Η διευρυνόμενη απέχθεια στην πολιτική
Η οργή διεγείρεται από το τερατώδες, εγκληματικά θεμελιωμένο δυστύχημα, από τις ηλίθιες επικοινωνιακές επινοήσεις
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
Η τραγωδία θερμαίνει μια απολύτως δίκαιη οργή και αγανάκτηση. Παράλληλα αναπτύσσεται και ένας αδυσώπητος αντικοινοβουλευτισμός. Μηδενισμός εν τέλει. Είχε αναδυθεί τα πρώτα χρόνια του μνημονίου, οδήγησε σε πλήρη αποδόμηση, ανασύνθεση, ανακατασκευή του πολιτικού τοπίου, υποχώρησε ένα διάστημα, εκτοξεύεται πάλι. Μια χοάνη διαδικτυακών μαχών ή ευρύτατης σιωπής δείχνει τα δύο συμπληρωματικά πρόσωπα της πολιτικής αποδόμησης. Φυσικά αντιστοιχούν στις πολιτικές μικρότητες και τις χοντράδες που εκστομίζονται. Τότε, τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, με μια πολιτικά ιδιοτελή ή αφελή προσέγγιση για το φαινόμενο του αντικοινοβουλευτισμού, ενοχοποιούνταν κάποιος κακός (συνήθως ο ΣΥΡΙΖΑ από τους αντιπάλους του).
Φυσικά τα πάθη δεν μπορεί να τα διεγείρει κάποιο κόμμα. Δεν έχει τη δύναμη, ούτε την κοινωνική εγγραφή. Μπορεί να ευνοείται από το κύμα, δεν μπορεί να το δημιουργήσει (θυμηθείτε τους ξεφούσκωτους «παραιτηθείτε»). Η οργή εν μέρει προϋπάρχει, προδημιουργείται με μια μακρά σιωπηλή διαδικασία, μορφοποιείται όμως και εκδηλώνεται από έναν μεγάλο συναισθηματικό κλυδωνισμό όπως αυτόν που προκαλεί το δυστύχημα.
Οταν αποδομείς επί χρόνια τον αντίπαλό σου ως ανίκανο, τον καλείς να παραιτηθεί γιατί πρέπει επειγόντως να έρθεις εσύ στην εξουσία για να «διορθώσεις», έρχεσαι εν τέλει ως τεχνογνώστης της εξουσίας και της διοίκησης και αποκαλύπτεται αυτό το διεφθαρμένο μπάχαλο που οδηγεί σε 57 ονοματισμένους νεκρούς και άγνωστο αριθμό αγνοουμένων, είναι μοιραίο να εξοργίζεις. Δεν είναι η επικοινωνιακή διαχείριση, είναι η δομή του αδίκου. Η οργή διεγείρεται από το τερατώδες, εγκληματικά θεμελιωμένο δυστύχημα, από τις ηλίθιες επικοινωνιακές επινοήσεις, όμως εκτός από την κουρασμένη πεποίθηση για το ανίκανο κράτος – φέουδο ομάδων συμφερόντων, συνδημιουργείται και από πολλά πράγματα που έχουν προηγηθεί και που η συναισθηματική συντριβή του δυστυχήματος, τα μορφοποιεί. Κανένας εξωραϊσμός επικοινωνιακός δεν μπορεί να αποκρύψει τη βαθιά ψυχική αποσταθεροποίηση που τραυματίζει την καθημερινότητα του πολίτη. Κανένα αφήγημα (είναι εισαγόμενος πληθωρισμός, φταίνε πάντα άλλοι κ.λπ.) δεν μπορεί να συσκοτίσει μια καθαρή αδυναμία.
Για πολλοστή φορά έχουμε μια θεαματική πτωχευτική (οικονομικά και πολιτιστικά) διαδικασία που φθείρει και τα ελάχιστα αποθέματα πίστης που διαθέτει ο κόσμος. Αυτό λειτουργεί ως γενεσιουργό αίτιο αντικοινοβουλευτικής θεώρησης που εξαπλώνεται συντριπτικά, διεγείρεται από την οδύνη για τον χαμό και που φοβάμαι ότι δεν πρόκειται να αφομοιωθεί. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι με ποιον τρόπο θα εμποδίσεις κάποιον πολιτικό φορέα να εισπράξει την οργή, ούτε να ξεφορτωθείς το πρόβλημα ρίχνοντας την ολική ευθύνη στον σταθμάρχη ή τον επιθεωρητή ή τον κλειδούχο ή τον Τρικούπη. Το πρόβλημα είναι ότι φαίνεσαι λίγος. Και πολλοί αποτιμητές/εκμηδενιστές πατάνε στην πολιτική απιστία που γεννάει αυτό το «λίγο».
Οι εκλογές θα είναι εκτόνωση, όχι λύση. Το δομικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, που εκφράζεται στον χαμηλό τύπο διοίκησης και ενσωματώνεται στην κατασκευή των κομμάτων, δεν θα λυθεί. Αν παρατηρήσει κανείς όλα τα διοικητικά αδιέξοδα (που όπως έχω γράψει δεκάδες φορές είναι αντανακλάσεις των παραγωγικών αδιεξόδων), προεξοφλούνται από την ελληνική πραγματικότητα. Και οι αυθαιρετουπόλεις και ο ασχεδίαστος τύπος ανάπτυξης και το ψέμα ως παγιωμένη επικοινωνιακή τεχνική, προοικονομούν το επερχόμενο τρένο, την επερχόμενη πλημμύρα, πυρκαγιά, την επερχόμενη καταστροφή που εκλαμβάνεται ως κατάρα, αφού δεν μπορεί ούτε να προληφθεί, ούτε να αντιμετωπιστεί ορθολογικά, έστω εκ των υστέρων. Το να μηδενιστεί ακόμα μια φορά το πολιτικό σύστημα, δεν το τιμωρεί, ούτε το βελτιώνει. Θα αποταμιεύσουμε έναν φαινομενικά απολίτικο αντικοινοβουλευτισμό και δεν θα μπορεί κανείς, ούτε να τον χειριστεί, ούτε να τον εξελίξει σε έναν ανανεωμένο, μη παθολογικό κοινοβουλευτισμό. Με κάθε κρίση θα διεγείρεται και θα κρημνίζει.
Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις