Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι Αρχαϊκοί Χρόνοι (Μέρος Δ’)
Ήδη από τον 7ο αιώνα π.Χ., ο Ησίοδος και ο Αρχίλοχος κάνουν λόγο για Πανέλληνες, δηλαδή για όλους τους Έλληνες εν συνόλω, για ολόκληρο το ελληνικό έθνος
- Τον απόλυτο εφιάλτη έζησε μαθητής από την Πάτρα σε πενθήμερη - Του έδωσαν ποτό με ούρα και τον χτύπησαν
- «Η δοκιμαστική εκτόξευση του Ορέσνικ ανάγκασε το Λονδίνο να κάνει πίσω» λέει ο Ρώσος πρέσβης
- «Τουλάχιστον 100 Βορειοκορεάτες στρατιωτικοί σκοτώθηκαν σε μάχες στο Κουρσκ»
- Νεκρός ανασύρθηκε από τα συντρίμμια γάλλος υπήκοος στο Βανουάτου μετά τον σεισμό των 7,3 Ρίχτερ
Στο τελευταίο άρθρο μας αναφερθήκαμε στις γλωσσικές διαφορές που εμφανίστηκαν σταδιακά στις ιδρυθείσες κατά τους Αρχαϊκούς Χρόνους ελληνικές αποικίες εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης τους και των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών. Όμως, επιρροή στη γλώσσα άσκησαν ως ένα βαθμό και οι μετακινήσεις μεμονωμένων ατόμων ή μικρότερων ομάδων, όπως φανερώνουν αρχαϊκές επιγραφές. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελούν τα ανάμεικτα γλωσσικά στοιχεία –ιωνικά και δωρικά– στα ονόματα ελλήνων μισθοφόρων που είχαν προσφέρει τις υπηρεσίες τους στον αιγύπτιο βασιλιά Ψαμμήτιχο Β’, σε μια εκστρατεία του στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. Τα ονόματα αυτά των ελλήνων στρατιωτών, μικρασιατικής (ιωνικής) και ροδιακής (δωρικής) καταγωγής, είχαν χαραχτεί από τους ίδιους –αυτοπροσδιορίζονταν ως αλλόγλωσσοι σε σχέση με τους Αιγυπτίους– στο κατώτερο τμήμα κολοσσιαίων αγαλμάτων του Ραμσή Β’ στη Νουβία (νυν βόρειο Σουδάν).
Φορείς ανάλογων γλωσσικών επιδράσεων ήταν, εξάλλου, και όσοι είχαν παραμείνει επί μακρόν μακριά από την πατρίδα τους λόγω κοινωνικών προβλημάτων ή οικονομικής δυσπραγίας. Όσον αφορά ειδικότερα την αττική γλώσσα, το φαινόμενο αυτό το επισημαίνει στο ποιητικό έργο του ο Σόλων. Σε ένα ποίημά του αναφέρει πως οι Αθηναίοι που επέστρεψαν ύστερα από μακρά απουσία στην πατρίδα τους στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., μετά τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που εκείνος είχε αναλάβει (594-593 π.Χ.), δε μιλούσαν πλέον την καθαυτό αττική διάλεκτο.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό των Αρχαϊκών Χρόνων που συνδέεται με τις εξελίξεις στο γλωσσικό πεδίο είναι η ολοένα και μεγαλύτερη ανάπτυξη διακρατικών επαφών. Η ενίσχυση και η πύκνωση των διακρατικών σχέσεων ήταν φυσικό επακόλουθο αφενός μεν της εξάπλωσης του ελληνικού κόσμου και πολιτισμού διά της ιδρύσεως αποικιών, αφετέρου δε της αναδύσεως των πόλεων-κρατών. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διαμορφώθηκαν κατ’ αρχήν και οι σχέσεις ανάμεσα στις μητροπόλεις και τις αποικίες, που συνδέονταν –όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό– με στενότατους δεσμούς. Οι εν λόγω σχέσεις, αποτυπωμένες σε ψηφίσματα, αναθηματικές επιγραφές κ.λπ., εδράζονταν μεν στους αρχικούς ρυθμιστικούς κανόνες που είχαν θεσπίσει οι μητροπόλεις για την ίδρυση των αποικιών, αλλά –δεδομένου μάλιστα ότι οι αποικίες ήταν ανεξάρτητα κράτη– ήταν δυνατόν να τροποποιηθούν στο διάβα του χρόνου διά της συνάψεως νέων συμφωνιών.
Η ταχεία ανάπτυξη των διακρατικών σχέσεων στην Αρχαϊκή Εποχή άνοιξε το δρόμο για τη σύναψη συμμαχιών μεταξύ ανεξάρτητων κρατών. Η παλαιότερη ίσως από τις αρχικά διμερείς συνθήκες συμμαχίας που συνομολογήθηκαν στην υπό εξέταση περίοδο είναι εκείνη μεταξύ των διασήμων για την τρυφηλότητά τους Συβαριτών (η Σύβαρη ήταν πόλη της Μεγάλης Ελλάδας, ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία) και των συμμάχων τους, από τη μια, και του μυστηριώδους έθνους των Σερδαίων, από την άλλη, πιθανώς στο γ’ τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ. Εγγυητές αυτής της επ’ αόριστον συμμαχίας, που είχε οικοδομηθεί στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και φιλίας, ήταν σύμφωνα με το κείμενο της συνθήκης ο Δίας, ο Απόλλων, οι άλλοι θεοί και η πόλη Ποσειδωνία. Προς τα τέλη της Αρχαϊκής Περιόδου έκαναν την εμφάνισή τους και πολυμελείς συμμαχίες που βασίζονταν σε κοινά πολιτικοστρατιωτικά συμφέροντα – πρώτη εξ αυτών υπήρξε η Πελοποννησιακή Συμμαχία υπό την ηγεσία της Σπάρτης, στο β’ μισό του 6ου αιώνα π.Χ.
Στο ίδιο πλέγμα, αυτό των εξωτερικών σχέσεων με άλλα κράτη, πρέπει να ενταχθεί και ο θεσμός της προξενίας, δηλαδή η σύμβαση φιλίας μεταξύ μιας πόλης-κράτους και ενός πολίτη άλλης πόλης. Ο πρόξενος, ο δημόσιος φίλος, είχε μεγάλα προνόμια στην πόλη της οποίας τα συμφέροντα εκπροσωπούσε, ενώ η προξενία, η ιδιότητα του προξένου, μεταβιβαζόταν συνήθως κληρονομικώς, από τον πατέρα στο γιο. Ο παλαιότερος γνωστός πρόξενος ήταν ο Μενεκράτης, στο τελευταίο πιθανώς τέταρτο του 7ου αιώνα π.Χ. (υπήρξε πρόξενος της Κέρκυρας στη λοκρική πόλη Οιάνθεια).
Η τελευταία επισήμανση που αξίζει να κάνουμε σε σχέση με τους Αρχαϊκούς Χρόνους αφορά την προοδευτική διαμόρφωση ενός κοινού εθνικοπατριωτικού αισθήματος, σε συνάρτηση με τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις που έχουμε ήδη περιγράψει. Έτσι, ήδη από τον 7ο αιώνα π.Χ., ο Ησίοδος και ο Αρχίλοχος κάνουν λόγο για Πανέλληνες, δηλαδή για όλους τους Έλληνες εν συνόλω, για ολόκληρο το ελληνικό έθνος.
Τα δύο βασικά πεδία στα οποία εμφανίζονταν οι Έλληνες ενωμένοι ήταν η θρησκεία και ο αθλητισμός, τόσο με τις αμφικτιονίες (ομοσπονδίες πόλεων-κρατών με κέντρο ένα ιερό κοινής λατρείας, θρησκευτικές ενώσεις που εξελίχθηκαν αργότερα σε πολιτικές ομοσπονδίες, με πιο γνωστή την Αμφικτιονία των Δελφών) όσο και με τους πανελλήνιους αγώνες που συνδυάζονταν με εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν των θεών (οι περίφημοι Ολυμπιακοί Αγώνες, τα Ίσθμια, τα Νέμεα και τα Πύθια). Πληθώρα αναθηματικών επιγραφών που εντοπίστηκαν στα μεγάλα ιερά της Αρχαϊκής Εποχής συνδέονται με την εν λόγω θρησκευτική και αγωνιστική δραστηριότητα, ενώ η Ολυμπία ειδικότερα ήταν και τόπος φιλοξενίας των κειμένων διακρατικών συνθηκών.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, άποψη του ταφικού μνημείου του Μενεκράτη στην Κέρκυρα (πηγή: Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού).
Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι Αρχαϊκοί Χρόνοι (Μέρος Α’)
Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι Αρχαϊκοί Χρόνοι (Μέρος Β’)
Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι Αρχαϊκοί Χρόνοι (Μέρος Γ’)
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις