Γεννήθηκε το 1948 μέσα από τη φαντασία του Χοσέ Καμπρέρο Αρνάλ, ενός ισπανού Δημοκρατικού που είχε βρει καταφύγιο στη Γαλλία, και τα πρώτα του χρόνια, ζούσε αποκλειστικά μέσα στις σελίδες της «L’Humanité», επίσημης εφημερίδας του γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Το 1952, ωστόσο, οι εικονογραφημένες περιπέτειες του σκύλου Pif και της εργατικής του οικογένειας μεταπήδησαν στο περιοδικό «Vaillant» και 17 χρόνια αργότερα, ο Pif απέκτησε το δικό του περιοδικό, «Pif Gadget» ονομάστηκε, αφού κάθε εβδομάδα κυκλοφορούσε στα περίπτερα μαζί με κάποιο «γκάτζετ» – εκείνη την εποχή, ως τέτοια λογίζονταν τα μεξικάνικα πηδηχτά φασόλια, οι προνύμφες Artemia salina ή τα μοσχεύματα ελάτου.

Κατά γενική ομολογία, τη δεκαετία του 1970 το «Pif Gadget» έγραψε ιστορία στη Γαλλία. Γιατί ήταν ένα από τα ελάχιστα παιδικά περιοδικά κόμικς που δημοσίευαν τις ιστορίες ολόκληρες και όχι σε συνέχειες, προωθώντας παράλληλα μία λαϊκή κουλτούρα α λα γαλλικά, κόντρα στην «αμερικάνικη» γραμμή των Μίκι Μάους και Σία.

Πρωταγωνιστής παρέμενε πάντα ο σκύλος Pif, με τον καιρό όμως άρχισαν να δημοσιεύονται στο περιοδικό και άλλες σειρές κόμικς, άλλων δημιουργών – πολλά ταλέντα αποκαλύφθηκαν μέσα από τις σελίδες του, ο Ούγκο Πρατ, o Reiser, ο Gotlib… Ηταν ένα παιδικό αλλά και πολιτικό περιοδικό, ένας ιδεολογικός βραχίονας του γαλλικού ΚΚ, δεν δημοσίευε βέβαια συνεντεύξεις του Ζορζ Μαρσέ ή τους στίχους της Διεθνούς, προωθούσε όμως σταθερά τις «κομμουνιστικές, αντι-αποικιακές, διεθνιστικές αξίες». Και γνώρισε μεγάλες δόξες, έφτασε κάποιες φορές να πουλήσει ακόμα και ένα εκατομμύριο αντίτυπα, ρεκόρ όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.

Τη δεκαετία του 1980, όμως, οι υπεύθυνοι άρχισαν σιγά σιγά να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στα gadget παρά στον Pif και τις υπόλοιπες σειρές κόμικς που δημοσιεύονταν, το περιοδικό άρχισε σταδιακά να μοιάζει με τα υπόλοιπα παιδικά περιοδικά της εποχής και τελικά, το 1993, δύο χρόνια μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, το «Pif Gadget» έπαψε να κυκλοφορεί. Τα χρόνια που ακολούθησαν, έγιναν τρεις προσπάθειες αναβίωσής του, οι δύο πρώτες ναυάγησαν, η τρίτη κρατάει ακόμα, από το 2020. Επικεφαλής, ένας πρώην πολιτικός, όχι όμως του γαλλικού ΚΚ, κάθε άλλο, πρόκειται για τον Φρεντερίκ Λεφέμπρ, πρώην υφυπουργό Εμπορίου και εκπρόσωπο του δεξιού κόμματος UMP επί προεδρίας Νικολά Σαρκοζί.

Η «L’Humanité» είχε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αναγκάστηκε λοιπόν να μεταβιβάσει στον Λεφέμπρ την άδεια εκμετάλλευσης του Pif έναντι ενός ποσού που παραμένει επτασφράγιστο μυστικό συν την υποχρέωση καταβολής ενός ετήσιου τέλους.

Ο σκύλος Pif

«Είστε η οικογένειά μου και σας αγαπώ», είχε διαβεβαιώσει τότε, καταστεναχωρημένος, ο σκύλος Pif αποχαιρετώντας τους αναγνώστες της εφημερίδας με «συνέντευξή» του. Μικρή παρηγορά για την «Humanité», ο Λεφέμπρ, που δεν ασχολείται πια με την πολιτική, διηγήθηκε πως όταν ήταν παιδί, παρότι προερχόταν από δεξιά οικογένεια, κρυβόταν ώστε να διαβάζει τo «Pif Gadget».

Και διαβεβαίωσε πως ήθελε να δώσει «μία τριπλή μάχη»: «Υπεράσπιση του πλανήτη μας, προώθηση της αλληλέγγυας δράσης και στήριξη των δικαιωμάτων των ζώων». «Pif, ένας σχεδόν πιστός σκύλος», τιτλοφορούνταν, στη «Le Monde», ένα από τα πολλά ρεπορτάζ που είχαν συνοδεύσει αυτή τη μεταβίβαση. Γιατί είχε προκληθεί τότε ένας μίνι σάλος. Κατόπιν, η νέα, τριμηνιαία βερσιόν του Pif πήρε τον δρόμο της και έπαψε να πολυαπασχολεί τη Γαλλία – μέχρι τα τέλη Μαρτίου, οπότε αυτό το παιδικό περιοδικό δημοσίευσε συνέντευξη του… Εμανουέλ Μακρόν.

Ο γάλλος πρόεδρος είχε απαντήσει έναν μήνα νωρίτερα, επ’ ευκαιρία των 75ων γενεθλίων του σκύλου Pif, σε ερωτήσεις 15 νεαρών αναγνωστών του περιοδικού, όλοι μαθητές των πρώτων τάξεων του Γυμνασίου. Το timing της δημοσίευσης της συνέντευξης, ωστόσο, εν μέσω πολιτικής και κοινωνικής κρίσης στη Γαλλία λόγω της αμφιλεγόμενης συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης που επέβαλε η κυβέρνηση, με τον ίδιο τον Μακρόν να αρνείται κάθε διαπραγμάτευση με τα συνδικάτα, έκανε κάποιους να γελάσουν ειρωνικά, άλλους να μιλήσουν οργισμένοι για πρόκληση και τους ειδικούς να κάνουν λόγο για ένα κολοσσιαίο επικοινωνιακό λάθος.

Ακόμα και σήμερα, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα για ποιον λόγο και με τι σκοπό παραχώρησε αυτή τη συνέντευξη ο γάλλος πρόεδρος. Για να κάνει κάτι το διαφορετικό; Για να προσεγγίσει τους νέους; Για να προωθήσει ένα πιο συμπαθητικό προφίλ; Στην περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η συνέντευξη που παραχώρησε (λίγες ημέρες μετά τον Εμανουέλ Μακρόν, και σε αρκετά διαφορετικό πλαίσιο, με τις εκλογές να πλησιάζουν), στην 25χρονη youtuber, ή «παραγωγό περιεχομένου» όπως είναι το ορθότερο, Νεφέλη Μαγκ, οι απαντήσεις και στα τρία αυτά ερωτήματα είναι ένα ξεκάθαρο «ναι».

Και ο λόγος και ο σκοπός της είναι προφανείς. Για να προσεγγίσει και να κερδίσει ένας ηγέτης τους νέους, ωστόσο, άλλα πράγματα χρειάζονται, είναι γνωστά τα προβλήματά τους, και τα αδιέξοδά τους, και η αγωνία για το μέλλον που εμπνέει η ζωή σε αυτή τη χώρα. «Κολοσσιαίο επικοινωνιακό λάθος» δεν τη λες, λοιπόν, τη συνέντευξη του έλληνα Πρωθυπουργού στη Νεφέλη Μαγκ, δεν συγκρίνονται άλλωστε σε επίπεδο (δυσκολίας και όχι μόνο) οι ερωτήσεις στις οποίες κλήθηκε να απαντήσει. «Επικοινωνιακό τέχνασμα», όμως, παραμένει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ