Τα μεσοπρόθεσμα της οργής…
Σε μια κανονική χώρα, η εφαρμογή ενός συμφωνημένου προγράμματος θα δέσμευε αυτόματα και την επόμενη. Αλλά εδώ είναι Ελλάδα.
Η σύνταξη και η υποβολή ενός Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, ήταν συνήθως για αυτή τη χώρα μια δύσκολη και θορυβώδης διαδικασία. Τον Ιούνιο του 2011 και ενώ το κίνημα των αγανακτισμένων βρισκόταν σε πλήρη ανάπτυξη, ξεκίνησε η συζήτηση για ένα νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, που ψηφίστηκε εν μέσω συγκρούσεων διαδηλωτών και δυνάμεων των ΜΑΤ έξω από το Κοινοβούλιο στις 29 Ιουνίου.
Λίγα χρόνια μετά, ποιος δεν θυμάται το Μεσοπρόθεσμο της περιόδου 2013-2016 που ψήφισε μετ’ εμποδίων η κυβέρνηση Σαμαρά και προέβλεπε μέτρα (νέοι φόροι και κόψιμο δαπανών) ύψους 18,9 δισ. ευρώ. Τότε είχαν διαφοροποιηθεί πάνω από επτά βουλευτές από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ενώ τρεις είχαν διαγραφεί.
Μάλιστα για την ψήφισή του, ο τότε πρωθυπουργός είχε αναφερθεί στο δίλημμα, ή περνάει από τη Βουλή ή η χώρα πάει στη δραχμή. Το τελευταίο από τα εμβληματικά Μεσοπρόθεσμα ήταν, αυτό του ΣΥΡΙΖΑ του 2018, που από πολλούς είχε χαρακτηριστεί ως τέταρτο Μνημόνιο.
Προέβλεπε την επίτευξη σωρευτικών πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως των 43 δισ. ευρώ, πολύ παραπάνω από το αντίστοιχο κόστος εξυπηρέτησης των τόκων της ίδιας περιόδου.
Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Τα πνεύματα είναι πολύ πιο ήρεμα, ωστόσο τα Μεσοπρόθεσμα Προγράμματα αποτελούν τις σταθερές δεσμεύσεις της χώρας προς την ευρωζώνη. Ως εκ τούτου η σύνταξη, η υποβολή τους και κυρίως οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνει η χώρα, αποτελούν σημείο αναφοράς για την οικονομική πολιτική της χώρας.
Η σημερινή κυβέρνηση, που κατάφερε να βγάλει από την επικαιρότητα τις επισκέψεις των επικεφαλής των θεσμών στη χώρα μας, διαπραγματεύεται αυτές τις μέρες μαζί τους εδώ στην Αθήνα τις παραδοχές ενός νέου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Πάντα τετραετούς διάρκειας, 2024-2027.
Μια υποχρέωση που έχουν όλες οι χώρες της ευρωζώνης, μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση ξανά από φέτος, επιστρέφει και για εμάς. Θα πρέπει να υποβληθεί πριν από την προκήρυξη των εκλογών. Μαζί συντάσσεται και το ετήσιο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, που συνδέεται σταθερά με την υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Και τα δύο μαζί συνθέτουν ένα πλήρες κυβερνητικό πρόγραμμα που καλύπτει χρονικά το σύνολο της επόμενης κυβερνητικής τετραετίας.
Το θέμα είναι ποιος θα το εφαρμόσει και με ποιες αλλαγές, ώστε να γίνει σαφές και ο χρόνος που μπορεί να χαθεί από πιθανή επαναδιαπραγμάτευσή του. Σε μια κανονική χώρα, η εφαρμογή ενός συμφωνημένου προγράμματος θα δέσμευε αυτόματα και την επόμενη. Αλλά εδώ είναι Ελλάδα.
Η κυβέρνηση δείχνει να ακολουθεί μια λελογισμένη τακτική, ηπιότερων πρωτογενών πλεονασμάτων, από τα παλιά της άσκοπης λιτότητας επί ΣΥΡΙΖΑ του 3,5%. Στο κείμενο που θα υποβληθεί θα προβλέπονται πλεονάσματα 2% ετησίως έως το 2027.
Παράλληλα θα περιλαμβάνει μια σειρά εξαιρέσεων από τη δημοσιονομική προσαρμογή. Ο στόχος είναι να εξαιρεθούν πολλές δαπάνες για άμυνα, αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού, ενεργειακά προγράμματα και επενδύσεις για την πράσινη ανάπτυξη από τις προσμετρήσεις των δημοσιονομικών και δη του χρέους.
Το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα δεν θα συζητηθεί όπως και τα προηγούμενα στην προεκλογική περίοδο. Προφανώς επειδή τα κομματικά επιτελεία είναι εντελώς ανέτοιμα και πολύ θα ήθελαν να αποφύγουν μια τόσο βαριά και ελάχιστα δημοφιλή ενασχόληση.
Οι πολίτες ωστόσο οφείλουν να ενημερωθούν για το περιεχόμενο του κειμένου από το οποίο εξαρτάται η ζωή τους για την επόμενη τετραετία…
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ
- Λίβανος: Τουλάχιστον 12 νεκροί και 50 τραυματίες από ισραηλινούς βομβαρδισμούς
- Γερμανία: Ο Πιστόριους δεν θα διεκδικήσει το χρίσμα του υποψήφιου καγκελάριου – Προτείνει Σολτς
- Κιμ Γιονγκ Ουν: Προειδοποιεί για κίνδυνο πυρηνικού πολέμου
- Ουκρανία: Παρίσι και Λονδίνο υπόσχονται να μην αφήσουν τον Πούτιν να «πετύχει τους σκοπούς του»
- Στα «ΝΕΑ» της Παρασκευής: Μια αλλαγή που ανατρέπει το σκηνικό
- Η βαθμολογία στον όμιλο της Εθνικής μετά την ήττα στο Λονδίνο