«Το προσωπικό στυλ κάνει μπαμ!» – Η Ζέφη Κόλια έγραψε ένα βιβλίο για τη μόδα του 20ου αιώνα
«Η μόδα δεν είναι ούτε αυτοσκοπός, ούτε μέσον επίδειξης μιας εικόνας που από κάτω είναι κενή νοήματος. Γι’ αυτό θεωρώ ότι το προσωπικό στυλ θα είναι πάντα η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση: Μου αρέσει που είμαι έτσι, γιατί έτσι μου αρέσει!» εξηγεί η συγγραφέας μιλώντας για το νέο βιβλίο της «Βελονιές της Πρωτοπορίας».
- «Ειρωνικός, σαρκαστικός, λες και έχει κάνει κατόρθωμα» - Σοκάρουν οι περιγραφές για τον αστυνομικό της Βουλής
- «Πνιγμός στα 30.000 πόδια» - Αεροπλάνο άρχισε να πλημμυρίζει εν ώρα πτήσης [Βίντεο]
- Δημήτρης Ήμελλος: Το τελευταίο αντίο στον αγαπημένο ηθοποιό -Τραγική φιγούρα η μητέρα του
- «Πρέπει να κάνουν δήλωση ότι σέβονται το πολίτευμα» - Οι όροι για να πάρουν την ιθαγένεια οι Γλύξμπουργκ
«Το 1981 οι Γιαπωνέζοι σχεδιαστές Γιότζι Γιαμαμότο, Ρέι Καβακούμπο, Ισέι Μιγιάκε και Κανσάι Γιαμαμότο συναντήθηκαν στην Παρισινή Εβδομάδα Μόδας. Ήταν η ειρηνική επέλαση των σαμουράι στην καρδιά της Δύσης. «Αυτή τη στιγμή το Τόκιο κυριαρχεί στον χάρτη» έγραψε η Vogue».
Διαβάζω αυτή την παράγραφο, στη σελίδα 247, τυχαία, ανοίγοντας το βιβλίο της Ζέφης Κόλια, με την ίδια περιπετειώδη διάθεση σαν να γυρίζω τη ρουλέτα. «Τι θα μου κάτσει; Ποια χρονική στιγμή θα συναντήσω; Που θα βρεθώ νοητά;».
«Οι Βελονιές της Πρωτοπορίας», σαν ένα ευθύβολο, γερό και καλοδουλεμένο γαζί ενώνουν την ιστορία της σύγχρονης μόδας, όπως αυτή έντυσε τα κινήματα, τις εξεγέρσεις, τα κοινωνικά, φιλοσοφικά και καλλιτεχνικά ρεύματα, επηρεάζοντας, ανατρέποντας, αγκαλιάζοντας και προστατεύοντας. Κυρίως, όμως, επιτρέποντας στον καθένα μας να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς να χρειάζεται να μιλήσει, να συστηθεί απλά μέσω της εικόνας του.
-Γιατί η μόδα συνδέεται άμεσα με τη ζωή μας;
Η μόδα δεν είναι ένας σωρός από ρούχα δίχως κανένα νόημα. Είναι μέρος της ιστορίας του κόσμου και με έναν τρόπο αντανακλούν όχι μόνο την εποχή τους, αλλά και την στάση του καθενός στην εποχή που ζει. Τα ρούχα είναι η εικόνα μας προς τα έξω, γι’ αυτό πολλές φορές η μόδα χρησιμοποιείται και ως δήλωση (fashion statement). H Σιμόν ντε Μποβουάρ θεωρούσε ότι οι γυναίκες θα έπρεπε να χρησιμοποιούν τα ρούχα τους για να επικοινωνήσουν την στάση τους στην κοινωνία, ενώ η ίδια είχε υιοθετήσει ένα στιλ το οποίο αναδείκνυε την εξυπνάδα της. H μόδα συνδέεται κυρίως με τις ανάγκες μας: Όταν οι γυναίκες στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο βγήκαν απ το σπίτι για να αντικαταστήσουν τους άνδρες σε όλες τις δουλειές -από τις φάμπρικες και τα χωράφια ως τα τραμ και τις δημόσιες υπηρεσίες- το μήκος του στριφώματος ανέβηκε υποχρεωτικά για να μην μπερδεύονται τα φουστάνια στα πόδια τους, τα μαλλιά κόπηκαν, φόρεσαν τα πρώτα παντελόνια και τις εργατικές φόρμες. Αυτό αποτυπώθηκε στην επερχόμενη μόδα. Έτσι συνεχίστηκε το πράγμα σε όλον τον 20ο αιώνα, μέσα απ’ τους πολέμους, τις επαναστάσεις, τα κινήματα και τους μόδιστρους, που με το αυτί στην ηχώ των γεγονότων, περνούσαν τα κοινωνικά μηνύματα στις ραφές κάθε εποχής.
-Ποια είναι η διαφορά της μόδας και του «μοδάτου»;
«Μοδάτος» είναι αυτός που ακολουθεί την μόδα, το «θύμα» της- αυτό που λέγαμε «fashion victim». H ίδια η μόδα -ως πρωτοπορία-γεννιέται από κάποιους που δεν ακολουθούν τις μόδες· τις δημιουργούν. Πολλές φορές, δίχως να το έχουν σκοπό. Ενδεικτικά αναφέρω το grunge, που ως μουσικό κίνημα είχε την μόδα γραμμένη στα παλιά του τα παπούτσια. Θυμήσου την σκοροφαγωμένη ζακέτα του Κερτ Κομπέιν των Nirvana, τις βράκες του Κρις Κορνέλ των Soundgarden, τις αγροτικές γαλότσες της Κέιτ Μος. Κι όμως, εξελίχθηκε σε δυνατή τάση όχι μόνο στους πιτσιρικάδες που ακολουθούσαν αυτό το μουσικό κίνημα, αλλά ακόμα και στην υψηλή ραπτική: o Mark Jacobs κατέβασε το grunge style στις πασαρέλες, με μεγάλη εμπορική επιτυχία. Δεν ξέρω αν το έμαθε αυτό ο Κερτ, πριν μας αφήσει χρόνους…
-Πώς αντιλαμβάνεστε εσείς προσωπικά τη μόδα;
Πάντως όχι σαν ένα στερεότυπο που θα πρέπει κάποιος να ακολουθεί με ευλάβεια ή να αντιγράφει ως έτοιμη εικόνα. Περισσότερο την θεωρώ σαν ένα παιχνίδι τάσεων, χρωμάτων και υφολογικών προτάσεων, σαν μια δεξαμενή εποχιακών στιλιστικών δεδομένων, όπου ο καθένας καλείται να επιλέξει τα τουβλάκια του για να χτίσει την προσωπική του εικόνα.
Υπήρξε εποχή που ήμουν κι εγώ fashion victim, ακολουθώντας όμως όχι μια μόδα αλλά ένα κίνημα- συγκεκριμένα το new wave των ’80s- με σκοπό όχι να μοιάζω με τους υπόλοιπους, αλλά να μην μοιάζω με κανέναν: αυτή ήταν μια σημαντική η διαφοροποίηση της δικής μου γενιάς- που ο καθένας με το στυλ του στόχευε στην συγκλονιστική του μοναδικότητα-, με κάποια από τα σημερινά παιδιά που αντιγράφουν μαζικά έτοιμες εικόνες του διαδικτύου, αναπαράγοντας ουσιαστικά μια στιλιστική ομοιομορφία. Ή τουλάχιστον κάπως έτσι μου φαίνεται εμένα.
Επίσης όσο μπορώ ακολουθώ την «ηθική μόδα» της οποίας η παραγωγή δεν βασίζεται σε φαινόμενα όπως η παιδική εργασία – πράγμα που συμβαίνει ακόμα σε εργοστάσια fast fashion της Ασίας- ή στην μαζική θανάτωση ζώων, ας πούμε για την γούνα τους. Όσο μπορώ βέβαια και όσο είναι εφικτό. Θέλω να πω, μακάρι να μπορούσα να ντύνομαι με τα ρούχα ηθικής μόδας της Stella McCartney, αλλά δεν το αντέχει η τσέπη μου- το μόνο πράγμα του brand της που κατάφερα να αγοράσω ήταν δυο ζευγάρια αθλητικές κάλτσες. Πάντως ψώνισα από το μαγαζί «World’s End» της Vivienne Westwood (το παλιό SEX, το πρώτο punk μαγαζί όπου δημιουργήθηκαν οι Sex Pistols) ένα μακό T- shirt ( 85 λίρες!) από την μεγάλη καμπάνια της για την κλιματική αλλαγή, με τον τίτλο «Climate Revolution»: Αυτό είναι το προσωπικό μου fashion statement, κι ας το πλήρωσα λίγο παραπάνω. Εξάλλου είναι πλέον συλλεκτικό.
-Πώς θα περιγράφατε το προσωπικό σας στυλ;
Ακατάστατο. Συνηθίζω να ανακατεύω εποχές και στυλ ρούχων μεταξύ τους και στην ντουλάπα μου έχω (εκτός από τα βασικά κομμάτια που έχουμε όλοι) από ρούχα σχεδιαστών ως κομμάτια αγορασμένα από βιντατζάδικα και ρούχα «δεύτερης ευκαιρίας» που έχω υφαρπάξει από την μαμά μου, τον αδελφό μου, ακόμα και από την γιαγιά και τον παππού μου. Κυρίως προτιμώ το αιχμηρό στυλ με στοιχεία ποπ κουλτούρας όπως band-tees (T-shirts με μουσικά συγκροτήματα), Dr. Martens, biker jackets, στρατιωτικά παντελόνια και τέτοια. Κάτι που τέλος πάντων, δεν το λες κομψό. Τελευταία μάλιστα έχω κολλήσει με τα ugly shoes, κάτι πανάσχημα χοντροπάπουτσα που κάνουν τα Dr. Μartens να μοιάζουν με γοβάκια της Σταχτοπούτας. Γενικά είμαι υπέρ της «κομψής αλητείας» και φοβάμαι ότι όσο μεγαλώνω γέρνω όλο και πιο πολύ προς το δεύτερο. Δεν ξέρω πώς θα πάει αυτό…
-Τι σας οδήγησε να γράψετε το βιβλίο «Βελονιές της Πρωτοπορίας»;
Υπάρχει μια μακρά οικογενειακή παράδοση στον τομέα της ένδυσης και ευρύτερα της μόδας: Ο παππούς μου δούλευε στου Καμχή, ένα από τα πιο γνωστά υφασματάδικα στο κέντρο της Αθήνας· η γιαγιά μου για να θρέψει τα παιδιά της στην κατοχή, πουλούσε τόπια με υφάσματα στα χωριά με αντάλλαγμα ένα καρβέλι ψωμί ή λίγο λάδι. Η μαμά μου πριν παντρευτεί δούλευε στου Δεληγιαννάκη, ένα μεγάλο πουκαμισάδικο στον Πειραιά, αλλά μόλις παντρεύτηκε άφησε την δουλειά για να μεγαλώσει τα παιδιά, όπως συνηθίζονταν. Όμως το 1972 ο μπαμπάς μου ήταν ο μηχανοδηγός του μοιραίου τρένου που συγκρούστηκε σε μετωπική στα Δοξαρά. Σώθηκε μεν, αλλά μέχρι να βγει η σύνταξή του -ως παθών εν υπηρεσία-, μισθός δεν έμπαινε σπίτι. Έτσι η μαμά μου πήρε μια ραπτομηχανή και ξεκίνησε πάλι να ράβει πουκάμισα. Σιγά σιγά, έστησε ένα εργαστήριο ραφής φασόν που την (χρυσή) δεκαετία του ’80 απασχολούσε πάνω από δέκα άτομα. Έκανα κι εγώ μια απόπειρα να ασχοληθώ με το σχέδιο μόδας, αλλά στέφθηκε με πλήρη αποτυχία: είμαι παντελώς αδέξια στα χέρια· ούτε κουμπί. Αντίθετα ο αδελφός μου σπούδασε σχέδιο μόδας στην σχολή Βελουδάκη, άνοιξε μαγαζί με ρούχα στην Ερμού και ήταν μοντέλο στο πρακτορείο μόδας Agence· περπάτησε σε πασαρέλες του Παρθένη και του Ασλάνη. Τελικά, το μόνο που μπόρεσα να κάνω εγώ για να συνεχίσω την οικογενειακή παράδοση στον κύκλο της ένδυσης, ήταν να γράψω αυτό εδώ το βιβλίο: Η μόνη ικανότητα που έχω.
-Τι φαντάζει πραγματικά πρωτοποριακό σήμερα στη μόδα;
Θεωρώ ότι σήμερα η πρωτοπορία της μόδας βασίζεται στους τρεις άξονες ή τα «τρία R», όπως δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει ως την ύστατη στιγμή της η Vivienne Westwood: «Reduce- Reuse- Recycle». Δηλαδή μείωση της fast fashion παραγωγής προς όφελος πιο ποιοτικών ρούχων ( η Vivienne υποστήριζε: Βάλτε το καλό σας φουστάνι και στην δουλειά, μην κρατάτε στην ντουλάπα ρούχα μέχρι να τα πετάξετε αφόρετα, δημιουργείστε με αυτά στυλ!), επαναχρησιμοποίηση και μεταποίηση και τέλος, ανακύκλωση. Επίσης, πρωτοπορία θεωρείται η ρευστόφυλη, η non bibary αισθητική, η ηθική μόδα που δεν βασίζεται ας πούμε στην παιδική εργασία, ούτε στον βασανισμό ζώων, όπως και το κίνημα για το body positivity. Η μόδα του αύριο- δηλαδή όταν περάσει από την πρωτοπορία στην καθημερινότητα- ελπίζω με όλη μου την καρδιά να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, ώστε να απευθύνεται σε όλες τις φυλές, τα φύλα και τους σωματότυπους των ανθρώπων, να παράγεται με ηθικό τρόπο και να έχει το μικρότερο δυνατόν αποτύπωμα στον πλανήτη. Δύσκολο μεν, αλλά η μόδα μας έχει διδάξει ότι λειτουργεί και στα δύσκολα. Απλώς, χρειαζόμαστε νέα πρότυπα και κοινωνικούς ακτιβιστές fashion icons. Όπως, ας πούμε, τις ηθοποιούς που περπατούν στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ με τουαλέτες υψηλής ραπτικής, που όμως έχουν ξαναφορεθεί.
-Μπορεί, άραγε, να ξεχωρίσει το προσωπικό στυλ σε ένα ινσταγκραμικό κόσμο, ντυμένο με fast fashion;
Το προσωπικό στυλ θεωρώ ότι μπορεί να ξεχωρίσει σε οποιονδήποτε κόσμο και σε όποια συνθήκη: Κάνει μπαμ! Αρκεί να μην βασίζεται στην επιτήδευση, αλλά στην αισθητική ανάγκη κάθε ατόμου. Υπάρχουν άτομα- μάλιστα στις παρουσιάσεις του βιβλίου αυτού ως τώρα γνώρισα μερικά τέτοια εξαιρετικά παιδιά – που πειραματίζονται με τα ρούχα και τα όριά τους με την τέχνη ή φτιάχνουν μοναδικά χειροποίητα αξεσουάρ και κοσμήματα, δημιουργώντας μεταξύ τους μικρές ινσταγκραμικές κολεκτίβες υψηλής αισθητικής. Θέλω να πω, δεν είναι όλοι ακόλουθοι μιας απρόσωπης fast fashion βιτρίνας, πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν οι πρωτοπορίες, που πότε σιωπηρά ή άλλοτε πιο ηχηρά, πορεύονται σε ένα παράλληλο σύμπαν ανοίγοντας τα δικά τους μονοπάτια. Το θέμα είναι πόσο διάθεση έχει κανείς να ψάξει τι συμβαίνει γύρω του και να μην καταναλώνει απλώς έτοιμες εικόνες.
-Μόδα είναι αυτό που αφήνουν πίσω τους οι πρωτοπορίες όταν πεθαίνουν, όπως λέτε στην αρχή του βιβλίου σας;
Ακριβώς. Το μαζικό φαινόμενο της μόδας είναι η καταναλωτική μίμηση μιας ήδη εφαρμοσμένης καινοτομίας. Οι καινοτομίες κάθε εποχής βασίστηκαν είτε σε κοινωνικές εξεγέρσεις και καλλιτεχνικά πρωτοποριακά κινήματα ή σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης όπως οι πόλεμοι. Οι σουφραζέτες, το φεμινιστικό κίνημα, οι μουσικές πρωτοπορίες, έφεραν τα δικά τους στοιχεία που αμέσως μετά αποτυπώθηκαν στην μόδα κάθε εποχής. Υπήρξαν επίσης και κάποιες χαρισματικές προσωπικότητες που έφεραν ρήξεις στην ένδυση, όπως ο Paul Poiret που κατήργησε τον κορσέ, η Coco Chanel που άλλαξε την αισθητική της κομψότητας με το chic- pauvre (κομψό-φτωχό), ο Yves Saint Laurent που χάρισε για πάντα στις γυναίκες το παντελόνι και το biker jacket, η Mary Quant με την μίνι φούστα, οι Γιαπωνέζοι με την ρευστόφιλη, ασύμμετρη αισθητική τους και πάει λέγοντας. Ας θυμηθούμε ότι το μπλουτζίν ξεκίνησε από τους rockers και τους teddy boys ως ρούχο κατά του κατεστημένου ή ως σχισμένο εξεγερσιακό ρούχο των πρώιμων punks, για να μπει ολόφωτο στις πασαρέλες των μεγαλύτερων σχεδιαστών και στις βιτρίνες των καταστημάτων όλου του κόσμου και να φορεθεί ακόμα και από τους πιο συντηρητικούς ανθρώπους.
-Ποια δεκαετία ή ποιο κίνημα είναι το αγαπημένο σας και γιατί;
Αν υπήρχε μια χρονομηχανή θα ήθελα να με μεταφέρει στην δεκαετία του εξήντα στο Λονδίνο. Διότι τα sixties δεν ήταν απλώς μια δεκαετία· ήταν τρόπος ζωής και state of mind. Ήταν εκείνη η εκπληκτική εποχή όπου οι νέοι διαχωρίστηκαν οριστικά από τον κόσμο των ενηλίκων και απέκτησαν αποκλειστικά την δική τους μουσική, τέχνη και μόδα. Αν και ήταν η χρονική περίοδος όπου συνέβησαν εξαιρετικής σημασίας γεγονότα, πάνω απ‘ όλα ήταν ένα πάρτι: με την καλύτερη μουσική και τα πιο έξαλα ρούχα. Μεταξύ Carnaby street και King’s Road εξελίχθηκε μια πολύχρωμη στιλιστική επανάσταση: η μόδα απέδρασε από τα ατελιέ υψηλής ραπτικής του Παρισιού και τρύπωσε στις μικρές μπουτίκ του Λονδίνου, που είχαν δυνατή ποπ μουσική, ψυχεδελικές βιτρίνες, δωρεάν ποτά και ελεύθερο ωράριο που δημιουργούσε ένα κυλιόμενο shopping party. Εννοείται ότι θα ήθελα να ήμουν μέρος αυτού του ηλεκτροφόρου swing των sixties που γέννησε μόδες και μουσικές τις οποίες ακόμα λατρεύουμε.
-Δώστε μου τον δικό σας ορισμό του στυλ.
Θα απαντήσω με κάτι που είχε πει η Diana Vreeland, η δαιμόνια αρχισυντάκτρια της αμερικάνικης Vogue εκείνες τις συγκλονιστικές δεκαετίες: «Δεν έχουν σημασία τα ρούχα που φοράς, αλλά η ζωή που ζεις φορώντας τα». Γιατί η μόδα δεν είναι ούτε αυτοσκοπός, ούτε μέσον επίδειξης μιας εικόνας που από κάτω είναι κενή νοήματος. Γι’ αυτό θεωρώ ότι το προσωπικό στυλ θα είναι πάντα η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση: Μου αρέσει που είμαι έτσι, γιατί έτσι μου αρέσει!
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις