Γιώργος Σεφέρης: Η δουλειά μου είναι ν’ ακούω τι μου λένε τα πράγματα του κόσμου
Ο μεγάλος καλλιτέχνης δεν είναι της εποχής του, είναι αυτός ο ίδιος η εποχή του
- Αυτά είναι τα πιο επικίνδυνα παθογόνα για τα οποία δεν υπάρχουν εμβόλια
- Live: «Δεν χαρίζουμε στην άκρα δεξιά τα λαϊκά στρώματα» λέει ο Χαρίτσης στο συνέδριο της Νέας Αριστεράς
- Στρόβιλοι Von Karman στο Βόρειο Αιγαίο - Οι εικόνες που κατέγραψε ο δορυφόρος
- Μυστηριώδης ασθένεια σκοτώνει δεκάδες σε πολιορκημένη πόλη του Σουδάν
Όλοι συμφωνούμε, σήμερα πια, ότι αξίζει τον κόπο μας να διαβάζουμε Σεφέρη. Αν μας ρωτήσουν γιατί, φαντάζομαι –και εύχομαι– η απάντηση που θα δώσει ο καθένας μας να είναι διαφορετική από του διπλανού του· διαφορετική, αλλά θαρρώ όχι αντίθετη, όσο συμπληρωματική, επάλληλη. Έτσι, παρακαλώ να μου συγχωρεθεί να υποβάλω και την δική μου απάντηση.
Κάθε άξιου συγγραφέα η ανάγνωση, και πολύ περισσότερο ενός ποιητή, προκαλεί έναν προσωπικό διάλογο με τον αναγνώστη. Αναλύοντας, κατ’ ανάγκην σχηματικά, τούτη την σχέση, θάλεγα ότι πρώτα μάς μιλάει ο ποιητής, ύστερα του απαντάμε, και όταν φθάσουμε σε μεγαλύτερην οικειότητα, αρχίζουμε και εμείς να του μιλάμε και να μας απαντάει εκείνος. Ο μικρότερος ποιητής μάς μιλάει μονάχα για ιδιωτικές υποθέσεις:
Επιθυμίες κ’ αισθήσεις
εκόμισα εις την Τέχνην – κάτι μισοειδωμένα,
πρόσωπα ή γραμμές· ερώτων ατελών
κάτι αβέβαιες μνήμες.
έγραφε στα 1921 ο Καβάφης, μην τολμώντας ίσως ακόμα να υποδηλώσει πως ήταν όχι μόνο ένας από τους τιμιότερους ερωτικούς, μα και ένας από τους οξύτερους πολιτικούς και φυλετικούς ποιητές της ελληνικής γλώσσας – ένας από τους ελάχιστους εκείνους που, με την ιστορική τους συνείδηση και με την απόλυτη αφοσίωσή τους στην τέχνη του λόγου, μας βοηθούν και να αισθανθούμε ακριβέστερα, αλλά ιδίως να ζήσουμε και να πεθάνουμε ορθότερα, και ως ιδιώτες και ως πολίτες, και ως άνθρωποι και ως Έλληνες. Τέτοιας ευθύνης ποιητής είναι και ο Σεφέρης.
Και για να σαρκώσω κάπως την εικόνα, που προσπάθησα να σχεδιάσω, και ταυτόχρονα για να περιορίσω το περιθώριο της αναπόφευκτης υποκειμενικής αυθαιρεσίας, δανείζομαι μερικές περικοπές του ίδιου του Σεφέρη.
Στη πρώτη μιλάει για τον Καβάφη:
Η δουλειά του ποιητή δεν είναι να λύει φιλοσοφικά ή κοινωνικά προβλήματα· είναι να μας προσφέρει την ποιητική κάθαρση με τα πάθη και τους στοχασμούς που αισθάνεται μέσα του και γύρω του, σαν ένας ζωντανός άνθρωπος που έχει το μερδικό του σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ανάλογα γράφει και για τον εαυτό του:
Η δουλειά μου δεν είναι οι αφηρημένες ιδέες, αλλά ν’ ακούω τι μου λένε τα πράγματα του κόσμου, να κοιτάζω πώς συμπλέκουνται με την ψυχή μου και το σώμα μου, και να τα εκφράζω.
Ήδη από το 1945 είχε ξεκαθαρίσει διεξοδικά την θέση του:
«Ο μεγάλος καλλιτέχνης», όπως είπαν, «δεν είναι της εποχής του, είναι αυτός ο ίδιος η εποχή του». Και αληθινά, η ζωή του ποιητή, αυτό το σύνολο των εντυπώσεων, αισθήσεων, αντιδράσεων που είναι το υλικό του έργου του, είναι συνάμα ένα κομμάτι της ανθρωπότητας που τον περιστοιχίζει με τους καημούς της, τους πόνους της, το μεγαλείο της, τους εξευτελισμούς της. Όσο περισσότερο «όμοιος εαυτώ» είναι ο καλλιτέχνης –και θα ήθελα τούτο να νοηθεί όχι με την έννοια μιας επιφανειακής συνείδησης, αλλά μιας γνώσης που ανατρέχει στα πιο βαθιά και αγνοημένα στρώματα της ανθρώπινης ύπαρξης– τόσο πιο πλέρια μεταγγίζει την εποχή του στο έργο του. Ο δεσμός του ποιητή με την εποχή του δεν είναι ο διανοητικός ή και ο αισθηματικός ακόμη δεσμός που συνδέει τους ανθρώπους σε μια πολιτική διαδήλωση, αλλά ένας ομφάλιος λώρος, όπως το έμβρυο με τη μητέρα του, ένας δεσμός καθαρά βιολογικός.
Και τελειώνω την απάντησή μου με ένα απόσπασμα από την συνεργασία του στο αφιέρωμα για τα εξηντάχρονα του Έλιοτ:
Αλλά κοντά στις μεγάλες υπηρεσίες που πρόσφερε στην ποίηση, ήθελα να προσθέσω πως δεν πρέπει να ξεχνά κανείς το κύρος που έχει σαν τίμιος άνθρωπος απέναντι στην τέχνη του, απέναντι στον εαυτό του, απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Δεν είναι λίγο πράγμα, όταν σκεφτεί κανείς ότι στα χρόνια μας δεν λείπουν οι ποιητές που μεταχειρίζονται τη λέξη «αλήθεια» ή τη λέξη «ελευθερία» με την ίδια αδιαφορία που λένε σ’ έναν άγνωστο κύριο «χαίρω πολύ που σας γνώρισα».
*Τα ανωτέρω –η γνώμη του ειδήμονος Γ. Π. Σαββίδη για την ποιητική αξία του Γιώργου Σεφέρη– συνθέτουν ένα μικρό απόσπασμα από τον κύκλο μαθημάτων του διαπρεπούς μελετητή και καθηγητή της νεοελληνικής λογοτεχνίας υπό τον τίτλο «Δυσκολίες διαβάζοντας τον Σεφέρη» (1963).
Ο Γιώργος Σεφέρης (φιλολογικό ψευδώνυμο του Γεωργίου Σεφεριάδη) γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου (29 Φεβρουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο) 1900 στη Σμύρνη και απεβίωσε στις 20 Σεπτεμβρίου 1971 στην Αθήνα.
Η βράβευση του Σεφέρη με το Νομπέλ Λογοτεχνίας στις 10 Δεκεμβρίου 1963 ανέδειξε σε οικουμενικό επίπεδο τον πνευματικό βίο και τη λογοτεχνική παραγωγή της νεότερης Ελλάδας, που παρέμενε έως τότε στο ημίφως, στη σκιά της λαμπρής και απανταχού προβεβλημένης αρχαιοελληνικής κληρονομιάς.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις