Ου λήψει το όνομα Αυτής επί ματαίω
Μια ιστορία στη Δυτική Όχθη
- Μπακογιάννη: Η Σακελλαροπούλου θα μπορούσε να προταθεί για την Προεδρία της Δημοκρατίας
- Εργαζόμενοι στο αεροδρόμιο του Σικάγο έπαιξαν ξύλο με... τις πινακίδες «προσοχή βρεγμένο δάπεδο»
- «Πρέπει να κάνουν δήλωση ότι σέβονται το πολίτευμα» - Οι όροι για να πάρουν την ιθαγένεια οι Γλύξμπουργκ
- Τα ζώδια σήμερα: Το μάτι μου με κοίταγε
Λένε πως ο Σαμέχ Ακτάς ήταν ένας άνθρωπος τρυφερός, που προσπαθούσε πάντα να βοηθάει τους άλλους. Ενα οικογενειακό βίντεο τον δείχνει να ταΐζει με μπιμπερό μία ορφανή μικρή γαζέλα που βρήκε στην ερημιά. «Ρέεμ» τη βάφτισε, σημαίνει «γαζέλα» στα αραβικά, το ίδιο όνομα είχε δώσει και στην οκτάμηνη κόρη του, το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του. Ο 37χρονος Ακτάς ζούσε στη Ζάταρα, ένα ήσυχο χωριό 80 ψυχών στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη, νότια της Ναμπλούς. Τα αδέλφια του έχουν εκεί ένα μεταλλουργείο, ο ίδιος είχε ένα μικροσκοπικό εργοστάσιο που κατασκεύαζε σιδερένιους ξυλόφουρνους – κάποιους, τους πουλούσε στο Ισραήλ. Μιλούσε καλά εβραϊκά, και είχε καλές σχέσεις με τους εβραίους εποίκους, ήταν μάλιστα φίλος με ένα ζευγάρι, τη Ραχήλ και τον Γίσραελ, που ζει σε έναν εβραϊκό οικισμό από την άλλη πλευρά του αυτοκινητόδρομου. Οταν μία από τις κόρες του αρρώστησε, η Ραχήλ τής έφερε φάρμακα από το Ισραήλ.
Λίγες ημέρες μετά τον καταστροφικό σεισμό που έπληξε περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας και της βόρειας Συρίας, ο Ακτάς ταξίδεψε μαζί με όλη την οικογένειά του στην Προύσα, όπου μένει ένας από τους πέντε αδελφούς του. Οι δυο τους οργάνωσαν την αποστολή δύο φορτηγών γεμάτων τρόφιμα, πήραν άδεια από τις Αρχές και ταξίδεψαν στις πληγείσες περιοχές, στην Αντιόχεια, το Ισκεντερούν και το Ρεϊχανλί, προκειμένου να βοηθήσουν στις προσπάθειες διάσωσης. Δεν ήταν η πρώτη εθελοντική δράση του Ακτάς: πιστός μουσουλμάνος, είχε ταξιδέψει μερικά χρόνια πριν στην Ασία και την Αφρική, βοηθώντας στην ανέγερση τεμενών και στη διάνοιξη πηγαδιών. Επέστρεψε, μαζί με την οικογένειά του, από την Τουρκία στη Δυτική Οχθη στις 22 Φεβρουαρίου. Τέσσερις ημέρες αργότερα, έπεσε νεκρός.
Κανείς δεν μπορεί να πει αν τον σκότωσε κάποιος εβραίος έποικος ή κάποιος ισραηλινός στρατιώτης. Το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου, εκατοντάδες εβραίοι έποικοι επιτέθηκαν στην παλαιστινιακή κωμόπολη Χαουάρα, έξι χιλιόμετρα από τη Ζάταρα, βάζοντας φωτιά σε σπίτια, δέντρα και αυτοκίνητα. Τουλάχιστον 70 σπίτια και 90 αυτοκίνητα καταστράφηκαν, μερικώς ή ολικώς, και δεκάδες κάτοικοι τραυματίστηκαν από πέτρες και σιδηρολοστούς. Αυτό που ο ίδιος ο ισραηλινός αντιστράτηγος Γιόσι Φουκς θα περιέγραφε ως «πογκρόμ», ήταν υποτίθεται αντίποινα για τον θάνατο δύο εβραίων εποίκων από τα πυρά ενός Παλαιστινίου, σε ένα σταυροδρόμι κοντά στη Χαουάρα. Κι αυτή η τελευταία επίθεση ήταν υποτίθεται αντίποινα για μία επιδρομή του ισραηλινού στρατού στη Ναμπλούς, που είχε αφήσει πίσω της 11 νεκρούς, μαχητές και αμάχους.
Ο όχλος
Σε κάθε περίπτωση, εκείνη τη νύχτα της 26ης Φεβρουαρίου, ένα κομμάτι του έξαλλου όχλου επιτέθηκε και στη Ζάταρα. Σε ένα πρώτο στάδιο, οι κάτοικοι, ανάμεσά τους και ο Ακτάς, κατάφεραν να τους απωθήσουν. Οι έποικοι επέστρεψαν ωστόσο, με ακόμα πιο επιθετικές προθέσεις, και με μερικά τζιπ του ισραηλινού στρατού να παρακολουθούν αρχικά παθητικά από τον αυτοκινητόδρομο. Κάτοικοι τους πέταξαν πέτρες, και τότε άρχισαν να δέχονται πυρά. Ο Σαχέμ Ακτάς δέχθηκε μία σφαίρα στην κοιλιά. Ολοι οι δρόμοι είχαν αποκλειστεί από τον ισραηλινό στρατό, έπρεπε να μεταφερθεί λοιπόν από το ένα ιδιωτικό όχημα στο άλλο, μέσω χωματόδρομων. Οταν πια έφτασε στο μικρό νοσοκομείο της Χαουάρα, ήταν αργά.
Ούτε για το πογκρόμ στη Χαουάρα και τη Ζάταρα, ούτε για τον θάνατο του Σαχέμ Ακτάς, έχει συλληφθεί κανείς. Εσωτερική έρευνα του ισραηλινού στρατού επιβεβαίωσε ότι δεν έγινε ό,τι έπρεπε ώστε να αποτραπούν, όπως ανακοινώθηκε, ωστόσο δεν θα ληφθούν πειθαρχικά μέτρα εις βάρος των εμπλεκομένων, απλώς ο στρατός «θα αντλήσει τα μαθήματά του». Στο μεταξύ, βουλευτής της Εβραϊκής Δύναμης, του κόμματος του εξτρεμιστή υπουργού Εσωτερικής Ασφάλειας του Ισραήλ, Ιταμάρ μπεν Γκβιρ, χαρακτήρισε «δικαιολογημένη» αυτή τη μορφή «συλλογικής» τιμωρίας στη Χαουάρα, ενώ ένας ακόμα εξτρεμιστής εταίρος του Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο υπουργός Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριτς, διακήρυξε πως η Χαουάρα «πρέπει να εξαφανιστεί από τον χάρτη». Η πλέον ακροδεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ φροντίζει να τροφοδοτεί όσο μπορεί αυτόν τον διαβόητο «κύκλο της βίας».
Εχουν λοιπόν δίκιο οι 60 ακαδημαϊκοί, ερευνητές και γιατροί που αναρωτιούνται μέσω της γαλλικής Le Monde «για ποια δημοκρατία μιλάμε;» στο Ισραήλ, επισημαίνοντας πως «ένα σύστημα που ιεραρχεί τα δικαιώματα των πολιτών του με βάση εθνοτικά κριτήρια και ποδοπατάει τα δικαιώματα του πληθυσμού που κρατάει υπό κατοχή και εποικίζει επ’ ουδενί μπορεί να παρουσιάζεται ως δημοκρατικό στα μάτια της ιστορίας των λαών και του διεθνούς δικαίου». Εχει δίκιο όταν γράφει ο σπουδαίος Γκίντεον Λέβι, μία από τις τελευταίες φωνές της ισραηλινής συνείδησης, στη Haaretz ότι «στο Ισραήλ, ο λαός, οι κυρίαρχοι, αντιτίθενται στη δημοκρατία», ότι «δεν υπάρχει άλλη χώρα οι πολίτες της οποίας θεωρούν τον εκδημοκρατισμό ισοδύναμο με καταστροφή», ότι «δεν υπάρχει άλλος αγώνας για δημοκρατία που να αγνοεί πλήρως την τυραννία του κράτους στην ίδια την πίσω αυλή του» – έχει δίκιο όταν καλεί τους διαδηλωτές που κατόρθωσαν να κάνουν τον Νετανιάχου να παγώσει προσωρινά αυτή την ανεκδιήγητη δικαστική μεταρρύθμιση που προωθεί να «κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να ανατρέψουν αυτή την κακή κυβέρνηση, αλλά να πάψουν να προφέρουν το όνομα της Δημοκρατίας επί ματαίω».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις