Ντίνος Χριστιανόπουλος: Εγκαταλείπω την ποίηση, δε θα πει προδοσία
Οι στίχοι διαλαλούν τα μυστικά μας
- «Είσαι ο διάβολος» – Αντιμέτωποι με τον πατέρα τους οι γιοι της Ζιζέλ Πελικό
- Κατεπείγουσα εισαγγελική παρέμβαση από τον Άρειο Πάγο μετά την αποκάλυψη in – Για το χαμένο υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη
- Οι ληστές που έκλεψαν τα πορτρέτα των Ελισάβετ Β' και Μαργκρέτε Β' του Άντι Γουόρχολ τα έκαναν όλα στραβά
- Το ΠΑΣΟΚ θα προτείνει άλλο πρόσωπο για ΠτΔ αν ο Μητσοτάκης επιλέξει «στενή κομματική επιλογή»
«Η μικρή αυτή έκδοση βγαίνει σα μια διαμαρτυρία ενός νέου, που, επιμένοντας στην πνευματική του ακεραιότητα, κινδυνεύει να μείνει στο περιθώριο. Είναι λυπηρό και αποκαρδιωτικό να βλέπει κανείς ως ποιο σημείο φτάνει η συναλλαγή ανάμεσα στους «πνευματικούς» ανθρώπους. Εκδότες, διευθυντές περιοδικών, καθιερωμένοι λογοτέχνες, ακόμα και δημοσιογράφοι, γυρεύουν και απαιτούν ανταλλάγματα. Κάθε δημοσίευση σε περιοδικό προϋποθέτει πολλές κολακείες, πολλές υποχωρήσεις σε πρόσωπα και ιδεολογίες. Και μέσα σ’ αυτή την αποπνιχτική ατμόσφαιρα, όσοι αρνούνται κάθε συμβιβασμό παραμερίζονται από τους φαύλους με τις ελαστικές συνειδήσεις. Βέβαια, εκείνο που τελικά δικαιώνει το έργο μας είναι μονάχα η ποιότητά του· αλλά πώς να βρει απήχηση η δουλιά μας, αν μένει διαρκώς στο συρτάρι; Γι’ αυτό αποφασίστηκε η έκδοση της Διαγωνίου, με την ελπίδα πως η ατομική αυτή προσπάθεια θα βρει ανταπόκριση, ώστε σιγά-σιγά ν’ αποτελέσει τον πυρήνα ενός περιοδικού νέων».
Αυτά έγραφε ο ποιητής και πεζογράφος Ντίνος Χριστιανόπουλος (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη) στην ένατη σελίδα του πρώτου τεύχους της Διαγωνίου, του λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού περιοδικού που είχε ιδρύσει ο ίδιος το 1958. Η πρώτη αυτή (πρωτοχρονιάτικη μάλιστα) έκδοση, με καλλιτεχνική επιμέλεια του Καρόλου Τσίζεκ, περιελάμβανε αποκλειστικώς κείμενα του Χριστιανόπουλου: επτά ποιήματα (1949-1956), μεταφράσεις από τη Σαπφώ και τον Οράτιο, το διήγημα Βροχή και κριτικά σημειώματα για νέα βιβλία της εποχής εκείνης.
Δύο από τα ποιήματα αυτά παρατίθενται κατωτέρω, εις μνήμην του Χριστιανόπουλου, ο οποίος γεννήθηκε (20 Μαρτίου 1931) και απεβίωσε (11 Αυγούστου 2020) στη Θεσσαλονίκη.
Ρημαγμένο νταμάρι
Έρχονται ώρες που, τι να σου κάνουν πια και τα χαμόγελα,
πέφτουν ένα-ένα σαν τα εφτά πέπλα της Σαλώμης
και στο τέλος απομένεις γυμνός και τότε αρχίζουν όλα να κραυγάζουν.
Τα μάτια κραυγάζουν: εμείς είμαστε που ρουφήξαμε τόση ομορφιά –
κι αυτός έλεγε: τι να την κάνω την ομορφιά, θέλω χυδαιότητα.
Τα χέρια κραυγάζουν: εμείς είμαστε που συντελέσαμε στην υποταγή –
κι αυτός έλεγε: δεν αρκεί, δεν αρκεί για μια απόγνωση που όλο
περισσεύει.
Το σώμα κραυγάζει: εγώ είμαι που συσπάστηκα στην κτηνωδία του
καλοκαιριού,
οι στίχοι διαλαλούν τα μυστικά μας,
γίναμε πια σαν ιδιωτικό ημερολόγιο σε ξένα χέρια.
Έτσι είναι, δεν ωφελούν πια τα χαμόγελα, όσο κι αν είναι
ανοιχτόκαρδα,
ούτε ωφελεί να κρατάς το στόμα κλειστό όταν όλα κραυγάζουν
και τι να την κάνεις τη διπλομανταλωμένη αξιοπρέπεια της σιωπής,
τώρα που όλοι ξέρουν τις νύχτες που ικετέψαμε, τις αγκαλιές
που συσπειρωθήκαμε
κ’ είναι το πρόσωπό μας σα νταμάρι ρημαγμένο
κ’ είμαστε σαν ψημένα κάστανα που εύκολα τα ξεφλουδίζει κανείς…
Εγκαταλείπω την ποίηση
Εγκαταλείπω την ποίηση, δε θα πει προδοσία,
δε θα πει, ανοίγω ένα παράθυρο για τη συναλλαγή.
Τέλειωσαν πια τα πρελούδια, είρθε η ώρα του κατακλυσμού·
όσοι δεν είναι αρκετά κολασμένοι πρέπει επιτέλους να σωπάσουν,
να δουν με τι καινούριους τρόπους μπορούν να απαυδήσουν στη ζωή,
ν’ ανοίξουν χαρακώματα για να κυκλοφορεί ο θάνατος σε όλο τους
το σώμα.
Εγκαταλείπω την ποίηση, δε θα πει προδοσία·
να μη με κατηγορήσουν για ευκολία, πως δεν έσκαψα βαθιά,
πως δε βύθισα το μαχαίρι στα πιο γυμνά μου κόκκαλα.
Όμως είμαι άνθρωπος και γω, επιτέλους κουράστηκα, πώς το λένε,
κούραση πιο τρομαχτική από την ποίηση υπάρχει;
Εγκαταλείπω την ποίηση, δε θα πει προδοσία:
βρίσκει κανείς τόσους τρόπους να επιμεληθεί την καταστροφή του.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις