Τέλος εποχής για την πυρηνική ενέργεια στη Γερμανία
Οι τελευταίοι τρεις πυρηνικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής κλείνουν στη Γερμανία. Οι προκλήσεις παραμένουν
- Με τι δεν είναι ικανοποιημένοι οι εργαζόμενοι - Και δεν είναι ο μισθός η μεγαλύτερη ανησυχία τους
- Το ύστατο μήνυμα του Κώστα Χαρδαβέλλα στους θεατές του: Μέσα μας υπάρχει μία βόμβα χιλίων μεγατόνων, η ψυχή
- Πρόστιμα 5,5 εκατ. για αισχροκέρδεια σε 8 πολυεθνικές - Για ποιες εταιρείες χτυπάει η καμπάνα
- Το Λονδίνο καταδικάζει τις «απειλές» Μεντβέντεφ – Είπε ότι δημοσιογράφοι των Times είναι «νόμιμοι στρατιωτικοί στόχοι»
Σε μια ιστορική -όπως χαρακτηρίζεται- κίνηση, η Γερμανία κατεβάζει αυτό το Σάββατο «διακόπτες».
Όχι γενικά, αλλά στους τρεις τελευταίους εναπομείναντες πυρηνικούς σταθμούς της, που μέχρι τώρα συνέδραμαν στην τροφοδοσία με ηλεκτρική ενέργεια της «ατμομηχανής της Ευρώπης».
Η κίνηση υποστηριζόταν σταθερά εδώ και χρόνια από την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της χώρας.
Ωστόσο στους χαλεπούς καιρούς του πολέμου στην Ουκρανία, της συνεπαγόμενης ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού, πάνω από ένας στους δύο Γερμανούς έχει αλλάξει γνώμη.
Το θέμα διχάζει την πολιτική σκηνή, ακόμη και την κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Όλαφ Σολτς.
Προαποφασισμένος προ 12ετίας, ο επίλογος στη χρήση πυρηνικής ενέργειας ήταν κανονικά να γραφτεί πέρυσι.
Καθυστέρησε παρ’ όλα αυτά να γραφτεί για λίγους μήνες, εν μέσω φόβων για την επάρκεια των ενεργειακού εφοδιασμού της Γερμανίας, όπως και όλης της Ευρώπης.
Αυτή η ολιγόμηνη παράταση ήταν τελικά η μοναδική παραχώρηση που ήταν διατεθειμένοι να κάνουν στο συγκεκριμένο θέμα οι συγκυβερνώντες Πράσινοι, το ίδιο και οι Σοσιαλδημοκράτες.
Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται ο κυβερνητικός εταίρος τους, οι Φιλελεύθεροι -σταθερά φιλικοί στο πυρηνικό λόμπι- αλλά και οι Χριστιανοδημοκράτες.
Κι ας ήταν η δική τους καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ -μια πτυχιούχος Φυσικός και πάλαι ποτέ ένθερμη υποστηρίκτρια της πυρηνικής ενέργειας- που έκανε περίπου προ δεκαετίας μεταστροφή, ανακοινώνοντας επίσπευση της σταδιακής κατάργησης έως τα τέλη του 2022, αντί το 2036.
Το δρόμο προς αυτή την κατεύθυνση είχε ανοίξει στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 η τότε συγκυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ.
Η απόφαση για επίσπευση του σχεδιασμού ελήφθη το 2011 από τη δεύτερη κυβέρνηση Μέρκελ μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων, εν μέσω μαζικών διαδηλώσεων στον απόηχο της καταστροφής στη μακρινή Φουκουσίμα.
Ήτοι 25 ολόκληρα χρόνια μετά τον όλεθρο του -πολύ πιο κοντινού- Τσερνόμπιλ.
«Καυτές» εκκρεμότητες
Η λειτουργία των πυρηνικών σταθμών είναι πάντα συνδεδεμένη με κινδύνους.
Στη Γερμανία υπήρξαν ορισμένα περιστατικά τις τελευταίες δεκαετίες, ήταν όμως σοβαρά.
Καθώς δε ο αριθμός των αντιδραστήρων μειωνόταν σταδιακά -από το 2003 για παράδειγμα είχαν ήδη κλείσει 16- περιοριζόταν και το ενδεχόμενο μιας καταστροφής.
Για την αποτροπή και πρόληψή της πραγματοποιούνταν τακτικές επιθεωρήσεις στους αντιδραστήρες. Κάθε δέκα χρόνια γινόταν για παράδειγμα περιοδική επιθεώρηση ασφάλειας.
Στο πλαίσιο της σταδιακής κατάργησης, ωστόσο, η τελευταία από αυτές έγινε πριν από 13 χρόνια.
Ακόμη και μετά τη διακοπή της λειτουργίας των τριών τελευταίων μονάδων, πάντως, το «κεφάλαιο» της πυρηνικής ενέργειας δεν θα έχει κλείσει οριστικά στη Γερμανία.
Οι αντιδραστήρες θα πρέπει να αποσυναρμολογηθούν, υπό υψηλές προδιαγραφές ασφαλείας.
Η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες. Σίγουρα όχι λιγότερο από 15 χρόνια.
Το έργο, που είναι κατ’ αρχήν στα «χέρια» των φορέων εκμετάλλευσης, δεν περιλαμβάνει μόνο την εναπομείνασα τριάδα μονάδων στη Βαυαρία, στη Βάδη-Βυρτεμβέργη και στην Κάτω Σαξωνία, αλλά και πολλούς άλλους πυρηνικούς σταθμούς που έχουν ήδη κλείσει.
Υπάρχει, δε, ένα ακόμη μεγαλύτερο θέμα σε εκκρεμότητα: η μόνιμη αποθήκευση των πυρηνικών -άκρως ραδιενεργών και τοξικών- αποβλήτων, δυνητικά επικίνδυνων για πολλές χιλιάδες χρόνια…
Το αρχικό χρονοδιάγραμμα προέβλεπε τη λήψη της δύσκολης και σίγουρα επίμαχης απόφασης έως το 2031.
Αξιωματούχοι στο Βερολίνο έχουν όμως ήδη προϊδεάσει ότι το πιθανότερο είναι να χαθεί και αυτή η προθεσμία.
Στα ενεργειακά «χαρακώματα»
Στο μεσοδιάστημα, στο Βερολίνο τα διλήμματα και η πολιτική γκρίνια περισσεύουν.
Τα κόμματα που τάσσονται υπέρ της πυρηνικής ενέργειας και αρκετές επιχειρήσεις εκφράζουν φόβους ότι η Γερμανία «πυροβολεί τα πόδια» της, «φλερτάροντας» σε δύσκολους καιρούς με τον ενεργειακό εφοδιασμό της, αλλά και με νέα εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρικού, εν μέσω υψηλού πληθωρισμού.
Ο Πράσινος υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, το διαψεύδει. Διαβεβαιώνει ότι η κατάσταση είναι «υπό έλεγχο», τα επίπεδα στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου και στους νέους τερματικούς σταθμούς LNG στις ακτές της βόρειας Γερμανίας «υψηλά» και σε αυξανόμενη αξιοποίηση οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Όμως η αλήθεια είναι ότι στο προσεχές μέλλον το 6,4% που αντιπροσώπευε η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια στις τρεις τελευταίες πυρηνικές μονάδες θα καλυφθεί με ακόμη περισσότερη χρήση λιγνίτη, αυξάνοντας έτσι τις εκπομπές ρύπων.
Ήδη πέρυσι η κυβέρνηση Σολτς έθεσε ξανά σε λειτουργία σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα, η εξάρτηση από τον οποίο συνεχίζει να αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο της συνολικής παραγωγής.
Αυτά, ενώ η Γερμανία έχει ανακοινώσει τη σταδιακή κατάργηση όλων των σταθμών αυτού του τύπου έως το 2038 -αρχής γενομένης από το 2030- και έχει δεσμευτεί για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2045.
Προς το παρόν, αποτελεί τη μεγαλύτερη πηγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη.
Κάνοντας τα στραβά μάτια στο υφιστάμενο «ντουμάνι» από τον ρυπογόνο άνθρακα, οι Πράσινοι προσβλέπουν σε ένα οσονούπω θετικό «πρόσημο» στη δύσκολη ενεργειακή «εξίσωση».
Ο Χάμπεκ για παράδειγμα προβλέπει ότι το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή θα αυξηθεί στο 80% μέχρι το 2030.
Προοπτική, για την οποία απαιτείται πάντως πολιτική συνέπεια στην πράσινη μετάβαση και μπόλικες επενδύσεις, ενόσω προκρίνεται ως κομβική η εστίαση σε νέες «πράσινες» τεχνολογίες, όπως το υδρογόνο και η αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα.
Εκτός με το ένα… «πόδι»
Το τέλος της μακράς εποχής της πυρηνικής ενέργειας στη Γερμανία έρχεται σε μια περίοδο που ολοένα και περισσότερες χώρες της Ευρώπης «ποντάρουν» στην πυρηνική ενέργεια, με πρώτη απ’ όλες τη Γαλλία.
Ο επίλογος, δε, «γράφεται» στο φόντο μιας επίσης μακράς γαλλογερμανικής συνεργασίας στον τομέα.
Εταιρείες από τις δύο χώρες εργάστηκαν από κοινού από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, σχεδιάζοντας τον πυρηνικό αντιδραστήρα πεπιεσμένου ύδατος EPR.
Τέτοιου τύπου είναι για παράδειγμα ο τρίτος αντιδραστήρας στον φινλανδικό πυρηνικό σταθμό Olkiluoto της Φινλανδίας, που συνδέθηκε με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας στα τέλη του περασμένου έτους.
Εκτός γερμανικών συνόρων άλλωστε το Βερολίνο δεν επιδεικνύει τον ίδιο ζήλο για τη σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας στον ευρωπαϊκό χώρο.
Στη λογική των χαμηλών εκπομπών ρύπων, η ΕΕ ταξινομεί την πυρηνική ενέργεια -όπως και το φυσικό αέριο- στη λίστα των περιβαλλοντικά βιώσιμων επενδύσεων, στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης.
Παρά μάλιστα τις έντονες διαφωνίες στο μπλοκ και δη μεταξύ Παρισιού και Βερολίνου ως προς την παραγωγή του «καυσίμου του μέλλοντος» -ήτοι του υδρογόνου– ο Γιόργκ Κούκις, από τους στενότερους συμβούλους του καγκελάριου Σολτς, παρουσίασε πρόσφατα μια άλλη οπτική.
«Δεν θα προσπαθήσουμε να εγείρουμε εμπόδια ή να δημιουργήσουμε κανόνες που απαγορεύουν ή διαχωρίζουν το υδρογόνο που παράγεται από την πυρηνική ενέργεια», ανέφερε μιλώντας σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Ζακ Ντελόρ στο Παρίσι, στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού διαλόγου Pariser Platz.
Χαρακτηρίζοντας δε όφελος για την Ευρώπη τη διαφοροποίηση των πηγών παραγωγής ενέργειας, τόνισε ότι η Γερμανία θα εισάγει υδρογόνο από πυρηνική ενέργεια.
Όμως «αυτό που δεν δεχόμαστε», τόνισε ο συντονιστής της γερμανικής καγκελαρίας σε θέματα ευρωπαϊκής και χρηματοοικονομικής πολιτικής, καθώς και πολιτικής προστασίας του κλίματος, «είναι να μετριαστούν οι φιλοδοξίες για τους στόχους ως προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις