χρειάζονται και δεσμεύσεις από τη μεριά των κυβερνήσεων και ανάλογες παραγγελίες.
Η πίεση και στην αμερικανική αμυντική βιομηχανία
Η πίεση αφορά και την αμερικανική αμυντική βιομηχανία. Αυτό, εκτός των άλλων αφορά και δύο οπλικά συστήματα που έχουν δοθεί μαζικά στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και τα οποία έχουν συμβάλει αποφασιστικά στη διαμόρφωση του σημερινού συσχετισμού δύναμης. Το πρώτο είναι ο αντιαρματικός πυραυλος Javelin και το δεύτερο είναι το σύστημα εκτόξευσης πυραύλων HIMARS Μ142.
Και τα δύο, μαζί με τα πυρομαχικά πήγαν στην Ουκρανία από τις ΗΠΑ ως τμήμα ενός πακέτου εξοπλιστικής βοήθειας ύψους 18,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, οι μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών που έχουν ήδη αναλωθεί στην Ουκρανία φέρνουν τις αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες στα όριά τους. Η αύξηση της παραγωγής των Javelin ή των εκτοξευτών HIMARS και των πολλαπλών κατευθυνόμενων βλημάτων (GMLRS) που αυτοί φέρουν είναι περίπλοκη και απαιτεί χρόνο. Τα HIMARS και τα GMLRS συναρμολογούνται σε εργοστάσια σε 141 πόλεις σε όλες τις ΗΠΑ και τα Javelin κατασκευάζονται σε 16 Πολιτείες. Αυτό το δίκτυο για να λειτουργεί χρειάζεται συγκεκριμένες παραγγελίες από την κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Και τα πράγματα κάνει δυσκολότερα το γεγονός ότι οι αμυντικές βιομηχανίες στις ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει το just-in-time σύστημα οργάνωσης της παραγωγής που δεκαετίες έχει υιοθετήσει η αυτοκινητοβιομηχανία που σημαίνει μικρά αποθέματα. Όμως, αυτό δεν βοηθά όταν μιλάμε για την παραγωγή πυρομαχικών, γιατί σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει άμεση ανταπόκριση σε μια μεγάλη και απότομη αύξηση της ζήτησης.
Εάν σε αυτό προσθέσουμε ότι υπάρχει και πίεση για συγκράτηση των αμυντικών δαπανών, μπορεί να γίνει αντιληπτό γιατί υπάρχει μεγάλη πίεση από την αμυντική βιομηχανία προς το Πεντάγωνο ώστε αυτό ουσιαστικά να υιοθετήσει μια διαφορετική πολιτική και να αυξήσει τις παραγγελίες.
Το Αμερικανικό Πεντάγωνο θα πιέσει για μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες
Σε αυτό το φόντο γίνεται σαφές γιατί το Αμερικανικό Πεντάγωνο αναθεωρεί τις εκτιμήσεις του για το ποια είναι τα απαραίτητα εξοπλιστικά αποθέματά του, καθώς βλέπει πόσο γρήγορα μπορούν να αναλωθούν σε έναν πόλεμο όπως αυτός στην Ουκρανία.
Ουσιαστικά, αυτό σημαίνει μια αναθεώρηση των προηγούμενων εκτιμήσεων ότι οι πόλεμοι που θα στηρίζονταν σε τεράστιους όγκους βολών πυροβολικού ανήκαν στον 20ο αιώνα και άρα ότι οι στρατοί δεν έπρεπε να προετοιμάζονται για παρατεταμένους πολέμους φθοράς με εκτεταμένη χρήση πυροβολικού, αλλά για «αντι-τρομοκρατικές» επιχειρήσεις και πολέμους όπως αυτοί στο Ιράκ και το Αφγανιστάν όπου κυρίως μετρούσε η προσαρμογή σε πρακτικές ανορθόδοξου πολέμου.
Μιλώντας στους Financial Times o Στρατηγός Μαρκ Μάιλι, αρχηγός του ενοποιημένου αμερικανικού επιτελείου ενόπλων δυνάμεων, υπογράμμισε ότι «ένα από τα μαθήματα αυτού του πολέμου είναι η πολύ μεγάλοι ρυθμοί ανάλωσης συμβατικών πυρομαχικών και επανεξετάζουμε τα αποθέματά μας και τα σχέδιά μας», μην παραλείποντας να υπογραμμίσει ότι «τα πυρομαχικά είναι πολύ ακριβά»
Αυτό μπορεί να μεταφραστεί και σε ανάγκη για αύξηση του προϋπολογισμού των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων που αυτή τη στιγμή είναι 817 δισεκατομμύρια δολάρια
Η αγωνία για την αποφυγή ενός παρατεταμένου πολέμου
Όλα αυτές οι συζητήσεις γίνονται στο πλαίσιο των εκτιμήσεων ότι όσο πλησιάζουμε την άνοιξη θα υπάρξει μια νέα κλιμάκωση των συγκρούσεων, πιθανώς μέσα από μια αναμενόμενη νέα μεγάλη ρωσική επίθεση.
Αυτό θα σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη απαίτηση για εξοπλισμό και πυρομαχικά από την ουκρανική πλευρά. Η εξασφάλιση επιπλέον εξοπλιστικών ενισχύσεων είναι, άλλωστε, μια μόνιμη επωδός του Ουκρανού Προέδρου Βολοντιμίρ Ζελένσκι στις συναντήσεις του με δυτικούς ηγέτες.
Αυτό με τη σειρά του αυξάνει την πίεση προς τις δυτικές αμυντικές βιομηχανίες να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση αλλά και στις κυβερνήσεις της Δύσης για να μπορέσουν να αναλάβουν το κόστος. Όμως, αυτό σημαίνει και αύξηση των αμυντικών προϋπολογισμών που δεν είναι πάντα τόσο εύκολη ή αυτονόητη, αλλά και αναπροσαρμογή των αμυντικών βιομηχανιών στη νέα συνθήκη.
Καθόλου τυχαίο δεν είναι επομένως ότι από διάφορα think tank ήδη δημοσιοποιούνται εκθέσεις που υπογραμμίζουν το κόστος από έναν παρατεταμένο πόλεμο, εστιάζοντας είτε στους γεωπολιτικούς κινδύνους όπως είναι η υποτίμηση άλλων προκλήσεων όπως ο ανταγωνισμός με την Κίνα, είτε ακριβώς στο πώς ένας παρατεταμένος πόλεμος αποτελεί μια τεράστια πρόκληση για την αμερικανική πολεμική βιομηχανία και τον τρόπο που είναι σήμερα διαρθρωμένη.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις