Μια σύντομη, ενδυματολογική ιστορία της φουστανέλας
Η φουστανέλα είναι μια φούστα μέχρι το γόνατο - παρόμοια κατά κάποιο τρόπο με το σκωτσέζικο κιλτ - που φοριέται από τους άνδρες σε στρατιωτικές και τελετουργικές περιστάσεις όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στα Βαλκάνια.
- Γιατί η Βραζιλία έχει μεγάλη οικονομία αλλά απαίσιες αγορές
- «Είναι άρρωστος και διεστραμμένος, όσα μου έκανε δεν τα είχα διανοηθεί» - Σοκάρει η 35χρονη για τον αστυνομικό
- «Πιο κοντά από ποτέ» βρίσκεται μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, σύμφωνα με την Χαμάς
- Διαρρήκτες «άδειαζαν» το εργαστήριο του γλύπτη Γεώργιου Λάππα στη Νέα Ιωνία
Η φουστανέλα είναι παραδοσιακό ανδρικό ένδυμα, των ποιμενικών κυρίως ομάδων, στα Βαλκάνια. Οι Αλβανοί παραδοσιακοί χορευτές τη φορούν ακόμη και σήμερα ενώ παραμένει ένα σημαντικό, πολιτιστικό χαρακτηριστικό στην Ελλάδα.
Πρόκειται για μια πολύπτυχη, λευκή φούστα, η οποία κατασκευάζεται από πολλά υφάσματα κομμένα σε ορθογώνια, που ράβονται λοξά μεταξύ τους και σουρώνονται στη μέση. Τις πιο πολλές φορές η φουστανέλα κατασκευάζεται σε δύο ξεχωριστά τμήματα και δένει στη μέση δεξιά και αριστερά.
Ορισμένοι μελετητές αναφέρουν ότι η φουστανέλα προέρχεται από μια σειρά αρχαίων ελληνικών ενδυμάτων όπως το χιτώνιο (ή χιτώνας). Ένα ανάγλυφο άγαλμα του 5ου αιώνα π.Χ. ανακαλύφθηκε στο σπήλαιο της Βάρης, στην Αττική, από τον Charles Heald Weller της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, το οποίο απεικονίζει έναν λιθοξόο, τον Αρχέδημο τον Νυμφόληπτο, που φοράει ένα ένδυμα που μοιάζει με φουστανέλα- ο κοντός χιτώνας που φοράει είναι δεμένος σε πτυχώσεις στη μέση σαν φουστανέλα, κάτι που ήταν συνήθης πρακτική κατά τη διάρκεια γεωργικών ή άλλων χειρωνακτικών εργασιών.
Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, φορούσαν μια πλισέ φούστα γνωστή ως podea (ελληνικά: ποδιά). Ο φορέας της ποδιάς σχετιζόταν είτε με έναν τυπικό ήρωα είτε με έναν ακριτικό πολεμιστή και μπορεί να βρεθεί σε ευρήματα του 12ου αιώνα που αποδίδονται στον αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ Κομνηνό (1143-1180).
Στο Λεξικό των Μεσαιωνικών Λατινικών του, ο Charles du Fresne προτείνει ότι το fustanum (ένα κομμάτι ύφασμα) προέρχεται από το ρωμαϊκό palla. Η βαμβακερή φουστάνα ήταν μεταξύ των αντικειμένων του Πάπα Ουρβανό Ε΄ (1310-1370).
Παρουσίαση της φουστανέλας από την Ιωάννα Παπαντωνίου
Η φούστα των Βαλκανίων
Το ρούχο χρησιμοποιήθηκε και από τους Βλάχους και από τους Αλβανούς, ιδίως από τους Τόσκηδες, ενώ στην Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από τους Αρβανίτες καθώς και από Ηπειρώτες, Θεσσαλούς, Ρουμελιώτες και Πελοποννήσιους κυρίως.
Βρετανοί συγγραφείς που καταγράφουν οδοιπορικό στην περιοχή της Σαμαρίνας (1914) θεωρούν ότι η ελληνική φουστανέλα προέρχεται από παρόμοιο ένδυμα που φορούσαν οι Βλάχοι και πιστεύουν ότι η ελληνική φουστανέλα υιοθετήθηκε και από τους Έλληνες ως καθολικά εθνική ενδυμασία μετά την Επανάσταση του 1821.
Μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα φοριόταν συστηματικά στην Ελλάδα, οπότε και σταδιακά αντικαταστάθηκε από «τα φράγκικα», αυτό δηλαδή που σήμερα αποκαλούμε παντελόνι. Σήμερα διατηρείται ως μέρος της στρατιωτικής στολής της Προεδρικής Φρουράς, ενώ χρησιμοποιείται και σε εθνικές εορτές, επετείους και αλλού.
Προέλευση και ιστορία
Διαθέτοντας μια μακρά ιστορία, η ενδυμασία μπορεί να εξελίχθηκε από την παραδοσιακή ενδυμασία που φορούσαν στην Αρχαία Ελλάδα, αλλά διαδόθηκε στη σύγχρονη μορφή της κατά τους τελευταίους αιώνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ορισμένοι πιστεύουν ότι οι Αλβανοί την εισήγαγαν στους Έλληνες τον 14ο αιώνα.
Ενώ μπορεί να δηλωθεί αόριστα ότι η φουστανέλα φοριέται στην περιοχή εδώ και αιώνες, είναι γνωστό οριστικά ότι χρησιμοποιήθηκε ως κύρια στρατιωτική στολή κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. «Περισσότερο από μια δήλωση μόδας, αυτή η μορφή ενδυμασίας σχεδιάστηκε για να δείχνει τη δύναμη και την ανδρική ανδρεία, όπως και το κιλτ» λένε ερευενητές.
Κατά κάποιον τρόπο, η φουστανέλα ενσάρκωνε τη μικτή κληρονομιά της σύγχρονης Ελλάδας, με αλβανικές, οθωμανικές και κλασικές επιρροές, και ανακηρύχθηκε ελληνική σε μια εποχή που χρειαζόταν μια εθνική ενδυμασία.
Ήταν μέρος μιας διαδικασίας εξευρωπαϊσμού που ξεκίνησε γύρω στο 1829- ωστόσο, πολύ νωρίτερα, αποτελούσε κοινό ένδυμα για τους άνδρες τον 13ο αιώνα, όταν φορέθηκε από Αλβανούς και Αρβανίτες (ή Έλληνες αλβανικής καταγωγής) που πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας εναντίον των Τούρκων εισβολέων.
Ο Λόρδος Βύρωνας εξύμνησε την ενδυμασία και την περιέγραψε ως «την πιο υπέροχη στον κόσμο, αποτελούμενη από μακρύ, λευκό κιλτ, χρυσοποίκιλτο μανδύα, βυσσινί βελούδινο σακάκι με χρυσά κορδόνια και γιλέκο, ασημένια πιστόλια και στιλέτα».
Η εθνική ενδυμασία των Ελλήνων
Μετά τον πόλεμο, όταν ο βασιλιάς Όθωνας, ο οποίος καταγόταν από τη Βαυαρία, έγινε βασιλιάς των Ελλήνων το 1833, ανακήρυξε τη φουστανέλα ως εθνική ενδυμασία της Ελλάδας και μάλιστα πόζαρε με μια τέτοια σε μια προσπάθεια να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ αυτού και του ελληνικού λαού.
Ο Όθωνας, μαζί με ορισμένα μέλη της αυλής του και της προσωπικής του φρουράς, φόρεσαν τη φουστανέλα ακόμη και όταν επέστρεψαν στο Μόναχο το 1836.
Οι τετρακόσιες πιέτες και ο αστικός μύθος
Πιστεύεται ότι ορισμένοι άνδρες, όπως ο στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, φορούσαν μια φουστανέλα με τετρακόσιες πιέτες, οι οποίες συμβόλιζαν κάθε έτος της τουρκικής κυριαρχίας στην Ελλάδα, αν και ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι αυτό φαίνεται να είναι περισσότερο ένας «αστικός μύθος».
Φυσικά, το στυλ έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου. Τον 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα, η φουστανέλα κρεμόταν κάτω από τα γόνατα και το στρίφωμα του ενδύματος συνήθιζε να μπαίνει μέσα σε μπότες. Αργότερα, επί βασιλείας του Όθωνα, το μήκος κόντυνε πάνω από το γόνατο για να δημιουργηθεί ένταση στο σχήμα.
Η προέλευση της λέξης
Σύμφωνα με τη λαογράφο Ιωάννα Παπαντωνίου, το όνομα «φουστανέλα» προέρχεται από ένα ύφασμα που παράγεται στην αιγυπτιακή πόλη Φουστάτ. Εκεί κατασκευαζόταν ένα δίμιτο (είδος βαμβακερού υφάσματος) που χρησιμοποιούνταν για πανιά στα καράβια.
*Με στοιχεία από theculturetrip.com και en.wikipedia.org
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις