Εκλογές στην Τουρκία: Βασικοί παίκτες στο τουρκικό Game of Thrones
Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών προσώπων με ενεργό και προβεβλημένο ρόλο
γράφουν: Άννα Ανδρέου, Δημήτρης Τριανταφύλλου*
Πέραν των τεσσάρων διεκδικητών της προεδρίας, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών προσώπων με ενεργό και προβεβλημένο ρόλο στην πολιτική σκηνή της χώρας όπως και στον προεκλογικό αγώνα.
Ως εκ τούτου, παρουσιάζουμε σύντομα προφίλ μερικών εκ των πιο σημαντικών πολιτικών της Τουρκίας σήμερα – αρχηγών κομμάτων, δημάρχων και άλλων πολιτικών εθνικής εμβέλειας, και υπουργών, που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τον μέσο έλληνα παρατηρητή λόγω των χαρτοφυλακίων τους.
Ευελπιστούμε ότι αυτή η ενότητα θα συμβάλει ώστε να αποκομίσει ο αναγνώστης μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του πολιτικού δυναμικού της Τουρκίας.
Μεράλ Ακσενέρ (Meral Akşener)
Βασικός εταίρος της Εθνικής Συμμαχίας της αντιπολίτευσης, η οποία συνασπίστηκε για να οδηγήσει τη χώρα ξανά στην κοινοβουλευτική δημοκρατία και να πάρει πίσω την εξουσία από τον τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, έπειτα από δύο δεκαετίες. Είναι αρχηγός του Καλού Κόμματος (IYI Partisi), το οποίο η ίδια ίδρυσε το 2017, έπειτα από την αποχώρησή της από το ακροδεξιό ΜΗΡ (Κόμμα Εθνικής Δράσης) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Την αποκαλούν και «λύκαινα», αν και η ίδια άρχισε να οδηγεί το κόμμα της προς την Κεντροδεξιά πλέον, αντί την Ακροδεξιά.
Γεννήθηκε στις 18 Ιουλίου 1956 στο Ιζμιτ, προερχόμενη από οικογένεια ανταλλάξιμων από τη Δράμα. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Κωνσταντινούπολης, ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στη Σύγχρονη Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά και εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο Κοτζάελι ως επικεφαλής του Τμήματος Ιστορίας.
Για πρώτη φορά μπήκε στην πολιτική ως υποψήφια δήμαρχος Ιζμιτ με το Κόμμα Ορθού Δρόμου (DYP) το 1984. Εισήλθε στην Βουλή με το ίδιο κόμμα, στις γενικές εκλογές του 1995 και του 1999. Ο ισλαμιστής ηγέτης Νετζμετίν Ερμπακάν την είχε διορίσει στην κυβέρνηση συνασπισμού ως την πρώτη γυναίκα Υπουργό Εσωτερικών της Τουρκίας, στη θέση του Μεχμέτ Αγάρ, ο οποίος παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του έπειτα από το σκάνδαλο με το ατύχημα στο Σουσουρλούκ στις 3 Νοεμβρίου του 1996. Έφυγε από το DYP το 2001 και εντάχθηκε στους «νεωτεριστές» με επικεφαλής τους Αμπντουλάχ Γκιουλ και Ταγίπ Ερντογάν, οι οποίοι είχαν αποχωρήσει από το Κόμμα της Αρετής (Fazilet Partisi) και ετοιμάζονταν να ιδρύσουν το ΑΚΡ. Ωστόσο άφησε το κίνημα των «νεωτεριστών» με την αιτιολογία ότι συνέχισαν τη γραμμή του Εθνικού Οράματος (Milli Göruş). Εντάχθηκε στο Κόμμα Εθνικής Δράσης, εξελέγη βουλευτής στις γενικές εκλογές του 2007, του 2011 και του Ιουνίου του 2015. Διετέλεσε σύμβουλος του ηγέτη του ΜΗΡ, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, υπέβαλε υποψηφιότητα για τη δημαρχία Κωνσταντινούπολης το 2014 και εξελέγη Αντιπρόεδρος του τουρκικού κοινοβουλίου το 2007.
Στις γενικές εκλογές του Ιουνίου του 2015 δεν προτάθηκε ως υποψήφια βουλευτής από το κόμμα της, το ΜΗΡ. Έπειτα από την απώλεια ποσοστών του ΜΗΡ, ζήτησε μέσω δικαστηρίου τη διεξαγωγή εκτάκτου συνεδρίου για να διεκδικήσει την προεδρία του κόμματος. Η ημερομηνία του εκτάκτου συνεδρίου ανακοινώθηκε ως η 15η Μαΐου, ωστόσο η ηγεσία του ΜΗΡ δεν αναγνώρισε την απόφαση και την απέβαλε τον Σεπτέμβριο του 2016. Προσέφυγε ξανά στο δικαστήριο ζητώντας ακύρωση της απόφασης αποβολής της. Τότε ο Ταγίπ Ερντογάν στήριξε τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί για πρώτη φορά εναντίον της, δημιουργώντας μια νέα σχέση μεταξύ του ΑΚΡ και του ΜΗΡ. Η προσφυγή της τελικά απορρίφθηκε όπως άλλωστε αναμενόταν και η αποβολή της από το κόμμα οριστικοποιήθηκε.
Το 2018 ίδρυσε το Καλό Κόμμα αλλά για να συμμετάσχει στις εκλογές του 2018 χρειαζόταν κοινοβουλευτική ομάδα, γι’ αυτό και 15 βουλευτές του CHP παραιτήθηκαν και μετακινήθηκαν στο Καλό Κόμμα ως αποτέλεσμα συμφωνίας μεταξύ των δύο κομμάτων. Υπέβαλε επίσης υποψηφιότητα για τις προεδρικές του 2018 συγκεντρώνοντας 100.000 υπογραφές και έγινε η πρώτη γυναίκα στην ιστορία της Τουρκίας που υπέβαλε υποψηφιότητα για την προεδρία. Η συνεργασία με το CHP συνεχίστηκε στις δημοτικές εκλογές του 2019 υπό την Εθνική Συμμαχία (Millet ittifakı) μέσω της οποίας τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης κατάφεραν να πάρουν από τα χέρια του ΑΚΡ, έπειτα από πολλά χρόνια, δήμους όπως η Άγκυρα και η Κωνσταντινούπολη, τα Άδανα, η Αττάλεια, η Μερσίνη, και το Άρτβιν. Το Καλό Κόμμα δεν κέρδισε δήμους, ωστόσο έγινε το τρίτο κόμμα σε ποσοστό ψήφων, ξεπερνώντας το ΜΗΡ. Για τις προεδρικές εκλογές του 2023, ευνοούσε την υποψηφιότητα είτε του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, είτε του δημάρχου Άγκυρας, Μανσούρ Γιαβάς, ωστόσο τελικά συμβιβάστηκε έπειτα από την πίεση που δέχτηκε στο εσωτερικό του κόμματός της και αποδέχτηκε την υποψηφιότητα Κιλιτσντάρογλου. Εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας της 14ης Μαΐου, ο τούρκος Πρόεδρος ενοχλημένος από δηλώσεις της την απείλησε λέγοντας «Το όνομά μου είναι Ταγίπ, το επίθετό μου είναι Ερντογάν, μη με κάνεις να ασχοληθώ μαζί σου». Δύο μέρες αργότερα όταν στα επαρχιακά γραφεία Κωνσταντινούπολης του Καλού Κόμματος έπεσαν δύο σφαίρες, η Μεράλ Ακσενέρ υπαινίχθηκε ότι πίσω από το περιστατικό ήταν ο ίδιος ο τούρκος Πρόεδρος: «Ρετζέπ μπέη, δεν σε φοβάμαι, εάν είναι να έρθεις, έλα εσύ», δήλωσε η Μεράλ Ακσενέρ. Οι αρχές ασφαλείας ανακοίνωσαν ωστόσο ότι δεν επρόκειτο για επίθεση εναντίον του Καλού Κόμματος αλλά για έναν φύλακα στην περιοχή που κυνηγούσε κλέφτες. Το Καλό Κόμμα δεν αποδέχτηκε την εκδοχή της αστυνομίας θεωρώντας απίθανο ο φύλακας να έχει πυροβολήσει στον αέρα και η μία σφαίρα να έχει χτυπήσει στον πρώτο όροφο του κτιρίου των επαρχιακών γραφείων του κόμματος και η δεύτερη στον τρίτο όροφο, κάτω από τη φωτογραφία της Μεράλ Ακσενέρ. Η ηγέτιδα του Καλού Κόμματος εμφανίστηκε στις 5 Απριλίου ενώπιον της κοινοβουλευτικής της ομάδας κρατώντας 5 σφαίρες. «Αυτή η σφαίρα είναι που θα μας σταματήσει;», είπε η Μεράλ Ακσενέρ και τις πέταξε όλες μία μία στο πάτωμα. Η κυβέρνηση την κατηγόρησε ότι κάνει σόου στη βουλή, χαρακτηρίζοντας ακραία τη συμπεριφορά της.
Είναι παντρεμένη από το 1980 και έχει έναν γιο.
Ντεβλέτ Μπαχτσελί (Devlet Bahçeli)
Ο ακροδεξιός ηγέτης του Κόμματος Εθνικής Δράσης (MHP), γνωστός στην Ελλάδα και ως ηγέτης των Γκρίζων Λύκων, είναι ο βασικός εταίρος του Ταγίπ Ερντογάν από το 2018.
Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1948 στο Οσμανιγέ. O πατέρας του μεγάλωσε σε μια αριστερή οικογένεια, ήταν υποστηρικτής του CHP και θαυμαστής του Ισμέτ Ινονού. Είναι ένας από τους ιδρυτές των Ιδανικών Εστιών (παραστρατιωτική οργάνωση ονόματι Ülkü Ocakları, η οποία συχνά αποκαλείται «Γκρίζοι Λύκοι») και Πρόεδρος του ΜΗΡ από το 1997, μετά τον θάνατο του Αλπαρσλάν Τουρκές (Alparslan Türkeş). Στις εκλογές του 1999 αύξησε τα ποσοστά του κόμματος από 8,18% σε 17,98% κερδίζοντας το υψηλότερο ποσοστό στην ιστορία του. Ο ίδιος εξελέγη βουλευτής για πρώτη φορά το 1999 και συμμετείχε ως αρχηγός του κόμματος στην κυβέρνηση συνασπισμού που ιδρύθηκε υπό τον Μπουλέντ Ετζεβίτ (Bülent Ecevit) και διετέλεσε Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Το 2002 παραιτήθηκε από την ηγεσία του κόμματος όταν το ΜΗΡ δεν κατάφερε στις γενικές εκλογές να περάσει το εκλογικό όριο του 10% που χρειαζόταν για να εισέλθει στη βουλή. Επανεξελέγη στην προεδρία του ΜΗΡ το 2003 πετυχαίνοντας ένα ποσοστό 14,27% για το κόμμα του στις εκλογές του 2007. Στις εκλογές του 2015 τον αμφισβήτησε η Μεράλ Ακσενέρ με άλλους 547 αντιπροσώπους, οι οποίοι ζήτησαν έκτακτο συνέδριο. Απέρριψε το αίτημά τους και οι αντίπαλοί του υπέβαλαν μήνυση στο δικαστήριο, το οποίο αποφάσισε υπέρ τους. Τελικά έχοντας και τη στήριξη του Ταγίπ Ερντογάν κέρδισε τη δίκη στο Ανώτατο Δικαστήριο εξουδετερώνοντας τους πολιτικούς του αντιπάλους. Στα συνέδρια του 2018 και του 2021 επανεξελέγη πρόεδρος του κόμματος. Το 2018 σχημάτισε τη Λαϊκή Συμμαχία με το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ του Ταγίπ Ερντογάν. Το 2018 μπήκε στη βουλή υπό τη Λαϊκή Συμμαχία με 49 βουλευτές και συνέχισε τη συμμαχία και στις δημοτικές εκλογές του 2019.
Αποφοίτησε από την Ακαδημία Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών στην Άγκυρα το 1967. Σε νεαρή ηλικία άρχισε να παρακολουθεί τα σεμινάρια του Αλπαρσλάν Τουρκές και εργάστηκε ως διευθυντής των Ülkü Ocakları.
Εκρέμ Ιμάμογλου (Ekrem İmamoğlu)
Ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης είναι o πλέον δημοφιλής πολιτικός του Ρεπουπλικανικού Λαϊκού Κόμμα τος (CHP) της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ωστόσο δεν κατάφερε να είναι υποψήφιος για την προεδρία στις εκλογές της 14ης Μαΐου παρά τη στήριξη που είχε από την ηγέτιδα του Καλού Κόμματος, η οποία τον κάλεσε ακόμη και να εγκαταλείψει το κόμμα του και να υποβάλει ανεξάρτητη υποψηφιότητα για την προεδρία, ενάντια στην υποψηφιότητα του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου τελικά προτίμησε να παραμείνει στο κόμμα του και μαζί με τον δήμαρχο Άγκυρας Μανσούρ Γιαβάς επισκέφθηκαν τη Μεράλ Ακσενέρ και την έπεισαν να επιστρέψει στη συμμαχία της αντιπολίτευσης και να υποστηρίξει την υποψηφιότητα του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν. Η Μεράλ Ακσενέρ επέστρεψε στην Εθνική Συμμαχία με τον όρο οι Εκρέμ Ιμάμογλου και Μανσούρ Γιαβάς να είναι αντιπρόεδροι στην επόμενη κυβέρνηση στην περίπτωση που η αντιπολίτευση κερδίσει τις εκλογές. Εκτιμήσεις αναφέρουν ότι ο Εκρέμ Ιμάμογλου κάνει υπομονή και ετοιμάζεται να πάρει τα ηνία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την πρώτη ευκαιρία.
Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα στις 3 Ιουνίου 1971. Παρακολουθούσε μαθήματα Κορανίου τα καλοκαίρια και έμαθε να διαβάζει το Κοράνι πριν ακόμη ξεκινήσει το δημοτικό σχολείο. Ο παππούς του, ο οποίος ήταν βετεράνος του πολέμου για την ανεξαρτησία της Τουρκίας, του κληροδότησε την αγάπη του για τον Κεμάλ Ατατούρκ. Έκανε σπουδές στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κερύνειας στην κατεχόμενη Κύπρο για δύο χρόνια και συνέχισε στο Τμήμα Διοίκησης και Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Κωνσταντινούπολης από το οποίο αποφοίτησε το 1994. Ήταν τερματοφύλακας στο Λύκειο Τραπεζούντας και συνέχισε με το ποδόσφαιρο και στην κατεχόμενη Κύπρο. Η οικογένειά του μετακόμισε το 1987 στην Κωνσταντινούπολη, ενώ ο ίδιος εργάστηκε στην οικογενειακή εταιρεία μέχρι το 2001. Παντρεύτηκε την Ντιλέκ Καγιά (Dilek Kaya) το 1995 και απέκτησε τρία παιδιά μαζί της.
Ενόσω ήταν στην κατεχόμενη Κύπρο είχε επηρεαστεί από τους σοσιαλδημοκράτες φίλους του στον αθλητικό όμιλο όπου συμμετείχε, και αφού επέστρεψε στην Τουρκία προσέγγισε το CHP στις αρχές του 2000. Έγινε πρόεδρος της Επαρχιακής Οργάνωσης Μπεϊλίκντουζου (Beyilikdüzü) του CHP και η πρώτη του εκλογική εμπειρία ήταν το δημοψήφισμα για την τροποποίηση του Συντάγματος το 2010. Το Μπεϊλίκντουζου ήταν η μόνη περιφέρεια στην Κωνσταντινούπολη όπου ο λαός ψήφισε κατά πλειοψηφία «όχι» και μάλιστα με ποσοστό 54%. Το 2014 εξελέγη δήμαρχος Μπεϊλίκντουζου με ποσοστό 50,8%. Τον Μάρτιο του 2019 το CHP τον υπέδειξε ως υποψήφιο δήμαρχο Κωνσταντινούπολης απέναντι στον Μπιναλί Γιλντιρίμ (Binali Yıldırım) του ΑΚΡ. Ο Εκρέμ Ιμάμογλου κέρδισε τις εκλογές με μικρή διαφορά, ωστόσο το ΑΚΡ άσκησε έφεση και ζήτησε επανακαταμέτρηση των ψήφων. Ο Εκμέρ Ιμάμογλου κέρδισε και στην επανακαταμέτρηση κι έτσι ανέλαβε καθήκοντα λαμβάνοντας εντολή από την Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή. Ωστόσο έπειτα από ένσταση του ΑΚΡ, η Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή ακύρωσε τις εκλογές και αποφάσισε την επανάληψή τους για τις 23 Ιουνίου 2019. Παρόλο που ο Εκρέμ Ιμάμογλου επέκρινε την ακύρωση των εκλογών, συμμετείχε κερδίζοντας τον αντίπαλό του με ακόμη μεγαλύτερη διαφορά. Τον Δεκέμβριο του 2020 υπήρξαν καταγγελίες ότι το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) ετοίμαζε απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Ο Δήμος Κωνσταντινούπολης επιβεβαίωσε το περιστατικό και αναφέρθηκε ότι ο αριθμός των φρουρών του αυξήθηκε, ωστόσο το αρνήθηκε η αστυνομική ασφάλεια Κωνσταντινούπολης.
Μετά τις δημοτικές εκλογές δικάστηκε με τον ισχυρισμό ότι χρησιμοποίησε τη λέξη «ηλίθιος» για τα μέλη της Ανώτατης Εκλογικής Επιτροπής. Τον Δεκέμβριο του 2022 το δικαστήριο τον καταδίκασε σε φυλάκιση 2 ετών, 7 μηνών και 15 ημερών και σε πολιτική απαγόρευση με την κατηγορία της «προσβολής δημοσίων λειτουργών». Η απόφαση ωστόσο δεν έχει οριστικοποιηθεί λόγω της προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο. Εντός του CHP είχε εκφραστεί η άποψη πως ο Εκρέμ Ιμάμογλου ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με μια απόφαση «πολιτικής απαγόρευσης», γι’ αυτό και αν ανακηρυσσόταν υποψήφιος για τις προεδρικές της 14ης Μαΐου, η αντιπολίτευση θα μπορούσε να μείνει τελικά χωρίς υποψήφιο, στην περίπτωση που το δικαστήριο επέσπευδε τη διαδικασία.
Μανσούρ Γιαβάς (Mansur Yavaş)
Ο σημερινός δήμαρχος Άγκυρας, ο οποίος είχε υποδειχθεί το 2019 ως υποψήφιος της Εθνικής Συμμαχίας της αντιπολίτευσης για τις δημοτικές εκλογές, θεωρείται από τους πιο πετυχημένους δημάρχους του CHP και ήταν ένα από τα φαβορί για τις υποψηφιότητες των προεδρικών εκλογών της 14ης Μαΐου. Τελικά όμως με την υπόδειξη του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ως υποψηφίου προέδρου της αντιπολίτευσης συμφωνήθηκε ο Μανσούρ Γιαβάς να καταλάβει τη θέση τού ενός εκ των 7 Αντιπροέδρων της νέας κυβέρνησης, στην περίπτωση που η αντιπολίτευση καταφέρει να κερδίσει την εξουσία.
Ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα στο Κόμμα Εθνικής Δράσης (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί και εξελέγη δήμαρχος του Μπεϊπαζαρί (Beypazarı) στις δημοτικές εκλογές του 1999 με ποσοστό 51%. Αυξάνοντας τις ψήφους του επανεξελέγη δήμαρχος Μπεϊπαζαρί το 2004 με 55%. Στις δημοτικές εκλογές του 2009 υποδείχθηκε υποψήφιος δήμαρχος Άγκυρας από το ΜΗΡ αλλά κατέλαβε την τρίτη θέση. Αποχώρησε από το MHP το 2013 και έπειτα από πρόσκληση του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου εντάχθηκε στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP). Το 2014 υποδείχθηκε ως υποψήφιος δήμαρχος Άγκυρας αλλά έχασε για μία μονάδα λαμβάνοντας το 43,8% των ψήφων. Το 2016 αποχώρησε από το CHP αλλά προσχώρησε ξανά στο κόμμα το 2018, υποδείχθηκε υποψήφιος δήμαρχος Άγκυρας για δεύτερη φορά το 2019 και κέρδισε με 50,9%. Θεωρήθηκε μεγάλη νίκη καθώς ήταν η πρώτη φορά που έχασε το ΑΚΡ έπειτα από δύο και πλέον δεκαετίες.
Είναι παντρεμένος με την Νουρσέν Γιαβάς (Nursen Yavaş) και έχουν δύο κόρες.
Ιμπραχίμ Καλίν (Ibrahim Kalın)
Από τους πιο στενούς συμβούλους του τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος είχε πει «όταν μιλάει ο Καλίν, είναι σαν να μιλάω εγώ», υπηρετεί ως εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας από το 2014 και ως αντιπρόεδρος του προεδρικού συμβουλίου ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής και επικεφαλής σύμβουλος της προεδρίας από το 2018.
Γεννήθηκε το 1971 στο Ερζουρούμ, τελείωσε το Τμήμα Γραμμάτων και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κωνσταντινούπολης το 1992 και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στη Μαλαισία. Έκανε διδακτορικό στις ανθρωπιστικές επιστήμες και τη συγκριτική φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο George Washington το 2002. Ήταν διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Holy Cross της Μασαχουσέτης πριν επιστρέψει στην Τουρκία όπου έχει δώσει διαλέξεις για την ισλαμική σκέψη και τις σχέσεις Ισλάμ – Δύσης. Εξέδωσε βιβλίο με τίτλο «Ισλάμ και Δύση» το 2007 για το οποίο βραβεύτηκε από την Ένωση Συγγραφέων Τουρκίας.
To 2009 διορίστηκε επικεφαλής σύμβουλος του τούρκου Πρωθυπουργού αρμόδιος για την εξωτερική πολιτική. Όταν ο Ταγίπ Ερντογάν έγινε Πρόεδρος, τον διόρισε αναπληρωτή γενικό γραμματέα της προεδρίας. Το 2014 έλαβε τον τίτλο του Πρέσβη και διορίστηκε εκπρόσωπος της προεδρίας.
Είναι παντρεμένος και έχει τρία παιδιά. Έχει στενό ενδιαφέρον για την τέχνη και τη μουσική. Παίζει κιθάρα και μπαγλαμά από το γυμνάσιο.
Χουλουσί Ακάρ (Hulusi Akar)
Ο πρώην αρχηγός του ΓΕΕΘΑ και νυν Υπουργός Άμυνας θεωρείται ο πλέον μετριοπαθής πολιτικός στην κυβέρνηση Ερντογάν και έχει τις πιο συχνές επαφές με τις Βρυξέλλες και τη Δύση.
Γεννήθηκε στην Καισάρεια τον Μάρτιο του 1952, ολοκλήρωσε τη Στρατιωτική Ακαδημία και τη Σχολή Πεζικού, αποφοίτησε από την Ακαδημία Ενόπλων Δυνάμεων και το Κολέγιο Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ το 1987. Προήχθη σε ταξίαρχο το 1998, σε υποστράτηγο το 2002 και σε αντιστράτηγο το 2007. Το 2011 πήρε τον βαθμό του στρατηγού και το 2013 διορίστηκε διοικητής Χερσαίων Δυνάμεων, έπειτα από τις συλλήψεις υψηλόβαθμων στρατιωτικών – που βρίσκονταν σε υψηλότερες βαθμίδες από εκείνον – στις υποθέσεις Εργκένεκον και Βαριοπούλα.
Αρχηγός ΓΕΕΘΑ διορίστηκε τον Αύγουστο του 2015 και πραγματοποίησε την πρώτη του επίσκεψη στην Αεροπορική Βάση Ιντζιρλίκ. Την ίδια χρονιά, στη Στρατιωτική Επιτροπή του ΝΑΤΟ κατηγόρησε τις δυνάμεις της Συμμαχίας ότι συνεργάζονται με το PYD (το παρακλάδι του PKK στη Συρία, το οποίο η Τουρκία θεωρεί ότι είναι τρομοκρατική οργάνωση) κατά του ISIS.
Κατά τη διάρκεια της απόπειρας πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου, 2016 ο Χουλουσί Ακάρ συνελήφθη και μεταφέρθηκε στη βάση Ακιντζί όπου κρατήθηκε από τους στρατιωτικούς που επιχείρησαν το πραξικόπημα. Όπως ο ίδιος δήλωσε αργότερα, τον σημάδεψαν με όπλα στο κεφάλι, του ζήτησαν να τεθεί επικεφαλής του πραξικοπήματος αλλά αρνήθηκε. Τον μετέφεραν στη συνέχεια στη βάση Ακιντζί και του ζήτησαν να υπογράψει δύο σελίδες του μανιφέστου των πραξικοπηματιών αλλά και πάλι αρνήθηκε. Την επομένη του πραξικοπήματος μαζί με τον υποστράτηγο Μεχμέτ Ντισλί (Μehmet Disli) – ο οποίος αργότερα κατηγορήθηκε για συμμετοχή στο πραξικόπημα – πήγαν στην πρωθυπουργική κατοικία Τσάνκαγια με ελικόπτερο που απογειώθηκε από τη βάση Ακιντζί. Ωστόσο μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, ο τούρκος Πρόεδρος δήλωσε ότι «το άλογο δεν μπορεί να αλλάξει την ώρα που περνάει το ρέμα», λέγοντας ότι ο Χουλουσί Ακάρ συνεχίζει τα καθήκοντά του. Ξεκίνησε η εκκαθάριση μέσα στον στρατό και ο Χουλουσί Ακάρ δήλωσε στις 30 Αυγούστου 2019 ότι 17.498 στελέχη απολύθηκαν από τον στρατό ως ύποπτοι για συμμετοχή στο Κίνημα Γκιουλέν που θεωρήθηκε ότι βρισκόταν πίσω από το πραξικόπημα.
Έπειτα από την απόπειρα πραξικοπήματος, ο τουρκικός στρατός επενέβη στη Συρία ξεκινώντας την επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη, της οποίας ηγήθηκε ο Χουλουσί Ακάρ από το Αρχηγείο του Γενικού Επιτελείου. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως αρχηγού ΓΕΕΘΑ πραγματοποιήθηκαν και άλλες επιχειρήσεις πέραν των συνόρων της Τουρκίας στη Συρία, όπως η Επιχείρηση Κλάδος Ελαίας και η Επιχείρηση Ίντλιμπ.
Τον Ιούλιο του 2018 ο Ταγίπ Ερντογάν τον διόρισε Υπουργό Άμυνας. Είναι παντρεμένος με τη διαιτολόγο Σουλέ Ακάρ και έχουν δύο παιδιά.
Σουλεϊμάν Σοϊλού (Süleyman Soylu)
Από τον Αύγουστο του 2016 που διορίστηκε Υπουργός Εσωτερικών από τον τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, ο Σουλεϊμάν Σοϊλού αισθάνεται ισχυρός έχοντας κυρίως τη στήριξη του Κόμματος Εθνικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Έχει επίσης τόσο φανατικούς υποστηρικτές που όταν είχε υποβάλει την παραίτησή του στον Ταγίπ Ερντογάν τον Απρίλιο του 2020 υπήρξε μεγάλο κύμα αντιδράσεων, μέχρι και απειλές για απόπειρες αυτοκτονίας. Βρέθηκε σε μεγάλη αντιπαράθεση με τον γαμπρό του τούρκου Προέδρου Μπεράτ Αλμπαϊράκ (Berat Albayrak), ωστόσο τελικά οδηγήθηκε σε παραίτηση ο γαμπρός του Ταγίπ Ερντογάν τον Νοέμβριο του 2020 και εκείνος εξακολουθεί να είναι στη θέση του εδραιώνοντας ακόμη περισσότερό την ισχύ του όσο περνά ο καιρός.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1969 και ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στο Χρηματιστήριο Κωνσταντινούπολης το 1990. Εντάχθηκε στο Κόμμα του Ορθού Δρόμου της Τανσού Τσιλέρ (Tansu Çiller) και διορίστηκε σε σημαντικές θέσεις στο κόμμα, έχοντας γίνει ένας από τους προστατευομένους της. Έπειτα από τη συνένωση του Κόμματος του Ορθού Δρόμου με το Κόμμα της Μητέρας Πατρίδας (Anavatan Partisi) πριν από τις γενικές εκλογές του 2007 και την αποτυχία του νεοϊδρυθέντος Δημοκρατικού Κόμματος (Demokrat Partisi) να περάσει το εκλογικό όριο και να μπει στην βουλή, ο Σουλεϊμάν Σοϊλού εξελέγη πρόεδρος του κόμματος. Παραιτήθηκε από την προεδρία όταν απέτυχε στις δημοτικές εκλογές του 2009 να λάβει, όπως είχε υποσχεθεί, υψηλότερα ποσοστά για το κόμμα του από εκείνα των προηγούμενων εκλογών. Την ίδια περίοδο κατηγορήθηκε ότι διατηρούσε στενές σχέσεις με τη θρησκευτική κοινότητα του Φετουλάχ Γκιουλέν (Fethullah Gülen) και ότι η εφημερίδα «Ζαμάν» (Zaman), η οποία ήταν όργανο των γκιουλενιστών, τον είχε στηρίξει στις εκλογές του Δημοκρατικού Κόμματος.
Τελικά αποβλήθηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα επειδή στήριξε την πρόταση της κυβέρνησης για τροποποίηση του Συντάγματος κατά το δημοψήφισμα της 12ης Σεπτέμβριου 2010 με περιοδείες του σε όλη τη χώρα.
Παρόλο που στο παρελθόν είχε ασκήσει μεγάλη κριτική εναντίον της κυβέρνησης και κατηγόρησε το ΑΚΡ για διαφθορά, τον Σεπτέμβριο του 2012 εντάχθηκε στο κυβερνών κόμμα έπειτα από πρόσκληση του Ταγίπ Ερντογάν. Στις γενικές εκλογές Νοεμβρίου 2015 εξελέγη βουλευτής Τραπεζούντας. Διορίστηκε Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων στην κυβέρνηση Νταβούτογλου. Έπειτα από την παραίτηση Νταβούτογλου διορίστηκε Υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Μπιναλί Γιλντιρίμ. Ορισμένοι κύκλοι σχολίαζαν ότι διορίστηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών λόγω της στάσης του εναντίον της οργάνωσης Γκιουλέν (FETÖ) με τη συμμετοχή του στις διαδηλώσεις κατά της απόπειρας πραξικοπήματος αλλά και της στάσης του ενάντια στο ΡΚΚ. Από τις πρώτες πράξεις του ήταν να διορίσει, σε 28 δήμους στην νοτιοανατολική Τουρκία, «επιτρόπους» στη θέση των δημάρχων του φιλοκουρδικού κόμματος HDP. «Η διοίκηση 28 δήμων θα συνεχίσει όχι με οδηγίες από το Καντίλ (ΡΚΚ) αλλά με τη διοίκηση των ανθρώπων που στην καρδιά τους έχουν αυτή τη σημαία της ημισελήνου», είπε. Από τη θέση του Υπουργού Εσωτερικών υπέβαλε την παραίτησή του τον Απρίλιο του 2020 λόγω αντιδράσεων που προκάλεσε η κακή διαχείριση με τη συσσώρευση πολιτών στις αγορές επί πανδημίας COVID-19, ωστόσο η παραίτησή του δεν έγινε αποδεχτή.
Το 2021 έγινε στόχος του μαφιόζου Σεντάτ Πέκερ (Sedat Peker), ο οποίος με βίντεο που κυκλοφόρησε κατηγόρησε τον Σουλεϊμάν Σοϊλού ότι πίεσε τον διευθυντή των φυλακών Σιλίβρι να απελευθερώσει έναν ύποπτο και ως εκ τούτου ο διευθυντής αυτοκτόνησε. Ο Σουλεϊμάν Σοϊλού μέσω Τουίτερ απάντησε ότι πρόκειται για ψευδείς ισχυρισμούς και συκοφαντίες.
Μεβλούτ Τσαβούσογλου (Mevlüt Çavuşoğlu)
Στενός συνεργάτης του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος διατηρεί τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών εδώ και εννέα χρόνια, παρόλο που το όνομά του ακούστηκε πολλές φορές στα σενάρια ανασχηματισμού. Είναι ο μακροβιότερος Υπουργός Εξωτερικών μετά το 1946 που η Τουρκία απέκτησε πολυκομματικό σύστημα και ακολουθεί πιστά την εξωτερική πολιτική που ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χαράζει, χωρίς να έχει έρθει ποτέ σε σύγκρουση με τον ηγέτη του κόμματός του. Είναι γνωστός για την εργατικότητά του και την αγάπη του για την Αλάνια, όπου γεννήθηκε.
Όταν τον Νοέμβριο του 2015 διορίστηκε Υπουργός Εξωτερικών από τον τότε Πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου, ήταν από τα νεότερα στελέχη της κυβέρνησης σε ηλικία 46 ετών. Προηγουμένως είχε διατελέσει επίσης Υπουργός Εξωτερικών από τον Αύγουστο του 2014 μέχρι τον Αύγουστο του 2015. Πριν από τον διορισμό του ως επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, διατηρούσε το χαρτοφυλάκιο των Ευρωπαϊκών Υποθέσεων.
Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου είναι ένθερμος υποστηρικτής της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας ωστόσο ακολουθεί πάντα τον Τούρκο Πρόεδρο στην κριτική του απέναντι στην ΕΕ αλλά και τη Δύση, κατηγορώντας τους για δύο μέτρα και δύο σταθμά. Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου ακολούθησε τον Ταγίπ Ερντογάν και όταν αμφισβήτησε την Συνθήκη της Λωζάνης και όταν ακόμη απείλησε την Ελλάδα με το «θα έρθουμε ένα βράδυ ξαφνικά». Από τις αρχές του 2023 μετά τον σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου ξεκίνησε η περίοδος καλού κλίματος με την Ελλάδα, την οποία ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου σε γενικές γραμμές τηρεί.
Γεννήθηκε στην Αλάνια τον Φεβρουάριο του 1968 και του αρέσει να ασχολείται με το κτήμα του, όπου συχνά φιλοξενεί και συναδέλφους του από άλλες χώρες. Αποφοίτησε από το τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Άγκυρας το 1988 και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στα οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Λονγκ Άιλαντ στις ΗΠΑ το 1991. Ξεκίνησε διδακτορικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Bilkent της Αγκυρας τις οποίες δεν ολοκλήρωσε ποτέ.
Είναι ιδρυτικό μέλος του ΑΚΡ, εξελέγη βουλευτής το 2002, 2007, 2011 και 2015. Υπηρέτησε ως «αντιπρόεδρος εξωτερικών υποθέσεων» στο κόμμα του, ενώ το 2010 εξελέγη Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης. Υπουργός διορίστηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2013 στο Υπουργείο Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, έπειτα από την αποχώρηση του Έγκεμεν Μπαγίς (Egemen Bağış). Τον Νοέμβριο του 2015 ανέλαβε ΥΠΕΞ στην κυβέρνηση του Αχμέτ Νταβούτογλου, θέση που διατηρεί μέχρι σήμερα.
Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου είναι παντρεμένος με ένα παιδί και μιλά άπταιστα αγγλικά, μεσαίου επιπέδου ιαπωνικά, ρωσικά και γερμανικά.
Αχμέτ Νταβούτογλου (Ahmet Davutoğlu)
Ο ισλαμιστής καθηγητής συνασπίστηκε μαζί με τα πέντε ετερόκλητα κόμματα της αντιπολίτευσης με στόχο να απομακρύνουν τον Ταγίπ Ερντογάν από την εξουσία, παρόλο που τα πρώτα χρόνια της πολιτικής του καριέρας ήταν ο πιο στενός συνεργάτης του τούρκου Προέδρου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Τελικά όμως συγκρούστηκαν και ο Αχμέτ Νταβούτογλου παραιτήθηκε από Πρωθυπουργός τον Μάιο του 2016 και τρία χρόνια αργότερα ίδρυσε το Κόμμα του Μέλλοντος (Gelecek Partisi).
Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1959 στο Ικόνιο, σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου, ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στο ίδιο πανεπιστήμιο και το διδακτορικό του στις Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνείς Σχέσεις. Εργάστηκε ως επίκουρος καθηγητής στο Διεθνές Ισλαμικό Πανεπιστήμιο της Μαλαισίας, ως αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου του Μαρμαρά όπου έγινε στη συνέχεια καθηγητής.
Μεταξύ 2003 και 2009 υπηρέτησε ως σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής των Ταγίπ Ερντογάν και Αμπντουλάχ Γκιουλ, οι οποίοι ήταν οι Πρωθυπουργοί της εποχής εκείνης. Στις γενικές εκλογές του 2011 μπήκε στη βουλή για πρώτη φορά και επανεξελέγη τον Ιούνιο του 2015 και τον Νοέμβριο του 2015. Τον Αύγουστο του 2014, όταν ο Ταγίπ Ερντογάν ανέλαβε την προεδρία της χώρας, εξελέγη πρόεδρος του ΑΚΡ και ανέλαβε καθήκοντα Πρωθυπουργού ένα μήνα αργότερα, σχηματίζοντας τη νέα κυβέρνηση.
Εγραψε πολλά άρθρα στη «Γενί Σαφάκ» (Yeni Şafak) καθώς και το βιβλίο «Στρατηγικό Βάθος» (Stratejik Derinlik). Ειδικοί αναλυτές εκτιμούν ότι ονειρεύεται μια εξωτερική πολιτική βασισμένη στον πανισλαμισμό και την άποψη ότι το Ισλάμ αποτελεί ενοποιητική δύναμη στη Μέση Ανατολή. Ταυτόχρονα ωστόσο υπερασπίζεται την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη φιλοδυτική πολιτική της χώρας ως μέλους του ΝΑΤΟ. Ανέπτυξε την πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες και μαζί με τον Ταγίπ Ερντογάν συμπεριλήφθηκαν στη λίστα των Top 100 Global Thinkers του περιοδικού «Foreign Policy» το 2011.
Έπειτα από τις εκλογές του Ιουνίου 2015 δεν κατάφερε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, γι’ αυτό και επαναλήφθηκαν οι εκλογές τον Νοέμβριο του 2015, οπότε έλαβε τον υψηλότερο αριθμό ψήφων στην ιστορία του ΑΚΡ (49,5%). Σχημάτισε κυβέρνηση και συνέχισε τα καθήκοντά του ως Πρωθυπουργός. Στη θέση αυτή έμεινε μόνο για έξι μήνες καθότι ήρθε σε σύγκρουση με τον Ταγίπ Ερντογάν και παραιτήθηκε από Πρωθυπουργός στις 22 Μαΐου 2016. Η παραίτησή του ανακοινώθηκε από την τουρκική προεδρία. Τον Δεκέμβριο του 2019 ίδρυσε το Κόμμα του Μέλλοντος, το οποίο οι δημοσκοπήσεις δείχνουν στο 1% – 2%. Είναι παντρεμένος με τη Σαρέ Νταβούτογλου (Sare Davutoğlu) και έχει πέντε παιδιά. Μιλάει απταίστως αγγλικά, γερμανικά, μαλαισιανά και αραβικά.
Αλί Μπαμπατζάν (Ali Babacan)
Ο γνωστός ως «τσάρος της οικονομίας», πρώην βασικό στέλεχος των κυβερνήσεων Ερντογάν και νυν ηγέτης του μικρού Κόμματος Δημοκρατίας και Προόδου (DEVA), συμμετέχει στην Εθνική Συμμαχία της αντιπολίτευσης των έξι κομμάτων με στόχο την απομάκρυνση του Ταγίπ Ερντογάν από την εξουσία και την επιστροφή στο κοινοβουλευτικό σύστημα.
Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1967 στην Άγκυρα, αποφοίτησε από τον Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής, κέρδισε υποτροφία Fulbright το 1990 και πήγε στις ΗΠΑ για σπουδές. Έκανε το μεταπτυχιακό του στο Kellogg School of Management στο Northwestern University στο Σικάγο, όπου ειδικεύτηκε στο Μάρκετινγκ και τη Διεθνή Διοίκηση Επιχειρήσεων. Ήταν από τα ιδρυτικά στελέχη του ΑΚΡ και διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών και Οικονομίας της Τουρκίας για 13 χρόνια, μεταξύ 2002 και 2015. Εξελέγη 4 φορές βουλευτής και υπηρέτησε ως επικεφαλής διαπραγματευτής της Τουρκίας με την ΕΕ μεταξύ 2005 και 2009. Από το 2009 μέχρι τον Αύγουστο του 2015 διετέλεσε Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αρμόδιος για την οικονομία. Κατά τη διάρκεια της υπουργίας του ανέλαβε το έργο της διαχείρισης του προγράμματος οικονομικής μεταρρύθμισης που υποστηρίζεται από δάνεια δισεκατομμυρίων δολαρίων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Την περίοδο εκείνη η τουρκική οικονομία κατέγραψε αξιοσημείωτη ανάκαμψη ύστερα από δύο σοβαρές κρίσεις. Παραιτήθηκε από το ΑΚΡ τον Ιούλιο του 2019, λόγω σύγκρουσής του με τον Ταγίπ Ερντογάν στα θέματα οικονομίας. Η πρώτη τους σύγκρουση, όπως αποκάλυψε ο ίδιος, ήταν το 2009 με την πρότασή του να υιοθετηθούν δημοσιονομικές πολιτικές που τηρούν τους δημοσιονομικούς κανόνες, η οποία απορρίφθηκε από τον Ταγίπ Ερντογάν. «Δεν υπάρχει ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα ΔΝΤ εντός μας», του είχε απαντήσει ο Ταγίπ Ερντογάν. Πρόσφατα, σε συνέντευξή του στον γνωστό δημοσιογράφο Τζουνέιντ Οζντεμίρ (Cüneyt Özdemir), ο Αλί Μπαμπατζάν δήλωσε: «Κάναμε καλή δουλειά μέχρι το 2012 και το 2013, αλλά μετά άρχισε η επιδείνωση. Πρώτα πρώτα η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού άρχισε να χειροτερεύει. Στην αρχή πιο έντιμοι άνθρωποι βρίσκονταν στον μηχανισμό λήψης αποφάσεων, αλλά στη συνέχεια άρχισαν να μπαίνουν στο σύστημα άτομα με διαφορετικούς στόχους». Είπε ότι αρχικά οι αποφάσεις λαμβάνονταν σε επίπεδο αντιπροσωπειών, στη συνέχεια ωστόσο άρχισαν να λαμβάνονται από μια μικρή ομάδα ή και από ένα άτομο. «Αν διοικείτε μια τέτοια χώρα, αυτό μπορεί να γίνει μόνο με κοινό νου και συμμετοχική δημοκρατία», ανέφερε. Τον Μάρτιο του 2020 ίδρυσε το DEVA και εξελέγη πρόεδρός του. Είναι παντρεμένος με την Ουλκιού Ζεϊνέπ Μπαμπατζάν (Ülkü Zeynep Babacan) και έχουν τρία παιδιά. Μιλά απταίστως αγγλικά.
Τεμέλ Καραμολάογλου (Temel Karamollaoğlu)
Ο ηγέτης του ισλαμικού Κόμματος Ευδαιμονίας (Saadet Partisi), το οποίο ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 2001, συμμετέχει στο «τραπέζι των 6» που αποτελεί την Εθνική Συμμαχία της αντιπολίτευσης ενάντια στον Ταγίπ Ερντογάν.
Γεννήθηκε στο Καχραμάνμαρας, τον Ιούνιο του 1941, έκανε σπουδές στο Τμήμα Μηχανικών του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ το 1960 και ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα το 1977 ως βουλευτής Σίβας στο Κόμμα Εθνικής Σωτηρίας (Milli Selamet Partisi) του ισλαμιστή ηγέτη Νετζμετίν Ερμπακάν (Necmettin Erbakan), ο οποίος ήταν και ο πνευματικός του πατέρας. Ακολούθησε τον Νετζμεντίν Ερμπακάν στο Κόμμα Ευημερίας (Refah Partisi) και στο Κόμμα της Αρετής (Fazilet Partisi). Ασπάστηκε την ιδεολογία του «Εθνικού Οράματος» (Milli Görüş) όπως την ανέπτυξε ο Νετζμετίν Ερμπακάν υποστηρίζοντας τη συνεργασία των μουσουλμανικών κρατών ενάντια στην κυριαρχία των Αμερικανών και τάσσεται εναντίον της συμμετοχής στη «χριστιανική Ευρώπη».
Ο Τεμέλ Καραμολάογλου διετέλεσε δήμαρχος Σίβας και μάλιστα είχε επικριθεί τότε για τη αμφιλεγόμενη στάση του κατά τη Σφαγή στο Σίβας τον Ιούλιο του 1993, όταν μια ριζοσπαστική ισλαμική ομάδα πυρπόλησε το ξενοδοχείο Madimak όπου είχαν συγκεντρωθεί Τούρκοι συγγραφείς, ποιητές και διανοούμενοι με αποτέλεσμα 37 να καούν ζωντανοί. Ο Τεμέλ Καραμολάογλου είχε πάει κοντά στους επιτιθέμενους, οι οποίοι τον υποδέχθηκαν με το σύνθημα «Μουτζαχετίν Τεμέλ» και τους είπε να απαγγείλουν το «Ελ φατιχά» (ισλαμική προσευχή). Χρόνια αργότερα σε συνέντευξή του είπε πως ο στόχος του ήταν να ηρεμήσει τους επιτιθέμενους. «Αν κάποιος άλλος ήταν δήμαρχος θα του έδιναν και μετάλλιο για τις προσπάθειές του να σταματήσει το πλήθος», είχε δηλώσει τότε.
Όταν η λειτουργία του Κόμματος Αρετής του Νετζμετίν Ερμπακάν παύθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο με το αιτιολογικό ότι παραβίαζε άρθρα του Συντάγματος που αφορούν την κοσμικότητα του κράτους, η μετριοπαθής μεταρρυθμιστική πτέρυγα υπό τον Ταγίπ Ερντογάν ίδρυσε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ). Αντίθετα ο Τεμέλ Καραμολάογλου ακολούθησε τον σκληροπυρηνικό Ρετζάι Κιουτάν (Recai Kutan), ο οποίος ίδρυσε το Κόμμα Ευδαιμονίας (Saadet Partisi). Τον Οκτώβριο του 2016 έγινε ο ίδιος πρόεδρος του κόμματος και επανεξελέγη τον Νοέμβριο του 2019. Στις προεδρικές εκλογές του 2018 ήταν υποψήφιος πρόεδρος απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν και έλαβε 0,89%.
Είναι παντρεμένος με τη βρετανικής καταγωγής Αϊσέ Γιασεμίν Καραμολάογλου (Ayşe Yasemin Karamollaoğlu) με την οποία έχουν 5 παιδιά. Μιλά άπταιστα αγγλικά.
Γκιουλτεκίν Ουισάλ (Gültekin Uysal)
Ο ηγέτης του μικρού Δημοκρατικού Κόμματος (Demokrat Partisi) συμμετέχει επίσης στο «τραπέζι των 6» της Εθνικής Συμμαχίας της αντιπολίτευσης και διεκδικεί τη θέση του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης στην περίπτωση που ο υποψήφιός της Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου κερδίσει τις προεδρικές εκλογές.
Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1976 στο Αφιονκαραχισάρ, ξεκίνησε σπουδές Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον στις ΗΠΑ και τις ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο Bilkent στην Τουρκία. Ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα το 2003 ως επαρχιακός πρόεδρος του Κόμματος του Ορθού Δρόμου στο Αφιονκαραχισάρ, ακολουθώντας τα χνάρια του παππού και του θείου του. Συνέχισε την πολιτική του πορεία στο Δημοκρατικό Κόμμα που ιδρύθηκε το 2007 ως συνέχεια του Κόμματος του Ορθού Δρόμου. Το 2012 εξελέγη αρχηγός του κόμματος. Μια από τις σημαντικές του εργασίες ήταν η έκθεση που ανακοίνωσε με στοιχεία για τις δραστηριότητες και τις επιδόσεις των βουλευτών, δηλώνοντας ότι το πολιτικό σύστημα στην Τουρκία πρέπει να αλλάξει. Στις γενικές εκλογές του 2018 το κόμμα του έλαβε μέρος στις εκλογές μέσα από τις λίστες του Καλού Κόμματος της Μεράλ Ακσενέρ και ο ίδιος εξελέγη βουλευτής. Είναι παντρεμένος με τη Χατιτζέ Ουισάλ (Hatice Uysal) και έχουν δύο παιδιά, μιλάει αγγλικά.
Ουνάλ Τσεβίκοζ (Ünal Çevıköz)
Ο πρώην διπλωμάτης, ο οποίος δραστηριοποιείται με το Ρεπουπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) από το 2015 ως αρμόδιος για τις εξωτερικές σχέσεις στο κόμμα του, θεωρούνταν μέχρι πρόσφατα ένας εκ των φαβορί για τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών στην περίπτωση που κερδίσει τις προεδρικές εκλογές ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό «Politico», δήλωσε για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ότι «ανοίγεται νέος ορίζοντας για τις δύο χώρες έπειτα από τις εκλογές».
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Νοέμβριο του 1952, αποφοίτησε από το Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου στην Κωνσταντινούπολη το 1978 και άρχισε να εργάζεται στο τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών. Το 1993 ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό στου στις Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών. Άφησε τη θέση του στο Υπουργείο Εξωτερικών το 1989 και άρχισε να εργάζεται ως αξιωματούχος του ΝΑΤΟ, αρχικά στη Διεύθυνση Οικονομικών και στη συνέχεια στην Πολιτική Διεύθυνση. Το 1994 ίδρυσε το Γραφείο Πληροφοριών του ΝΑΤΟ στη Μόσχα. Επέστρεψε στο Υπουργείο Εξωτερικών το 1997 και έπαιξε σημαντικό ρόλο στις προσπάθειες για εξομάλυνση των σχέσεων Τουρκίας – Αρμενίας το 1998. Διορίστηκε Πρέσβης στο Αζερμπαϊτζάν το 2001 και Πρέσβης στο Ιράκ το 2004. Γλίτωσε από απόπειρα δολοφονίας του στη Βαγδάτη το 2006. Από το 2007 έως το 2010 διετέλεσε Αναπληρωτής Υφυπουργός Εξωτερικών και το 2010 διορίστηκε Πρέσβης στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το 2013 εξελέγη Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης (2013 – 2015) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού. Υπηρέτησε ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Kadir Has μεταξύ 2014 – 2018.
Η πολιτική του καριέρα ξεκίνησε το 2015 ως σύμβουλος εξωτερικών σχέσεων του προέδρου της Επαρχιακής Οργάνωσης Κωνσταντινούπολης του CHP Μουράτ Καράγιαλτσιν (Murat Karayalçın). Βουλευτής εκλέχθηκε για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2018 και διορίστηκε αρμόδιος για τις εξωτερικές σχέσεις του κόμματος το 2020. Είναι επίσης Αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εναρμόνισης με την ΕΕ.
Είναι παντρεμένος με την Εμέλ Τσεβικόζ (Emel Çeviköz) και έχουν δύο παιδιά. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά, γερμανικά και ιταλικά.
Σελαχατίν Ντεμιρτάς (Selahattin Demirtaş)
Ο πρώην ηγέτης του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), ο οποίος είναι στη φυλακή από τον Νοέμβριο του 2016, εξέφρασε ανοιχτά την υποστήριξή του στον υποψήφιο του αντιπολιτευτικού μετώπου Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου πριν ακόμη το HDP αποφασίσει να μην κατεβάσει υποψήφιο στις 14 Μαΐου. Στελέχη του CHP δήλωσαν πως αν εκλεγεί ο υποψήφιος του μετώπου της αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, τότε ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς θα αποφυλακιστεί.
Γεννήθηκε το 1973 στο Ελαζίγ, με ζαζαϊκή κουρδική καταγωγή. Εγκαταστάθηκε στο Ντιγιάρμπακιρ σε νεαρή ηλικία. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Άγκυρας. Από το 2000 εργάστηκε σε πολλές υποθέσεις παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το 2004 έγινε πρόεδρος της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (IHD) με έδρα την Άγκυρα. To 2006 η εισαγγελία Ντιγιάρμπακιρ ξεκίνησε έρευνα εναντίον του επειδή δήλωσε για τον φυλακισμένο ηγέτη του ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτζαλάν (Abdullah Öcalan) ότι «πρέπει να αξιολογηθεί ο ρόλος του στη λύση του Κουρδικού». Αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστεί σε έναν χρόνο φυλάκισης με αναστολή για 5 χρόνια. Το 2007 εξελέγη ανεξάρτητος βουλευτής του Ντιγιάρμπακιρ για πρώτη φορά. Μόλις στα 34 του χρόνια, διορίστηκε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του φιλοκουρδικού Δημοκρατικού Κοινωνικού Κόμματος (Demokrat Türkiye Partisi – DTP). Με το κλείσιμο του DTP το 2009 από το Συνταγματικό Δικαστήριο, συμμετείχε στο νεοϊδρυθέν Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας (BDP), του οποίου εξελέγη πρόεδρος τον Φεβρουάριο του 2010 καθότι στους ιδρυτές του είχε επιβληθεί 5ετής πολιτική απαγόρευση. Το 2011 εξελέγη βουλευτής στο Χακάρι. Το 2012 μετακινήθηκε μαζί με τα στελέχη του BDP στο Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) στοχεύοντας σε έναν ευρύτερο πολιτικό σχηματισμό. Τον Ιούνιο του 2014 εξελέγη συμπρόεδρος μαζί με τη Φιγκέν Γιουσκεκντάγ (Figen Yuksekdağ). Ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς συμμετείχε και στην αντιπροσωπεία που διεξήγαγε για λίγο διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο διαδικασίας λύσης που διεξήχθησαν με τον ηγέτη του ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτζαλάν στο Ιμράλι.
Ήταν επίσης υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2014 και κατέλαβε την τρίτη θέση με ποσοστό 9,76%. Τράβηξε την προσοχή με τον τρόπο που έπαιζε μπαγλαμά κατά την προεδρική του υποψηφιότητα το 2014, ποζάροντας με κίτρινες πλαστικές παντόφλες στα πόδια σε ένα σπίτι στο οποίο μπήκε κατά την επίσκεψή του σε χωριό και τις χιουμοριστικές του εξόδους.
Πριν από τις εκλογές του Ιουνίου 2015, το HDP αποφάσισε να μπει στις εκλογές ως κόμμα αντί να συμμετάσχει με ανεξάρτητους υποψηφίους και υιοθέτησε έναν αριστερό λόγο που έδινε έμφαση στα δικαιώματα όχι μόνο των Κούρδων, αλλά και των γυναικών, των εργαζομένων, των μειονοτήτων και των LGBT. Με τις εκλογές του Ιουνίου, όπου το HDP πέρασε το εκλογικό όριο, το AKP έχασε την πλειοψηφία του στη βουλή. Έγινε ο ηγέτης που έβαλε το φιλοκουρδικό κόμμα για πρώτη φορά στη βουλή ξεπερνώντας το εκλογικό όριο του 10%. Ο δυτικός Τύπος άρχισε να τον προσέχει και να τον αποκαλεί ο «κούρδος Ομπάμα».
Το HDP κατάφερε να εισέλθει στο κοινοβούλιο παρά την πτώση των ψήφων και στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2015 που ακολούθησαν. Στο διάστημα μεταξύ των δύο εκλογών, η ειρηνευτική διαδικασία έφτασε στο τέλος της.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 2015, μια ομάδα βουλευτών ξεκίνησε πορεία από το Ντιγιαρμπακίρ, όπου η απαγόρευση κυκλοφορίας και οι επιχειρήσεις συνεχίζονταν, προς το Cizre, μέσω της συνοικίας Midyat του Mardin. Ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς την ονόμασε «Πορεία Ειρήνης» και δήλωσε πως στόχος τους ήταν να τερματίσουν τη σύγκρουση και την αναταραχή στο Cizre. Μαζί με τη συμπρόεδρο του HDP Figen Yuksekdağ και εννέα βουλευτές του κόμματός κατηγορήθηκαν για «σύσταση οργάνωσης με σκοπό τη διάπραξη εγκλήματος», «ως μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης» και «ως μέλος ένοπλης οργάνωσης». Συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές Αδριανούπολης όπου κρατείται ακόμη. Ζητήθηκε ποινή φυλάκισης έως και 142 ετών. Παρουσιάστηκε ενώπιον του δικαστή 460 ημέρες μετά τη σύλληψή του. Η υπεράσπισή του κράτησε τρεις μέρες. Κατά την υπεράσπισή του είπε ότι στον φάκελό του υπήρχαν ψευδή και κατασκευασμένα στοιχεία και κατηγόρησε την Κοινότητα Φετουλάχ Γκιουλέν για συνωμοσία.
Προτάθηκε για δεύτερη φορά για την προεδρία το 2014 από το κόμμα του HDP. Έτσι, ο Ντεμιρτάς έγινε το πρώτο και μοναδικό πρόσωπο που έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος από τη φυλακή στην ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας. Έχει δεχθεί απειλές λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας και στις 22 Νοεμβρίου του 2015 επέζησε απόπειρας δολοφονίας.
Είναι παντρεμένος με τη Μασάκ Ντεμιρτάς (Başak Demirtaş) και είναι πατέρας δύο κοριτσιών.
Τζανάν Καφταντζίογλου (Canan Kaftancioglu)
Η επαρχιακή πρόεδρος Κωνσταντινούπολης του Ρεπουπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) είναι μια ισχυρή προσωπικότητα στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προώθηση της υποψηφιότητας του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση ακόμη και με τον δήμαρχο Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου για να αποτρέψει τη δική του υποψηφιότητα για την προεδρία. Ωστόσο ο Εκρέμ Ιμάμογλου οφείλει και εκείνος κατά πολύ την επιτυχή προεκλογική του εκστρατεία για τη δημαρχία Κωνσταντινούπολης στην Τζανάν Καφταντζίογλου.
Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1972 στο Όρντου και αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή Κωνσταντινούπολης το 1995. Μεταξύ 2011 και 2012 υπηρέτησε ως αντιπρόεδρος της Επαρχιακής Κωνσταντινούπολης, το 2014 ήταν υποψήφιος δήμαρχος Μάλτεπε και τον Ιανουάριο του 2018 εκλέχθηκε πρόεδρος της Επαρχιακής Κωνσταντινούπολης.
Τον Μάιο του 2022 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 ετών, 11 μηνών και 20 ημερών με την κατηγορία της προσβολής δημόσιου λειτουργού λόγω καθήκοντος, δημόσιας προσβολής του κράτους και προσβολής του Προέδρου, λόγω αναρτήσεών της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεταξύ 2012 και 2017 που σχετίζονταν κυρίως με τις μεγάλες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του 2013, τις αποκαλούμενες και κίνημα Γκεζί, όπως και για την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 και τις μαζικές εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν σε όλη τη χώρα. Μίλησε για πολιτική δίωξη που στόχο είχε να τιμωρηθεί η ίδια για τον ρόλο που διαδραμάτισε στη νίκη της αντιπολίτευσης το 2019. Κλείστηκε στις φυλακές Σιλίβρι και αφέθηκε ελεύθερη υπό αναστολή την ίδια μέρα. Τον Ιούνιο του 2022 της αφαιρέθηκε η ιδιότητα του μέλους του CHP από το Ανώτατο Εφετείο της Γενικής Εισαγγελίας.
Είναι παντρεμένη με τον παιδίατρο Αλί Νακί Καφταντζίογλου (Ali Naki Kaftancıoğlu) και έχουν μία κόρη.
*Η Αννα Ανδρέου, γεννήθηκε στη Λευκωσία. Είναι δημοσιογράφος, συμπαραγωγός και συμπαρουσιάστρια στο κανάλι youtube «Εδώ Τουρκία».
Ο Δημήτρης Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Αθήνα. Βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη από το 2010 και είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has και διευθυντής του Κέντρου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του ίδιου πανεπιστημίου.
Πηγή: Εντυπη έκδοση Τα ΝΕΑ
- Το Release Athens 2025 υποδέχεται τους Fontaines D.C. και Boy Harsher
- Η Άγκυρα προσπαθεί να «διαβάσει» τον Τραμπ
- Λονδίνο: Επίθεση με μαχαίρι στη γέφυρα του Westminster – Σε κρίσιμη κατάσταση ένας άνδρας
- Ο «πόλεμος» του Μάντσεστερ θα κριθεί στα… 80 εκατ. ευρώ
- Τισουντάλι: «Ήρθε η στιγμή οι παίκτες να βγούμε μπροστά»
- Μέι Καλαμάουι: Η απουσία της Παλαιστίνιας-Αιγύπτιας ηθοποιού από τoν «Μονομάχο ΙΙ» πυροδότησε αντιδράσεις