Ακόμη και για τον αδαή επισκέπτη, το σκηνικό είναι έτοιμο από τη στιγμή που φθάνει στην αίθουσα αφίξεων του Σίπχολ. Η μεγαλύτερη έκθεση που οργανώθηκε ποτέ για τον Βερμέερ (Johannes Vermeer) είναι το μεγάλο γεγονός στο Αμστερνταμ και, ενδεχομένως, σε όλη την Ολλανδία – που γίνεται αντιληπτό σε όποιο σημείο της χώρας κι αν βρεθεί κανείς από τις αρχές του περασμένου Φεβρουαρίου έως τις αρχές του προσεχούς Ιουνίου. Οι Ολλανδοί αισθάνονται περήφανοι που κατάφεραν να συγκεντρώσουν από διάφορα σημεία του πλανήτη τα περισσότερα και σημαντικότερα έργα του δικού τους ζωγράφου, αλλά η αναδρομική έκθεση για την κληρονομιά του Βερμέερ αντιμετωπίζεται ήδη από τους εικαστικούς και τους ιστορικούς τέχνης ως ένας σταθμός με παγκόσμιο αντίκτυπο. Εναν όροφο πιο πάνω στο Rijksmuseum, η φημισμένη «Νυχτερινή Περίπολος» του Ρέμπραντ, το πιο αγαπημένο έργο των Ολλανδών στο μεγάλο μουσείο τους, έχει χάσει αυτή την εποχή τα πρωτεία. Οπως υπολείπεται σε ενδιαφέρον και η αυτοπροσωπογραφία με το γκρίζο καπέλο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, στο ισόγειο. Η επιστροφή του Βερμέερ στην Ολλανδία έχει δημιουργήσει παροξυσμό και εμπορικά μια sold out κατάσταση.

Ο διεθνής Τύπος από εβδομάδες κάνει λόγο για μια «μεγαλειώδη έκθεση», όχι μόνον για το επίτευγμα να συγκεντρωθούν 28 (από τους συνολικά 37) πίνακες του Βερμέερ στον ίδιο χώρο, αλλά και για τον τρόπο που παρουσιάζεται στο πλατύ κοινό το έργο του και η διαδρομή του. Το Rijksmuseum είχε να προσφέρει μόνον την περίφημη «Γαλατού». Από τη γειτονική Χάγη έφθασε το αριστουργηματικό «Κορίτσι με το σκουλαρίκι», ενώ οι υπόλοιποι πίνακες μεταφέρθηκαν από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, τον Καναδά – από μουσεία και ιδιωτικές συλλογές. Δεν είναι η έντονη προβολή της έκθεσης που έχει δημιουργήσει τις μεγάλες ουρές στο εθνικό ολλανδικό μουσείο, αλλά η σπουδαιότητά της που μεταφέρεται από στόμα σε στόμα και τη μετατρέπει σε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά γεγονότα της χρονιάς. Και μαζί του μια παραγωγή – blockbuster.

Προφανώς η έκθεση προετοιμαζόταν χρόνια και με μεγάλο βαθμό δυσκολίας, κυρίως να πειστούν οι ιδιοκτήτες των έργων του Βερμέερ για τη μεταφορά τους. Οι περισσότεροι από τους πίνακες που έφθασαν στο Αμστερνταμ δεν είχαν εκτεθεί στην Ολλανδία για περισσότερους από δύο αιώνες. Αλλά, εν τέλει, η έκθεση του Βερμέερ ήρθε να επιβεβαιώσει ότι εξίσου σημαντικός με τη συλλογή των εκθεμάτων είναι και ο τρόπος που στήνεται μια έκθεση. Μέσα στις δέκα αίθουσες, στα μάτια του επισκέπτη αποκαλύπτεται ένας άγνωστος ζωγράφος – τουλάχιστον για εκείνα που σημάδεψαν τη ζωή του και στάθηκαν έμπνευση για τις δημιουργίες του. Ο επισκέπτης ανακαλύπτει τον Βερμέερ σταδιακά και τον παρακολουθεί με μια χρονική σειρά και ανάλογα με τη θεματολογία της δουλειάς του. Κάθε αίθουσα αναδεικνύει κι ένα διαφορετικό κεφάλαιο για τις επιρροές, τις φιλοδοξίες του, την πορεία του από το Ντελφτ της Ολλανδίας (από το οποίο μάλλον δεν απομακρύνθηκε ποτέ τον 17ο αιώνα) μέχρι την αιωνιότητα.

Για τον επισκέπτη από την Αθήνα, οι συνειρμοί με την προσπάθεια να συγκεντρωθούν κάποια στιγμή όλα τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Μουσείο της Ακρόπολης, είναι αναπόφευκτοι. Οχι ως δάνεια, όπως στην έκθεση του Βερμέερ (ακόμη και το Mauritshuis της Χάγης θα πάρει πίσω το «Κορίτσι με το σκουλαρίκι» έως το τέλος Απριλίου, αφήνοντας την έκθεση λειψή έως τον Ιούνιο), αλλά ως μία μόνιμη κατάσταση που θα αποκτήσει και διαφορετική απήχηση. Θα ήταν αναμφισβήτητα ένα γεγονός ιστορικών διαστάσεων – και η προσπάθεια δεν πρέπει να σταματήσει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ