Φιλίπ Πεταίν: Η φωτιά σκοτώνει
Η τραγική μοίρα του υπερασπιστή του Βερντέν
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
[…]
Στο τέλος του 1915 το Γενικό Επιτελείο του Κάιζερ επήρε την απόφαση να τελειώσει μια και καλή με τη Γαλλία. Άρχισαν αμέσως οι προπαρασκευές. Στο Δυτικό Μέτωπο συγκεντρώνονται τεράστιες ποσότητες πολεμικού υλικού και όλη η ανθρώπινη δύναμη που χρειαζότανε για την αποφασιστική κρούση. Μεταφέρουν από τη Ρωσία, από τα Βαλκάνια, όλο το νέο πυροβολικό, και μαζί με το πυροβολικό τα πιο διαλεγμένα στρατεύματα. Η Φρουρά, ο ανθός του αυτοκρατορικού γερμανικού στρατού, κοντά κι’ εκείνη. Το Βερντέν γίνεται μονομιάς η καρδιά της Γαλλίας κι’ αμέσως έπειτα η καρδιά όλου του συμμαχικού, του ανταντικού κόσμου.
Στις 21 του Φλεβάρη του 1916 αρχίζει άξαφνα ένας αφάνταστος, ένας ανήκουστος βομβαρδισμός. Τρεις χιλιάδες κανόνια, κάθε διαμετρήματος, βροντοκοπάνε ολοένα επάνω στην αμυντική περιοχή του Βερντέν. Φοβερές οβίδες χτυπούν τα οχυρά, λιανίζουν εκατοστόμετρο με εκατοστόμετρο το φλεγόμενο χώμα. Οι λαγκαδιές ανοιγοκλείνουν καταπίνοντας ανάκατα δέντρα, πυροβόλα, ανθρώπους, άλογα, πηγές με νερά. Τα ασφυξιογόνα βλήματα γεμίζουν με τη σκούρα σκέπη τους τις χαράδρες, μέσα στη χειμωνιάτικη παγωνιά λαμπαδιάζει το σίδερο. Ολόγυρα οι πλαγιές σπάζουν σαν τζάμια. Κάτω από ένα θόλο με ακατάπαυστη βοή, το πρωινό έρχεται μαύρο. Από τις οχτώ ως το μεσημέρι τέσσερα εκατομμύρια οβίδες σμπαραλιάζουν το Βερντέν. Ο Κάιζερ φθάνει στη Μεζιέρ για να παρακολουθήσει την έφοδο. Ο Κρόνπριντς έχει τη διοίκηση του στρατού.
Από τις 21 έως τις 24 του Φλεβάρη η Γερμανία συνεχίζει την επίθεση, γιουρούσι απάνου στο γιουρούσι. Οι στρατιώτες της δεν θυμίζουν ανθρώπους, μοιάζουν με νύχια, με μεγάλα σκληρά νύχια που θέλουν να μπηχτούν στο Βερντέν. Και πηγαίνουν προς το θάνατο με βήματα χήνας. Αυτό το μηχανικό, το αναίσθητο, το απάνθρωπο, κάνει φόβο.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 15.8.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στις 27 του Φλεβάρη εκατό χιλιάδες πτώματα βρίσκονται ξαπλωμένα μπροστά στο Βερντέν.
Στις 7 του Μάρτη διακόσες χιλιάδες πτώματα βρίσκονται ξαπλωμένα μπροστά στο Βερντέν.
Τέσσερους μήνες το Βερντέν συμβολίζει την ηρωικώτερη γαλλική αντίσταση. Επί τέσσερους μήνες τα πάντα, το αίμα, οι σκέψεις, τα αισθήματα, τα τραγούδια, τα κανόνια, οι στρατιώτες, όλα κυλάνε προς το Βερντέν. Εκείνο ενσαρκώνει τον πόλεμο, είναι η κορφή του και η άβυσσός του. Το Βω, το Ντουωμόν, το Μορτ-Ομ γίνονται παγκόσμια ονόματα, συγκινούν τους ελεύθερους λαούς ως την άλλη άκρη της οικουμένης.
Στις 9 του Απρίλη ο Κρόνπριντς αποφασίζει τη γενική επίθεση. Τεράστια συγκροτήματα κανονιών κάνουν να τρέμει το έδαφος, μεγάλοι όγκοι ανθρώπινοι σκαρφαλώνουν στα φαράγγια. Μέσα σ’ αυτή την εφιαλτική ατμόσφαιρα, τη γεμάτη από ρευστά που φλέγονται και από ατμούς που δηλητηριάζουν, οι Πουαλύ, καθώς έλεγαν τότε τους Γάλλους στρατιώτες, τα φανταράκια, τραγουδούν τη Μαντελόν, ένα ελαφρό τραγούδι του έρωτα, και πολεμάνε. Τι χρειάζονται εδώ τα μεγάλα λόγια; Εδώ που όλοι αγναντεύουν όλες τις ώρες το χάρο, βρώμικοι, ματωμένοι, πετσοκομμένοι και μέσα στους στοχασμούς τους και μέσα στις σάρκες τους, ο νους τους πάει στο πιο προσιτά ανθρώπινο, στη Μαντελόν, σ’ ένα φρέσκο γυναικείο λουλούδι.
Όταν έσπασε η γενική γερμανική επίθεση, πεντακόσιες χιλιάδες πτώματα βρίσκονταν ξαπλωμένα μπροστά στο Βερντέν.
Στις 20 του Μάη ο αγώνας ξαναρχίζει με μεγαλύτερη ένταση. Δεκαέξη επιθετικές θύελλες, απωθημένες αλληλοδιάδοχα κι’ οι δεκαέξη. Κάτω από τα ματωμένα, από τα άψυχα κορμιά, εξαφανίζεται το έδαφος. Τα πολυβόλα θερίζουν από κοντά, τα πυροβόλα ουρλιάζουνε.
Εκείνο το βράδυ εφτακόσες χιλιάδες πτώματα βρίσκονταν ξαπλωμένα μπροστά στο Βερντέν.
Κι’ οι Πουαλύ, τα γελαστά και σε κάθε στιγμή αποφασισμένα νιάτα της ακλόνητης Γαλλίας, χρησιμοποιούν για επωδό του θανάτου των τη Μαντελόν, τη νέα σερβιτόρα ενός καμπαρέ που πάνε κάποτε να πιουν κανένα ποτήρι. Και την ώρα που πίνουν, καθώς γνωρίζουν ότι σε λίγο, γυρίζοντας στη φωτιά του πολέμου, το πιθανότερο είναι να σκοτωθούν, της πιάνουν τη μέση, το πηγούνι, ενώ η Μαντελόν γελά — «αυτό είναι το μόνο κακό που ξέρει να κάνει», όπως λέει το τραγούδι της.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 15.8.1964, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στις 7 του Θεριστή νέα επίθεση. Οι Γερμανοί χτυπάνε το Βω, το κυκλώνουν, το σφίγγουν, το χτυπούν με αναρίθμητα βλήματα. Σε λίγο το κορμί του οχυρού πεθαίνει, αλλά η ψυχή του μένει ζωντανή, ακατάβλητη.
Εκείνες τις ημέρες εννιακόσες χιλιάδες πτώματα ήσαν σπαρμένα μπροστά στο Βερντέν.
Ο Κρόνπριντς, φρενιασμένος από τις αποτυχίες, κάνει την ύστατη προσπάθεια. Είναι τότε που ο Πεταίν, ο υπερασπιστής του Βερντέν, έδωσε το επιγραμματικό σύνθημα, την ξακουστή λακωνική προκήρυξή του, που τα λόγια της τα επρόφεραν χρόνια όλοι οι Γάλλοι, σαν να ήσαν παρμένα από ιερό κείμενο:
Courage! On les aura! (Θάρρος! Θα τους νικήσουμε!)
Κι’ η στερνή επίθεση των Γερμανών είχε την ίδια τύχη με τις προηγούμενες. Έτσι, ο αγώνας τελειώνει, με ένα εκατομμύριο πτώματα μπροστά στο Βερντέν.
Εχρησιμοποίησα τα περιγραφικά και αριθμητικά στοιχεία […] για να κάμω αισθητότερο το θρύλο της μάχης του Βερντέν και για να δείξω επίσης τι θέση έπιανε μέσα σ’ αυτό το θρύλο η μορφή του Πεταίν. Ανάμεσα σ’ όλους τους άλλους στρατηγούς της Γαλλίας που έδρασαν εκείνη την εποχή, ο Πεταίν επροκαλούσε τη βαθύτερη συμπάθεια. Όπου τύχαινε να προβληθεί —και τον θυμάμαι με τη φυσική υπόστασή του στο μέγαρο του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, τότε που γίνεται το χειμώνα η μεγάλη ετήσια συγκέντρωση— όπου παρουσιαζότανε, ολόισος πάντα, με τα άσπρα μουστάκια του που έκαναν όλο το πρόσωπο δημοτικότατα γαλλικό, εδημιουργείτο ολόγυρά του μια ζώνη σιωπής γεμάτη μ’ ένα βαθύ θαυμασμό που έφτανε ως την ευλάβεια. Όχι μόνο για το στρατιωτικό αλλά και για τον άνθρωπο.
Όταν εμπήκε στη Γαλλική Ακαδημία, για να καταλάβει την έδρα του Φος που άφησε κενή ο θάνατός του, τον εχαιρέτησε ο Πωλ Βαλερύ μ’ έναν μνημειώδη λόγο του. Όπου δεν περιορίστηκε να θυμίσει μόνο το ρόλο του στρατιώτη και τις υπηρεσίες που επρόσφερε. Ετόνισε ό,τι τον διέκρινε, ό,τι τον ξεχώριζε πιο βαθειά. Μίλησε για τη μεγάλη του σιωπή που φανερώνει εμπιστοσύνη στη διάρκεια, για το φρόνιμο, το προβλεπτικό και συνετό του πνεύμα. Ανέφερεν ακόμη το σπάνιο γεγονός ότι ο Πεταίν ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που εσεβάστηκαν πάντα και οι πιο δύσκολοι κριτικοί, ως και οι φανατικώτεροι αντιμιλιταριστές, αυτοί που εχθρεύονται τη στρατιωτική δόξα. Ο Βαλερύ έβλεπε στον Πεταίν το μέτρο, την ακρίβεια, τη σαφήνεια, την αίσθηση του πραγματικού και τον ανθρωπισμό, τη στοργή του προς τον άνθρωπο. Του το είπε με την ιστορική φράση: «Ανακαλύψατε ότι η φωτιά σκοτώνει — Que le feu tue. Όχι πως δεν το ήξεραν πριν από σας. Αλλά γιατί ήθελαν να κάνουν πως δεν το ξέρουν». Μ’ αυτό ο Βαλερύ υπεγράμμισε την ηθική σημασία που είχε μια διαταγή του Πεταίν προς τους διοικητές των διαφόρων μονάδων, τον καιρό που η ζωή του στρατιώτη δεν υπολογιζότανε. Τους εθύμιζε ότι η φωτιά σκοτώνει, θέλοντας έτσι να τους κάμει να μην ξεχνούν πως, όσο κι’ αν προϋποθέτει ο πόλεμος την καταστροφή, υπάρχει πάντα ο άνθρωπος, ο ανθρώπινος πόνος.
Τα παραπέρα, όσα αναφέρονται στην τραγική μοίρα του Πεταίν, είναι γνωστά από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ενδοξότερος στρατάρχης της Γαλλίας έπεσε στην απόλυτη αναξιότητα, στην περιφρόνηση του μεγαλύτερου γαλλικού κοινού, γιατί σαν αρχηγός του κράτους συνεργάστηκε με τους Γερμανούς — αυτός, ο θρύλος του Βερντέν— χτύπησε την αντίσταση και γενικά πήγε με τον Χίτλερ. Μετά τη γερμανική ήττα καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά επειδή ήταν πολύ γέρος εμετρίασαν την ποινή του σε ισόβια δεσμά και τον εξόρισαν σ’ ένα γαλλικό νησί, όπου και πέθανε το 1951.
Πριν από λίγα χρόνια γράφτηκε στις εφημερίδες ότι η σύζυγος του Πεταίν εζήτησε από το Γαλλικό Κράτος να της επιτρέψει να αποθέσει, σε κάποιο απόκεντρο έστω σημείο του Βερντέν, τα οστά τού άλλοτε υπερασπιστή του. Αλλά η αίτησή της δεν έγινε δεκτή. Πρόκειται τώρα ο Ντε Γκωλ να αποκαταστήσει τη μνήμη του, βρίσκοντας πως αυτά τα δυσάρεστα γεγονότα δεν έχουν πια καμμιά σημασία για τη νέα γενιά; Έτσι λένε. Πάντως, κι’ αν υπάρχει καμμιά τέτοια πρόθεση, δεν εκδηλώθηκε ακόμη.
*Άρθρο του Γ. Φτέρη (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του μανιάτη δημοσιογράφου, κριτικού και συγγραφέα Γιώργου Τσιμπιδάρου, 1891-1967) για τον Πεταίν και το Βερντέν. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 15 Αυγούστου 1964 και έφερε τον τίτλο «Μορφές του 1914-1918: Η τραγική μοίρα του Πεταίν».
Ο γάλλος στρατάρχης και πολιτικός Φιλίπ Πεταίν (Philippe Pétain), ο εθνικός ήρωας που επέπρωτο να γίνει αποσυνάγωγος, γεννήθηκε στις 24 Απριλίου 1856 και απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 1951.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις