Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2024
weather-icon 21o
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου δεν ήταν απλώς συνθέτης για ταινίες – «Διέλυσε» τα όρια της ποπ

Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου δεν ήταν απλώς συνθέτης για ταινίες – «Διέλυσε» τα όρια της ποπ

Με μουσική που κατέληξε να διασταυρωθεί με τον Jay-Z, τη Donna Summer και τους Rotting Christ, το δημιουργικό μυαλό του αυτοδίδακτου Έλληνα συνθέτη ήταν συναρπαστικά ανοιχτό.

Η ελληνική, ποπ μουσική της δεκαετίας του ’60 δεν είναι ένας τομέας της μουσικής ιστορίας, στον οποίο είναι καλό να σταθεί όποιος δεν τη θυμάται με αγάπη από πρώτο χέρι, όποιος δεν την έζησε. Υπάρχουν μερικές εξαιρέσεις – οι συλλέκτες του garage rock έχουν ξεθάψει μια σειρά από σκοτεινά, εντυπωσιακά ωμά singles των Stormies, των Persons και των Girls – αλλά η αρχετυπική, mainstream ελληνική απάντηση στην άνοδο των Beatles θα μπορούσε να είναι η μπάντα του Βαγγέλη Παπαθανασίου, οι Forminx, οι οποίοι ασχολούνταν με novelty instrumentals με ελληνική προφορά στο Merseybeat και μια σειρά από δακρύβρεχτες μπαλάντες.

Photo: YouTube

Αυτά γράφει ο μουσικός συντάκτης της Guardian, Alexis Petridis, πέρσι, το 2022, λίγο μετά την ανακοίνωση του θανάτου του σπουδαίου αυτού αυτοδίδακτου, μουσικοσυνθέτη, πρωτοπόρου της ηλεκτρονικής μουσικής και μεγάλη προσωπικότητα του διεθνούς καλλιτεχνικού στερεώματος.

Και συνεχίζει το άρθρο της Guardian.

Οι Forminx είχαν επιτυχία στην Ελλάδα, αλλά αυτό σαφώς δεν ήταν αρκετό για τον Παπαθανασίου, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι οι πρώτες του μουσικές προσπάθειες αφορούσαν πειραματισμούς, σε στυλ John Cage, με τον ήχο των ραδιοφωνικών παρεμβολών. Αφού οι Forminx διαλύθηκαν, ξεκίνησε μια καριέρα γράφοντας μουσική για ταινίες, πριν σχηματίσει τους Aphrodite’s Child με έναν άλλο Έλληνα της beat σκηνής, τον τραγουδιστή και μπασίστα Ντέμη Ρούσσο, ο οποίος κι αυτός ζούσε στο Παρίσι όπως ο Βαγγέλης Παπαθανασίου.

Ακούστε το Rain and Tears

Μετά το καλοκαίρι του έρωτα

«Ήταν μια τελείως διαφορετική πρόταση από οτιδήποτε είχε προκύψει από τη χώρα πριν, ένα προϊόν της ατμόσφαιρας που γεννούσε η ψυχεδέλεια. Τα δύο πρώτα τους άλμπουμ, End of the World και It’s Five O’Clock, προσέφεραν μια τεράστια γκάμα από στυλ που είχαν ξεπηδήσει γύρω από το καλοκαίρι του έρωτα, από το droning raga-rock στο The Grass Is No Green μέχρι την εμπνευσμένη από το A Whiter Shade of Pale μπαλάντα στο πανέμορφο ομώνυμο κομμάτι του It’s Five O’Clock- από το βαρύ riffing του You Always Stand In My Way μέχρι το κοροϊδευτικό vaudeville του Mister Thomas» γράφει ο Petridis στον Guardian και συνεχίζει:

Το κρίσιμο είναι ότι δεν ακουγόταν απλά σαν μια χλωμή απομίμηση: Τα φωνητικά του Ρούσσου – ψηλά, τρεμάμενα, αλλά δυνατά – σαφώς δεν προέρχονταν από μια αγγλοαμερικανική ροκ παράδοση- ούτε η χρήση του μπουζουκιού. Στην πραγματικότητα, οι Aphrodite’s Child περιστασιακά δεν ακούγονταν σαν κανέναν άλλο, όπως στο εκπληκτικό διαστρεβλωμένο funk-rock του Funky Mary.

Αυτή η μοναδικότητα υπογραμμίστηκε στο αριστούργημά τους, το εκπληκτικό διπλό concept άλμπουμ 666 του 1972, το οποίο παρέδωσε 77 λεπτά άγριας πειραματικής μουσικής που άγγιζε την τζαζ, το proto-metal, το prog και πράγματα που ακόμα δεν μπορούν να εξηγηθούν: Είναι ποικιλοτρόπως βυθισμένο, πλούσια μελωδικό, τιμωρητικά βαρύ και απείρως ανησυχητικό. Ήταν ένα απίστευτο επίτευγμα, αλλά προσέλκυσε λιγότερη προσοχή από τα προηγούμενα ευρωπαϊκά hit singles του συγκροτήματος. Σε κάθε περίπτωση, την εποχή της κυκλοφορίας του, οι Aphrodite’s Child είχαν διαλυθεί, καθώς τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος προφανώς δεν ήταν ευχαριστημένα με την ολοένα και πιο αβανταδόρικη κατεύθυνση που έπαιρνε η μουσική του Παπαθανασίου.

Photo: YouTube

Το τέλος μια εποχής και η αρχή μιας άλλης

Ο Ρούσσος έγινε στη συνέχεια ένα τεράστιο αστέρι- το φανταστικό σόλο άλμπουμ Earth του Παπαθανασίου το 1973 συνέχισε την εκλεκτική γραμμή του 666, πηδώντας από το slinky funk που θα διεκδικούσαν στη συνέχεια οι DJs των Βαλεαρίδων (Let It Happen) στο σφυροκοπημένο Come On, στο We Are All Uprooted, ένα απόκοσμο, οδηγούμενο από ντραμ μασίν κομμάτι που φαινόταν να απευθύνεται σε Έλληνες που, όπως και ο Παπαθανασίου, είχαν εγκαταλείψει τη χώρα μετά τη χούντα του 1968.

Κατά μία έννοια, ήταν κρίμα που δεν έκανε περισσότερα άλμπουμ σε αυτό το πνεύμα, αλλά η προσοχή του προσελκύονταν όλο και περισσότερο από τα soundtracks και τα συνθεσάιζερ: Μετακόμισε στο Λονδίνο, έχτισε ένα στούντιο στο Marylebone και άρχισε να σκοράρει ταινίες και να κυκλοφορεί ηλεκτρονικά concept άλμπουμ που τον τοποθετούσαν ως ένα είδος ελληνικού ισοδύναμου του Jean Michel Jarre ή των Tangerine Dream, αν και με πιο δραματική, μεγαλειώδη κλίση. Κάτι από την αποκαλυπτική ένταση του 666 παρέμεινε γύρω από το Heaven and Hell του 1975 και το Odes, το άλμπουμ με τα ελληνικά τραγούδια που ηχογράφησε με την ηθοποιό Ειρήνη Παπά (αν και το άλμπουμ China του 1979 και το αναγνωρισμένο soundtrack του για το ντοκιμαντέρ για τη φύση Opera Sauvage ήταν ευκολότερα στο αυτί).

Photo: YouTube

Συνομιλώντας με τα αστέρια

Ανέπτυξε επίσης απροσδόκητα μια παράλληλη καριέρα ως ποπ σταρ, παρέα με τον τραγουδιστή των Yes Jon Anderson, οπαδό των Aphrodite’s Child, ο οποίος είχε συμβάλει στο Heaven and Hell και στο Opera Sauvage. Τα τρία άλμπουμ που κυκλοφόρησαν ως Jon and Vangelis γεφύρωσαν επιδέξια το χάσμα μεταξύ του prog rock και της μόδας της synth-pop. Τα τραγούδια ήταν συχνά μεγάλα (το ομότιτλο κομμάτι του The Friends of Mr Cairo του 1981 διήρκεσε το μεγαλύτερο μέρος των 15 λεπτών) και, όπως πάντα με τον Anderson, οι στίχοι έτειναν προς το αδιαφανές και βαρύγδουπο – αλλά η μουσική του Παπαθανασίου ήταν πλούσια μελωδική και ο ήχος της υψηλής φωνής του Anderson σε ένα ηλεκτρονικό τοπίο ήταν ελκυστικός. Το I Hear You Now, από το πρώτο τους κοινό άλμπουμ Short Stories, και το I’ll Find My Way Home, από το The Friends of Mr Cairo, ήταν βρετανικά hit singles, αλλά το πιο μόνιμο κομμάτι τους αποδείχτηκε το συναισθηματικό State of Independence, από το ίδιο άλμπουμ, το οποίο στη συνέχεια απογείωσε ο παραγωγός Quincy Jones και διασκεύασε, έξοχα, η Donna Summer.

Όταν η συνεργασία του Anderson και του Παπαθανασίου έληξε το 1983, ο τελευταίος είχε γίνει αστέρι και από μόνος του. Η επανάστασή του ήρθε με το βραβευμένο με Όσκαρ soundtrack για την ταινία Οι Δρόμοι της Φωτιάς.

Το επόμενο soundtrack του για το Blade Runner του Ridley Scott ήταν ακόμη καλύτερο. Πιο σκοτεινό, πιο αφηρημένο και πολύ πιο συναισθηματικά διφορούμενο.

«Η επιτυχία τους οδήγησε σε περισσότερα soundtracks (αν και ο Παπαθανασίου ήταν επιλεκτικός ως προς τις ταινίες στις οποίες δούλευε) και σε μια σειρά από ορχηστρικά άλμπουμ της δεκαετίας του ’80. Το Soil Festivities, από το 1984, ήταν το πιο επιτυχημένο εμπορικά, αλλά το καλύτερο ίσως είναι το λιτό, σκοτεινό και σε μεγάλο βαθμό ατονικό Invisible Connections της επόμενης χρονιάς: αν το περιεχόμενό του έβγαινε αύριο, σε μια κασέτα περιορισμένης έκδοσης που θα κυκλοφορούσε από μια underground εταιρεία, οι hip λιανέμποροι όπως η Boomkat θα το έπαιρναν αμέσως» ξεκαθαρίζει ο Alexis Petridis στην Guardian.

Photo: YouTube

Όρισε τη φάση

Ο Παπαθανασίου δεν χρειαζόταν καν να ασχοληθεί με τη ροκ και την ποπ μουσική: από τη δεκαετία του 1990, η επίδρασή του σε αυτά τα είδη είχε γίνει σαφής. Όπως και το soundtrack των Tangerine Dream για το Risky Business, η μουσική του για το Blade Runner -που τελικά κυκλοφόρησε το 1994- έγινε μια μόνιμη αναφορά μέσα στη χορευτική μουσική, η οποία διασκευάστηκε επανειλημμένα από καλλιτέχνες της trance, το οποίο χρησιμοποίησαν οι Future Sound of London, οι Unkle, οι Air και ο παραγωγός drum’n’bass Dillinja (οι Boards of Canada, εν τω μεταξύ, έπεσαν πάνω στο soundtrack του 1976 για το γαλλικό ντοκιμαντέρ για την άγρια φύση La Fete Sauvage). Ο υπόλοιπος κατάλογός του λεηλατήθηκε δημιουργικά στους κύκλους του χιπ-χοπ: από τους Outkast, Jay-Z, Company Flow και, ξανά και ξανά, από τον Jay Dilla.

Έτσι, ο Βαγγέλης Παπαθενασίου κατέληξε όχι απλώς ένας αξεπάραστος συνθέτης soundtrack, ο άνθρωπος στον οποίο απευθυνόσουν αν χρειαζόσουν κάτι συγκλονιστικό και επικό για ένα μεγάλο γεγονός, ένας πρωτοπόρος της ηλεκτρονικής μουσικής και η κινητήριος δύναμη πίσω από το πιο επιδραστικό ροκ συγκρότημα της Ελλάδας – αλλά το νήμα που συνέδεσε απίθανα τους Rotting Christ, τη Donna Summer, τους Boards of Canada, τον Jay-Z και τους Verve.

Δεν ήταν αυτό που είχε θέσει ως στόχο, αλλά, όσον αφορά τις μουσικές παρακαταθήκες, μιλάμε για ένα μοναδικό επίτευγμα.

Δείτε το βίντεο

*Με στοιχεία από theguardian.com

Must in

Ομπράντοβιτς: «Δεν θέλω να υποτιμήσω τη δουλειά του Σπανούλη στη Μονακό, αλλά…»

Ο Σάσα Ομπράντοβιτς μίλησε για τη Μονακό χωρίς τον ίδιο στην άκρη του πάγκου και για τον Βασίλη Σπανούλη

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2024
Απόρρητο