Ευγένιος Ιονέσκο: Τα κλισέ δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα
Γράφω έργα άλλα από εκείνα που θέλω να γράψω...
- Πατέρας βίαζε και εξέδιδε την ανήλικη κόρη του σε άγνωστους άνδρες - Σοκάρει υπόθεση στη Γαλλία
- Πολάκης: Τη Δευτέρα θα είμαι μπροστάρης σε μια προσπάθεια ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ
- Φάμελλος: Τυχοδιώκτης ο Κασσελάκης – Μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σταματήσει το πάρτι δισεκατομμυρίων του Μητσοτάκη
- Το «εστιατόριο των λανθασμένων παραγγελιών» στην Ιαπωνία έχει να μας διδάξει πολλά
Το θέατρο του Ιονέσκο ενεφανίσθη στο Παρίσι προ ένδεκα ετών, με το ανέβασμα της «Φαλακρής τραγουδίστριας» στο θέατρο «Νοκταμπύλ». Έκτοτε ο Ευγένιος Ιονέσκο έγραψεν άλλα δώδεκα έργα, το τελευταίο των οποίων, ο «Ρινόκερως», ανεβάστηκε από τον Ζαν – Λουί Μπαρρώ τον Ιανουάριον του 1960 και επαίζετο με μεγάλην επιτυχίαν επί ένα έτος και πλέον. Αλλά πριν από την επιτυχία αυτήν ο Ιονέσκο αντιμετώπισε την ασυνεννοησίαν εκείνην που αποτελεί τους νόμους και τους προφήτας ενός κοινού που ομοιάζει με πρόβατον.
Η αντίστασις αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι το θέατρο του Ιονέσκο καταγγέλλει τον παραλογισμόν της λογικής, το ανωφελές της υπάρξεως, το ακατανόητον της ζωής. Και διότι κάτω από το πνεύμα και την παρωδίαν το θέατρο αυτό ταράζει τας συνειδήσεις περισσότερον από τα έργα θέσεως και από τα ηθικολογούντα έργα.
Όταν τον ηρώτησα αν είναι χαρούμενος, μου απήντησε: «Δεν έχω κανένα λόγο να είμαι χαρούμενος. Όπως δεν έχω και κανένα λόγο να είμαι θλιμμένος. Επομένως, γιατί να μην είμαι χαρούμενος;»
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 17.2.1962, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο Ιονέσκο είναι Ρουμάνος. Ο πατέρας του εσπούδασε νομικά στο Παρίσι και ενυμφεύθη μια Γαλλίδα, αλλά επέστρεψε στη Ρουμανία για την γέννησι του αγοριού και επανήλθε στην Γαλλία μόνον όταν ο μικρός Ευγένιος συνεπλήρωσε το πρώτον έτος της ηλικίας του.
– Ποτέ μου δεν έκανα τίποτε άλλο παρά να γράφω και ούτε ξέρω να κάνω τίποτε άλλο, μου είπεν. Ένδεκα ετών άρχισα τα απομνημονεύματά μου, μίαν αυτοβιογραφία που εγέμισε τρεις σελίδες ενός μαθητικού τετραδίου. Δώδεκα ετών έγραψα ένα σενάριο, που θα «εγυρίζαμε» με την κινηματογραφική μηχανή που δήθεν είχεν ένας φίλος μου. Μοιραστήκαμε τους ρόλους επτά ή οκτώ φίλοι, αλλά μηχανή δεν υπήρχε και η ιστορία ετελείωσε με έναν φοβερό καυγά. Έγραψα, επίσης, ποιήματα και μια πολύ κακή ωδή στην φιλία. Αλλά από το σχολείο ήδη είχα εφεύρει τον διάλογο. Έγραφα τα πάντα υπό μορφήν διαλόγου. Εξ άλλου, δεν κατώρθωσα ποτέ να γράψω μυθιστόρημα. Τα πάντα παίρνουν αμέσως την μορφή διαλόγου και η δράσις δεν έχει τον καιρό να αναπτυχθή. Έγραψα επίσης ένα έργο «Υπέρ πατρίδος», ιστορία ενός ήρωος που επιστρέφει από τον πόλεμο. Ο ήρως ήταν βέβαια Γάλλος. Αλλά όταν επιστρέψαμε στην Ρουμανία, έγραψα ένα άλλο με ήρωα έναν Ρουμάνο.
– Και από το 1938 έως το 1950, οπότε παρουσιάσατε την «Φαλακρή τραγουδίστρια», με τι ησχολείσθε;
– Ετοίμαζα μια εναίσιμη διατριβή για τον Μπωντελαίρ και τον θάνατο στην Γαλλική ποίησι. Και έγραφα το ημερολόγιό μου, που είχα εγκαταλείψει όταν ήμουν ένδεκα ετών. Το ξανάρχισα 17 ετών και έκτοτε δεν το εγκατέλειψα ποτέ. Δεν γράφω κάθε μέρα και δεν με απασχολούν η επικαιρότης, τα γεγονότα, τα κύρια ονόματα. Μόνον όταν θέλω να καταπιαστώ με κάποιον ή με κάτι, με τις ιδέες του ή τα έργα του, τότε αρχίζω μίαν πολεμικήν, αλλά στείραν μια και είναι μοναχική. Το ημερολόγιό μου είναι γεμάτο κυρίως αναμνήσεις της πολύ νεανικής μου ηλικίας και νυκτερινά μου όνειρα. Τις σελίδες που αγαπώ τις χρησιμοποιώ στα έργα μου. Το «θύματα του καθήκοντος» εγεννήθη από την σχέσι δύο ονείρων που είδα. Το «Πώς να απαλλαγής» υπήρξεν ένας εφιάλτης μου! Το πτώμα που μεγαλώνει και δεν ξέρει κανείς τι να το κάνη. Είμαι τύπος οπτικός. Ένα έργο μού εμφανίζεται αρχικά σαν σκηνικές εικόνες. Μάλιστα εικόνες καταθλιπτικές. Την στιγμή αυτή βλέπω ένα ιπτάμενο πρόσωπο. Και αυτό το πρόσωπο βγήκε από τα όνειρά μου, όνειρα κλασικά, όπου κτυπάς το πόδι σου στο πάτωμα και πετάς. Θέλω να γράψω ένα τέτοιο έργο, «Ο πεζός του αέρος», ακριβώς επειδή μου φαίνεται ακατόρθωτο. Ο Βαλερύ έλεγε: «Τίποτε δεν είναι καλό αν δεν εμφανίζη ανυπέρβλητες δυσκολίες». Αρχίζω το ίδιο έργο είκοσι φορές και έχω μέσα στο συρτάρι μου ένα πλήθος αρχές της πρώτης πράξεως δυο ή τριών έργων, των έργων εκείνων που θέλω αλλά δεν μπορώ να γράψω. Γενικώς, γράφω έργα άλλα από εκείνα που θέλω να γράψω… Στην αρχή το γράψιμο μού εφαινόταν πιο εύκολο, ξεκινούσα από ένα πρόσωπο ή έστω από μίαν απάντησι. Τώρα που γνωρίζω καλύτερα τα πράγματα του θεάτρου, η κριτική μου γνώσις με παραλύει κάπως. Και έπειτα είμαι εκ φύσεως τεμπέλης. Το γράψιμο ενός έργου είναι ένας οδυνηρός τοκετός και υπάρχει μέσα μου μία φυσική άρνησις που επιβραδύνει την οδυνηρή αυτή στιγμή. Τελικά ρίχνομαι στον αγώνα, για να αγωνισθώ και να υποφέρω. Εν πάση περιπτώσει, το θέατρο είναι ένα πολύ αυστηρό σχολείο. Χάρις σ’ αυτό κατορθώνω να γράψω και πεζά κείμενα. Ο «Ρινόκερως» υπήρξε αρχικώς νουβέλλα.
Μία νουβέλλα θαυμασία, της οποίας αι είκοσι σελίδες έχουν τους ιδίους ρυθμούς με το θεατρικό έργο.
– Είσθε από εκείνους τους συγγραφείς που μετέχουν ενεργώς στις δοκιμές των έργων τους, που γνωρίζουν πώς ακριβώς θα ήθελαν να ανεβαστούν και να ερμηνευθούν τα έργα τους;
– Ασφαλώς. Αλλά μέχρι το 1952 δεν είχα επισκεφθή σχεδόν ποτέ μου θέατρο, κ’ έτσι συνέχεα τον Βιλάρ με τον Βιτάλι, επί παραδείγματι. Τώρα εκείνο που θέλω είναι ένας σκηνοθέτης που να μου λέη «όχι». Διότι από την σύγκρουσι αυτή, από αυτή την μάχη μεταξύ μας, κάτι βγαίνει. Τα έργα μου έχουν όσο μυστήριο πρέπει. Αν είχαν περισσότερο, δεν θα είχαν καθόλου. Ελπίζω να εκφράσω ωρισμένα βάθη της υπάρξεως, με τη βοήθεια του «ψευτολόγου».
– Με τον όρον αυτόν εννοείτε αυτό το ανέκφραστον που κρύβεται πίσω από τις συνηθισμένες λέξεις, τις έτοιμες πατροπαράδοτες εκφράσεις;
– Ζούμε σ’ έναν ψεύτικο κόσμο επειδή η γλώσσα μας μάς χωρίζει από την αλήθεια και γίνεται φραστικός τύπος. Μόλις ένα πράγμα λεχθή, είναι νεκρό. Για να ξαναβρήτε τη ζωή, πρέπει να θρυμματίσετε τους τύπους. Τα κλισέ δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα. Όταν χρησιμοποιώ ένα κλισέ, αποκτώ συναίσθησι της κενότητός του. Αν τώρα τα έργα μου είναι λιγώτερο συχνά, είναι διότι οι τύποι που κατασκευάζονται από εμένα τον ίδιο δεν μου έρχονται εύκολα στην σκέψι. Πρέπει να λησμονήσω τα ίδια μου τα κλισέ. Και εδώ, επίσης, τα όνειρά μου με υπηρετούν, εκείνα που βρίσκονται στα κράσπεδα της γλώσσας, όπου οι σκέψεις δεν είναι διατυπωμένες εκ των προτέρων και επομένως εξακολουθούν να είναι αυθεντικές. Ψηλαφούν μέσα σ’ ένα είδος σκότους. Αυτό είναι η λογοτεχνία: μια νύκτα που προσπαθούμε να φωτίσουμε. Και είναι, επίσης, μια εξερεύνησις, μια ανακάλυψις, όπου εξαντλείται κανείς. Πρέπει να σπάσης τα τείχη, να ξεπεράσης τα σύνορα και να ξαναβρής τις αρχικές πηγές. Πρόκειται, ακόμη, για μια μάχη με έναν άγνωστο δαίμονα, για να μπορέσης να διατυπώσης εκείνο που μη έχοντας ακόμη διατυπωθή, μας φαίνεται αδύνατον να διατυπωθή. Κατά τούτο η γλώσσα αποτελεί μία δημιουργία. Ψάχνεις, βάζεις το χέρι επάνω σε μία λέξι που φεύγει – αυτό είναι.
Καθώς ακούει κανείς τον Ιονέσκο, οι αγώνες του και το κυνηγητό του σάς φαίνονται γοητευτικά. Καθώς τον παρατηρώ, βλέπω έναν άνθρωπο που πίνει ήρεμα μια κόκα-κόλα και η γαλήνια φωνή του δεν προδίδει το πάθος που τον συνταράσσει.
– Τι κάνετε όταν θέλετε να ξεκουρασθήτε;
– Λύνω σταυρόλεξα. Και ταξιδεύω συχνά. Για την ευχαρίστησι, αλλά και για να δώσω διαλέξεις. Κουράζομαι φεύγοντας, κουράζομαι επιστρέφοντας και έχω πάντοτε την επιθυμία να βρίσκωμαι αλλού. Και έπειτα ένας συγγραφεύς είναι εξ ίσου ένας επιχειρηματίας που ασχολείται πολύ με τα καθήκοντα που του επιβάλλει η εργασία του. Τα έργα του γίνονται εμπόρευμα. Παρακολουθώ τα έργα μου στο εξωτερικό, κάποτε τα αναγνωρίζω. Μόνο το «Μάθημα», που ανεβάστηκε θαυμάσια από ερασιτέχνας στην Ελβετία, δεν το ανεγνώρισα, επειδή αγάπησα το έργο και επειδή τα έργα μου δεν τα αγαπώ.
Ο Ιονέσκο σηκώθηκε για να με αποχαιρετήση, όταν του είπα: «Υπάρχει μία λέξις που δεν μπορώ να υποφέρω, εξ αιτίας της καταχρήσεως που κάνουν από τινός χρόνου και την οποία χρησιμοποιούν συχνά προκειμένου για σας: απομυστικοποιώ».
– Θα μπορούσα να σας απαντήσω: «Απομυστικοποιούντες τη φενάκη, που έχει από μακρού χάσει το μυστήριό της, οι διανοούμενοι μάς αφήνουν ήσυχους».
Και βλέποντας ότι εγέλασα, προσέθεσε:
– Δεν είμαι εγώ που το λέω αυτό. Είναι η κυρα-Πιπ στο έργο μου «Άμισθοι δολοφόνοι».
Αλλά τίποτε δεν με εμποδίζει να πιστεύω ότι και ο ίδιος σκέπτεται όπως εκείνη.
*Συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Ευγένιος Ιονέσκο στην Denise Bourdet το Φεβρουάριο του 1962 και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα». Το σχετικό άρθρο, που έφερε τον τίτλο «Ο Ιονέσκο εξομολογείται πώς συνθέτει τα έργα του», είχε περιληφθεί στο φύλλο της 17ης Φεβρουαρίου 1962.
Ο Ευγένιος Ιονέσκο (Eugène Ionesco), ένας από τους κορυφαίους θεατρικούς συγγραφείς – δραματουργούς και στοχαστές του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στην πόλη Σλάτινα της Ρουμανίας στις 26 Νοεμβρίου 1909 και απεβίωσε στο Παρίσι στις 28 Μαρτίου 1994.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις