Γιώργος Ζογγολόπουλος: Ανεκτίμητο κεφάλαιο στην ιστορία της γλυπτικής δημιουργίας
Μια ταύτιση ζωής και τέχνης, μια αδιάρρηκτη επικοινωνία θεματικού περιεχομένου και φόρμας, μια πολυεπίπεδη αφηγηματική σύνθεση με εξαιρετική συνοχή
Κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας, κύριε Υπουργέ, κύριε Γενικέ Γραμματέα, κυρίες και κύριοι, ευχαριστώ ειλικρινά για τη δυνατότητα που μου δίνεται να μιλήσω για ένα μεγάλο καλλιτέχνη, έτσι όπως τον είδε ένας πιστός φίλος και συνεργάτης του, έτσι όπως τον είδε η Θεσσαλονίκη, έτσι όπως τον ζήσαμε εμείς στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Θεσσαλονίκη 1964, και το όνομα του Γιώργου Ζογγολόπουλου έχει χωρίσει τους κατοίκους της πόλης σε αρνητές, αλλά και ένθερμους υποστηρικτές. Μήλον της Έριδος, το εξπρεσιονιστικό γλυπτικό έργο του καλλιτέχνη, το οποίο προοριζόταν να γίνει το οπτικό σύμβολο της ΔΕΘ. Του καλλιτέχνη που έμελλε να παίξει για την Ελλάδα ένα σημαντικό ρόλο στο διεθνή εικαστικό χώρο.
Ο καθηγητής αρχιτέκτονας Πάτροκλος Καραντινός, φίλος και συνεργάτης του, τον θεωρούσε ανεκτίμητο κεφάλαιο στην ιστορία της γλυπτικής δημιουργίας και γνήσιο απολογητή των αποκλίσεων της νεωτερικότητας. Τον υπερασπίστηκε δε με πάθος, παρ’ όλη την πολεμική που δέχτηκε ο ίδιος. Ήταν μια σκληρή χρονική περίοδος για την πόλη, όπου μια ομάδα της Ένωσης Ζωγράφων και Γλυπτών «Πολύγνωτος Παιώνιος», μέσα σε μια κρίση αδιανόητου συντηρητισμού και επαρχιακής υστερίας, ζητούσαν, σας αναφέρω επί λέξει, «την ποινικήν επί ανευλαβία δίωξιν του καθηγητή Καραντινού, επειδή ούτος εχαρακτήρισεν το γλυπτό ως δεύτερον μεγάλον και αξιόλογον μνημείον στην Ελλάδα, μετά το στηθέν εις το Σούλι».
[…]
Από την ιστορία αυτή, για χρόνια πολλά, η προσωπικότητα του Ζογγολόπουλου σφραγίστηκε (κατά τα λεγόμενα του ίδιου), αλλά και σφράγισε τη σύγχρονη καλλιτεχνική πορεία της πόλης, ενέπνευσε δε μερικές γενιές αρχιτεκτόνων, αφού το όνομά του αναφερόταν συχνά σε συζητήσεις στην έδρα των Αρχιτεκτονικών Συνθέσεων του ΑΠΘ, στην οποία υπηρετούσα ως επιμελήτρια το 1966. Δεν έπαυε ο καθηγητής και πιστός φίλος του να τον παρουσιάζει υποδειγματικά, όχι μόνο ως γλύπτη αλλά και ως κατασκευαστή αρχιτέκτονα. Κατέθετε στους φοιτητές, κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, την ορθολογιστική σκέψη και την εξαιρετική ικανότητα του καλλιτέχνη, ο οποίος μέσα από τις γλυπτικές του συνθέσεις μπορούσε να συσσωματώνει και ταυτόχρονα να μεταλλάσσει τον χώρο σε μια διαχρονική δημιουργική διαδικασία.
Η πόλη χρωστά στον Ζογγολόπουλο το σύγχρονο μέρος της ταυτότητάς της, το οποίο χρόνια αργότερα, συγκεκριμένα το 1993, συμπληρώθηκε με επιτομή το μεγάλο γλυπτό έργο της Μπιενάλε. Είναι η τρίτη φορά που ο Ζογγολόπουλος αντιπροσωπεύει την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας. Το έργο του οι «Ομπρέλες», κατασκευασμένο με ανοξείδωτο χάλυβα, με κινητά και ακίνητα στοιχεία, όπου η διοχέτευση νερού ενεργοποιεί, κινητικά και ηχητικά, τη σύνθεση, είναι ένα δροσερό μεταλλικό αίνιγμα, που προσκαλεί τον επισκέπτη να ονειρευτεί, να φανταστεί τον εαυτό του χαιρόμενος την εικόνα της υπερύψωσής του στο χώρο, κρατώντας μόνο την ομπρέλα του, ως αλεξήλιο και ως αλεξιβρόχιο βοήθημα. (Αυτήν τη φράση, που την έγραψα στο μικρό εισαγωγικό σημείωμα του καταλόγου, που συνόδεψε την έκθεσή του στο μουσείο μας, την επαναλαμβάνω, γιατί του άρεσε και γι’ αυτή μου χάρισε μια δυνατή γενναία φιλοφρόνηση.)
Η εγκατάσταση του έργου της Μπιενάλε «Ομπρέλες» έγινε στον υπαίθριο χώρο του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και με μια, κατά κάποιο τρόπο, αναδρομική έκθεση γιορτάσαμε εκεί και τα ενενηκοστά γενέθλια του καλλιτέχνη. Μέσω της έκθεσης αυτής, οι πολίτες της Θεσσαλονίκης τον τίμησαν με την ταπεινή επίσκεψή τους, κατά χιλιάδες. Οι κριτικές και οι απόψεις αυτή τη φορά ήταν κοινά αποδεκτές. Αναφέρονταν στον επαναστάτη της πρωτοπορίας, στον νέο, ωραίο, δυναμικό, με χιούμορ, καλλιτέχνη των 90 χρόνων.
Σε αυτόν που μνημειώνει το ελάχιστο και δημιουργεί το γλυπτικό άυλο, σε έργα κομψότητας και αρμονίας. Σε αυτόν που, μέσα από την μεταλλαγή του φωτός, του αέρα και του νερού, αποδεσμεύει την ενέργεια και τη δύναμη. Μια ταύτιση ζωής και τέχνης, μια αδιάρρηκτη επικοινωνία θεματικού περιεχομένου και φόρμας, μια πολυεπίπεδη αφηγηματική σύνθεση με εξαιρετική συνοχή.
Και το 1997, όταν η Θεσσαλονίκη γιόρτασε ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, έγινε η εγκατάσταση και ενός δεύτερου έργου της ίδιας ενότητας στον παραλιακό χώρο της πόλης. Αυτή είναι η κληρονομιά που άφησε ο Ζογγολόπουλος στην Θεσσαλονίκη. Νομίζω ότι ήταν μια ευτυχής περίοδος της ζωής του, αλλά σας διαβεβαιώ και της δικής μας, αφού από τότε έγινε θερμός υποστηρικτής του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και πάντα θα τον ευχαριστούμε γι’ αυτό.
*Χαιρετισμός της Ξανθίππης Σκαρπιά – Χόιπελ σε αφιερωματική εκδήλωση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης για τον Γιώργο Ζογγολόπουλο (16 Μαΐου 2005).
Το κείμενο του χαιρετισμού προέρχεται από το βιβλίο της Ξανθίππης Σκαρπιά – Χόιπελ 28+ Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (εκδόσεις Ianos, Θεσσαλονίκη, 2014).
Εικόνα από το προσωπικό αρχείο της συγγραφέως
Η Ξανθίππη Σκαρπιά – Χόιπελ σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Καρλσρούη και έλαβε διδακτορικό δίπλωμα από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ. Υπήρξε καθηγήτρια και πρόεδρος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ, ενώ διετέλεσε πρόεδρος του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Ο σπουδαίος γλύπτης Γιώργος Ζογγολόπουλος σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από το 1924 έως το 1930.
Το 1949, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, ο Ζογγολόπουλος συνέχισε τις σπουδές του στη γλυπτική στο Παρίσι, στο εργαστήριο του Μαρσέλ Ζιμόντ. Το 1952, με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, μετέβη στην Ιταλία, όπου ειδικεύτηκε στις τεχνικές της χαλκοχυτικής.
Το 1953 κατέστη μέλος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Πολιτισμού (Société Européenne de Culture), διετέλεσε δε μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της από το 1960 έως το 1988.
Ο «αιώνιος έφηβος», όπως τον αποκαλούσαν, ερεύνησε το μέτρο και την αρμονία στην τέχνη του. Ως καλλιτέχνης έλαβε πολλές επίσημες διακρίσεις, ενώ έργα του βρίσκονται σε σημαντικούς δημόσιους χώρους της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Αμερικής, καθώς επίσης και σε πολλές ελληνικές και ξένες συλλογές και μουσεία.
Εκπροσώπησε την Ελλάδα έντεκα φορές σε θεσμούς Μπιενάλε, αρχής γενομένης από το 1940. Συμμετείχε σε όλες τις πανελλήνιες εκθέσεις και έλαβε μέρος σε δεκάδες ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το 2004 συνέστησε το κοινωφελές Ίδρυμα Γεωργίου Ζογγολόπουλου, στο οποίο κληροδότησε όλο το καλλιτεχνικό έργο του (γλυπτική και ζωγραφική), όπως και εκείνο της συζύγου του, Ελένης Πασχαλίδου – Ζογγολοπούλου.
Ο Γιώργος Ζογγολόπουλος απεβίωσε πλήρης ημερών στην Αθήνα στις 11 Μαΐου 2004.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις