«Η Λαμπέτη διάβαζε πολύ ωραία τα ποιήματα και το Ευαγγέλιο»
Η Έλλη Λαμπέτη και ο Δημήτρης Χορν έζησαν έναν μεγάλο έρωτα, που μπορεί να έληξε άδοξα αλλά δεν ξεχάστηκε ποτέ από κανέναν.
Η Έλλη Λαμπέτη ήταν μια εύθραυστη, γυάλινη ύπαρξη σε έναν σκληρό κόσμο. Ο Δημήτρης Χορν ήταν ένας κομψός, γοητευτικός ζεν πρεμιέ. Ηθοποιοί, σημαίνουν φως. Ερωτεύτηκαν, έσμιξαν, χώρισαν. Έγραψαν όμως θεατρική και κινηματογραφική ιστορία, πέρα από ένα σπουδαίο κεφάλαιο στη στο βιβλίο των αξέχαστων ερώτων της ζωής.
Η Έλλη Λαμπέτη γεννήθηκε στις 13 Απριλίου του 1926 στα Βίλια Αττικής. Το πραγματικό της όνομα ήταν Έλλη Λούκου. Πατέρας της ήταν ο Κώστας Λούκος, ιδιοκτήτης ταβέρνας, και μητέρα της η Αναστασία Σταμάτη. Ο παππούς της, γνωστός ως Καπετάν-Σταμάτης, είχε πολεμήσει στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, κατά την επανάσταση του 1821.
Το νέο της επίθετο
Το 1928 η οικογένειά της μετακόμισε στην Αθήνα. Δεκατρία χρόνια αργότερα, η Έλλη έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά απορρίφθηκε. Ωστόσο, το ταλέντο της αναγνωρίστηκε από τη Μαρίκα Κοτοπούλη, που την πήρε κοντά της και σύντομα έγινε η αγαπημένη της μαθήτρια.
Μάλιστα, της είχε τόση εμπιστοσύνη, ώστε της επέτρεψε να διαβάσει ακόμη και τις ερωτικές επιστολές που είχε λάβει από τον Ίωνα Δραγούμη, στις αρχές του 20ου αιώνα.
Εκείνη τη χρονιά απέκτησε και το νέο της επώνυμο, το οποίο το επέλεξε από το βιβλίο «Αστραπόγιανος» του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
«Όταν με άφησε ήμουν σαν ταύρος εν υαλοπωλείω»
Πολύ σύντομα, το 1942, έκανε την πρώτη επίσημη θεατρική της εμφάνιση, στο έργο «Η Χάννελε πάει στον Παράδεισο» του Χάουπτμαν. Τέσσερα χρόνια αργότερα καθιερώθηκε ως ηθοποιός εξαιρετικής εσωτερικότητας, με τον «Γυάλινο Κόσμο» στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Την ίδια χρονιά έκανε και το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, στην ταινία «Αδούλωτοι Σκλάβοι». Από το 1948 συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Κώστα Μουσούρη, τον μεγάλο αντίπαλο του Κουν. Εκείνη τη χρονιά γνωρίστηκε και με τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον πρώτο μεγάλο της έρωτα.
Το 1950 παντρεύτηκε με τον Μάριο Πλωρίτη. Ο γάμος τους, όμως, δεν άντεξε για πολύ. Χώρισαν τρία χρόνια αργότερα, όταν η Έλλη γνώρισε τον Δημήτρη Χορν.
Ο παθιασμένος τους έρωτας θα γίνει το αγαπημένο θέμα κοινού και σκανδαλοθηρικού τύπου. Η Λαμπέτη θα επισπεύσει το διαζύγιο της με τον Μάριο Πλωρίτη, για να ζήσει δίπλα στον αγαπημένο της.
Ο χωρισμός θα έρθει το 1959 και μαζί του θα σταματήσει και η επαγγελματική τους συνεργασία.
Χρόνια μετά, ο Χορν μιλώντας για την σχέση τους δήλωνε: «Ήταν αφόρητη ζηλιάρα. Δεν τολμούσα ούτε βλέμμα να ρίξω σε άλλη γυναίκα. Γινόταν χαλασμός. Ζήλευα κι εγώ ελεεινά. Ήμασταν μαζί 7 χρόνια. Όταν με άφησε ήμουν σαν ταύρος εν υαλοπωλείω. Πληγώθηκε ο εγωισμός μου. Δεν μπορώ να πω πως δεν την αγάπησα. Και την θαύμαζα πολύ σαν ηθοποιό. Αλλά δεν ήταν η γυναίκα της ζωής μου».
Μαζί έγραψαν μία από τις πιο αστραφτερές σελίδες στην υποκριτική τέχνη. Συγκρότησαν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα όπως: «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι», «Το παιχνίδι της Μοναξιάς», κ.α.
Στη μεγάλη οθόνη, υπήρξαν συμπρωταγωνιστές στην «Κάλπικη Λίρα» (1956) του Γιώργου Τζαβέλα. Άλλες κινηματογραφικές επιτυχίες της Έλλης Λαμπέτη, αυτής της περιόδου, είναι το «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954), «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956) και «Το τελευταίο ψέμα» (1957) του Μιχάλη Κακογιάννη.
Δείτε το βίντεο
Η αρχή του τέλους
Παρότι η Έλλη Λαμπέτη και ο Δημήτρης Χορν υπήρξαν εξαιρετικά αγαπημένο ζευγάρι στη ζωή και στο σανίδι, η σχέση τους έφτασε στο τέλος της το 1959. Δήλωσαν ότι θα ξανασυνεργαστούν σύντομα, κάτι όμως που δεν έγινε ποτέ. Έως τότε η Έλλη είχε χάσει τη μητέρα της, τρία αδέρφια κι ένα μωρό που θα αποκτούσε με τον Χορν. Η μόνη αχτίδα σ’ αυτά τα τραγικά χρόνια ήταν η γνωριμία της με τον αμερικανό συγγραφέα Γουέικμαν, ο οποίος υπήρξε ο επόμενος σύζυγός της έως το 1976.
Η δεκαετία του ’70 ήταν εξίσου σκληρή για την Έλλη Λαμπέτη. Εξαιτίας της λαχτάρας της για την απόκτηση ενός παιδιού, ενεπλάκη σε μία δικαστική περιπέτεια, που κράτησε τέσσερα χρόνια. Οι φυσικοί γονείς τής μικρής Ελίζας, που είχε υιοθετήσει, διεκδίκησαν και πήραν την κηδεμονία του παιδιού το 1974.
Η μεγάλη στενοχώρια
Τα επόμενα χρόνια ήταν μία μάχη με την επάρατο νόσο, από την οποία είχε προσβληθεί από το 1967. Δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε να παίζει στο θέατρο, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές. Η τελευταία της εμφάνιση ήταν το 1981, στο έργο «Σάρα – Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού», όπου έπαιξε θαυμαστά το ρόλο της κωφάλαλης Σάρας. Λίγο αργότερα, η υγεία της επιδεινώθηκε. Έχασε τη φωνή της και τελικά άφησε την τελευταίας της πνοή στις 3 Σεπτεμβρίου του 1983, στο αμερικάνικο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν.
Η ζωή της γράφτηκε σε βιβλίο από τον καλό της φίλο Φρέντυ Γερμανό κι έγινε μπεστ σέλερ, 13 χρόνια μετά το θάνατό της.
Δείτε το βίντεο
*Με στοιχεία από sansimera.gr / wikimedia.gr
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις