Υπάρχουν ακόμη νησίδες σωτηρίας στην εποχή των μεγάλων ναυαγίων. Γιατί όλα τα μηνύματα, φανερά, σκοτεινά, υπόγεια, μασκαρεμένα, κραυγάζουν, σχεδόν ουρλιάζουν, πως τελείωσε, τίναξε τα πέταλα η μεγάλη, αρχέγονη, ζωογόνα, ελπιδοφόρα εποχή της ποίησης. Ας μην ξεχνάμε πως υμνούμε τους θεούς, και τους παλιούς και τους νέους, ως ποιητές ουρανού και γης. Και στην πανάρχαια γλώσσα μας «ποιώ» σημαίνει «δημιουργώ», «γεννώ κάτι από το μηδέν», «φέρνω στο φως κάτι από το σκότος». Ετσι ο ποιητής θεός είπε να γίνει πρώτα φως και εγένετο φως και ύστερα όλος ο ουρανός και ο αόρατος κόσμος των μορφών, των ιδεών, των εικόνων και των συμβόλων.

Η ποίηση είναι η πρώτη ενέργεια του ανθρώπου, όταν εμφανίστηκε στη γη, ανέστιος και εξόριστος. Πριν χτίσει, πριν σχεδιάσει, πριν τραγουδήσει, πριν μιμηθεί, προσευχήθηκε, ικέτευσε, ευχαρίστησε ό,τι θεώρησε πως τον έφερε στη ζωή και του χάρισε τον κόσμο. Γι΄ αυτό και μετά την ευχαριστήρια προσευχή αισθάνθηκε την ανάγκη να τιμήσει τον δημιουργό, όποιον δημιουργό χρέωνε και πίστωνε για τον κόσμο, τον μιμήθηκε. Ο άνθρωπος, φύσει μιμητικόν ζώον, προχώρησε στη δημιουργία έργων που μιμήθηκαν τη φύση, αλλά και την εντύπωση από τη χαρά της θέασής της. Ο άνθρωπος από ευγνωμοσύνη για τον δημιουργό, φύση, ιδέα, πνεύμα, είδωλο έγινε μιμητής της δημιουργίας. Οταν, λοιπόν, ο πανάρχαιος σοφός όρισε τον άνθρωπο ως «φύσει μιμητικόν ζώον», τον όριζε ως μικρόν δημιουργό, ποιητή που γεννά μορφές, ιδέες εκ του μηδενός.

Η ελληνική γλώσσα έχει την τιμή να έχει δώσει, τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή ιστορία της γλώσσας, τη λέξη «ποίηση», ως ήχο και νόημα. Poeta, poeme και μύρια ομόηχα δηλούν την εκ του μηδενός δημιουργία (τι εξαίσια λέξη και η «δημιουργία», που δηλώνει το έργο που γίνεται, γεννιέται, προορίζεται, αναφέρεται στον Δήμο).

Εχω στα χέρια μου ένα κείμενο που αποτέλεσε δημόσια εκδήλωση για τα 100 χρόνια από τη γέννηση ενός μεγάλου έλληνα ποιητή, του Τάσου Λειβαδίτη. Εχω κι άλλες φορές αναφερθεί και στον ίδιο τον μεγάλο ποιητή μας, αλλά και στους πιστούς θαυμαστές του έργου του που κάθε τόσο μας θυμίζουν ένα έργο «εγρήγορσης», δηλαδή αγρυπνίας, την ώρα που ο κόσμος ξεχνιέται και βυθίζεται σε ό,τι πιο θανάσιμο υπάρχει, τη συνήθεια και τη βολή.

Ο Τάσος Λειβαδίτης υπήρξε μια όρθια συνείδηση, κάτι σαν τη σάλπιγγα της Ιεριχούς. Ξεκίνησε ως πολιτικός επαναστάτης και τελείωσε τον βίο ως ένθεος μαντατοφόρος. Δεν υπάρχει, τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή πνευματική ιστορία, ανάλογη πορεία μέσω του ποιητικού γεγονότος, πορεία από το καρβέλι του άρτου της Αγίας Μετάληψης. Η γενιά μου μεγάλωσε να μελετά κρυφά τα πολιτικά τραγούδια του εξόριστου ποιητή που συνόδευαν τις κραυγές για δικαιοσύνη των αδικημένων του κόσμου και τα παιδιά μας μπορούν να χαρούν μια πορεία ενός ευαίσθητου, άκρως ευαίσθητου ανθρώπου προς τη γαλήνη της θεϊκής παρουσίας.

Πριν από περίπου έναν μήνα, ένας πνευματικός πατριώτης μας, δημοσιογράφος και ποιητής, ο Γιώργος Δουατζής, που έχει αφιερώσει σε σειρά βιβλίων του έξοχες σελίδες σεβασμού και εκτίμησης του έργου του Λειβαδίτη, σε μια δημόσια εκδήλωση στο θέατρο Βρετάνια, για δύο βραδιές ανέλυσε το έργο του ποιητή, ενώ η έξοχη ηθοποιός Κοραλία Καράντη, με μια ομάδα νέων ηθοποιών, και ο τραγουδιστής Δημήτρης Μπάσης, με την ορχήστρα του Νίκου Στρατηγού, εκφράσανε τον θαυμασμό τους, ερμηνεύοντας την ποίηση του μεγάλου ποιητή.

Ο Δουατζής υπήρξε μαθητής μου, από εκείνους τους εφήβους που δικαιώνουν έναν δάσκαλο για τη διακονία της επικοινωνίας με εφήβους φανατικούς για γράμματα. Βυθίστηκε με πάθος στη βιβλιοθήκη μου και ανδρώθηκε με τη διακονία του ποιητικού αγιολογίου. Στο έργο που παρουσίασε στη σκηνή του θεάτρου συνομιλεί με τον Λειβαδίτη, όπως κάθε μαθητής θηλάζει την ποίηση ως πνευματική τροφή πρώτης ανάγκης.

Αν ζούσαμε σε άλλον γαλαξία, το κείμενο του Δουατζή, όπου ο ταμένος μαθητής συνομιλεί με τον αυθεντικό λόγο του Λειβαδίτη, θα είχε μπει ως μάθημα ελεύθερης επιλογής στην εκπαίδευση.

«Η αμαρτία μας: ότι θελήσαμε πολλά.

Το έγκλημά μας: πράξαμε τόσα λίγα»!!