Η… κουβερτούλα μιας εποχής
Ο Νικ, η Μπόμπι και η κουβερτούλα τους που «ζέσταναν» μια εποχή
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Ποια είναι η Κριστίν Καβαλάρι: Τα ριάλιτι, το toy boy και το «πιο καυτό σεξ» με τον Τζέισον Στέιθαμ
- Κουτσουρεμένος ο προϋπολογισμός του «Διατηρώ»
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
Πόσα χρόνια πήγα τώρα πίσω. Πολλά, πάρα πολλά. Επέστρεψα σε μια Ελλάδα που ούτε καν μπορούσε να ονειρευτεί το ευρωπαϊκό, το διεθνές της μέλλον. Σε μια χώρα απομονωμένη και «στον γύψο» λόγω χούντας. Και σε ένα παιδί του Δημοτικού (δηλαδή εμένα) που προσπαθούσε να κοιτάξει τον μεγάλο, τον έξω κόσμο από τα λιγοστά «παράθυρα» της εποχής.
Και ένα από αυτά ήταν τα ξένα περιοδικά. Εκείνα τα μεγάλα, με τις χρωματιστές φωτογραφίες που πουλούσαν στα περίπτερα του Συντάγματος. Ηταν για μένα το καλύτερο δώρο, ο μεγαλύτερος μπουναμάς. Ούτε κούκλες ήθελα ούτε επιτραπέζια. Μόνο αυτά. Χαλούσα τον κόσμο να μου τα αγοράσουν οι γονείς μου κι ας μην μπορούσα να τα διαβάσω με τα κουτσοαγγλικά μου. Χάζευα τους τίτλους και τις φωτογραφίες. Θυμάμαι να τις χαϊδεύω κιόλας λες και, με έναν μαγικό τρόπο, θα έσπαγα το φράγμα της πραγματικότητας και της ύλης, θα έμπαινα κι εγώ σε αυτήν, θα γινόμουν μέρος της, θα βρισκόμουν δίπλα στους πρωταγωνιστές της.
Σε κάποιο από τα περιοδικά είδα, για πρώτη φορά, φωτογραφίες από το Γούντστοκ. Αρχικά, δεν καταλάβαινα περί τίνος επρόκειτο. Πού να ήξερα τι σημαίνει ροκ, τι σημαίνει φεστιβάλ – εγώ το φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης ήξερα, τι ήταν τούτο το αλλόκοτο;
Ισως να είδα και κάποιες φωτογραφίες σε ελληνικό περιοδικό ή εφημερίδα. Μόνο τη λέξη «χίπις» αναγνώριζα. Πιθανόν να με είχαν ντύσει «χίπι» τις προηγούμενες Απόκριες. Για περισσότερα, ρώτησα τη μεγαλύτερη αδελφή μου και όσους ήξεραν από «γιεγιέδες».
Και κάπως έτσι, αυτές οι φωτογραφίες και το Γούντστοκ άρχισαν να ασκούν μια ακαταμάχητη έλξη… «εναντίον μου». Φαίνεται ότι ήταν το πρώτο, το πιο δειλό «ξύπνημα της άνοιξης». Να πω την αλήθεια, ελάχιστα με ενδιέφεραν οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν. Ούτε τον Χέντριξ ήξερα ακόμη ούτε τον Κόκερ ούτε τον Σαντάνα. Το κοινό χάζευα. Αυτούς του νέους ανθρώπους, όχι και πολύ μεγαλύτερους από εμένα τότε αλλά, συγχρόνως, τόσο «μακριά» όσο και το όνειρο της ενηλικίωσης.
Εβλεπα τα κορίτσια με τα πολύχρωμα ρούχα, τις κορδέλες στο κεφάλι και τα μακριά, ξέπλεκα μαλλιά και ήθελα να μοιάσω σε αυτές όταν μεγαλώσω, δηλαδή σε έναν αιώνα όπως μου φαινόταν τότε. Εβλεπα και τα αγόρια, ανάλογα ντυμένα, και ονειρευόμουν πως τέτοια αγόρια ήθελα να αγκαλιάσω και να με αγκαλιάσουν σε ένα μέλλον που μου έμοιαζε πολύ απώτερο. Εβλεπα και τα ζευγάρια ξαπλωμένα, αγκαλιασμένα μέσα σε κουβέρτες και «μύριζα» αυτό που, αργότερα, έμαθα ότι λέγεται «ελεύθερος έρωτας».
Ενα από αυτά τα ζευγάρια ήταν ο Νικ Ερκολάιν και η Μπόμπι Κέλι που μια τυχαία φωτογραφία τους κυριαρχεί στο εξώφυλλο του LP του Γούντστοκ. Εικοσάχρονοι και οι δυο τους, αγκαλιά, τυλιγμένοι σε μια κουβέρτα. Και από τότε, που μόλις τα είχαν πρωτοφτιάξει, μαζί. Εως πριν από λίγες μέρες που η Μπόμπι «έφυγε» από την κουβερτούλα τους και την αγκαλιά του Νικ. Θα πει βέβαια κάποιος ότι δεν είναι το πρώτο άτομο, από το κοινό και τους καλλιτέχνες του Γούντστοκ, που πεθαίνει. Αυτή ακριβώς όμως είναι η δύναμη των συμβόλων. Ο Νικ, η Μπόμπι και η κουβερτούλα τους που «ζέσταναν» μια εποχή.
Εμείς οι boomers
Το Γούντστοκ, όπως περιγράφω παραπάνω, δεν είναι γεγονός της «στενής» γενιάς μου. Ανήκει όμως στην ευρύτερη γενιά των boomers. Αυτών των «τρισκατάρατων», των καλοπερασάκηδων, των συμβατικών και συμβιβασμένων, των συντηρητικών σύμφωνα με τους νεότερους που μας θεωρούν υπεύθυνους των δεινών τους.
Αναζητώ στις δικές τους γενιές, ένα ανάλογο Γούντστοκ. Μια τόσο μαζική και τόσο ειρηνική εκδήλωση χωρίς κανένα έκτροπο. Αναζητώ έναν Μάη του ’68, μια κινητοποίηση δηλαδή που να κατέγραψε ουσιαστικά αποτελέσματα και να μην έμεινε ως φωνή διαμαρτυρίας και μόνο. Αναζητώ, έστω, ένα Live Aid.
Ο λόγος που δεν βρίσκω δεν έχει, βέβαια, να κάνει με έλλειψη ιδεών, δυνατοτήτων ή φρονήματος. Ας πούμε ότι είναι το γενικό κλίμα, μια άλλη ιδέα για την «επανάσταση».
Πάντως, βλέποντας από το βάθος των χρόνων μου, όταν χρειάστηκε, εκεί ήμασταν. Στην πρώτη σειρά και, μάλιστα, με τον δικό μας τρόπο. Σε μια εποχή που, αντίθετα με τη σημερινή, κανένας «θείος» δεν ήθελε να «καθίσει με τη νεολαία».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις