Σήμερον κρεμάται επί ξύλου. Για μια μέρα η σταύρωση του Ιησού. Για τρεις μέρες ο θάνατος. Κι’ ύστερα η Ανάσταση.

Είναι όμως και ο άνθρωπος. Χωρίς θεία ιδιότητα αυτός, διαφορετική ακολουθεί πορεία. Ένα «σήμερον κρεμάται» που εκτείνεται σε όλη τη διάρκεια του περάσματός του από τη ζωή. Και οι πιο μακάριοι με τον κάποιο σταυρό τους. Σήμερα και αύριο και μεθαύριο.

Κάθε άνθρωπος κι’ ένας σταυρός. Ισόβια δε η καθήλωση. Σταθερό το «ίνα τι με εγκατέλιπες;» Το είπε ο Θεάνθρωπος. Και θέλετε, άνθρωποι εμείς, να μην απευθύνουμε το παράπονο κάθε φορά που η ζωή μπήγει τα καρφιά της;

Ο σταυρός, ο εμπαιγμός, η δίψα, η πίκρα για τη χολή που σου δίνουν όταν ζητάς νερό.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 26.4.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αν ήταν μόνο ένα το «σήμερον» της σταυρώσεως… Ένας Γολγοθάς για τον καθένα.

Μόνο που το βάρος του σταυρού δεν είναι για όλους το ίδιο. Σταυροί από ποικίλα υλικά: σιδερένιοι, τενεκεδένιοι, χάρτινοι, αχυρένιοι, καλαμένιοι.

Διαφορετικό το βάρος, διαφορετική και η αντοχή των σταυροφόρων. Αδύνατοι που γονατίζουν, ακόμα και όταν οι σταυροί είναι φτιαγμένοι από βαμβάκι. Και οι άλλοι, τέρατα αντοχής και περηφάνειας, που δεν δείχνουν σημεία κάμψεως, ακόμα και όταν ο σταυρός τους είναι φτιαγμένος από ατσάλι.

Σταυροφόροι που, κατά τον ανήφορο του Γολγοθά, έχουν την τύχη να διασταυρωθούν με Κυρηναίους και μοιράζονται το βάρος.

Δεν είναι ο κανόνας. Πολλές φορές πάλι που όχι μόνο δεν βρίσκονται Κυρηναίοι στο δρόμο σου, αλλά κι’ όταν ακόμα σωριάζεσαι κάτω, δεν βρίσκεται διαβάτης να σε περισυλλέξη.

Προσέξτε και κάποιους άλλους: αυτούς που όχι μόνο σε βοήθεια δεν καλούν, αλλά κι’ όταν ο Κυρηναίος προσφερθή να τους ανακουφίση, κρατούν το φορτίο τους σαν κάτι τιμαλφές, που, αγέρωχοι εραστές της οδύνης, απωθούν την προσφορά βοήθειας, για να εξαντλήσουν ως τον πυθμένα το ποτήρι με τη χολή και το όξος.

Πόσοι σταυροί… Πορεία χωρίς τέρμα. Το «Τετέλεσται» θα ήταν μια κάποια λύση. Ο Γολγοθάς όμως του ανθρώπου, όσο ανεβαίνεις προς αυτόν, τόσο ψηλώνει, και σέρνεις τα βήματα με το βάρος των σταυρών στην πλάτη. Γιατί δεν είναι ένας ο σταυρός. Συρροή από σταυρούς ποικίλων βαρών, μορφών και ποιοτήτων.

Ευρύτατη η λεωφόρος της πίκρας, κάποτε και της απογνώσεως.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 26.4.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Σήμερα και χθες και αύριο και πάντα. Καλότυχοι όσοι φεύγουν νέοι. Τους βλέπετε πόσο στητοί είναι; Δεν πρόλαβε να τους κυρτώση το βάρος. Εκείνοι που λυγίζουν και σκονίζονται από το δρόμο είναι όσοι, μαζί με τους σταυρούς, σηκώνουν και το φορτίο του χρόνου. Μακρύς ο δρόμος τους, συντριπτικό το βάρος, μειωμένη η αντοχή.

Καλοτυχίζει τα νεκρά νιάτα ο ποιητής και θεωρεί εύνοια των ουρανών την αποχώρησή τους. «Τον – όποιον– αγαπά ο Θεός πεθαίνει νέος».

Με προσκύνημα των παθών επισφραγίζεται η σταύρωση του Ναζωραίου. Προσκυνούμεν σου τα πάθη, Χριστέ. Ύστερα δε από το προσκύνημα, η ικεσία για την ανάσταση: «Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου ανάστασιν». Για να δούμε σ’ αυτήν το προμήνυμα της αναστάσεως του ανθρώπου.

Τρεις μέρες κράτησε ο θάνατος του αθάνατου. Απροσδιόριστη η διάρκεια της προσδοκίας για την ανάσταση των θνητών. Στη διάρκεια δε των αιώνων η άνοδος με το σταυρό στην πλάτη.

*Κείμενο του Παύλου Παλαιολόγου για τη σταύρωση του Χριστού, για το σταυρό του μαρτυρίου, αλλά και για το σταυρό που καλείται να σηκώσει καθένας εξ ημών στη ζωή του.

Το κείμενο, που έφερε τον τίτλο «Με το σταυρό στον ώμο», είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 26 Απριλίου 1973, Μεγάλη Πέμπτη.