Η συζήτηση ξεκίνησε εκ νέου, όταν έγινε γνωστή η κοινωνική συνύπαρξη του Γιώργου Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα: πού βρίσκονται σήμερα οι σχέσεις των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης; Πριν από μερικές εβδομάδες, οι υπόνοιες για εκβιαζόμενο Νίκο Ανδρουλάκη είχαν προκαλέσει την έκρηξη της Χαριλάου Τρικούπη – και το κλίμα δεν κατευνάστηκε ούτε στη συνεδρίαση του PES όπου, ο ένας ως παρατηρητής και ο άλλος ως μέλος, δεν αντάλλαξαν ούτε λέξη. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επιμένει στον διμέτωπο, όμως κατηγορείται από τη ΝΔ πως ετοιμάζεται για μετεκλογική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, χτυπάει το καμπανάκι προειδοποιώντας «με το καλό ή με το άγριο» πως οι επιθέσεις φιλίας θα σταματήσουν αν το ΠΑΣΟΚ επιλέξει τη συνεργασία με τη ΝΔ. Στην πραγματικότητα, τα δύο κόμματα, παράλληλα με τη ΝΔ, αντιμάχονται με διαφορετικό τρόπο το ένα το άλλο – ο ΣΥΡΙΖΑ έχοντας στο μυαλό του και τις προοδευτικές ισορροπίες της επόμενης ημέρας και το ΠΑΣΟΚ γνωρίζοντας πως το εκλογικό του σώμα δεν συμβιβάστηκε με την ιδέα ενός μικρού κόμματος, θεωρώντας μονόδρομο την επαναφορά του στον έναν εκ των δύο πόλων του δικομματισμού.

Επιθέσεις φιλίας ή αποδόμησης;

Το προηγούμενο διάστημα είδαμε δύο τακτικές της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέναντι στη Χαριλάου Τρικούπη. Η πρώτη βασίζεται στο έντονο πολιτικό φλερτ, συλλογικά ή μεμονωμένα: δεν είναι, ακόμα και σήμερα, λίγες οι φορές που τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έρχονται σε αμηχανία μπροστά στους εκδηλωτικούς συναδέλφους τους από τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν συναντιούνται στα τηλεοπτικά προεκλογικά πάνελ. Πρόσωπα που δεν θα συμμετέχουν στις λίστες του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για τις επόμενες εκλογές προσεγγίζονται τακτικά (τις περισσότερες φορές χωρίς επιτυχία), ώστε να παίξουν ρόλο αργότερα, κυρίως ως στελέχη κοινής αποδοχής στις επόμενες περιφερειακές εκλογές: οι τοπικές συμμαχίες που αναπόφευκτα θα γίνουν στην αυτοδιοίκηση είναι οδηγός για τον ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, ωστόσο, στη Χαριλάου Τρικούπη ήρθαν αντιμέτωποι και με τη συριζαϊκή υπενθύμιση πως η δυναμική ανάμεσα στα δύο κόμματα είναι συγκεκριμένη – οι κεντρικές, προσωπικές επιθέσεις προς τον ίδιο τον Νίκο Ανδρουλάκη και στην πιθανότητα «το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου να συγκυβερνήσει με τη ΝΔ» μπορεί να κόπασαν, από την πασοκική πλευρά ωστόσο διέκριναν συγκεκριμένη στόχευση, στην τακτική του «λέγε, λέγε, κάτι θα μείνει».

Τι συμβαίνει με τον Γιώργο Παπανδρέου;

Το συναπάντημα του Γιώργου Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα σε φιλικό σπίτι μεταφράστηκε, στη γαλάζια οπτική, σε «μυστικό δείπνο» που επιβεβαιώνει την ώσμωση των δύο κομματικών χώρων. Η πραγματικότητα του πρώην πρωθυπουργού είναι διαφορετική: ο Παπανδρέου πολιτεύεται στην Αχαΐα, σε μια προνομιακή για τον ίδιο περιφέρεια, με το ενδεχόμενο να βρεθεί και πάλι αντιμέτωπος με τον Τσίπρα, όπως συνέβη το 2019, αναλαμβάνοντας δηλαδή την ευθύνη να «κόψει τη φόρα» του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα παραδοσιακό πασοκικό κάστρο. Η κοινωνική συνύπαρξη των δύο, από την οποία υπάρχει πια χρονική απόσταση, δεν επηρέασε τον δημόσιο λόγο του. Λίγες μόνο ώρες πριν από την «αποκάλυψη», ο Παπανδρέου μιλούσε στην Ηλεία σε κομματική εκδήλωση, καταλογίζοντας στον ΣΥΡΙΖΑ πως ακολούθησε το «αφήγημα της Δεξιάς» τα χρόνια της κρίσης, έπαιξε με τους θεσμούς και δεν έχει κάνει ακόμα την αυτοκριτική για τα πεπραγμένα του. Το ίδιο χρονικό διάστημα, γνωρίζοντας πως προεκλογικά η επικοινωνία έχει τη δική της σημασία, απέτρεψε πρόσωπα του στενού του περιβάλλοντος από το να εμφανιστούν σε μεικτά πάνελ think-tank που θεωρείται πως πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ. Η στήριξη που του παρείχε επισήμως το ΠΑΣΟΚ μετά την επίθεση της ΝΔ δείχνει και την άποψη που επικράτησε για τη βαρύτητα της κοινωνικής επαφής – ειδικά από τη στιγμή που η Πειραιώς έκανε το λάθος να υπενθυμίσει τα πρώτα χρόνια του Μνημονίου, συσπειρώνοντας την πασοκική βάση απέναντι και στην κυβέρνηση και στην αξιωματική αντιπολίτευση.

Θέλει το ΠΑΣΟΚ «κυβέρνηση των ηττημένων»;

Η φράση «κυβέρνηση των ηττημένων» ξεκίνησε από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με στόχο να θέσει το διακύβευμα των εκλογών για τη ΝΔ. Από τη μεριά του, ο Αλέξης Τσίπρας απέρριψε το ενδεχόμενο μιας τέτοιας συνεργασίας, θέτοντας στόχο ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα. Στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ η βασική προϋπόθεση που θέτουν για την ενδεχόμενη συμμετοχή τους σε κυβερνητικό σχήμα, είτε με τη μια πλευρά είτε με την άλλη, είναι το ποσοστό που θα λάβει το ίδιο το ΠΑΣΟΚ – επιτρέποντας στο κόμμα να βάλει προγραμματικές προτεραιότητες που θα λειτουργήσουν ως κόκκινες γραμμές. Στη θεωρία, αυτή η θέση αφήνει ανοιχτά παράθυρα για όλους τους πιθανούς κυβερνητικούς σχηματισμούς, ακόμα και για μια οικουμενική κυβέρνηση. Στην πράξη, και στη Χαριλάου Τρικούπη γνωρίζουν πως κυβέρνηση χωρίς συμμετοχή του πρώτου κόμματος από την πρώτη Κυριακή δύσκολα προκύπτει ακόμη και μαθηματικά. Γι’ αυτό και ο Νίκος Ανδρουλάκης εδώ και μήνες επικρίνει τον Μητσοτάκη, που χρησιμοποιεί τους «ηττημένους» ως σκιάχτρο, αλλά και τον Τσίπρα, που παρότι νομοθέτησε την απλή αναλογική ζητάει πρωτιά στις εκλογές για να την αξιοποιήσει στην πράξη.

Το πρόσωπο του Πρωθυπουργού

Το ερώτημα πλανάται στην ατμόσφαιρα – και όχι μόνο σε κεντροαριστερούς κύκλους: αν τελικά προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας, πόσο θα επηρεάσει το πρόσωπο του πρωθυπουργού την απόφαση του ΠΑΣΟΚ; Θα μπορούσε ο Αλέξης Τσίπρας να κάνει τη ρελάνς, προτείνοντας κάποια προσωπικότητα από τον πασοκικό χώρο που θα έκανε τον Νίκο Ανδρουλάκη να ενδώσει; Μέχρι σήμερα, από τον ΣΥΡΙΖΑ καμία ρωγμή δεν έχει φανεί όσον αφορά τη «γραμμή» για τον πρωθυπουργό – αυτός πρέπει να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, δηλαδή στη συριζαϊκή ανάγνωση ο ίδιος ο Τσίπρας. Για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, το πρόσωπο που θα αναλάβει την πιο σημαντική θέση στο κυβερνητικό σχήμα είναι μια κάρτα που βρίσκεται ακόμα πάνω στο τραπέζι. Και αυτό φάνηκε από τις πρόσφατες δηλώσεις Ανδρουλάκη, όπου τόνισε πως η χώρα δεν μπορεί να αλλάξει σελίδα με πρωταγωνιστές τον Μητσοτάκη και τον Τσίπρα.

Ο «ανιστόρητος διμέτωπος» και οι «όχθες»

Η κριτική που ακούγεται από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ προς την πλευρά του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ είναι πως ο «διμέτωπος» της Χαριλάου Τρικούπη είναι «ανιστόρητος». Το σύνθημα των κεντροαριστερών στελεχών, από την άλλη, είναι πως η δική τους παράταξη βρίσκεται «στην απέναντι όχθη» από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, όσον αφορά το διαχρονικό σεβασμό τους θεσμούς, τη μεταρρυθμιστική προοδευτική πολιτική και το βάρος της ευθύνης που επωμίστηκε για να καταφέρει η χώρα να αντέξει την κρίση του 2010.

Θα μπορούσαν αυτές οι δύο οπτικές να συνδιαμορφωθούν μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της απλής αναλογικής; Στην Κουμουνδούρου πιστεύουν πως αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, ο Νίκος Ανδρουλάκης αφήνει και αυτό. Στη Χαριλάου Τρικούπη, από την άλλη, βάζουν σε απόλυτη προτεραιότητα την αυτονομία του πολιτικού τους χώρου. Γνωρίζοντας τον αντίκτυπο που έχει η οποιαδήποτε κίνηση σε μια εκλογική βάση που δεν έχει ακόμα ομογενοποιηθεί όσον αφορά τις μελλοντικές της αποφάσεις, ωστόσο συσπειρώνεται πίσω από αυτήν. Η αυτονομία θα συνεχίσει να είναι προτεραιότητα και μετά το αποτέλεσμα της κάλπης, πράγμα που δυσκολεύει τις όποιες πιθανές προσεγγίσεις από την μεριά του ΣΥΡΙΖΑ – ειδικά αν το πασοκικό ποσοστό είναι αυτό που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ