Πάνω από 1.000 έργα συνδέονται με αρχαιοκάπηλους
Νέα έκθεση αποκαλύπτει ότι το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης διαθέτει στις συλλογές του 1.109 αντικείμενα που κάποτε ανήκαν σε κατηγορούμενους ή καταδικασμένους για παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Ο Τραμπ διορίζει τον παραγωγό του «Apprentice», ως ειδικό απεσταλμένο στη Μεγάλη Βρετανία
Περισσότερα από 1.000 αντικείμενα που κάποτε ανήκαν σε άτομα που έχουν κατηγορηθεί ή καταδικαστεί για παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων διαθέτει στις συλλογές του το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε από τη Διεθνή Κοινοπραξία Ερευνητικών Δημοσιογράφων (ICIJ). Και ανάμεσά τους δεν λείπουν οι αρχαιότητες ελληνικού ενδιαφέροντος.
Τα 309 από τα τα 1.109 επίμαχα αντικείμενα εκτίθενται επί του παρόντος στις αίθουσες του μουσείου και ορισμένα εξ αυτών συνδέονται με εμπόρους που είναι γνωστοί για τη σύνδεσή τους με δίκτυα αρχαιοκαπήλων και με διακινητές κλεμμένων έργων τέχνης.
Απόδειξη των ευρημάτων της έρευνας αποτελεί και το γεγονός ότι το Μητροπολιτικό Μουσείο είχε πέρυσι περισσότερες κατασχέσεις από τις Αρχές επιβολής του νόμου (σ.σ.: από το 1970 οπότε και ισχύει η Διεθνής Διακήρυξη κατά της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών της UNESCO) από οποιαδήποτε άλλη περίοδο της ιστορίας του, σύμφωνα με τον Σπένσερ Γούντμαν, δημοσιογράφο που συμμετείχε στη σύνταξη της έκθεσης και ο οποίος και μίλησε για το θέμα στην ιστοσελίδα Hyperallergic.
Στα αποτελέσματα της έρευνας αναφέρεται ότι λιγότερο από το 50% των 1.109 αντικειμένων διαθέτουν αρχεία σχετικά με την εξαγωγή τους από τη χώρα προέλευσής τους. Και αναφέρει χαρακτηριστικά ότι μόνο τρία από τα 250 αντικείμενα από το Νεπάλ και το Κασμίρ που μπήκαν στο μικροσκόπιο των δημοσιογράφων διαθέτουν συνοδευτικά αρχεία προέλευσης, καθώς αποκτήθηκαν από το μουσείο μετά το 1956 κι ενώ στο Νεπάλ είχε ήδη ψηφιστεί νόμος που απαγόρευε την εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών.
Το Μητροπολιτικό Μουσείο από την πλευρά του, μέσω εκπροσώπου του, υποστηρίζει ότι «τα πρότυπα συλλογής έχουν αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες. (…) Εκτός από τη δέσμευσή μας με όλους τους νόμους, οι ενέργειές μας βασίζονται σε τρεις άξονες: έρευνα, διαφάνεια και συνεργασία».
Μαζικές αγορές στα 60s
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι το Μητροπολιτικό Μουσείο, όντας έναν αιώνα και πλέον νεότερο των ευρωπαίων ομολόγων του, όπως το Βρετανικό Μουσείο και το Λούβρο, για να είναι ανταγωνιστικό προχώρησε σε μαζικές αγορές κυρίως κατά τη δεκαετία του 1960 με επικεφαλής τον πρώην διευθυντή του μουσείου Τόμας Χόβινγκ. Οι ερευνητές δημοσιογράφοι μάλιστα έχουν συμπεριλάβει στο κείμενό τους και αποσπάσματα από τα απομνημονεύματά του, στα οποία γίνονται αναφορές για λαθραία αντικείμενα.
Σε κάποιο σημείο παραδέχεται ότι απέκρυψε καταχωρίσεις ημερολογίου που έγραφαν λεπτομερώς τις αμφιβολίες του για την προέλευση ενός κλεμμένου ελληνικού αγγείου και σε άλλα παραδέχτηκε σε έλληνα επιμελητή την πεποίθησή του ότι ελληνικές αρχαιότητες που βρίσκονταν στο μουσείο ήταν προϊόντα λαθρανασκαφής από την Τουρκία.
Ως διευθυντής του μουσείου από το 1967 έως το 1977 ενέκρινε την αγορά ενός μεγάλου συνόλου αρχαιοτήτων από την Καμπότζη και την Ινδία παρά τις υποψίες που είχε ότι είχαν μεταφερθεί παράνομα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε άλλο σημείο των απομνημονευμάτων του αναφέρει ότι το καρνέ του με τους «λαθρεμπόρους και συντηρητές» και ανθρώπους της τέχνης ήταν μεγαλύτερο από οποιουδήποτε άλλου στον χώρο. Οι αγορές παράνομων αρχαιοτήτων ωστόσο φαίνεται πως είχαν ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του 1950, καθώς το μουσείο είχε δεσμούς με έναν από τους πλέον γνωστούς εμπόρους λαθραίων αρχαιοτήτων, τον Ρόμπερτ Χεκτ.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις