Παντελής Αμπαζής: «Τα όρια της σάτιρας τα θέτει το κοινό»
Ο τραγουδοποιός και συγγραφέας μιλάει για το χιούμορ και την πολιτική ορθότητα, τη σημερινή Αθήνα και τα χρόνια που πέρασε δίπλα στους Μπιθικώτση και Κόκοτα
Δύσκολη η συγκυρία και έχουμε την αντίστιξη να συνομιλούμε για την 4η Εντολή με έναν καλλιτέχνη που έχει καταχωριστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια ως σατιρικός. Κι όμως, ο τραγουδοποιός και συγγραφέας Παντελής Αμπαζής δεν μένει ποτέ στην επιφάνεια των πραγμάτων, θεωρεί πως η σάτιρα είναι έναν καλός δρόμος να ξαναδούμε την αλήθεια, βαθιά κοινωνικός καλλιτέχνης και με ερεθίσματα από την καθημερινότητα της πόλης μας. Θήτευσε πλάι στον Μπιθικώτση και τον Κόκοτα, έχει συνεργαστεί με μεγάλη γκάμα σημερινών δημιουργών (απ’ τον Λάκη Παπαδόπουλο, τον Παντελή Θαλασσινό, μέχρι τον Πάνο Μουζουράκη ή τον Αγγελο Παπαδημητρίου κ.ά.) και πιάνει ένα νήμα από τις παραδόσεις των Γιάννη Λογοθέτη – Θέμη Ανδρεάδη, του Κηλαηδόνη,
του Τζίμη Πανούση, του Ζαμπέτα αλλά και του Αλέκου Σακελλάριου. Παιδί της Αθήνας και της προφορικότητας, ανοιχτός στην έμπνευση και τη σύμπραξη ανατέμνει την
πορεία του και καταθέτει τις οπτικές του για τη ζωή και την καλλιτεχνία, όπως τη λέει, τις παγίδες του πολιτικώς ορθού ή τους δασκάλους του.
Μία ερώτηση πάνω στην τραγική επικαιρότητα με την τραγωδία στα Τέμπη…
Αυτός ο ζόφος που υπάρχει τριγύρω είναι διάχυτος. Βγαίνεις αυτές τις ημέρες και τον συναντάς στα πρόσωπα των ανθρώπων.
Αυτό ήθελα να σας ρωτήσω: Τι κάνει, πώς αντιμετωπίζει ένας σατιρικός καλλιτέχνης όπως εσείς μια τέτοια τραγωδία και στη δουλειά του και στην καθημερινότητα;
Κατ’ αρχάς έχει παγώσει το χαμόγελο, το γέλιο στο στόμα μας. Αυτό που έχει συμβεί δεν μπορείς να το εκφράσεις με λόγια. Είναι συγκλονιστικό. Η ραχοκοκαλιά της ηπειρωτικής Ελλάδας που είναι ο σιδηρόδρομος και που είναι τα εφηβικά μας ταξίδια, τα φοιτητικά μας ταξίδια, έχει γίνει επισφαλής. Φοβάσαι να πεις πως θα πας με το πιο ασφαλές μέσο ως τώρα σταθερής τροχιάς. Μέσα στο τρένο χαλαρώνεις. Ελεύθερος είναι αυτός που μπορεί να πάει όπου θέλει.
Πολλοί – και σωστά – συνάδελφοί σας αυτές τις ημέρες ματαίωσαν, ανέβαλαν παραστάσεις.
Κι εγώ δεν δούλεψα αλλά το πένθος ο καθένας το εκφράζει αλλιώς. Είναι και προσωπικό αυτό. Αλλος πάει στη δουλειά γιατί δεν μπορεί να κάτσει μέσα και άλλος δεν μπορεί να δουλέψει. Ο καθένας όπως νιώθει. Είναι στιγμές περισυλλογής. Πρώτα σιωπή και μετά ευθύνες.
Ας ξεκινήσουμε από ένα πρόσφατο άρθρο σας – κριτικό – για το politically correct.
Εχει παραγίνει. Πάντα ήταν αυτοί οι κομ ιλ φο τύποι αλλά πλέον δεν τολμάς να πεις τη γνώμη σου.
Παρ’ όλ’ αυτά το πολιτικώς ορθό δεν ήταν αναγκαίο από μια συχνή γλώσσα που προσέβαλλε ευάλωτες ομάδες;
Θεωρώ πως αν δεν εκφράζουμε τη γνώμη μας με φανατισμό ή ακρότητες, όλες οι απόψεις χωράνε. Αυτή δεν είναι η βάση του διαλόγου και της δημοκρατίας; Να φοβάμαι να μιλήσω γιατί θα μου την πέσουν; Να νιώθουμε να αιωρείται μια λαιμητόμος πάνω από μία λάθος λέξη; Τότε κανείς δεν θα λέει τίποτα.
Εχετε γράψει τραγούδια για τους κοντούς, τους χοντρούς, τις δίμετρες Ρωσίδες. Ποια τα όρια, αλήθεια;
Εδώ έχουμε τον Γιάννη τον Λογό, τον Λουκιανό, τον Τζίμη Πανούση, τον Χάρρυ Κλυνν. Αυτά τα θέματα τα έχουν αντιμετωπίσει όλοι αυτοί πριν από μένα. Σάτιρα σημαίνει πειράζω με αγάπη όχι με κακία. Χοντρός είμαι και εγώ αλλά τον «Υμνο των χοντρών» τον έγραψα αυτοσαρκαζόμενος.
Υπάρχουν όρια στη σάτιρα;
Νομίζω τα όρια τα θέτει ο κόσμος. Αν τα ξεπεράσεις, σταματάνε να σε ακούνε. Δεν έχεις κοινό. Αν αυτολογοκριθείς παύεις να επιτελείς το έργο σου. Για μένα το χιούμορ και η χαρά είναι τα βαρίδια που με πάνε στο βάθος των πραγμάτων. Και η ελαφρότητα είναι ένα τέτοιο βαρίδι.
Τι είναι ελαφρότητα;
Η ξεγνοιασιά, η ανεμελιά. Να μην αντιμετωπίζεις τη ζωή αμίλητος και θλιμμένος, αλλά χαρούμενος, θετικός, αισιόδοξος. Ακόμη και στη ζοφερή πραγματικότητα εγώ νιώθω πως μπαίνει η άνοιξη και πως προσεχώς καλύτερα. Αυτή δεν είναι η ζωή;
Το συνδέω με το τραγούδι που γράψατε με τον Παντελή Θαλασσινό για τον Σταμάτη Κόκοτα που έχει τον στίχο πως το «καλό θα νικήσει».
Αυτό ήταν το κύκνειο άσμα του Κόκοτα στη δισκογραφία. Το έγραψα το στιχάκι μέσα στην καραντίνα. Και όταν συνάντησα τον Παντελή, και του το έδωσα, μου λέει «σήμερα κιόλας θα του βάλω μουσική». Οταν έγινε η μουσική, πήγα στον Σταμάτη και άκουσα για δεύτερη φορά το ίδιο πράγμα: «Σήμερα κιόλας θα πάμε στούντιο να το πω». Και δεν ήταν εύκολο λόγω πανδημίας. Καμαρώνω γιατί έχει μέσα αυτή τη μεγάλη αλήθεια: πως κάθε τέλος και μια αρχή. Πιστεύω πως όσο δύσκολα κι αν έχουν γίνει τα πράγματα θα ξημερώσει. Πριν το πολύ βαθύ σκοτάδι είναι το ξημέρωμα.
Σας ρωτώ γιατί κοιτώντας ξανά το «Ενας αγάπησε μία» (εκδ. 24 Γράμματα), που είναι το βιβλίο – συγκομιδή σας σε στίχους, εδώ διακρίνω και μια υποδόρια μελαγχολία.
Δεν γράφω μόνο χαρούμενα τραγούδια, ούτε μόνο θλιμμένα. Δεν είμαι χαζοχαρούμενος που όλη μέρα γελάω. Ολα είναι στιγμές της ζωής. Τα πιο πετυχημένα μου τραγούδια είναι τα γλυκόπικρα.
Η τέχνη, ή η καλλιτεχνία, είναι αμφίσημη;
Πάντα η μεγάλη τέχνη είναι αμφίσημη.
Σε αυτή τη στιγμή με τα δύο βιβλία σας και τους δύο δίσκους σας είναι μια σούμα μιας πορείας σας περίπου τριάντα ετών.
Είχα διαβάσει κάπου για τον Χάρη και τον Πάνο Κατσιμίχα πως ο Χάρης είναι πιο εσωστρεφής, ο Πάνος πάλι όχι. Είναι ώρες που το πολύ έξω που είχα καταλάγιασε με την καραντίνα και μπόρεσα να δουλέψω πάλι με το παλιό μου υλικό, να το ξεσκαρτάρω, να το ανανεώσω, να το ηχογραφήσω. Αυτή η αγρανάπαυση με ωφέλησε.
Στο ένα όπως είπαμε, που έχει 60 ηχογραφημένους στίχους και 60 μη ηχογραφημένους, είναι μια κατατεθειμένη πρόταση;
Είναι όλα τα τραγούδια μου, τραγουδάκια τα λέω όπως κι ο Λογό, ένιωσα μεγάλη χαρά όταν τα είδα τυπωμένα. Μετά ήρθαν τα διηγήματα – ευθυμογραφήματα, το δεύτερο βιβλίο μου «Η ψυχή της πόλης» (εκδ. Λογό_Τυπο) με 85 εύθυμα χρονικά της πόλης.
Σας εμπνέει η πόλη;
Απόλυτα, είμαι παιδί της. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Φωκίωνος Νέγρη, τώρα ζω στον Λυκαβηττό. Οι καθημερινές μου βόλτες είναι στο κέντρο της Αθήνας. Πίνω καφέ το πρωί με τον Βαγγέλη τον Δεληκούρα στον Αγιο Νικόλαο της Αχαρνών, θα πάω να βρω τον Ρένο Χαραλαμπίδη ή τον Γεράσιμο Γεννατά, κάθε μέρα είμαι σβούρα με τα πόδια ή με το ποδήλατο ή με το μηχανάκι μου από του Ζωγράφου μέχρι τον Αλιμο. Ρουφάω κάθε λέξη από το δίπλα τραπέζι, από συνθήματα στον τοίχο. Τα ερεθίσματά μου είναι πάντα από την καθημερινότητα.
Τα ευθυμογραφήματα αυτά προηγήθηκαν ως αρθρογραφία σας στο free press «Η πόλη ζει». Πώς προέκυψε αυτό;
Είναι τόσο ωραία ιστορία αυτή. Κάναμε παραστάσεις στο Τριανόν και όπως ήμουν τότε με τον αείμνηστο τον Λεωνίδα Παπαγεωργίου, «ψυχή» του κινηματογράφου, έρχεται με ένα παπί, ένα τρελό αγόρι, ο Χρύσανθος, ο εκδότης του free press που τότε λεγόταν «Η Πατησίων ζει». Μου λέει να γράψω, του απαντώ πως δεν γράφω και πετάγεται ο Λεωνίδας και μου λέει: και τα στιχάκια σου ποιος τα γράφει; Εγραψα το πρώτο και έχουν περάσει δέκα χρόνια που γράφω κάθε μήνα με μεγάλη χαρά. Κάποια φορά το έγραψα στα καμαρίνια το κομμάτι μου, μέσα στο τρένο, σε όλη την Ελλάδα.
Αλλάζει η Αθήνα; Πού πάει;
Η πόλη είναι ζωντανός οργανισμός, αλλάζει μέρα την ημέρα. Η νέα γενιά έχει τους δικούς της κώδικες και τη ζει την Αθήνα. Μα τι είναι όπως ήταν πριν σαράντα χρόνια; Δεν είναι η Αθήνα που θυμάμαι. Είναι όμως η Αθήνα όπου μεγαλώνουν τα παιδιά μου.
Και οι δύο δίσκοι σας «ΠαντεΛάκης» και «Τραγούδια περιωπής» μοιάζουν συγκομιδή της εποχής.
Ο πρώτος δίσκος που κάναμε με τον Λάκη Παπαδόπουλο – που συνδεόμαστε μία 25ετία και που έχουμε μια αγάπη – έχει τραγούδια που είχαμε κάνει παλιότερα όπως το «Γατόνι», ή βάλαμε τον «Υμνο των χοντρών» που το γράψαμε δύο όχι αδύνατοι, αλλά και το «Δεν παίρνω απόφαση καμία». Είχαμε όμως γράψει όχι 3 αλλά… 33 τραγούδια με τον Λάκη, διαλέξαμε τα 10 ή 12 και τα κάναμε δίσκο. Αυτά είναι όλα μουσική του Λάκη και σε στίχους δικούς μου, πλην του «Yolo» που είναι σε στίχους του Φοίβου Δεληβοριά.
Και τα «Περιωπής»;
Από ένα συρτάρι τα έβγαλα αυτά. Τα γράφω χρόνια, τα πιο πολλά είναι στίχοι και μουσική δικά μου.
Εχετε και ένα σε ποίηση του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.
Είμαστε μια μέρα στη Σκουφά με τον Νίκο Κούνδουρο, τον Ρένο Χαραλαμπίδη και τον ποιητή τον Γιώργο Κακουλίδη και πίνουμε καφέ. Εκείνος, ο Γιώργος, μου σύστησε το ποίημα «Ετυμολογίες». Πήγα σπίτι, το μελοποίησα και του το πήγα να το ακούσει. Η ακόμη πιο ευτυχής συγκυρία είναι πως το είπαμε με τον καλλιτέχνη Αγγελο Παπαδημητρίου. Περπατούσαμε μαζί μέσα στην καραντίνα, στο Πεδίον του Αρεως και μια μέρα σε μια βόλτα του λέω «πάω στούντιο» και μου λέει «έρχομαι». Μόλις το άκουσε του άρεσε και το είπαμε μαζί.
Κάνατε επιτυχία και με τον Πάνο Μουζουράκη με το «Μαντάμ».
Αλλαξε τα λάιβ μου, είναι η εποχή πριν και μετά από αυτό. Εγώ δεν ξέρω γαλλικά και πιάνο. Μου είχε κολλήσει όμως το «Padam padam» της Εντίθ Πιάφ και όταν ήμουν πάνω στο παπί σκέφτηκα τον στίχο. Από την πρώτη μέρα που το έπαιξα στα λάιβ μου κάτι γινόταν.
Πώς από τα μαθηματικά περάσατε στην τέχνη;
Τα μαθηματικά ήταν η αρραβωνιαστικιά μου και η τέχνη η γυναίκα μου. Ερωτεύτηκα τα μαθηματικά από έναν συγκλονιστικό δάσκαλο που είχα, τον Γιώργο τον Σπηλιώτη. Ομως η αγάπη για τη μουσική φούντωνε παράλληλα και κάποια στιγμή κατάλαβα πως δεν μπορούσα να έχω δύο καρπούζια στη μασχάλη. Και επέλεξα το τραγούδι. Μα η μουσική είναι και μαθηματικά.
Σας γνωρίσαμε περισσότερο και με την παράσταση σας «Ζήτω τα λαϊκά κορίτσια».
Είχα διάθεση τότε για χιούμορ και χαρά. Εκεί υπήρχε ας πούμε το «Κανένα έλεος για τους κοντούς». Ηταν και δίσκος και παράσταση με έναν θηλυκό θίασο. Πέντε ηθοποιοί – γυναίκες που χόρευαν, τραγουδούσαν σαν τα κορίτσια της διπλανής πόρτας.
Την άλλη εβδομάδα παρουσιάζετε τη δουλειά σας.
Στις 14 Μαρτίου θα παρουσιάσουμε τους δύο δίσκους μου στο Μπαράκι της Διδότου. Το ‘χει ο χιώτης φίλος Στρατής, θα ‘ναι και ο Χιώτης Θαλασσινός και θα ‘μαστε η χιώτικη παρέα – θα πω και στον Μακάριο Αβδελιώδη απ’ τον Πειναλέοντα. Θα ‘ναι ο Λάκης ο Παπαδόπουλος, ο Νίκος Πλατύραχος, η Ναταλία Χατζηαντωνίου. Θα είναι μια βραδιά με φίλους. Πετώ ένα μπουκάλι στο πέλαγο και ευελπιστώ να βγει σε μια ακτή.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ «ΤΑ ΝΕΑ»
- Καλά νέα για όσους νοσταλγούν το πρώτο τους Nokia
- Έρευνα για τις αντιδράσεις των φιλάθλων της Γιούβε Στάμπια μετά το γκολ του Μουσολίνι
- Athens Launches App to Enhance Public Safety
- Λεωφόρος Συγγρού: Βίντεο ντοκουμέντο από τη φονική παράσυρση του 23χρονου – Τι λέει αυτόπτης μάρτυρας
- Megasports: Στο πνεύμα των Χριστουγέννων
- Μια εικόνα βγαλμένη από το μέλλον – Ένα ιπτάμενο ταξί στο Λονδίνο