Η «Moody’s της σιωπής» αξιολογεί την Ελλάδα σε δύσκολο οικονομικοπολιτικό κλίμα
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η τοποθέτηση του οίκου στη σκιά των τελευταίων εξελίξεων – Τι ελπίζει η κυβέρνηση
Το τρίτο και τo πιο κρίσιμο, κατά σειρά, ραντεβού της, με οίκο αξιολόγησης, έχει απόψε η Ελλάδα. Ο πιο αυστηρός αξιολογητής της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή η Moody΄s, δίνει το παρόν σε μία δύσκολη συγκυρία. Οι διεθνείς αγορές περνούν από μία νέα δοκιμασία, μετά την κατάρρευση τραπεζών στις ΗΠΑ -και τη διάσωση της Credit Suisse-, ενώ η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε μία άκρως τεταμένη προεκλογική περίοδο.
Υπό αυτό το κλίμα ο οίκος καλείται να δώσει βαθμολογία στην Ελλάδα και στο ελληνικό αξιόχρεο. Η χώρα βρίσκεται μία σκάλα πίσω από την επενδυτική βαθμίδα, σύμφωνα με τους τρεις οίκους S&P, DBRS και Fitch. Εξαίρεση είναι η Moody’s, η οποία ακόμα κρατά την Ελλάδα πίσω κατά 3 βαθμίδες.
Ενόψει των εκλογών της άνοιξης, τρεις αξιολογητές του ελληνικού χρέους έχουν δώσει παρόν σε μόλις 17 ημέρες. Οι οίκοι αφήνουν το στίγμα τους για την κατάκτηση ή μη της επενδυτικής βαθμίδας κατά το 2023. Μετά τον γερμανικό οίκο Scope (ΒΒ+) στις Μαρτίου, ακολούθησε ο καναδικός DBRS (ΒΒ high) και απόψε ακολουθεί η Moody’s (Ba3).
Η «Moody’s της σιωπής» και οι εκλογές
Τα στοιχήματα για τη “σιωπηλή” Moody’s επικεντρώνονται και πάλι στο βασικό ζητούμενο αν θα δημοσιεύσει έκθεση και αν τελικά θα προχωρήσει σε κάποια σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Διότι ο εν λόγω οίκος έχει την Ελλάδα 3 βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική, στην κατηγορία «Ba3».
Η ελληνική κυβέρνηση προσδοκά σε μία θετική κίνηση του οίκου, ώστε να μειώσει την απόσταση μέχρι την επενδυτική βαθμίδα. Εάν γίνει όντως αυτό το βήμα, εν μέσω μάλιστα μίας τραπεζικής αναταραχής, η Ελλάδα θα κερδίσει σημαντικούς πόντους. Θα αποτέλεσε επίσης ένα πολιτικό μπόνους στην κυβέρνηση, η οποία περνά από αναταράξεις εξαιτίας του δυστυχήματος στα Τέμπη και τις ευθύνες που οδήγησαν στη σύγκρουση των τρένων.
Εξάλλου, τον πολιτικό παράγοντα τον έχουν μετρήσει οι οίκοι προ πολλού. Ωστόσο, οι νέες δημοσκοπήσεις δείχνουν τους νέους σχηματισμούς και το ενδεχόμενο μίας μακράς προεκλογικής περιόδου. Για αυτό το λόγο, ίσως ο οίκος Moody’s να μην προβεί σε κίνηση αναβάθμισης και να περιμένει έως το φθινόπωρο και εφόσον έχουν ολοκληρωθεί οι εκλογές. Η επόμενη ευκαιρία για την Ελλάδα, από τον εν λόγω οίκο, είναι στις 15 Σεπτεμβρίου.
Ο S&P και ο καναδικός DBRS
Το επόμενο ραντεβού για την Ελλάδα είναι στις 21 Απριλίου, καθώς είναι προγραμματισμένη η πρώτη αξιολόγηση του S&P για εφέτος. Το δεύτερο προγραμματισμένο ραντεβού είναι για τις 20 Οκτωβρίου 2023. Τότε, η αξιολόγηση θα γίνει πιθανότητα εν μέσω έντονου προεκλογικού κλίματος. Αν και οι προσδοκίες δεν αποκλείουν μία αναβάθμιση της χώρας πριν το τέλος των εκλογών, οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η κίνηση μπορεί να έρθει τον Οκτώβριο.
Την περασμένη Παρασκευή ο DBRS επιβεβαίωσε την βαθμολογία ΒΒ high. Όπως όλοι οίκοι, έτσι και ο καναδικός, αναφέρθηκε στον παράγοντα “εκλογές”. Εμμέσως πλην σαφώς συνέδεσε τη θετική, μέχρι τώρα, πορεία της ελληνική οικονομίας και των μεταρρυθμίσεων στις σταθερές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών. Ακόμα δεν έχει ενσωματωθεί στις προβλέψεις η αβεβαιότητα της αλλαγής στο πολιτικό σκηνικό, όπου οι νέοι συσχετισμοί δείχνουν τη δυσκολία συνεργασιών.
Σύμφωνα με την DBRS οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα διεξαχθούν φέτος, πιθανότατα την Άνοιξη. Με το ισχύον εκλογικό σύστημα όπου εισήγαγε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ το 2016- το οποίο βασίζεται στην απλή αναλογική, ο σχηματισμός ενιαίας κομματικής κυβέρνησης δεν θα είναι δυνατός. Αν δεν υπάρξει συνεργασία πολλαπλών κομμάτων, το πιθανότερο σενάριο είναι οι δεύτερες εκλογές, περίπου ένα μήνα μετά τις πρώτες. Κατά την άποψη της DBRS Morningstar, η συνέχεια της πολιτικής αναμένεται με το RRF να παρέχει κίνητρα για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ωστόσο, ένας παρατεταμένος εκλογικός κύκλος θα μπορούσε να οδηγήσει σε ορισμένες καθυστερήσεις στην εφαρμογή της πολιτικής. Τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα απολαμβάνει ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον και καλή συνεργασία με τους ομολόγους της και τους θεσμούς της ΕΕ υπό τις κυβερνήσεις πρώτα του ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια της Νέας Δημοκρατίας.
Πηγή OT.GR