Γιώργος Σαραντάρης: «Έχω ανάγκη από ανθρώπους»
Αν έπρεπε να τον τοποθετήσουμε κάπου, θα ήταν μεταξύ του Ελύτη και του Σεφέρη
Νιώθω μια τύψη που υπάρχει ένας ποιητής σαν τον Σαραντάρη και δεν ανατρέχομε στο έργο του. Θα μπορούσε να μας προφυλάξει από πολλά φτηνά, ψεύτικα πράγματα τα οποία προσέχομε περισσότερο απ’ ό,τι πρέπει και τα διατυμπανίζομε, όπως το άγχος και η άρνηση, που τροφοδοτούν την σύγχρονη ποίηση.
Κύριά του μέριμνα, εκτός απ’ την αισθητική που οπωσδήποτε εκτιμούσε, ήταν η πίστη, μια πίστη που σώζει. Στην αρχή νόμισε πως την βρήκε στον Νίτσε, ύστερα στράφηκε στον Χριστιανισμό. Απ’ τον Χριστιανισμό προήλθε η πίστη του στην Αθανασία. Νιώθω όμως πως αυτή υπήρχε μέσα του από πριν.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.5.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Το 1932 μαζευόμαστε μια συντροφιά νέων στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Ανάμεσα σ’ αυτούς ο Γιώργος Μαρινάκης, ο Κατσίμπαλης, ο Καπετανάκης, ο Θάνος Κωτσόπουλος. Μια μέρα είδαμε έναν φαντάρο ατημέλητο, με γέλιο πλατύ, με μέτωπο πλατύ:
«Είμαι ο Γιώργος Σαραντάρης. Ήρθα στην Ελλάδα να κάνω τη θητεία μου. Θέλω να σας γνωρίσω».
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.5.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Αμέσως τον εγκολπωθήκαμε καταλαβαίνοντας πως κάτι το ξεχωριστό βρισκότανε μπροστά μας. Είχε μια διάθεση ελληνική, σχεδόν διονυσιακή, συζητούσε και υποστήριζε τη γνώμη του με πάθος. Κι’ η γνώμη αυτή δεν ήταν πάντοτε ευπρόσδεκτη. Τον θυμάμαι να λέει σε κάποιον κατάμουτρα:
«Μα φίλε μου, εσύ είσαι έξυπνος μα διεφθαρμένος!»
Κι’ η αλήθεια είναι πως σπάνια έπεφτε έξω στην κρίση του, έχοντας μια απίθανη ικανότητα να μαντεύει την εσώτατη φύση του ανθρώπου που είχε μπροστά του.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.5.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Λόγω της ιδιορρυθμίας του και της ολοφάνερης ευαισθησίας του πολλές φορές πικράθηκε από την ειρωνεία, και την κοροϊδία ακόμα, των άλλων. Έφευγε τότε θυμωμένος για να ξαναγυρίσει ύστερα από λίγο:
«Έχω ανάγκη από ανθρώπους. Έστω και σας. Δεν μπορώ να ζήσω μόνος».
Πώς να μπορεί να ζήσει μόνος όταν η πίστη του δεν ήταν μια πίστη αφηρημένη, αλλά αγκάλιαζε το ίδιο το γεγονός της ύπαρξης κι’ έδινε μια έκφραση αιωνιότητας στα καθημερινά γεγονότα της ζωής, που ποτέ γι’ αυτόν δεν ήταν ασήμαντα.
Πώς να μη νιώθει μόνος όταν γύρευε συνέχεια, κυρίως ανάμεσα στη νεολαία, έναν άνθρωπο με πίστη και ιδανικά, και το μόνο που έβλεπε γύρω του ήταν ανθρώπους που γύρευαν να βολευτούν.
Όταν έβρισκε εξαίρεση την αγκάλιαζε. Ερχόταν στη συντροφιά μας με ενθουσιασμό και μιλούσε για τον άνθρωπο που ανακάλυψε. Μας άρπαζε απ’ το μανίκι και μας επαναλάμβανε στίχους που τούχαν κάνει εντύπωση.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 20.5.1967, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Είχε μια τραγικότητα στην ύπαρξή του. Είχε μια φωνή ζωντανή, μια ορμή, μα κάτι, κάτι έλειπε… Είχε μια διάθεση ερωτική. Ήτανε σχεδόν πάντα ερωτευμένος. Κι’ ανέλυε όλες τις αντιδράσεις του με μια αναλυτικότητα που θύμιζε σελίδες απ΄τον Προυστ.
Στα τελευταία όμως χρόνια έτεινε προς την αϋλοποίηση. Ίσως ο θάνατος να τον βρήκε στη σωστή στιγμή…
Υπήρξε από τους πρώτους που συνέβαλαν στο σχηματισμό της νέας ποίησης, ελεύθερης από τα παλιά καλούπια. Η αξία της συμβολής του και του έργου του δεν του αναγνωρίστηκε αμέσως. Ίσως επειδή πέθανε τόσο νέος. Νιώθω τύψεις… Πρέπει όμως να αναγνωριστεί. Το πέρασμα του χρόνου τον δυναμώνει. Το έργο του αντέχει.
Αν έπρεπε να τον τοποθετήσουμε κάπου, θα ήταν μεταξύ του Ελύτη και του Σεφέρη.
Η γνωριμία με τον Σαραντάρη είναι μια παρηγοριά. Κυρίως σήμερα. Γυρίζει πίσω στις παρθενικές πηγές της ζωής…
Στο χέρι μας, να τον φέρομε κοντά μας.
*Κείμενο του Ανδρέα Καραντώνη (1910-1982), διακεκριμένου λογοτέχνη, κριτικού και μεταφραστή, για τον αείμνηστο Γιώργο Σαραντάρη. Είχε συμπεριληφθεί στο αφιέρωμα του «Ταχυδρόμου» στον Σαραντάρη, στο τεύχος του περιοδικού που είχε κυκλοφορήσει στις 20 Μαΐου 1967.
Ο Γιώργος Σαραντάρης, ποιητής, φιλόσοφος και δοκιμιογράφος, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 20 Απριλίου 1908.
Ο Σαραντάρης υπήρξε ένας από τους πρώτους ανανεωτές έλληνες ποιητές του Μεσοπολέμου και ένας από τους πρώτους εισηγητές του υπαρξισμού στη χώρα μας.
Χρησιμοποιώντας μια εντελώς καινούρια γλώσσα, μια γραφή ρηξικέλευθη, μια έκφραση βαθύτατα προσωπική και συγχρόνως βαθύτατα μεταφυσική, ο Σαραντάρης συνδύασε την ποίηση με τη φιλοσοφία, και μάλιστα με ροπή προς το χριστιανικό υπαρξισμό.
Ο φιλοσοφικός στοχασμός του Σαραντάρη, που χαρακτηρίστηκε ο πρώτος μεταφυσικός λυρικός ποιητής της νεότερης Ελλάδας, κινήθηκε στο πλαίσιο της αναζήτησης του απολύτου ενάντια στη φθορά της ανθρώπινης υπόστασης.
Ο Σαραντάρης απεβίωσε στην Αθήνα στις 25 Φεβρουαρίου 1941, σε ηλικία μόλις 33 ετών, έχοντας προηγουμένως υπηρετήσει στην πρώτη γραμμή του Αλβανικού Μετώπου κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου των ετών 1940-1941.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις