Μεγάλη Παρασκευή: Η θωπεία της εαρινής αύρας
Πρόσκληση στα παλιά
- Ναζιστική συγκέντρωση σε παράσταση για την Άννα Φρανκ στις ΗΠΑ - Κρατούσαν σημαίες με αγκυλωτούς σταυρούς
- Συναγερμός σε όλη την Ουκρανία - Εκρήξεις στο Κίεβο
- Τι σχέση μπορεί να έχουν, το μυλόξιδο, η ρίγανη και η καλέντουλα, με την ωτίτιδα του σκύλου μας;
- Κένταλ Τζένερ: Το γυμνό ανθρώπινο σώμα ως τέχνη
Αν πήτε ότι σας έλειψε η θρησκευτική πίστη, θα σκεφθώ ότι ίσως η δήλωσή σας να μην είναι απλό σκέρτσο, αλλά ν’ ανταποκρίνεται σε πραγματική κατάρρευση της πίστεως. Αν όμως ισχυρισθήτε ότι δε νιώθετε τη σημερινή μέρα, λέτε ψέμματα. Η Μεγάλη Παρασκευή δεν είναι από τις μέρες της ντουζίνας, για να ξεφύγετε από τη δεσποτεία της. Έχουν, ιδίως οι νέοι, την τάση να οδηγούν το βαρκάκι τους κόντρα στον άνεμο, αντίθετα στο πνεύμα των παραδόσεων. Μια μορφή κοκεταρίας. Λίγο-πολύ όλοι την κάνουν. Θα κάνετε κι’ εσείς το κομμάτι σας, περνώντας από το στάδιο του αρνητή. Πρέπει ν’ ασπρίσουμε για να το πάρουμε απόφαση και να συνθηκολογήσουμε με την πεπατημένη. Δώστε λοιπόν τη μικρή σας παράσταση παίζοντας το ρολάκο σας. Το ρόλο του ανωτέρου που τοποθετείται πάνω από τα καθιερωμένα. Μόνο που δεν πείθετε το ακροατήριο. Εγκεφαλικός αρνητής τού χτες. Αλλά είναι τάχα ο εγκέφαλος που κυβερνά τις διαθέσεις μας; Ψυχρός και αναιμικός αυτός, μόλις πνεύσουν οι άνεμοι της παραδόσεως, της κληρονομικότητας, του παρελθόντος μας, ζαρώνει στη γωνιά, ανίκανος να υπερασπίση το οικοδόμημα που έχει υψώσει στον καθένα.
Ο εγκέφαλος ίσως να ξερρίζωσε την πίστη σας. Δεν έσπασε όμως τις αλυσίδες που σας δένουν με τα περασμένα. Θέλετε δε θέλετε θα τα ιχνογραφήσετε σήμερα. Έτσι άνοιξη ήταν και τότε. Η μεσίστιος, η κυριαρχία του μωβ, το άρωμα της βιόλας, οι καπνοί του λιβανιού, ο αχνός της φακής, υπολείμματα του ταραμά σ’ ένα πιατάκι του καφέ, η ελιά τυλιγμένη με ιεροπρέπεια από ζαρωμένο της ράσο. Ο φαντάρος με το όπλο υπό μάλης. Η παιδούλα –κοντά καλτσάκια, γυμνά γαμπάκια– που εκόμιζε τις πασχαλιές του κήπου της στον Επιτάφιο και καθώς διασταυρωθήκατε μαζί της στον αυλόγυρο του ναού –παντελονάκι στο γόνατο, μπερεδάκι στο κεφάλι εσείς– ανταλλάξατε χαιρετισμούς φρεσκοβαμμένους με ερύθημα…
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.4.1952, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Άνοιξη και τότε. Κρέπια στους φανοστάτες. Τα τραπεζάκια με τις λαμπάδες στα πεζοδρόμια. Το ασεβές εμπόριο που βιάζεται να διαφημίση στις προθήκες τα πασχαλινά του είδη, η αναμονή της εκφοράς, η κηδεία και μαζί η προετοιμασία για την Ανάσταση. Η ευλαβής κυρία με τη σύνοψη, που πορεύεται προς την Ακολουθία. Το ικρίωμα του συνοικιακού καφενείου, που σχηματίστηκε με τις στέκες του μπιλιάρδου, για να αιωρείται πάνω από την πράσινη τσόχα το πτώμα του φάντη που απαγχονίστηκε. Το σκαλτσούνι στο ζαχαροπλαστείο. Κι’ εκείνο το σπίτι… Εδώ είναι κι’ αν είναι ανάστα ο Θεός. Στην αυλή ο μπουφές, στο σαλόνι ο κοιτώνας, το «μη μου άπτου», που σε κάθε κίνηση, σε κάθε βήμα, ανακράζει η νοικοκυρά. Κόκκινα αυγά αυθαδιάζουν στις φρουτιέρες· από το κλειδωμένο ντουλάπι η οσμή προδίδει την παρουσία του απαγορευμένου τσουρεκιού· σαπούνια, παρκετίνες, ναφθαλίνες συνθέτουν το κοκτέιγ των αρωμάτων, που είναι το άρωμα του σπιτιού της Μεγάλης Παρασκευής.
Κι’ έπειτα –μην τον ξεχνούμε κι’ αυτόν– ο Επιτάφιος Θρήνος. Ο θρήνος της μητέρας. Η μάνα που θρηνεί το έαρ της. Να, ένα έαρ διαρκείας. Γκρίζος, στα πενήντα σας. Το έαρ θα δη στο μισό αιώνα σας η μητέρα. Όσο παρατείνεται η ζωή σας, παρατείνεται και το έαρ του παιδιού. Είστε το έαρ, η θεότητα, το φως του κόσμου, το φως των οφθαλμών της, το γλυκύτατον τέκνον της.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.4.1952, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Αντέχει μπροστά σε τέτοιο θρήνο η Απάθεια; Ίσως να σας έφυγε η πίστη. Δε φεύγει όμως η συγκίνηση. Πώς να την αποκοιμίσετε; Από τα χαράματα σάς την ξύπνησαν οι καμπάνες της Μεγάλης Παρασκευής. Πρόσκληση στα παλιά. Τότε που είχαμε αρκετή σοφία για να μην περιμένουμε από το δέντρο της λογικής να δρέψουμε τον καρπό της πίστεως, αλλά προσπαθούσαμε την πίστη που ριζώθηκε, χωρίς να την προλογίση η σκέψη, να την προσαρμόσουμε μέσα στης λογικής τα πλαίσια. Χρόνια βαθύτατης φρονήσεως, αλλά και χρόνια με τόσο ευπαθείς τις χορδές μας, που μόλις τις δονούσε μια νότα, αποτύπωναν βαθύτατα τον ήχο της. Έναν ήχο που ούτε η άρνηση ούτε ο χρόνος είναι ικανοί να σβήσουν. Όσο σφοδροί κι’ αν είναι οι άνεμοι που περνούν από πάνω μας, οι χορδές αφυπνίζονται με την πιο ελαφρή θωπεία της εαρινής αύρας, για να μας φέρουν πίσω, στη Μεγάλη Παρασκευή των πρώτων μας χρόνων.
*Κείμενο του Παύλου Παλαιολόγου για τη Μεγάλη Παρασκευή, για τον Επιτάφιο Θρήνο και την εαρινή αύρα. Έφερε τον τίτλο «Όταν δονούνται οι χορδές…» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 18 Απριλίου 1952, Μεγάλη Παρασκευή.
Στη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο του Παλαιολόγου εικονίζεται χρυσοκέντητος επιτάφιος (λειτουργικό άμφιο), ο οποίος προέρχεται από την Κωνσταντινούπολη και χρονολογείται στο 1751 (πηγή: Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο/ebyzantinemuseum.gr).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις