Πολ Ποτ: 25 χρόνια μετά το θάνατο του «τέρατος της Καμπότζης»
Ο μυστηριώδης θάνατος του Πολ Ποτ και η ατιμωρησία του για το καθεστώς φρίκης των Ερυθρών Χμερ
- Πατέρας βίαζε και εξέδιδε την ανήλικη κόρη του σε άγνωστους άνδρες - Σοκάρει υπόθεση στη Γαλλία
- Ετοιμάζονται χιλιάδες απολύσεις στην Ευρώπη
- Έντονος καβγάς Γιαννούλη – Γεωργιάδη: «Πέθανε καρκινοπαθής λόγω καθυστερημένου χειρουργείου» – «Ντροπή, ο ασθενής ζει»
- Πέδρο Πασκάλ – Πολ Μέσκαλ: Οι φωτογραφίες από τα γυρίσματα του «Μονομάχου II» στο Μαρόκο
Από τη δεκαετία του ‘80, οι κάτοικοι της Καμπότζης έχουν κάθε 20 του Μάη την «Ημέρα Δέσμιου Θυμού».
Είμαι μια ημέρα μνήμης της γενοκτονίας από το καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ, που κυβέρνησε τη χώρα μεταξύ 1975 και 1979 υπό τον Πολ Ποτ.
Μέχρι και σήμερα οι πληγές αυτής της φρικτής εποχής δεν έχουν επουλωθεί.
Ορισμένα ηγετικά στελέχη των Ερυθρών Χμερ οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη για εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας. Όχι όμως και ο επονομαζόμενος «Αδελφός Νο1»: ο Πολ Ποτ.
Πέθανε πριν από 25 χρόνια, στις 15 Απριλίου 1998, καταδικασθείς μόνο για προδοσία από το Λαϊκό Δικαστήριο των Ερυθρών Χμερ και ων σε κατ’ οίκον περιορισμό, σε μια απομακρυσμένη περιοχή στα όρη Ντάνγκρεγκ, στα σύνορα με την Ταϊλάνδη.
Ουδέποτε λογοδότησε για τα φρικτά εγκλήματα του βραχύβιου, αλλά στυγερού καθεστώτος του, ούτε εξέφρασε κάποια μεταμέλεια.
«Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα τέρατα που δημιούργησε ποτέ η ανθρωπότητα», είχε πει παλαιότερα ο πρώην βασιλιάς της Καμπότζης, Νοροντόμ Σιχανούκ για τον «αυθεντικό Καμποτζιανό», όπως μεταφράζεται το ψευδώνυμο Πολ Ποτ.
Τίποτε αρχικά δεν προδίκαζε ότι ο κατά κόσμον Σαλόθ Σαρ θα είχε αυτή την πορεία, πέρα ίσως από την ταραγμένη ιστορία της ίδιας της Καμπότζης.
Γιος εύπορης οικογένειας καλλιεργητών ρυζιού, γεννήθηκε τον Μάιο του 1925 στα κεντρικά της Καμπότζης, την εποχή που η χώρα ήταν βασιλευόμενο γαλλικό προτεκτοράτο.
Απομεινάρι της πάλαι ποτέ πανίσχυρης Αυτοκρατορίας των Χμερ, τα εδάφη της είχαν περάσει ήδη από τα «χέρια» Ταϊλανδών και Βιετναμέζων.
Μέχρι ο Σαλόθ Σαρ να μετουσιωθεί σε Πολ Ποτ, η φτωχή Καμπότζη είχε αποκτήσει την ανεξαρτησία της, το 1953, ως συνταγματική μοναρχία.
Είχε ωστόσο μετατραπεί σε ένα από τα πεδία σκληρής γεωπολιτικής αντιπαλότητας του Ψυχρού Πολέμου.
Από τον Σαλόθ Σαρ, στον Πολ Ποτ
Ως παιδί, ο Σαρ φοίτησε σε ελίτ γαλλόφωνα σχολεία στην πρωτεύουσα Πνομ Πενχ, χωρίς όμως επιτυχία.
Αδυνατούσε να πάρει απολυτήριο και γράφτηκε σε σχολή ξυλουργικής.
Κατάφερε να πάρει υποτροφία για σπουδές σε σχολή μηχανικών στο Παρίσι, όπου έμεινε τρία χρόνια, επικεντρωμένος όμως όχι στις σπουδές του, αλλά στην πολιτική.
Έγινε μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και ενός στενού κύκλου συμπατριωτών του, που αργότερα αποτέλεσε τον ηγετικό πυρήνα των Ερυθρών Χμερ.
Επέστρεψε στη Καμπότζη το 1953, λίγο πριν την ανεξαρτησία της και στη συνέχεια συμμετείχε στο πρώτο -ατελέσφορο τότε- αντάρτικο κατά της κυβέρνησης του βασιλιά Σιχανούκ.
Έγινε για ένα διάστημα δάσκαλος, ενώ ταυτόχρονα σχεδίαζε μια επανάσταση.
Εκ των ιδρυτών του Κομμουνιστικού Κόμματος Καμπότζης, αποτραβήχτηκε σε στρατόπεδο στη ζούγκλα για να αποφύγει την καταστολή.
Μέχρι να ξεσπάσει ο εμφύλιος το 1970 είχε τα ηνία του κόμματος, ετοιμοπόλεμους τους Ερυθρούς Χμερ και ένα νέο όνομα: Πολ Ποτ.
Στο φόντο ήταν μια προοδευτική αποσταθεροποίηση της Καμπότζης από τις ΗΠΑ και από τους -υποστηριζόμενους από την ΕΣΣΔ- Βορειοβιετναμέζους, εν μέσω του πολέμου στο Βιετνάμ.
Αρχίζοντας από το 1968, οι Ερυθροί Χμερ άρχισαν ανταρτοπόλεμο κατά της κυβέρνησης του Σιχανούκ. Η πραξικοπηματική ανατροπή του το 1970 από τον -υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ- πρωθυπουργό του, Λον Νολ, άλλαξε τις ισορροπίες.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε ήδη εν τω μεταξύ αρχίσει να διαχέεται
στα εδάφη της Καμπότζης, με την κυβέρνηση Νίξον να βομβαρδίζει ανηλεώς τα εδάφη της, για να ανακόψει γραμμές ανεφοδιασμού των Βορειοκορεατών.
Με την εγκαθίδρυσή του, δε, το καθεστώς Λον Νολ άρχισε πόλεμο κατά των κομμουνιστών του Βιετνάμ και της Καμπότζης.
Στο φόντο πια της ήττας των Αμερικανών στο Βιετνάμ, δεν κράτησε πολύ.
Το 1975 οι Ερυθροί Χμερ είχαν πια καταλάβει την Πνομ Πενχ και την εξουσία.
Ο αιματηρός εμφύλιος τελείωσε.
Όμως το καθεστώς του Πολ Ποτ θα αποδεικνυόταν ο χειρότερος εφιάλτης…
Τα χρόνια της φρίκης
Το 1975 ονομάστηκε από το νέο καθεστώς «έτος μηδέν», ως μια νέα αρχή για την Καμπότζη.
Διακηρυγμένος στόχος ήταν να γίνει αυτάρκης χώρα ουτοπικού σοσιαλισμού, απαλλαγμένη από το αποικιοκρατικό της παρελθόν και άτρωτη απέναντι στους περιφερειακούς εχθρούς της.
Κατά τη θεώρηση του Πολ Ποτ, η κολεκτιβοποιημένη γεωργία ήταν το «κλειδί» για την οικοδόμηση ενός έθνους απαλλαγμένου από δυτικές επιρροές και για γρήγορη ανάπτυξη πάνω στις νέες βάσεις.
Όμως στην πράξη αποδείχθηκε ότι το σχέδιό του -ένα ιδιότυπο κράμα κομμουνισμού και εθνικισμού των Χμερ- απείχε παρασάγγας από την εγκαθίδρυση ενός σοσιαλιστικού μοντέλου ισότητας και αταξικής κοινωνίας.
Οι πόλεις εκκενώθηκαν. Ο πληθυσμός οδηγήθηκε στην ύπαιθρο για καταναγκαστική εργασία σε ορυζώνες.
Τα πάντα έκλεισαν: από σχολεία, νοσοκομεία και λοιπές δημόσιες υπηρεσίες, μέχρι ναοί και τράπεζες.
Οι πολιτικοί αντίπαλοι εκτελέστηκαν.
Οι αντιφρονούντες κατέληγαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης: τόπους βασανιστηρίων.
Οι μειονότητες μπήκαν στο στόχαστρο ως εχθρικές, ειδικά αυτή των Βιετναμέζων.
Στη χώρα επιβλήθηκαν εξωφρενικές απαγορεύσεις: από τη χρήση γυαλιών -ως δείγμα αστικής διανόησης- έως την κατοχή φωτογραφιών συγγενικών προσώπων, μέχρι και το γέλιο.
Μέσα στον πρώτο χρόνο, το καθεστώς αυτοανακηρύχθηκε γονέας όλων των παιδιών, που θα περνούσαν από «κατήχηση».
Στη λεγόμενη «Δημοκρατική Καμπουτσέα» δεν είχαν θέση η οικογένεια, η θρησκεία, τα χρήματα, η κοινωνική τάξη, οι διανοούμενοι, μέχρι και η κατ’ οίκον σίτιση.
Στους ορυζώνες, που μετατράπηκαν σε «Χωράφια του Θανάτου», η τροφή ήταν ελάχιστη και ούτε δείγμα οίκτου.
Οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης, ο υποσιτισμός, οι ασθένειες και η απουσία υποτυπώδους περίθαλψης οδήγησαν σε εκατόμβες νεκρών.
Οι εκτελέσεις υπόπτων για προδοσία συνεχίστηκαν. Έφτασαν μέχρι τις τάξεις των ίδιων των Ερυθρών Χμερ και της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Μέσα στα σχεδόν τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης υπό τον Πολ Ποτ (1975-1979), εκτιμάται ότι οι νεκροί έφτασαν τα 1,7 έως 2,2 εκατομμύρια από δολοφονίες, βασανιστήρια, πείνα, κακουχίες και αρρώστιες.
Ήταν το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Καμπότζης.
Η πτώση
Το 1978, λίγο πριν από την τέταρτη χρονιά του καθεστώτος του Πολ Ποτ -το οποίο αποκήρυττε τη Δύση και την ΕΣΣΔ και είχε ως βασικό διεθνή εταίρο την Κίνα του Μάο- οι δυνάμεις του ενιαίου πλέον Βιετνάμ εισέβαλαν στην Καμπότζη.
Οι σχέσεις με τον φιλοσοβιετικό γείτονα είχαν ήδη επιδεινωθεί -προς ψυχροπολεμική τέρψη των ΗΠΑ- με διασυνοριακές συγκρούσεις.
Τρία χρόνια, οκτώ μήνες και 20 ημέρες από την εγκαθίδρυση του καθεστώτος τους, οι Ερυθροί Χμερ ηττήθηκαν.
Οι επίγονοι του Χο Τσι Μινχ εγκατέστησαν κυβερνήσεις «μαριονέτα».
Ο Πολ Ποτ και οι Ερυθροί Χμερ κατέφυγαν στη ζούγκλα στα σύνορα Καμπότζης-Ταϊλάνδης, περνώντας και πάλι στο αντάρτικο, χωρίς όμως επιτυχία.
Το 1997, κατόπιν εσωτερικής διαμάχης για την ηγεσία των Ερυθρών Χμερ, ο Πολ Ποτ συνελήφθη από πρώην συντρόφους του, καταδικάστηκε για προδοσία και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στο Άνλονγκ Βενγκ, στα σύνορα με την Ταϊλάνδη.
«Ό,τι έκανα, το έκανα για την πατρίδα μου. Η συνείδησή μου είναι καθαρή», είπε τότε ο Πολ Ποτ στην τελευταία του συνέντευξη, που έδωσε -κατόπιν άδειας- στον Αμερικανό δημοσιογράφο Νέιτ Θάγιερ της «Οικονομικής Επιθεώρησης της Άπω Ανατολής».
Αν και μίλησε για κάποια οργανωτικά «λάθη», χαρακτήρισε «υπερβολή να λέει κανείς ότι πέθαναν εκατομμύρια».
Κατηγόρησε τους Βιετναμέζους που «φύτεψαν» ανθρώπινα κρανία και οστά στα διαβόητα «Χωράφια του Θανάτου» της Καμπότζης και απέδωσε τις ακρότητες των Ερυθρών Χμερ σε δράσεις εκτός του δικού του ελέγχου.
«Ξέρεις, για τους άλλους ανθρώπους, τα μωρά, τους νέους, δεν διέταξα να τους σκοτώσουν», υποστήριξε. «Με βλέπεις. Μοιάζω με κτήνος;»…
Έκτοτε είχαν κυκλοφορήσει διάφορες φήμες ότι ο Πολ Ποτ είναι νεκρός, μέχρι που αυτό τελικά συνέβη τον Απρίλιο του 1998.
Επισήμως, ο θάνατός του αποδόθηκε σε καρδιακή προσβολή στον ύπνο του, σε ηλικία 73 ετών.
Παραμένει ωστόσο μυστήριο, καθώς δεν έγινε νεκροψία.
Το τέλος
Ο Νέιτ Θάγιερ ισχυρίστηκε ότι ο Πολ Ποτ αυτοκτόνησε με θανατηφόρα δόση ηρεμιστικών και χλωροκίνης.
Εκείνη την ημέρα φέρεται ότι είχε πληροφορηθεί πως ο τότε διοικητής των Ερυθρών Χμερ, Τα Μοκ, ήθελε να τον εκδώσει στις ΗΠΑ.
Άλλοι εικάζουν ότι δηλητηριάστηκε ή ακόμη ότι δολοφονήθηκε
από πρώην συντρόφους του, για να αποτραπεί μια δίκη του και η αποκάλυψη ενοχοποιητικών σε βάρος τους στοιχείων.
Έπειτα από μια αποτυχημένη προσπάθεια ταρίχευσης με φορμαλδεΰδη, το σώμα του Πολ Ποτ διατηρήθηκε σε πάγο, μέχρι ο θάνατός του να επαληθευτεί από δημοσιογράφους.
Αποτεφρώθηκε πάνω σε μια φλεγόμενη σωρό από κλαδιά, λάστιχα, το στρώμα του, μια καρέκλα και άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιούσε.
«Απεβίωσε χωρίς προηγουμένως να λογοδοτήσει για τα εγκλήματά του στη διεθνή δικαιοσύνη», είχε σχολιάσει τότε ο Αμερικανός πρώην πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ.
Κατά τον Νέιτ Θάγιερ, πάντως, αυτό θα μπορούσε να έχει συμβεί.
Τρεις εβδομάδες πριν από το θάνατο του Πολ Ποτ, «στις 25 Μαρτίου, οι Ερυθροί Χμερ επικοινώνησαν με τους Αμερικανούς για να τον παραδώσουν, αλλά οι Αμερικανοί τους απέρριψαν», ανέφερε.
Πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν τότε ο Μπιλ Κλίντον.
Κατά τον Γιουκ Τσανγκ, διευθυντή του Κέντρου Τεκμηρίωσης της Καμπότζης -το οποίο διατηρεί αρχεία για τη γενοκτονία- μια δημόσια δίκη του Πολ Ποτ θα είχε βοηθήσει στη διαδικασία επούλωσης των ανοιχτών τραυμάτων της χώρας.
Η Δύση, ειδικά τα ΜΜΕ, τον χαρακτήρισαν ως «κακό και εντελώς σκοτεινό», κάτι που δεν είναι απολύτως αληθινό, δήλωσε στο πρακτορείο Anadolu.
«Δεν ήταν φιλόσοφος ή στοχαστής. Ήταν το δημιούργημα ενός πολέμου, που πάντα φέρνει δυστυχίες και καταστροφές».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις