8 Μάρτη: Ημέρα μεγάλης οργής και πραγματικής πολιτικής καμπής
Οι κινητοποιήσεις στις 8 Μαρτίου ήταν τεράστιες και παλλαϊκές. Αποτελούν σημείο καμπής
- Η Ουγγαρία δίνει άσυλο σε πρώην υφυπουργό της Πολωνίας - Σε βάρος του ισχύει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης
- Ο Σεργκέι Λαβρόφ υπαινίχθηκε έναν από τους όρους λήξης του πολέμου με την Ουκρανία
- Πώς η υπόθεση Πελικό έδωσε άλλες διαστάσεις στη σεξουαλική βία
- Η Κριστίνα Αγκιλέρα κάνει επίδειξη στήθους καθώς κλείνει τα 44 της με topless «κοστούμι γενεθλίων»
Αρκούσε να κινηθείς προς το κέντρο της Αθήνας στις 8 Μαρτίου την ώρα έναρξης των συγκεντρώσεων για να καταλάβεις ότι θα ήταν μεγάλες. Έβλεπες ανθρώπους να περπατάνε προς το κέντρο, καθώς δεν υπήρχαν λεωφορεία και οι σταθμοί του Μετρό και του ΗΣΑΠ ήταν κλειστοί, και καταλάβαινες ότι αυτή τη φορά η συγκέντρωση θα ήταν μεγάλη.
Η τεράστια μαζικότητα που είχαν οι συγκεντρώσεις στα Προπύλαια και την Κλαυθμώνος, το γεγονός ότι ήταν γεμάτο όχι μόνο το Σύνταγμα αλλά και η Πανεπιστημίου και η Σταδίου και η Ομόνοια, ο τρόπος που συναντήθηκαν μαθητές, φοιτητές και απεργοί, η αίσθηση ότι χιλιάδες άνθρωποι αισθάνθηκαν ότι είχαν υποχρέωση να είναι εκεί, όλα αυτά παραπέμπουν σε μια κινητοποίηση που αντανακλά βαθύτερες κοινωνικές διεργασίες.
Ιδιαίτερα σημαντικό και το γεγονός ότι ήταν τεράστια η μαζικότητα των κινητοποιήσεων και στην επαρχία, στοιχείο που επίσης παραπέμπει σε μια βαθύτερη δυναμική, ένα ρήγμα που άνοιξε στην κοινωνία.
Τα ρεύματα δυσαρέσκειας
Το δυστύχημα στα Τέμπη δεν συγκίνησε μόνο και με έναν ιδιαίτερα βαθύ και άμεσο τρόπο. Στα μάτια μεγάλου μέρους της κοινωνίας λειτούργησε ως μετωνυμία και συμπύκνωση όλων όσων είναι προβληματικά σε αυτή τη χώρα. Η διαπίστωση ότι τρένα λειτουργούσαν χωρίς ασφαλείς διαδικασίες, την ώρα που δισεκατομμύρια έχουν ξοδευτεί για την ασφάλεια του δικτύου, η συνειδητοποίηση ότι η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων δεν έκανε τα πράγματα καλύτερα, η αγανάκτηση για την προσπάθεια να αποδοθούν όλα στο ανθρώπινο λάθος, όλα αυτά ήρθαν και συναντήθηκαν με ρεύματα δυσαρέσκειας που προϋπήρχαν, ακόμη και εάν δεν ήταν εμφανή.
Ρεύματα δυσαρέσκειας που είχαν να κάνουν με μια χώρα όπου μπορεί να μειώνεται η ανεργία αλλά όχι η επισφάλεια, ιδίως για τη νέα γενιά, ότι αυξάνονται οι επενδύσεις αλλά και το κόστος ζωής (που πλήττει άνισα τα φτωχότερα στρώματα), ότι οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί την ώρα που υπάρχει η διάχυτη αίσθηση ότι κυκλοφορεί (και ενίοτε επιδεικνύεται πλούτος), ότι δεν υπάρχει πραγματική πολιτική ευθύνη παρά μόνο πολιτικός υπολογισμός και ότι τα «κοινωφελή έργα» πρωτίστως αντιμετωπίζονται ως μηχανισμό απορρόφησης κονδυλίων, με αδιαφορία ενίοτε για το εάν στο τέλος θα λειτουργήσουν κιόλας.
Ρεύματα δυσαρέσκειας που αφορούν ιδιαίτερα τη νεολαία που νιώθει ότι είναι ο «αδύναμος κρίκος» και που ταυτόχρονα νιώθει ότι αντιμετωπίζεται με έναν όλο και πιο αυταρχικό τρόπο, ιδίως όταν προσπαθεί να αρθρώσει τις εύλογες ανησυχίες, αγωνίες και διεκδικήσεις της.
Ρεύματα που δυσαρέσκειας που αφορούν μια συνολικότερη κρίση εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα που είναι ενεργή εδώ και αρκετά χρόνια ακόμη και εάν εκφράζεται πάντοτε με έναν άμεσο ή «εκρηκτικό τρόπο» και που σημαίνει ότι τα πραγματικά όρια ανοχής είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με προηγούμενες εποχες.
Απουσία ηγεμονίας, ούτως ή άλλως
Θα ήταν σε βαθιά πλάνη όποιος θα πίστευε ότι οι πολιτικές που ασκούνταν τα τελευταία χρόνια είχαν ισχυρή νομιμοποιητική βάση και ότι απλώς αντιδρούσε ένα τμήμα της νεολαίας ή η «αντιπολίτευση», ή «τα άκρα». Το γεγονός ότι δεν υπήρξαν μεγάλα «παλλαϊκά κινήματα» τα προηγούμενα χρόνια είχε να κάνει πολύ περισσότερο με την αποκαρδίωση των λαϊκών στρωμάτων ύστερα από τη δεκαετία των Μνημονίων, των μεγάλων ανατροπών και των μεγάλων συμβιβασμών, παρά με κάποιον ενστερνισμό του κυβερνητικού αφηγήματος. Είχε περισσότερο να κάνει με τη συνθήκη μιας κοινωνίας μειωμένων προσδοκιών, παρά με κάποια ηγεμονία. Και αυτό σήμαινε μια εύθραυστη ισορροπία που εύκολα μπορούσε να ανατραπεί. Όπερ και έγινε.
Στο δυστύχημα στα Τέμπη ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας αναγνώρισε τη βία ή την αδικία που αισθάνεται στη ζωή του. Αισθάνθηκε ότι το όριο των πολιτικών που εφαρμόζονται είναι να είναι η ζωή του αναλώσιμη ή να μην μετρά όσο θα έπρεπε. Και αυτό είναι κάτι που δεν αφορά μόνο τη νεολαία, αφορά και άλλες ηλικίες και κοινωνικές κατηγορίες. Όχι μόνο γιατί «νοιαζόμαστε για τα παιδιά», αλλά γιατί η συνθήκη και η αγωνία είναι κοινή.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι ένα μέρος της κοινωνίας μετατοπίζεται από την ανοχή, έστω και εξαιτίας μειωμένων προσδοκιών, στην αντίθεση προς την κυβέρνηση, έστω και με έναν τρόπο που δεν σχηματοποιείται. Το πώς θα μεταφραστεί πολιτικά είναι νωρίς για να το εκτιμήσουμε, αλλά σίγουρα έχουμε μια μετατόπιση στις σχέσεις εκπροσώπηση. Ας μην ξεχνάμε ότι σε μια εποχή που φτάσαμε να θεωρούμε «ποσοστό νίκης» στις βουλευτικές εκλογές το 36-37% (ποσοστά που στις εποχές του κραταιού δικομματισμού όριζαν τον ηττημένο) σημαίνει ότι ακόμη και μικρές μετατοπίσεις καθίστανται κρίσιμες και αποφασιστικές.
Η επιστροφή στον δρομο
Όμως, υπάρχει και κάτι άλλο που είναι σημαντικό: είναι η διάθεση κινητοποίησης που έχει καταγραφεί σε εντυπωσιακό βαθμό τις τελευταίες μέρες. Έχουν γίνει ήδη μέσα σε μικρό διάστημα αρκετές κινητοποιήσεις, υπήρξε και σημαντική απεργιακή συμμετοχή και βέβαια ο ίδιος ο όγκος της κινητοποίησης στις 8 Μάρτη. Το να κατεβαίνουν οι άνθρωποι στο δρόμο έχει μια ποιοτική διαφορά από το απλώς να είναι στο σπίτι τους δυσαρεστημένοι. Και αυτό επίσης αποτελεί στοιχείο που μπορεί να βαθύνει ρήγματα σε σχέσης εκπροσώπησης.
Αυτό διαμορφώνει μια συνθήκη ιδιαίτερα πιεστική για την κυβέρνηση, που δεν βλέπει απλώς να έχει «πολιτικό κόστος» από το δυστύχημα στα Τέμπη, αλλά και διαπιστώνει ότι με καταλύτη το δυστύχημα ένα τμήμα της κοινωνίας ανασημασιοδοτεί τον τρόπο που βλέπει την κυβερνητική πολιτική. Δηλαδή, το δυστύχημα στα Τέμπη αποτελεί την αφετηρία για μια νέα, πολύ πιο αρνητική ματιά, συνολικά για την κυβερνητική πολιτική και πρακτική.
Ούτως ή άλλως, έχει φανεί ότι κοινωνικά κομμάτια κυρίως νεολαίας – αλλά όχι μόνο ας αναλογιστούμε τι σημαίνει η ιδιότυπη εξέγερση των αρχαιολόγων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας» απέναντι στην κυβέρνηση, δηλαδή ένας κλάδος που παραδοσιακά θεωρείτο συντηρητικός στην πρακτική – σήμερα κινητοποιούνται και μάλιστα με τρόπο επίμονο, ενίοτε και όχι μέσα από παραδοσιακούς συνδικαλιστικούς διαύλους, με δράσεις επίμονες και διαρκείς (σκεφτείτε πόσο κρατεί η αντιπαράθεση γύρω από τα ζητήματα των τίτλων σπουδών των καλλιτεχνών) και αυτό είναι ποιοτικά νέο στοιχείο. Ότι στις 8 Μάρτη φάνηκε να έρχονται στο προσκήνιο και άλλα στρώματα, απλώς υπογραμμίζει τη δυναμική της στιγμής.
Είναι σαφές ότι με όρους πραγματικού ιστορικού χρόνου, το δυστύχημα στα Τέμπη, ορίζει ένα πριν και ένα μετά για το πώς σκέφτεται και πράττει ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας. Ακόμη είναι νωρίς για να δούμε ποια μορφή θα πάρει αυτή η «επιστροφή στον δρόμο», αλλά σίγουρα ανοίγει ένας νέος πολιτικός κύκλος και θέτει αντίστοιχα και το πολιτικό σύστημα αντιμέτωπο με νέες προκλήσεις.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις