Τα κενά του debate
Στο ράφι των αζήτητων τα θέματα της ελληνοκυπριακής κυριαρχίας, των αμερικανικών βάσεων και των Σκοπίων
Επικεντρώνω την προσοχή μου και εστιάζω τους στόχους του σημερινού μου κειμένου σε ορισμένα ασυγχώρητα κενά του πρόσφατου debate των αρχηγών των κομμάτων, τόσο στις ερωτήσεις των συναδέλφων όσο-και περισσότερο-προς τις συχνά ολισθηρές απαντήσεις των πολιτικών αρχηγών.
Το θέμα, που ήταν γεμάτο από κάποια κενά, τόσο σε ερωτήσεις, όσο και περισσότερο σε απαντήσεις, ήταν η υποβάθμιση της σημασίας των όρων ανεξαρτησία και εθνική κυριαρχία. Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που επωμίζονται τις ευθύνες, όχι τόσο στα debate, όσο και στη μέχρι σήμερα πολιτική τους κυβερνητική διαδρομή, λυπούμαι που το γράφω-αλλά δε γίνεται αλλιώς-έριξαν στα απαλά τα θέματα της ελληνοκυπριακής εθνικής κυριαρχίας και πολιτικής ανεξαρτησίας, γιατί όχι και στο μόρφωμα της Βόρειας Μακεδονίας.
Η «στα μαλακά» υποβάθμιση του θέματος της κυριαρχικής επιβίωσης, μας αναγκάζει να αιτιολογήσουμε τη σημερινή μας διορθωτική παρέμβαση. Επίσης, η δολιχοδρομική απάντηση του Αλέξη Τσίπρα στην ερώτηση για τις θέσεις των ευρωβουλευτών της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπέρ της κατάργησης του φράγματος του Έβρου, αλλά και η σχεδόν ανύπαρκτη αναφορά των Κυριάκου Μητσοτάκη, Αλέξη Τσίπρα και Νίκου Ανδρουλάκη στο θέμα της επί περίπου μισό αιώνα εχθρικής κατοχής του 40% της επικράτειας της κυπριακής Δημοκρατίας, από τα στίφη των δυνάμεων εισβολής και κατοχής της Τουρκίας του ψευδοσοσιαλιστή και αρχιμακελάρη Μπουλέν Ετσεβίτ.
Και οι δύο παραπάνω αποσιωπήσεις ή άκομψες συγκαλύψεις, εκθέτουν ασυγχώρητα και τους τρεις πολιτικούς αρχηγούς στην Κοινή Γνώμη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και καθιστούν και τους τρεις αρχηγούς κομμάτων υπόλογους στην Κοινή Γνώμη των αδελφών της Κύπρου, αλλά και των συμπατριωτών μας του Έβρου.
Το τρίτο κατά σειράν θέμα εθνικής αξιοπρέπειας αλλά και σεβασμού προς τους κατοίκους της βόρειας Ελλάδας είναι η επίσης περιστασιακή αναφορά στο debate για την εθνική μειοδοτική πολιτική της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με τη συμφωνία των Πρεσπών, που εξαχρείωσε τις κυβερνήσεις των Σκοπίων με την υποκλοπή της ελληνικής ονομασίας της Μακεδονίας. Η μοναδική καταδικαστική απάντηση στην αναισχυντία αυτή, δόθηκε από τον Κυριάκο Βελόπουλο.
Η Αχίλλεια πτέρνα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, ήδη από τη δεκαετία του 1950-όταν Ελλάδα και Τουρκία έμπαιναν σχεδόν ταυτοχρόνως στο αμυντικο-επιθετικό Βορειοατλαντικό Σύμφωνο (ΝΑΤΟ)- το αδύνατο λοιπόν σημείο της ελληνικής πολιτικής παραμένει, από τότε, η αδιευκρίνιστη θολή σχέση της Ελλάδας με τη «Συμμαχία».
Τα σχέδια Τρούμαν και Μάρσαλ συνέβαλαν σε μια προσωρινή ανακούφιση των δημοσιονομικών βαρών, που έγιναν ασήκωτα με τα συντρίμμια της γερμανικής κατοχής, γιατί όχι και της εμφύλιας αλληλοεξόντωσης. Το απώτερο όμως σχέδιο των δύο αυτών σχεδίων, μεταπολεμικής στήριξης της Ελλάδας, γρήγορα μετατράπηκε σε μεταμόρφωση μιας χώρας με τραυματισμένη την επιβίωσή της, σε προπύργιο της αγγλοαμερικανικής επεκτατικής παρουσίας στη ΒΑ Μεσόγειο και κυρίως στα αραβικά κράτη της Μέσης Ανατολής, με τα οποία ανέκαθεν οι σχέσεις μας ήταν υποδειγματικές.
Έτσι, ο προσχηματικά επίμονος στόχος μετά της Συμφωνία της Γιάλτας (1945) της αντιμετώπισης του «κομμουνιστικού κινδύνου», γρήγορα αποδείχθηκε σε βουλιμία του «Ελεύθερου Κόσμου» να διαφεντέψει τον ορυκτό πετρελαϊκό πλούτο του αραβικού έθνους, αλλά και να σταθεροποιήσει με εκμεταλλευτική άνεση αυτό τον επεκτατικό στόχο, εγκαθιστώντας πολεμικές βάσεις, στο Ακρωτήρι και τη Σούδα των Χανίων.
Με λίγα λόγια, οι αμερικανικές βάσεις στην Κρήτη δεν είχαν την παραμικρότερη σχέση με τον επιτακτικό-όπως ισχυρίζονταν οι δικές μας μεταπολεμικές κυβερνήσεις-κίνδυνο της ΕΣΣΔ, διότι το δόγμα της τήρησης των συμπεφωνημένων της Γιάλτας (pacta sunt servanta) περιόρισε κάθε ενοχλητική συμπεριφορά όχι μόνον της ΕΣΣΔ, αλλά και των συμμάχων της του Συμφώνου της Βαρσοβίας (Βουλγαρία, Ρουμανία) προς την Ελλάδα. Απεναντίας, τα βαλκανικά όμορα με την Ελλάδα κράτη στην περίοδο 1958-1962 πίεζαν τις συντηρητικές μεταπολεμικές κυβερνήσεις για κοινό σύμφωνο απύραυλης Βαλκανικής, που έτσι ή αλλιώς ήταν παράγοντας ειρηνικής συνύπαρξης.
Όμως, το θέμα των αμερικανικών βάσεων, ως ορμητήριο των ΗΠΑ κατά των πετρελαιοπαραγωγών χωρών της Μέσης Ανατολής και βόρειας Αφρικής, που μας εκθέτει ανεπανόρθωτα έναντι του αραβικού έθνους, με το οποίο μας συνδέουν μακρές φιλικές σχέσεις, δεν τελειώνει εδώ. Τη συνέχεια στην επιπόλαια χρήση αυτών των βάσεων εναντίον των γειτόνων μας την έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας, που εμπλούτισε στη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας την ελληνική επικράτεια, με τρεις ακόμα αμερικανικές βάσεις. Η χειρότερη και πιο φαρμακερή από αυτές ήταν εκείνη της Αλεξανδρούπολης που διετάραξε σχεδόν ανεπανόρθωτα τις σχέσεις μας με τη Μόσχα, διότι ήδη άρχισε να λειτουργεί ως επιθετικό ορμητήριο κατά του μαλακού υπογάστριου της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Το μόνο εμφανέστατα τρωτό σημείο στις ψυχροπολεμικές σχέσεις ανατολικού και δυτικού κόσμου ήταν το «δόγμα της περιορισμένης κυριαρχίας» των χωρών-μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ένα δόγμα που εκηλίδωσε το γόητρο του κομμουνιστικού μπλοκ. Όχι μόνον στην περίοδο του Λεονίντ Μπρέζνιεφ (που μετονομάστηκε μπρεζνιεφικός σταλινισμός), αλλά και στις προγενέστερες περιόδους της ρωσικής εισβολής στην Ουγγαρία (1956) και στην Τσεχοσλοβακία (1968).
- Golden Visa: Δόθηκε παράταση μέχρι 28 Φεβρουαρίου – Τι εξυπηρετεί η ρύθμιση
- Με την Πεκς στο ΣΕΦ για το… θαύμα ο Ολυμπιακός
- MEGA ΓΕΓΟΝΟΤΑ: Απόψε η μεγάλη δημοσκόπηση της Metron Analysis
- Βουλή: Τροπολογία του ΠΑΣΟΚ για επαναπρόσληψη και χρονική διεύρυνση απασχόλησης των εποχικών πυροσβεστών
- Δημοφιλή κινεζικά router βρέθηκαν να συμμετέχουν σε κυβερνοεπιθέσεις
- Απολαυστικά Χριστούγεννα με την καλύτερη τηλεοπτική παρέα