Μανώλης Γλέζος: Αυτό είναι το μήνυμα, αυτός είναι ο αγώνας
Για σκεφτείτε πόσες χιλιάδες αμνημόνευτοι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης πεθαίνουν χωρίς να τους τιμήσει κανένας
- Πατέρας βίαζε και εξέδιδε την ανήλικη κόρη του σε άγνωστους άνδρες - Σοκάρει υπόθεση στη Γαλλία
- Πολάκης: Τη Δευτέρα θα είμαι μπροστάρης σε μια προσπάθεια ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ
- Φάμελλος: Τυχοδιώκτης ο Κασσελάκης – Μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να σταματήσει το πάρτι δισεκατομμυρίων του Μητσοτάκη
- Έντονος καβγάς Γιαννούλη – Γεωργιάδη: «Πέθανε καρκινοπαθής λόγω καθυστερημένου χειρουργείου» – «Ντροπή, ο ασθενής ζει»
[…]
Αναφέρεται ότι το κατέβασμα της σημαίας είναι η πρώτη αντιστασιακή πράξη. Και το είπαν και χθες σε μια εκπομπή ξανά. ∆εν είναι η πρώτη και το έχω πει επανειλημμένα και επιμένω σ’ αυτό. Η πρώτη αντιστασιακή πράξη έγινε από τον Μάθιο Πόταγα, ένα παιδί 17 χρονών, φοιτητή της Βαρβακείου, αλλά επειδή είχαν κλείσει στον πόλεμο με την Ιταλία τα σχολεία είχε πάει στο χωριό του στη Βυτίνα. Τότε μας παίρνανε στρατιώτες από τα 21 και πάνω. Εμείς είχαμε ζητήσει να πάμε στρατιώτες όλοι οι νέοι. ∆εν μας επέτρεψαν και πήγαμε και αντικαταστήσαμε εμείς οι φοιτητές τους υπαλλήλους του ∆ημοσίου που είχαν πάει στο μέτωπο και είχε αδειάσει η θέση τους, εθελοντικά τα χρόνια του πολέμου. Αλλά όλοι οι νέοι λέγαμε, αν είχαμε όπλα εμείς –με την, όχι αφέλεια, με την ορμή που έχει ο νέος– δεν θα έσπαγε το μέτωπο. Μια παρέα λοιπόν στη Βυτίνα κουβεντιάζει και λέει: αν είχαμε όπλα δεν θα έσπαγε το μέτωπο.
Και ξαφνικά από την παρέα αυτή εξαφανίζεται ο Μάθιος Πόταγας, δεν φαίνεται πουθενά, τον χάνουν. Μάθαμε εκ των υστέρων ότι πήρε το πιστόλι του πατέρα του, πήγε και πήρε δυναμίτες από τα νταμάρια της περιοχής και ετοιμαζόταν να υπονομεύσει το δρόμο μόλις φτάνανε οι Γερμανοί και με το πιστόλι να δώσει μάχη.
Εμφανίζεται ένα πρωινό στις 2 Μαΐου 1941, πριν ολοκληρωθεί η κατάληψη της Πελοποννήσου. Εμφανίζεται μια μονάδα της φάλαγγας αρμάτων μάχης «Αδόλφος Χίτλερ Ες-Ες» να περνάει έξω από τη Βυτίνα. Και ξαφνικά πετάγεται στη μέση άοπλος ο Μάθιος Πόταγας και λέει: «Σταματήστε, δεν θα σκλαβώσετε την Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή είμαι μόνος, αλλά με ακολουθεί πίσω μου όλος ο ελληνικός λαός».
Ο γερμανός διοικητής των αρμάτων μάχης σταματάει τη φάλαγγα και ρωτάει τον διερμηνέα τι λέει αυτό το παιδί. Ο διερμηνέας τού εξηγεί, και τραβάει το αυτόματο και τον εκτελεί. Αλλά δεν φτάνει μονάχα εκεί. ∆ιατάζει τους στρατιώτες του και παίρνουν ένα βράχο και συνθλίβουν το κεφάλι του νεκρού Μαθιού. Όταν οι Έλληνες έχουν τέτοια κεφάλια που βγάζουν τέτοιες ιδέες, πρέπει να συνθλίβονται. Τη δουλειά του έκανε ο ναζί.
Αλλά για να δούμε, το παιδί γιατί άλλαξε γνώμη. Κάνω μια πρόταση σκέψεων, στην κρίση σας. Σκέφτηκε, εάν βάλω τους δυναμίτες κι αν καταφέρω να τινάξω τον στρατό κι αν πάρω το όπλο και πολεμήσω και σκοτώσω μερικούς, τι θα γίνει; Εγώ θέλω να στείλω ένα μήνυμα. Επαναλαμβάνω, σταματήστε, δεν θα μας σκλαβώσετε. ∆ηλαδή με τα όπλα μπορεί να μας νικήσατε, αλλά την ψυχή μας δεν πρόκειται να τη σκλαβώσετε. Και μη νομίζετε ότι είμαι μόνος, πίσω μου ακολουθεί ολόκληρος ο ελληνικός λαός. Ειδοποίηση προς τον Γερμανό και ειδοποίηση προς τον ελληνικό λαό. Εγώ προσφέρω τη ζωή μου, τα νιάτα μου, μην το ξεχνάτε, πρέπει κι εσείς κάτι να κάνετε. Αυτό είναι το μήνυμα, αυτός είναι ο αγώνας […].
Αυτό ήταν ένα μικρό απόσπασμα από την ομιλία που είχε εκφωνήσει ο Μανώλης Γλέζος στην Αστυνομική Ακαδημία (Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας) στις 24 Μαρτίου 2010, στο πλαίσιο του εορτασμού της εθνικής επετείου.
Μετά το πέρας της εορταστικής εκδήλωσης ο Γλέζος είχε λάβει τιμητική πλακέτα από τον αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας.
Το ευχαριστώ του Γλέζου —ενός λεοντόκαρδου με τρυφερό βλέμμα, όπως τον χαρακτήρισε την ημέρα του θανάτου του ο νυν πρωθυπουργός— ήταν το εξής:
Ευχαριστώ για την πλακέτα. Τιμή μου μεγάλη το θεωρώ, αλλά ας μου επιτραπεί να το αφιερώσω σε έναν φοιτητή της Ιατρικής που υπηρετούσε στη Χωροφυλακή. Συνελήφθη μαζί με τον αδελφό μου τον Απρίλιο του 1944, και επειδή ήταν της Χωροφυλακής υπαξιωματικός τον ανέλαβε τότε η Ειδική Ασφάλεια, τον βασάνισε και τον σκότωσε ρίχνοντάς τον από την ταράτσα προς τα κάτω. Τον αδελφό μου τον εκτέλεσαν οι ναζί.
Λοιπόν, θεωρώ πως αυτό που μου δίνετε είναι προς τιμήν του Ανδρεάκου, γιατί ας μην ξεχνάτε, εμένα με τιμάτε, εμένα με λογαριάζετε, αλλά για σκεφτείτε πόσες χιλιάδες αμνημόνευτοι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης πεθαίνουν χωρίς να τους τιμήσει κανένας. Και γι’ αυτόν το λόγο να προσθέσω και κάτι, και ίσως σας κουράζω, αλλά νομίζω ότι χρειάζεται να το πω.
Εάν νομίζατε ότι είχατε μπροστά σας μόνο τον Μανώλη Γλέζο, είσαστε γελασμένοι. Σωματικά είναι ο Μανώλης Γλέζος, αλλά σας μιλούσαν όλοι οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης που δεν ζουν τώρα και που προσέφεραν τη ζωή τους για να είμαστε σήμερα εμείς ελεύθεροι. Την παραμονή από κάθε μάχη, την παραμονή από κάθε διαδήλωση, πλενόμαστε και λουζόμαστε να μας βρει καθαρά το βόλι, να μην μας βρει ακάθαρτους, όπως κάνανε οι αρχαίοι Έλληνες. Και έλεγε ο ένας στον άλλον: «Εάν ζήσεις, μη με ξεχνάς». Όπου κι αν σταθείς και όπου θα βρεθείς είναι σαν να είμαι κι εγώ μπροστά. Και όταν γλεντάς και όταν πίνεις και όταν χορεύεις και όταν χαιρετάς και όταν μιλάς, θα μιλάς και για μένα, μη με ξεχνάς.
Εγώ λοιπόν, επειδή δεν τους ξεχνάω, γι’ αυτόν το λόγο δέχομαι αυτό το δώρο, μ’ αυτήν την έννοια. Το προσφέρω στον Ανδρεάκο, τον φοιτητή της Ιατρικής που υπηρετούσε στη Χωροφυλακή.
Ο αείμνηστος Μανώλης Γλέζος γεννήθηκε στον Απέραθο (Απείρανθο) της Νάξου στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 30 Μαρτίου 2020.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις