[…]

Το Πειραματικό μας, που είχα την τιμή και τη χαρά να το διευθύνω επί είκοσι χρόνια, το αντίκρυσα και το έζησα σαν ένα ζωντανό κέντρο πνευματικής καλλιέργειας και αγωγής, προοριζόμενο να δώσει στο έθνος ανθρώπους φωτισμένους, ανθρώπους με ήθος, αυθύπαρκτους, αποφασισμένους να δουλέψουν δημιουργικά για την προκοπή τη δική τους όσο και του συνόλου. […]

Σκοπός μας στο Πειραματικό, σύμφωνα με τις αρχές και το πνεύμα του Δελμούζου, ήταν να κάνομε τον νέο άνθρωπο άξιο και ικανό να κατακτήσει το πιο μεγάλο αγαθό της ζωής του, την ηθική αυθυπαρξία του. Διαπαιδαγωγούσαμε τον νέο έτσι, ώστε να αισθάνεται τον εαυτό του αυθύπαρκτο, να τον εξουσιάζει. Πασκίζαμε να μορφώσομε έναν άνθρωπο που να ορίζει τις πράξεις του υπεύθυνα, όσο και αν πρόκειται να ζημιωθεί ατομικά. Να είναι παντού και πάντοτε ο ίδιος ο εαυτός του με ένα και μόνον πρόσωπο, του ηθικά αυθύπαρκτου ανθρώπου. Δεν μας διέφευγε ποτέ από το νου ότι απόδειξη της πετυχημένης παιδείας δεν είναι απλώς και μόνον το ποσόν των γνώσεων που ο μαθητής παίρνει μαζί του τελειώνοντας το σχολείο, παρά το πόσο τού έχουμε ξυπνήσει τον πόθο του για μάθηση και την έφεση για απόκτηση γνώσεων. […] Έπειτα ξέραμε, αν ένα σχολείο είναι ανίκανο να διδάξει στους μαθητές του την αγάπη προς το διάβασμα, δεν θα είναι επίσης ικανό να τους διδάξει κάτι το αξιόλογο. Κι ακόμη ήταν συνειδητό σε μας, του σχολείου του εκπαιδευτικού δημοτικισμού, ότι θα έπρεπε να μαθαίνομε τους μαθητές μας ν’ ακούν, να βλέπουν, δηλαδή να παρατηρούν και να σκέπτονται.

[…]

Ξέραμε καλά, και μ’ αυτό το νόημα διαπαιδαγωγούσαμε στο Πειραματικό, πως και οι πιο τεχνικές ακόμη γνώσεις, αυτές κατά τη γνώμη μου περισσότερο, πρέπει να θεμελιώνονται στην ηθική αγωγή, για να έχουν κι αυτές αξία και να χρησιμοποιούνται ευεργετικά για το άτομο και την κοινωνία. Θα πρέπει να συνοδεύονται από το βαθύ αίσθημα της ευθύνης, δηλαδή από χαρακτήρα και ήθος.

Σχολείο χαρακτήρων μάς το είπε κάποιος που είχε κάποια σχέση με το σχολείο μας και παρακολουθούσε την εργασία μας. Εμείς ξέραμε ότι το να έχει κανένας χαρακτήρα δεν θα πει πως κάτω από τις ίδιες συνθήκες και περιστάσεις ενεργεί τη μια έτσι και την άλλη αλλιώς, με αντίθετο ηθικό νόημα. Σε όποιον έχει ήθος, δηλαδή χαρακτήρα, αφήνεται κανένας με εμπιστοσύνη, γιατί από τον άνθρωπο με ήθος ξέρει κανένας τι περιμένει. Σ’ αυτό ακριβώς, ανάμεσα στα άλλα, έγκειται η μεγάλη κοινωνική σημασία της αγωγής. Διαπαιδαγωγούσαμε πολίτες, πολίτες με χαρακτήρα και ήθος.

Σαν το πιο επιτακτικό και το πιο πρακτικό θεωρούσαμε να φροντίζομε να ξυπνούμε στην ψυχή του νέου μιαν ανώτερη αντίληψη ζωής και να καλλιεργούμε τις ηθικές αξίες επάνω από χρόνο και τόπο. […] Έτσι, δεν αποχωρίζαμε τη διανοητική ανάπτυξη, τη μετάδοση γνώσεων, από το ήθος. […]

Ξέραμε πως διδασκαλία δεν σημαίνει απλώς μάθηση, ούτε απλώς αποστήθιση λέξεων, κανόνων […]. Προσπαθούσαμε με τη διδασκαλία να ξυπνήσομε και να κινήσομε τις ψυχικές δυνάμεις των μαθητών μας. Εκείνο που προσέχαμε στη διδασκαλία μας ήταν να μη φορτώσομε τους μαθητές μας με αδρανείς παραστάσεις, δηλαδή παραστάσεις που έγιναν δεκτές από το πνεύμα χωρίς να χρησιμοποιούνται ή να εφαρμόζονται. Στο Πειραματικό […] ξέραμε ότι θεωρία και πράξη αλληλοφωτίζονται.

[…]

Το Πειραματικό, σύμφωνα με το πνεύμα του Δελμούζου, δεν αντίκρυζε την εκπαιδευτική εργασία του σαν έναν απλό εκσυγχρονισμό του σχολείου, δηλαδή μια μεταβολή των διδακτικών μεθόδων μόνον […], αλλά κυρίως επέμενε στο πεδίο της αγωγής και στη γενική προσπάθεια, που θα ξεσκλάβωνε τον νέο από τις πλάνες, τις προλήψεις και προκαταλήψεις, από τους άπρεπους εγωισμούς, από τον ατομικισμό του, αυτό το καταστροφικό ελάττωμα του Νεοέλληνα που συνίσταται στη διαρκή και αέναη στροφή του προς το ατομικό του, το πιο στενό ατομικό του συμφέρον […].

Με άλλα λόγια, στο σχολείο μας προσπαθούσαμε να διαπαιδαγωγούμε τους μαθητές μας στο συνειδητό και υπεύθυνο Εμείς αντί του ξηρού και ξεμοναχισμένου εγώ, που δυστυχώς το έχομε θεοποιήσει. […]

Οι αρχές του Δελμούζου είχαν γίνει σιγά-σιγά πεποιθήσεις σε όλο το προσωπικό του σχολείου. Πιστεύαμε στην αποστολή του δασκάλου, που πίστευε κι αυτός πως το έργο του δασκάλου είναι το πιο υψηλό και το πιο μεγάλο. […] Πόθος να λύνεις χίλιους κόμβους που δένουν το νου και την ψυχή, να φέρνεις φως που είναι κρυμμένο πίσω από χίλιες νύχτες. Να ερευνάς και να βρίσκεις και να σκοτώνεις το δράκο της αμβλύνοιας, της επιπολαιότητας και του παπαγαλισμού, και να ξαλαφρώνεις από την πρόληψη, την προκατάληψη, τη σχολαστικότητα και την ηθική ανεπάρκεια. Να ελευθερώνεις τη σκέψη, να την κάνεις απλή, αληθινή, καθάρια στην έκφραση. Να κεντρίζεις τις δημιουργικές και ηθικές δυνάμεις και να ξυπνάς την ατομικότητα του παιδιού. Να δίνεις όπλα στην ηθική υπόστασή του, στην ψυχή του φτερά, να την οδηγείς στην ηθική αυθυπαρξία και στην ανθρωπιά με δυνατό χέρι, σωσμένη πια και χαρούμενη. Να ανυψώνεις το νέον άνθρωπο από τη σφαίρα των ενστίκτων και των ορμών στην ατμόσφαιρα της ηθικής ελευθερίας. […] Μ’ αυτό το πνεύμα αντικρύζαμε την αποστολή μας ως δασκάλων και μ’ αυτό το νόημα ζούσαμε και βιώναμε την αποστολή μας στο Πειραματικό.

[…]

*Αποσπάσματα από το χαιρετισμό του αειμνήστου Ιωάννη Ξηροτύρη με αφορμή την τρίτη έκδοση της επετηρίδας αποφοίτων του Πειραματικού Σχολείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το Σεπτέμβριο του 1999 (είχαν προηγηθεί οι επετηρίδες του 1967 και του 1983).

Στο δικό του χαιρετισμό, ο Μιχαήλ Κατραμάδος, τότε διευθυντής του Πειραματικού Σχολείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, είχε επισημάνει ότι το όνομα του Ξηροτύρη –δίπλα σε εκείνα του Αλέξανδρου Δελμούζου και του Βασιλείου Τατάκη– ήταν άρρηκτα δεμένο ή μάλλον ταυτόσημο με το Πειραματικό Σχολείο.

Ο Ξηροτύρης, ο συνειδητοποιημένος δημοτικιστής με το έμφυτο ήθος και τη σπάνια ακεραιότητα, διετέλεσε διευθυντής του Πειραματικού Σχολείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από το Σεπτέμβριο του 1941 έως το Νοέμβριο του 1962.

Ο ρουμελιώτης Ιωάννης Ξηροτύρης, παιδαγωγός με πρωτοποριακές αντιλήψεις, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Mακεδονίας, απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη στις 23 Φεβρουαρίου 2004, πλήρης ημερών.

*Οι φωτογραφίες του παρόντος άρθρου προέρχονται από το διαδικτυακό τόπο της «Σχολής Γονέων – Ανοικτού Πανεπιστημίου Κατερίνης» (ομιλία του Ιωάννη Ξηροτύρη στις 26 Μαρτίου 1990 με θέμα την ελληνική οικογένεια), που διάγει την 34η ακαδημαϊκή χρονιά της.