Ζαν Μονέ: Δεν υπάρχει Ευρώπη χωρίς διαφωνίες
«Μου είναι δύσκολο να λυγίσω το παρελθόν»
- Στους 94 έχουν φτάσει οι νεκροί στη Μοζαμβίκη μετά το πέρασμα του κυκλώνα Σίντο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
- Μηχανική βλάβη σε πλοίο με 115 επιβάτες - Επέστρεψε στον Πειραιά
- Απίστευτο περιστατικό σε κηδεία: 20χρονος χόρευε δίπλα στο φέρετρο και τράβαγε τα γένια των ιερέων
Ο Ζαν Μοννέ, ο δημιουργός της Κοινοπραξίας Άνθρακος και Χάλυβος, ο πρώτος ίσως ανάμεσα στους «πατέρες της Ευρώπης», είναι σήμερα 83 χρονών κι’ έχει στους ώμους του τρία τέταρτα του αιώνα από εμπειρίες και δραστηριότητες, όπως του τραπεζίτη, πολιτικού, ιδιοκτήτη ιπποφορβείων, διπλωμάτη, ειδικού οικονομολόγου και επικεφαλής διεθνών οργανισμών. Έχει γυρίσει όλον τον κόσμο, εγνώρισε σχεδόν όλους τους πρωταγωνιστές της σύγχρονης ιστορίας κι’ έζησε τους δυο μεγάλους πολέμους από υπεύθυνες θέσεις, πολέμησε τον «εκ παραδόσεως εχθρό», δηλαδή τους Γερμανούς, κι’ επενόησε όργανα για να υλοποιηθή η συμφιλίωση Γαλλίας και Γερμανίας. Αλλά δηλώνει: «Μου είναι δύσκολο να λυγίσω το παρελθόν». Αφού απέκρουσε για χρόνια παρορμήσεις και πιέσεις, απεφάσισε τελικά να γράψη τα απομνημονεύματά του. Αλλά με δυσκολία και χωρίς να θυσιάση χρόνο από έργα που του φαίνονται πιο επείγοντα: «Προτιμώ, λέγει, να ατενίζω το μέλλον».
Και το μέλλον για τον Ζαν Μοννέ είναι πάνω απ’ όλα η Ευρώπη. Γύρω σ’ αυτό το θέμα περιστρέφεται συνεχώς με ρεαλιστική αισιοδοξία. Είναι ο βασικός στόχος των σκέψεών του και των ενεργειών του. Θεωρεί σχεδόν βεβαία την είσοδο της Βρετανίας στην Κοινή Αγορά. Κατ’ αρχήν, λέγει, αυτό έχει γίνει δεκτό κι’ από τα δύο μέρη. Απομένουν μερικά επί μέρους προβλήματα, αλλά τα αμοιβαία συμφέροντα θα υπερισχύσουν πάνω στα τεχνικά και ψυχολογικά εμπόδια. Μετά τα δύο «Όχι» του Ντε Γκωλ επικρατεί η μνησικακία και η υποψία στην αγγλική κοινή γνώμη και υπάρχουν αντιδράσεις προστατευτικού τύπου από τα εργατικά συνδικάτα: όλα θα περάσουν.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 9.5.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Θα ήταν ακατανόητο να ελπίζης ότι η ενότητα επιτυγχάνεται χωρίς αντιδράσεις. Δεν υπάρχει Ευρώπη χωρίς διαφωνίες. Οι συμμαχίες δεν συνάπτονται στα χαρτιά, αλλά δίνονται κοινές μάχες. Ακόμη και τα συνδικάτα θα πιστέψουν στην Ευρώπη όταν θ’ αρχίσουν κοινούς απεργιακούς αγώνες. Κι’ ακόμη, η αναστολή που επέβαλε ο Ντε Γκωλ στο κίνημα για την ευρωπαϊκή ενότητα, που τόσο κατακρίνει ο Μοννέ, μπορεί να αποδειχθή έργο της θείας προνοίας: ίσως να επιτρέψη στις ηπειρωτικές χώρες να κατανοήσουν καλύτερα την μεγάλη καινοτομία της Κοινοπραξίας Άνθρακος και Χάλυβος και της Κοινής Αγοράς, που αποτελούν το πρώτο ρήγμα στο ιστορικό τείχος της απόλυτης εθνικής κυριαρχίας και που εμείωσαν τις αναπόφευκτες έχθρες με το πλησίασμα διαφορετικών λαών, που ήσαν χωρισμένοι επί αιώνες.
[…] Μόνον με την είσοδο της Βρετανίας θα φυσήξη ένας νέος αναγεννητικός αέρας, θα έλθη ένα ξύπνημα της φαντασίας και κάτι που λείπει από την ηπειρωτική Ευρώπη. […] Ο Άγγλοι θα βοηθήσουν στην εξέλιξη των υπερεθνικών αντιπροσωπευτικών θεσμών. «Εμείς οι μεσογειακοί», λέγει ο Μοννέ, «πιστεύουμε βασικά στον άνθρωπο. Οι Άγγλοι γνωρίζουν την σημασία των θεσμών. Με την παρουσία τους θα διευρύνουν την Κοινή Αγορά όχι μόνον ως προς τα τετραγωνικά χιλιόμετρα και την παραγωγή χάλυβος, αλλά και ως προς το κύρος της παγκοσμίως. Και θα προσφέρουν ένα παράδειγμα διαρθρωμένης και ζωντανής δημοκρατίας, από την οποία πολύ απέχει η ηπειρωτική Ευρώπη. Η Γαλλία δεν υπήρξε δικτατορία ούτε υπό τον Ντε Γκωλ. Αλλά δεν είναι μια δημοκρατική πολιτεία».
Ο Μοννέ προεδρεύει εδώ και 15 χρόνια της επιτροπής δράσεως για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης και σ’ αυτήν αφιερώνει όλην την ημέραν του. Όμως δεν τρέφει αυταπάτας για μια γρήγορη εξέλιξη προς την ευρωπαϊκή πολιτική ενότητα. Για πολλά χρόνια η Ευρώπη δεν θα είναι ο Τρίτος Μεγάλος και για την άμυνά της θα στηρίζεται ακόμη στην Αμερική. Δεν θα μπορέση σύντομα να δημιουργήση μια στρατιωτική κοινότητα, ούτε να αποκτήση νόμισμα. Θα έπρεπε, προσθέτει ο Μοννέ, να είχε και μία μόνον κυβέρνηση. Αλλά για μακρό ακόμη διάστημα δεν θα είναι ούτε μία ομοσπονδία στη σχηματική της μορφή. Θα ήταν σφάλμα να εκβιάζουμε τον χρόνο. Όμως ήδη η σημερινή Ευρώπη φαίνεται να βρίσκεται αιώνες μακρυά από εκείνη των αρχών του περασμένου αιώνα. Όταν μερικοί ιδεαλιστές την χαρακτήριζαν σαν χρυσή εποχή, ενώ η ευρωπαϊκή ήπειρος κατρακυλούσε προς την καταστροφή με τα έθνη της αρτηριοσκληρωμένα από τους τυφλούς μύθους του πατριωτικού εγωισμού και τα κράτη να προετοιμάζωνται να αυτοδιαλυθούν χωρίς, έστω, να επιδιώκουν ρεαλιστικές συμφωνίες με τους συμμάχους για να κερδίσουν τον πόλεμο.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 9.5.1971, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο εθνικιστικός απομονωτισμός, η απόρριψις ενός διεθνούς οραματισμού είναι τα αμαρτήματα –και τα σφάλματα– που ο Μοννέ δεν συγχωρεί ούτε στους πρωταγωνιστές της ιστορίας με τους οποίους συνεργάσθηκε. Ο Ρούσβελτ πωλούσε τον κόσμο, ενώ ο Τσώρτσιλ ήταν «ένας επαρχιώτης» έξυπνος. Πολέμαρχος μεν, που δεν ήξερε όμως να κυττάξη πέρα από τον βρετανικό ορίζοντα και τις ιδέες του παρελθόντος. […] Ο Ντε Γκωλ, ικανώτατος στο να εξαλείψη ωρισμένες βαρειές κληρονομιές, δεν ήξερε να δημιουργήση. Υπήρξε μεγάλος άνδρας, αλλ’ όχι μεγάλος πολιτικός ηγέτης. Όμως ο εθνικισμός του ήταν εντελώς διαφορετικός από την «πατριωτική ωμότητα» του Κλεμανσώ. Ταυτίζοντας τον εαυτό του με την Γαλλία, με μια άκακη ειλικρίνεια που την έσωζε από την γελοιοποίηση η εσωτερική ζέση, δεν μπορούσε να παραχωρήση σε υπερεθνικούς θεσμούς ένα μέρος του εαυτού του.
Για το μέλλον ο Ζαν Μοννέ είναι αισιόδοξος και υπομονετικός. Παρατηρητής και σε κάποιο μέτρο από τους δημιουργούς των μεγάλων επαναστάσεων αυτού του αιώνα. Παραδέχεται ότι ο κόσμος «βαδίζει ακόμη και πολύ βιαστικά και οι μεταβολές βρίσκουν τους ανθρώπους απροετοίμαστους». Όμως πιστεύει στην επίλυση των προβλημάτων. Για να ξεφύγη κανείς τόσο από την απαισιόδοξη σπερμοφοβία όσο και από την επαναστατική παραφορά, θα πρέπει, κατά τον Μοννέ, να προσβλέπη πάντα στις ελπίδες του μέλλοντος. Ο χρόνος δεν σταματά και μόνον πηγαίνοντας μπροστά επιλύουμε τα σημερινά προβλήματα. Αν περιμέναμε οι εθνικές βιομηχανίες να αισθανθούν έτοιμες να υποστηρίξουν την ξένη συμμετοχή και πρόθυμες να εγκαταλείψουν τα προστατευτικά φράγματα, την συντεχνιακή άμυνα, τις μελλοντικές προκαταλήψεις, δεν θα υπήρχαν ακόμη ούτε Κοινή Αγορά ούτε Κοινοπραξία Άνθρακος και Χάλυβος.
Ίσως από μια σύνθεση μεταξύ γαλλικού ορθολογισμού και αγγλοσαξωνικού εμπειρισμού, που ωρίμασε από τις προσωπικές εμπειρίες στους δύο κόσμους, ο Μοννέ πιστεύει στον διάλογο, στην συνάντηση, στην ευθυκρισία. Σε αντίθεση προς τους μύθους, τους ιδεολογισμούς, τις νεφελώδεις ουτοπίες. Οι προσκρούσεις σε αισθητά πράγματα δεν τον φοβίζουν. Φρονεί ότι στον κόσμο της παραγωγής και της εργασίας θα βρεθούν νέες μορφές ωργανωμένης συνυπάρξεως και όργανα μεσολαβήσεως, όπως τα διαιτητικά δικαστήρια. Στην Ευρώπη δεν διαβλέπει επαναστατικούς κινδύνους, ακόμη και για τον λόγο της συντηρητικής γραμμής των κομμουνιστικών κομμάτων. Ένα μόνον φαινόμενο τον εκπλήσσει και του ξεφεύγει, λόγω του παραλογισμού που παρουσιάζει: αυτό της νεανικής αμφισβητήσεως, αυτό το μεγάλο κίνημα που αγνοεί τα σύνορα και προσβάλλει τόσο διαφορετικές κοινωνίες.
Το ότι δεν την κατανοεί, τούτο δεν οφείλεται στην στάση που παίρνει λόγω της ηλικίας του. Αντίθετα, ο Ζαν Μοννέ θα επιθυμούσε να καταλάβη και την νεανική εξέγερση και να την μελετήση, πέρα από προκαταλήψεις και νεφελώδεις κοινωνιολογικές θεωρίες. Πρέπει να υπογραμμισθή το γεγονός ότι ο γηραιός αυτός ευπατρίδης με την παιδεία του περασμένου αιώνα, απηλλαγμένος από τις ματαιότητες του κόσμου και υποταγμένος σε μια αυστηρή πειθαρχία εργασίας, είναι έτοιμος να έχη διάλογο ακόμη και με τους πιο διαλυτικούς «αμφισβητίες». Η μακρά εμπειρία του δεν του επιτρέπει να παραγνωρίζη κάθε πραγματικό γεγονός, ούτε να αγνοή την προνοητική πίστη στην λογική. Κυττάζει γύρω μ’ ένα ελαφρό χαμόγελο, στο οποίο διαφαίνεται περισσότερο η αυστηρή κρίση παρά η επιείκεια.
Και περνάει κάθε στιγμή της ημέρας του με μεθοδικότητα, γιατί ο χρόνος είναι το πιο πολύτιμο αγαθό, ο κόσμος είναι γεμάτος από ενδιαφέροντα πράγματα και κάθε ώρα της ζωής αξίζει να είναι γεμάτη. Δεν έχει σημασία αν αφιερώνη τις ώρες του στους πολιτικούς αγώνες, στις διάφορες δουλειές ή σε πρωινούς περιπάτους στα δάση του Ραμπουγιέ, όπου μένει τώρα για ν’ αποφύγη το πολύβοο Παρίσι.
*Κείμενο του δολοφονηθέντος από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες ιταλού δημοσιογράφου και συγγραφέα Carlo Casalegno (1916-1977) για τον Ζαν Μονέ (Jean Monnet), το θεμελιωτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» στις 9 Μαΐου 1971.
Ο Carlo Casalegno
Ο Ζαν Μονέ, γόνος εύπορης οικογένειας παραγωγών και εμπόρων μπράντι, γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 1888 στην πόλη Κονιάκ της νοτιοδυτικής Γαλλίας.
Διετέλεσε πρώτος πρόεδρος της Ανώτατης Αρχής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ).
Επίσης, υπήρξε ο κύριος συντάκτης της λεγόμενης Διακήρυξης Σουμάν, που όχι μόνο εξασφάλισε την προσέγγιση της Γαλλίας και της Γερμανίας εντός ενός ισχυρού οικονομικού κατ’ αρχήν συνασπισμού, αλλά και αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της Συνθήκης της Ρώμης (1957), του ιδρυτικού εγγράφου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, της σύγχρονης Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Μονέ απεβίωσε στις 16 Μαρτίου 1979 στο χωριό Ουζαρέ, σε απόσταση 40 χλμ Δ-ΝΔ από το Παρίσι.
*Οι φωτογραφίες που φιλοξενούνται στο παρόν άρθρο (πλην εκείνης του Casalegno) προέρχονται από το διαδικτυακό τόπο του Ινστιτούτου Ζαν Μονέ (Institut Jean Monnet – institutjeanmonnet.eu).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις