Ονειρεύεσθαι και Πράττειν
Η Ελληνική Εταιρεία Ψυχανάλυσης και Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας διοργανώνει συμπόσιο για τις αντιθετικές έννοιες που απασχόλησαν τον Φρόιντ και τους συνεχιστές του.
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Της Χαράς Καραμανωλάκη
Στις εισαγωγικές διαλέξεις για την ψυχανάλυση (1915-1917), ο Sigmund Freud γράφει: «Δεν γνωρίζετε ότι όλες οι παρεκτροπές και υπερβάσεις που ονειρευόμαστε τη νύχτα διαπράττονται καθημερινά στην πραγματική ζωή από ανθρώπους σε εγρήγορση; Τι άλλο κάνει εδώ η ψυχανάλυση εκτός από το να επιβεβαιώνει την παλαιά ρήση του Πλάτωνα, ότι οι καλοί είναι εκείνοι που αρκούνται να ονειρεύονται αυτό που οι άλλοι, οι κακοί, κάνουν στην πράξη;».
Το απόσπασμα αυτό, γραμμένο την εποχή που ο «μεγάλος πόλεμος καταστρέφει την Ευρώπη» (όπως έγραφε ο ίδιος αναφερόμενος στον Α’ Παγκόσμιο), που η ωμή βία και η απώλεια κυριαρχούν, εμφατικά αναδεικνύει ζεύγη αντιθέτων «καλοί-κακοί, ύπνος-εγρήγορση, ονειρεύεσθαι-πράττειν». Ας μείνουμε στο τελευταίο, που αφορά δυο έννοιες παρούσες από νωρίς στη σκέψη του ιδρυτή της ψυχανάλυσης, με κυρίαρχη την αντίθεση τους, άρα και τη σχέση τους. Οι εξελίξεις στην ψυχαναλυτική θεωρία και εργασία τα χρόνια που θα ακολουθήσουν, θα εμπλουτίσουν και θα μεταλλάξουν αυτές τις έννοιες, θέτοντας το «ονειρεύεσθαι» και το «πράττειν» σε μια δημιουργική συνομιλία.
Ο προστάτης του ύπνου, το όνειρο, απετέλεσε από την αρχή, από το γενέθλιο για την ψυχανάλυση κείμενο του 1900, τον βασιλικό δρόμο για το ασυνείδητο. Είναι ένας δρόμος που απαιτεί τη δυνατότητα του υποκειμένου για ψυχική επεξεργασία ώστε το ασυνείδητο να γίνει συνειδητό· σκοπός του ονείρου είναι η εκπλήρωση της επιθυμίας, στο πλαίσιο της πρώτης θεωρίας των ενορμήσεων. Είναι ενδιαφέρον ότι αργότερα πάλι το όνειρο -μέσω της διαπίστωσης της ύπαρξης των τραυματικών ονείρων, που επαναλαμβάνουν το τραυματικό γεγονός χωρίς να εκπληρώνουν καμιά επιθυμία- θα συνεισφέρει στην ανακάλυψη ενός άλλου δρόμου. Το 1920 ο Freud θα οδηγηθεί «πέρα από την αρχή της ευχαρίστησης» στην ενόρμηση του θανάτου και τον καταναγκασμό της επανάληψης. Αναφέρομαι στη δεύτερη θεωρία των ενορμήσεων, η οποία -τυχαία άραγε;- θα διατυπωθεί μετά τον φονικό Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την πανδημία της ισπανικής γρίπης.
Το «πράττειν» (agieren) πάλι, θα απασχολήσει τον Freud εξαιτίας μιας «αποτυχημένης» θεραπείας. Στο τέλος του 1900, η δεκαοκτάχρονη Ίντα (Ντόρα θα την ονομάσει αργότερα) θα διακόψει την ανάλυση μαζί του μόλις 11 εβδομάδες μετά την έναρξή της. Προσπαθώντας να κατανοήσει αυτή την αναπάντεχη για εκείνον πράξη, θα τη σκεφθεί εξαρχής με έναν αντιθετικό τρόπο: «πράττειν» αντί «ενθυμείσθαι», ενώ θα τη θεωρήσει άρρηκτα συνδεδεμένη με τη μεταβίβαση δηλ. την ασυνείδητη επαναβίωση στο παρόν και στο πρόσωπο του αναλυτή ενός παιδικού βιώματος, κυρίως τραυματικού. Μια ακόμη αντιθετική σύνδεση του «πράττειν» είναι με το «σκέπτεσθαι», εφόσον το δεύτερο έχει χαρακτηριστικά που καθιστούν το ψυχικό όργανο ικανό να ανεχθεί μια αυξημένη τάση των διεγέρσεων και να μην τις εκφορτίσει άμεσα στην πράξη. Σε αυτό το πλαίσιο οι σκέψεις διατηρούν μια διάσταση πράξης ή αλλιώς η πράξη καθιστά το σκέπτεσθαι πιθανόν, προφανώς εκ των υστέρων.
Ο Wilfred Bion αργότερα με την εργασία του ως προς το «σκέπτεσθαι» και το «ονειρεύεσθαι» θα οδηγήσει σε καινούργιους τρόπους κατανόησης της λειτουργίας του ψυχισμού, αλλά και της σχέσης με το αντικείμενο δηλ. τον άλλο. Θα αναδείξει τη σημασία της μητρικής ονειροπόλησης για τον ψυχισμό του βρέφους και της μητρικής ικανότητας να «περιέχει» ψυχικά τα ακατανόμαστα και τρομαχτικά άγχη που το κατακλύζουν. Οι ιδιότητες αυτές θεωρεί ότι πρέπει να χαρακτηρίζουν και τον ρόλο της/του ψυχαναλύτριας/η. Η πρωτότυπη και σημαντική συνεισφορά του στην ψυχαναλυτική μελέτη του «σκέπτεσθαι» και του «ονειρεύεσθαι» θα οδηγήσει σε «ανατρεπτικά» ερωτήματα όπως: είναι πάντα το όνειρο προϊόν ψυχικής επεξεργασίας ή απλώς μπορεί να εκκενώνει αμεταβόλιστα ερεθίσματα και «τοξικά» περιεχόμενα; Μπορούμε να βλέπουμε όνειρα, χωρίς να έχουμε την ψυχική δυνατότητα του «ονειρεύεσθαι»; Ή ακόμη: ονειρευόμαστε μόνο κατά τη διάρκεια του ύπνου ή μπορούμε να αναφερόμαστε στο όνειρο της εγρήγορσης; Και αν οι ασθενείς μας δεν έχουν την ικανότητα να ονειροπολούν και να ονειρεύονται μπορούμε να το κάνουμε εμείς γι’ αυτούς;
Η κλινική εργασία δεκαετιών και η αποδοχή της αναπόφευκτης -ασυνείδητης κυρίως- συναισθηματικής συμμετοχής της/ου ψυχαναλύτριας/υτή στην ψυχαναλυτική διαδικασία, η οποία χρειάζεται να αναγνωρίζεται και να νοηματοδοτείται, θα οδηγήσουν σε ερωτήματα και ως προς το «πράττειν» εντός της. Μπορεί το «πράττειν» να έχει εκτός από εκκενωτικό και επικοινωνιακό χαρακτήρα; Ο λόγος είναι δυνατόν να λειτουργεί ως μια εκφορτιστική πράξη; Είναι το «πράττειν» εντός της συνεδρίας μονόπλευρο ή αφορά και τις δυo πλευρές του ψυχαναλυτικού ζευγαριού; Η πιο πρόσφατη ψυχαναλυτική έννοια της διαδραμάτισης (enactment) θα διευρύνει έτι περαιτέρω τον ορισμό του «πράττειν» ως προς το περιεχόμενο, την προέλευση και τον σκοπό, ενώ θα εστιάσει όχι στο πως θα το αποφύγουμε, αφού το θεωρεί αναπόφευκτο, αλλά στο πως θα αντιληφθούμε και θα αναδείξουμε το ασυνείδητο νόημα του.
Είναι φανερό ότι η ψυχαναλυτική κατανόηση του «ονειρεύεσθαι» και του «πράττειν» έχει μια μακρά διαδρομή, κατά τη διάρκεια της οποίας συνεχώς εμπλουτίζεται η σημασία τους και επεκτείνεται η πηγή προέλευσης τους περιλαμβάνοντας πια και τα δυο υποκείμενα του αναλυτικού ζεύγους, όπου το ένα αποτελεί το αντικείμενο του άλλου και ασυνείδητα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Σήμερα, περισσότερο από 100 χρόνια μετά τις φροϋδικές συλλήψεις για το «ονειρεύεσθαι» και «πράττειν», σε μια εποχή, που μια πανδημία, ένας άλλος πόλεμος και ανείπωτες καταστροφές όπως αυτές που επέφερε ο πρόσφατος σεισμός στους γείτονες μας, ρίχνουν βαριά τη σκιά τους πάνω μας, θεωρούμε ότι η συζήτηση για τις δύο αυτές έννοιες είναι ακόμη πιο ενδιαφέρουσα και σύνθετη.
Μια τέτοια συζήτηση θα επιχειρήσει η Ελληνική Εταιρεία Ψυχανάλυσης και Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας στο XVIII Συμπόσιο της, που θα πραγματοποιηθεί από τις 5-7 Μαΐου, στην Αθήνα.
Εκτός από τους προσκεκλημένους/ες μας, τον Βραζιλιάνο ψυχαναλυτή Rousvelt Cassorla, την επιφανή ψυχαναλύτρια Μαρίλια Αϊζενστάιν-Αβέρωφ και τον πρόεδρο της Ιταλικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Σαράντη Θανόπουλο, θα μιλήσουν πολλοί/ες σημαντικοί/ες ψυχαναλυτές/τριες της Ελληνικής Εταιρείας Ψυχανάλυσης και Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας, καθώς και εκπρόσωποι από την Βορειοελλαδική Ψυχαναλυτική Εταιρεία και την Ελληνική Εταιρεία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Παιδιού και Εφήβου. Καθοριστική θα είναι ακόμη η συμβολή των νεότερων συναδέλφων, ενώ θα υπάρξουν δυο ειδικές συνεδρίες με εκπαιδευόμενες/ους ψυχαναλυτικών εταιρειών. Χαιρόμαστε πολύ που μετά από καιρό θα βρεθούμε πάλι από κοντά, για να σκεφτούμε μαζί, να συνομιλήσουμε δημιουργικά και να ονειρευτούμε το μέλλον.
Περισσότερες πληροφορίες είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο της Ελληνικής Εταιρείας Ψυχανάλυσης και Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις