Τουρκία: Οι εκλογές μπορεί να μη φέρουν τη γεωπολιτική αλλαγή στην οποία ελπίζουν ορισμένοι
Όσοι ελπίζουν ότι αυτή η ψηφοφορία θα μείνει στη μνήμη τους ως η στιγμή που ο Πούτιν έχασε την Τουρκία, μπορεί να βρεθούν προ εκπλήξεως.
Λίγες εκλογές, εκτός από τις προεδρικές στις ΗΠΑ, έχουν παρακολουθηθεί τόσο στενά για τις γεωπολιτικές τους επιπτώσεις στη σύγχρονη εποχή όσο οι τουρκικές προεδρικές εκλογές, γεγονός που αποδεικνύει τη σημασία της Τουρκίας σε παγκόσμιο επίπεδο ως χώρας «μεντεσέ» μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που ακροβατεί ωστόσο μεταξύ δημοκρατίας και λαϊκιστικού αυταρχισμού.
Όμως, οι διακρίσεις που γίνονται μεταξύ της εξωτερικής πολιτικής του νυν προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και του διεκδικητή της εξουσίας, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, δεν αφορούν τόσο μια ουσιαστική επανερμηνεία του τουρκικού εθνικού συμφέροντος, όσο το ύφος, τον τόνο και την προβλεψιμότητα στην εξασφάλιση αυτού του συμφέροντος, σημειώνει ο βρετανικός The Guardian σε ανάλυσή του.
Αλλά ο τόνος έχει σημασία στη διπλωματία και η Δύση θα καλωσόριζε το τέλος της εποχής της συγκρουσιακής ρητορικής, ακόμη και αν η πολιτική εξισορρόπησης μεταξύ Ανατολής και Δύσης παραμένει.
Θα αποκαταστήσει το κύρος του τουρκικού ΥΠΕΞ ο Κιλιτσντάρογλου;
Μια πρώιμη ένδειξη θα ήταν αν ο Κιλιτσντάρογλου – ο υποψήφιος της εξακομματικής αντιπολίτευσης – άρει το βέτο της Τουρκίας στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ενδεχομένως ήδη από τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους τον Ιούνιο.
Υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι, με τη Φινλανδία να είναι πλέον μέλος του ΝΑΤΟ και με τις ευλογίες των Τούρκων, ο ίδιος ο Ερντογάν γνωρίζει πως το όφελος από τη συνέχιση ενός βέτο στη Σουηδία γι’ αυτό που ισχυρίζεται – και η Σουηδία αρνείται – ότι φιλοξενεί Κούρδους τρομοκράτες, σύντομα θα έχει εξυπηρετήσει τον εκλογικό του σκοπό.
Αλλά το ΝΑΤΟ θα καλωσόριζε επίσης την αποκατάσταση του κύρους του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών – όπως υποσχέθηκε η αντιπολίτευση – ώστε οι δυτικοί διπλωμάτες να είναι λιγότερο επιρρεπείς στο να βρεθούν στα τυφλά, εξαιτίας της ασταθούς διαπραγματευτικής τακτικής του Ερντογάν όσον αφορά το ΝΑΤΟ, ή ακόμη και την Ελλάδα, τη Λιβύη και την Κύπρο.
Ο Κιλιτσντάρογλου, που αντιμετωπίζει τεράστια εσωτερικά οικονομικά προβλήματα, έχει δηλώσει ότι θα ήθελε να αποβάλει την αντι-αμερικανική ρητορική και να επιστρέψει στην κοινοβουλευτική δημοκρατία ως μια οδό για την επανέναρξη των ενταξιακών συνομιλιών με την ΕΕ.
«Απορρίπτουμε το συγκρουσιακό στυλ της σημερινής κυβέρνησης», δήλωσε ο Ünal Çeviköz, επικεφαλής σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής. «Θέλουμε μια Τουρκία που να γίνεται αντιληπτή ως ομοϊδεάτης της κοινότητας των δυτικών κρατών».
Τα «ψιλά» γράμματα πίσω από τα μεγάλα λόγια
Αλλά τα «ψιλά» γράμματα αποκαλύπτουν ότι ορισμένες από τις πολιτικές διακρίσεις είναι πιο θολές από τον τίτλο. Ο Çeviköz, για παράδειγμα, λέει ότι η αγορά του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 από τον Ερντογάν το 2017 ήταν «ένα μεγάλο λάθος και το πληρώσαμε ακριβά», μια αναφορά στις ΗΠΑ που στη συνέχεια απώθησαν την Τουρκία από το κοινό πρόγραμμα μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35, καθώς και από την αγορά των F-16. Όμως, δεν σταματά να λέει ότι θα εγκαταλείψει το ρωσικό οπλικό σύστημα.
Οι αισιόδοξοι ελπίζουν ότι αν ο Ερντογάν επανεκλεγεί, οι διάχυτες αντιαμερικανικές θεωρίες συνωμοσίας που διακινεί θα αποδειχθούν ότι είναι απλώς για να ενισχύσει την εθνικιστική του ψήφο. Αλλά ο αντιαμερικανισμός τρέφεται εδώ και πολύ καιρό από τον Τούρκο πρόεδρο.
Όταν ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τουρκία, Τζεφ Φλέικ, συναντήθηκε με την αντιπολίτευση τον Μάρτιο, μια απολύτως φυσιολογική διπλωματική συνάντηση, ο Ερντογάν ορκίστηκε να «δώσει ένα μάθημα στους Αμερικανούς» και κατηγόρησε τη Δύση ότι παρενέβη στις τουρκικές εκλογές.
Πηγή: The Guardian
Η εμπηστική ρητορική Ερντογάν
Σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Die Zeit, ο επί σειρά ετών σύμβουλος του Ερντογάν σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, Ιμπραΐμ Καλίν, ανέφερε πόσο βαθιά ριζωμένη έχει γίνει η ανεξαρτησία από τη δυτική εξωτερική πολιτική. «Νομίζω ότι η Δύση αποξενώνεται από τον υπόλοιπο κόσμο. Χάνει τον έλεγχο», δήλωσε, «σε πολλά ζητήματα: τον πόλεμο στην Ουκρανία, την αντιμετώπιση της Κίνας, τη μετανάστευση, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, το γεγονός ότι το οικονομικό βάρος του κόσμου μετατοπίζεται από τη Δύση προς την Ανατολή».
Ο Καλίν επικρίνει συστηματικά την εισβολή της Ρωσίας, αλλά φαίνεται επίσης να αποδέχεται ότι πρέπει να ανταμειφθεί. «Αυτός ο πόλεμος δεν θα τελειώσει με κέρδη θέσεων, αλλά με μια νέα συμφωνία ασφαλείας μεταξύ των δύο παγκόσμιων μπλοκ», λέει.
Εξίσου, ο Çeviköz γνωρίζει ότι ο Κιλιτσντάρογλου δεν έχει την πολυτέλεια να αποξενώσει την Ρωσία, δεδομένης της εξάρτησης της Τουρκίας από τις ρωσικές εισαγωγές, οπότε μιλάει επίσης για μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη.
Η «θολή» πολιτική Κιλιτσντάρογλου στην Συρία
Επιπλέον, η Δύση δεν θα έβρισκε την πολιτική του Κιλιτσντάρογλου για την Συρία απαραιτήτως πιο ευχάριστη από εκείνη του Ερντογάν.
Και τα δύο στρατόπεδα έχουν επιδοθεί σε ρητορική κατά των προσφύγων, λέγοντας ότι θέλουν να επιστρέψουν όλοι οι Σύροι στην πατρίδα τους, αλλά η αντιπολίτευση έχει θέσει ως απαιτητική προθεσμία την επίτευξη αυτού του στόχου εντός δύο ετών από την εκλογή της. «Τι δουλειά έχουν 3 εκατομμύρια Σύροι στη χώρα μας; Τα παιδιά μας δεν μπορούν να βρουν δουλειά», παραπονέθηκε ο Κιλιτσντάρογλου, υποστηρίζοντας πως αυτή η επιστροφή θα επιτευχθεί «εθελοντικά, με τη λήψη διαβεβαιώσεων από την κυβέρνηση της Δαμασκού ότι οι επιστρέφοντες πρόσφυγες δεν θα διώκονται εκεί», αλλά δεν ορίζει πώς θα εξασφαλιστούν αυτές οι διαβεβαιώσεις…
Παράλληλα, η αντιπολίτευση έχει εξασφαλίσει την υποστήριξη του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), το οποίο στηρίζει την πλήρη αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων από τη βορειοδυτική Συρία και τη δημιουργία αυτόνομων περιοχών στη βόρεια Συρία, όπου κυριαρχούν οι Κούρδοι.
Ο Κιλιτσντάρογλου μπορεί να κλείσει αυτούς τους αλλεπάλληλους κύκλους, μόνο λέγοντας ότι είναι σε θέση να αποσπάσει πολιτικές παραχωρήσεις από τον πρόεδρο της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ, οι οποίες δεν είναι προς το παρόν διαθέσιμες.
Ο Çeviköz, μάλιστα, λέει ότι η απουσία εμπιστοσύνης μεταξύ του Ερντογάν και του Άσαντ έχει καταστήσει τέτοιες παραχωρήσεις αδύνατες μέχρι στιγμής. Και υπονοεί την απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων, τονίζοντας πως «εάν είμαστε σίγουροι ότι το συριακό έδαφος δεν αποτελεί πλέον απειλή για την Τουρκία και ότι η προστασία των συνόρων λειτουργεί, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για τη στρατιωτική παρουσία».
Η σχέση με τις ΗΠΑ θα πάρει καιρό να αποκατασταθεί
Βραχυπρόθεσμα, ο Ερντογάν θα ισχυριστεί ότι η αντιπολίτευση είναι μαλθακή απέναντι στην κουρδική τρομοκρατία, αλλά ο Ερντογάν κινείται προς την εξομάλυνση με τον Άσαντ για περισσότερο από ένα χρόνο. Στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στη Μόσχα, η Τουρκία καταθέτει προτάσεις, που στην ουσία απαιτούν την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από την Συρία.
Όσοι ελπίζουν ότι αυτές οι εκλογές θα μείνουν στη μνήμη τους ως η στιγμή που ο Πούτιν έχασε την Τουρκία μπορεί να βρεθούν μπροστά σε ένα… άγριο «ξύπνημα», τονίζει χαρακτηριστικά η ανάλυση του Guardian.
Λίγοι έχουν βγάλει χρήματα στοιχηματίζοντας εναντίον του Ερντογάν, και ακόμη και αν χάσει, ο συνασπισμός υπό την ηγεσία ενός πολιτικού, που έχει επισκεφθεί την Ουάσιγκτον μόλις δύο φορές σε 10 χρόνια, έχει πολλή δουλειά μπροστά του για να ξεκαθαρίσει τον τρόπο σκέψης του.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις