Πριν μερικές μέρες κυκλοφόρησε στη Γαλλία το τελευταίο βιβλίο του Ραϊμόν Αρόν «Ιστορία και διαλεκτική της βίας». Το σημαντικό αυτό βιβλίο ερμηνεύει την φιλοσοφία της ιστορίας του Σαρτρ και παρουσιάζει τα προβλήματα που προκύπτουν από την ιστορική γνώση.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο διάσημος Γάλλος κοινωνιολόγος αναλύει και εξηγεί τις απόψεις που εκφράζει στο τελευταίο του αυτό βιβλίο.


«ΤΑ ΝΕΑ», 26.7.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Δεν αισθανθήκατε ποτέ τον πειρασμό να βασίσετε την φιλοσοφία της ιστορίας στις δύο θέσεις που προτείνει ο Σαρτρ, την ελευθερία του ατόμου και τον ιστορικό υλισμό;

Η ελευθερία του ατόμου, όπως την θεωρεί ο Σαρτρ, δεν με συγκίνησε ποτέ. Συζήτησα συχνά μαζί του και του εξήγησα ότι η απόλυτη ελευθερία προϋποθέτει την άρνηση κάθε ψυχοφυσιολογικής κληρονομίας. Κατά βάθος αυτή η αντίληψη της απόλυτης υπευθυνότητος είναι θεολογική. Όσον αφορά τον ιστορικό υλισμό, νομίζω ότι υπήρξα ο μόνος της γενιάς μου που διάβασα το «Κεφάλαιο», μελέτησα τον μαρξισμό και τη σύγχρονη οικονομία. Ο μαρξισμός – λενινισμός ποτέ δεν με τράβηξε. Ο ιστορικός υλισμός, που για τον Σαρτρ είναι κάτι το δεδομένο, δεν υπήρξε ποτέ για μένα κάτι το συγκεκριμένο και απόλυτα διαυγές.

Γιατί στο βιβλίο σας συγκρίνετε τον Σαρτρ με τον Ρουσσώ;

Υπάρχει μια αναλογία ανάμεσα στο «Κοινωνικό Συμβόλαιο» του Ρουσσώ και τον όρκο του Σαρτρ. Και οι δύο υποστηρίζουν ότι κανένα υλικό γεγονός δεν μπορεί ν’ αφαιρέση από το άτομο την ελευθερία του. Επομένως η νόμιμη εξουσία δεν μπορεί να προέλθη παρά μόνον από την ηθελημένη αυτο-αλλοτρίωση αυτής της ίδιας της ελευθερίας. Αντίθετα πάντως προς τον Ρουσσώ, ο Σαρτρ έχει μια αναρχίζουσα αντίληψη της ελευθερίας, η οποία μπορεί να οδηγήση στη λατρεία της προσωπικότητος.

Ο Σαρτρ δεν αρνήθηκε κάθε σύγκριση με τον Ρουσσώ;

Επισημαίνοντας τη διαφορά, ανεγνώριζε μια δυνατή σύγκριση.

Πώς εκτελείται, κατά τον Σαρτρ, το πέρασμα από το άτομο στην Κοινωνία;

Όλες οι σχέσεις μεταξύ ατόμων έχουν σαν αποτέλεσμα την αλλοτρίωση της προσωπικής ελευθερίας. Σε μερικές όμως περιπτώσεις το άτομο κρατάει την αυτονομία του, όπως συμβαίνει σε μια ποδοσφαιρική ομάδα, όπου κάθε παίκτης προσαρμόζεται ελεύθερα στην δράση του άλλου. Το παράδειγμα όμως αυτό παραμένει μοναδικό. Συμπέρασμα: από τη μια μεριά υπάρχει φυλάκιση του ατόμου από το κοινωνικό σύνολο και από την άλλη επανάσταση και βία. Η επανάσταση και η βία που θα ξαναδημιουργήσουν την καταπιεστική κοινωνία.

Ο Σαρτρ είναι πεπεισμένος για την αναγκαιότητα της βίας;

Δεν το νομίζω. Υπάρχει σ’ αυτόν μια μεταφυσική απαισιοδοξία σε συνδυασμό με μια προσωπική ευθυμία.

Σας φαίνεται πιθανή μια ηθική της βίας;

Υπάρχει ήδη η ηθική του Σορέλ και εκείνη του Προυντόν στο βιβλίο του «Πόλεμος και Ειρήνη», όπου ο πόλεμος εμφανίζεται σαν μια ευγενής δραστηριότης. Η ηθική του Σαρτρ είναι διαφορετική. Ο καταπιεζόμενος έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήση όλα τα μέσα της βίας εναντίον του καταπιεστού, μια και αυτός χαρακτηρίζεται από τη θέληση της καταπιέσεως.

Τι φρονείτε για τον τίτλο του βιβλίου του Σαρτρ «Κριτική της Διαλεκτικής Λογικής»;

Δεν τον κατάλαβα. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε με την Διαλεκτική Λογική. Σκέφθηκα ότι προσπαθούσε να κάνη μια κριτική της Ιστορικής Λογικής. Η διαλεκτική γι’ αυτόν αρχίζει με την πράξη στην ατομική συνείδηση. Το σχέδιο αυτής της συνειδήσεως δεν μου φαίνεται να έχη κανένα από τα χαρακτηριστικά της λογικής.

Μια κάποια τρυφερότητα για τον Σαρτρ διαφαίνεται στο βιβλίο σας, που είναι, εν τούτοις, πολύ αυστηρό απέναντι στις θεωρίες του.

Ίσως. Δεν ξέχασα τα χρόνια που περάσαμε μαζί στην «Εκόλ Νορμάλ». Η σκληρή γλώσσα που χρησιμοποιεί συχνά εναντίον μου δεν με πληγώνει, ακριβώς, επειδή είναι υπερβολική. Επί πλέον, παίρνω περισσότερο στα σοβαρά τον Σαρτρ φιλόσοφο απ’ ό,τι οι συνάδελφοί μου στο Κολλέγιο της Γαλλίας. Αγαπώ τον διάλογο.


*Άρθρο που αφορούσε τον Ρεϊμόν (Ραϊμόν) Αρόν και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 26 Ιουλίου 1973.

Ο διακεκριμένος γάλλος φιλόσοφος, κοινωνιολόγος και δημοσιολόγος Ρεϊμόν Αρόν (Raymond Aron) γεννήθηκε στο Παρίσι στις 14 Μαρτίου 1905 και απεβίωσε στη γαλλική πρωτεύουσα στις 17 Οκτωβρίου 1983.

Γιος ενός εβραίου νομικού, ο Αρόν σπούδασε Φιλοσοφία (1924-1928) και αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας στην École Normale Supérieure του Παρισιού (1938).

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1940-1944)  ο Αρόν τάχθηκε παρά το πλευρόν του Σαρλ Nτε Γκωλ και των «Ελευθέρων Γάλλων» του Λονδίνου.

Ακολούθως διετέλεσε καθηγητής στη Γαλλική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (École Nationale d’Administration), καθηγητής Κοινωνιολογίας στη Σορβόννη (1955-1967) και καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Κολέγιο της Γαλλίας (αρχής γενομένης από το 1970), ενώ εξελέγη ακαδημαϊκός (στην Τάξη των Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών) το 1963.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του ο Αρόν δημοσιογραφούσε, υπήρξε δε επί τριάντα χρόνια (1947-1977) ένας από τους κορυφαίους αρθρογράφους της Le Figaro.

Ο Αρόν κατέλιπε αξιόλογο συγγραφικό έργο (ξεχωρίζουν «Το όπιο των διανοουμένων» – L’opium des intellectuels, 1955, και η «Ιστορία και διαλεκτική της βίας»Histoire et dialectique de la violence, 1973), ενώ τα απομνημονεύματά του (Mémoires) εκδόθηκαν το 1983.

Στο γνωστό σύνθημα της γαλλικής Αριστεράς «Kαλύτερα να κάνεις λάθος με τον Σαρτρ παρά να έχεις δίκιο με τον Αρόν» καθρεφτίζεται η έντονη αντιπαλότητα των δύο μεγάλων εκπροσώπων της γαλλικής διανόησης του 20ού αιώνα, που είχαν γεννηθεί τον ίδιο χρόνο (ο Σαρτρ απεβίωσε το 1980).


Ο Σαρτρ (αριστερά) και ο Αρόν (δεξιά) μαζί, σε εκδήλωση που είχε λάβει χώρα στο Παρίσι το 1979 (πηγή: Michel Clement)

Ο Ρεϊμόν Αρόν και ο Ζαν-Πολ Σαρτρ (Jean-Paul Sartre) –κάποτε συνδεδεμένοι με στενή φιλία και πνευματική συγγένεια– υπήρξαν ορκισμένοι εχθροί την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, ως εκφραστές των δύο αντιμαχόμενων ιδεολογικών ρευμάτων. Παρά ταύτα, όπως φανερώνεται και από τα ανωτέρω, ο Αρόν και ο Σαρτρ δεν έπαψαν ποτέ –ακόμα και μετά θάνατον– να συνδέονται με μια ιδιαίτερη σχέση.