Σεξ, αφέλεια και… προδοσία: Ο θανατηφόρος συνδυασμός για την τελευταία ερωμένη των Βερσαλλιών
Από το νεκροκρέβατο του εραστή βασιλιά στο μοναστήρι και από εκεί στο château και τη γκιλοτίνα
Έξω από το κάστρο της, το Λουβεσιέν, κοντά στο Παρίσι, ακούγονταν φωνές εξαχρειωμένου πλήθους. Ξαφνικά, από το παράθυρο, εκτοξεύτηκε μέσα ένα αντικείμενο τυλιγμένο σε ένα πανί: Ήταν το ματωμένο κεφάλι του εραστή της. Εκείνη σοκαρισμένη λιποθύμησε. Ο Σεπτέμβριος του 1792 θα ήταν ένας από τους πιο αιματηρούς της γαλλικής ιστορίας, παρελκόμενο της γαλλικής επανάστασης. Θύμα της θα ήταν η πανέμορφη ένοικος του κάστρου και άλλοτε πανίσχυρη ερωμένη του Λουδοβίκου του 16ου, Μαντάμ ντυ Μπαρί.
Περίπου 20 χρόνια πριν, στις ήσυχες Βερσαλλίες, τον Μάιο του 1774, η 30χρονη ντυ Μπαρί θα εκτελούσε χρέη νοσοκόμας του ετοιμοθάνατου εραστή της του 64χρονου βασιλιά Λουδοβίκου, έναν από τους πλέον σεξομανείς μονάρχες.
Ο άλλοτε δανδής βασιλιάς έπασχε από ευλογιά και της ζήτησε να φύγει από το ανάκτορο για να αποφευχθεί δήθεν κάποιο σκάνδαλο. Η αλήθεια είναι ότι η νεαρή ερωμένη του δεν είχε και πολλούς συμμάχους, με πολλούς στη βασιλική αυλή -με πρώτη και καλύτερη τη… Μαρία Αντουανέτα- να την περιμένουν στη γωνία.
Οι ιερείς που παρευρίσκονταν στο προσκέφαλο του βασιλιά τον έπεισαν να υπογράψει ένα διάταγμα με το οποίο θα ανάγκαζαν την αμαρτωλή ντυ Μπαρύ να φυλακιστεί σε ένα μοναστήρι.
Ο «καλοσυνάτος» βασιλιάς το υπέγραψε με τα τρεμάμενα χέρια του και έτσι η ντυ Μπαρί αποσύρθηκε στο κτήμα του κόμη ντ’ Εγκριγιόν κοντά στο Ρυέιγ-Μαλμαιιζόν. Όταν κάποια στιγμή ο κλινήρης βασιλιάς, ανέκτησε τις αισθήσεις του, άρχισε να αναζητά την ντυ Μπαρί. Μόλις τον ενημέρωσαν ότι έφυγε, εκείνος βάζοντας τα κλάματα είπε «κιόλας;».
Γοήτευσε και τις μοναχές
Ο βασιλιάς ξεψύχησε στις 10 Μαϊου και τότε ξεκίνησε η επίσημη δίωξη της «πόρνης» του βασιλιά και των συγγενικών της προσώπων από τα ανάκτορα.
Έχοντας μαζί της μια υπηρέτρια, ένα κρεβάτι, δύο καρέκλες και δύο μικρές κουβέρτες πήρε τον δρόμο για το μοναστήρι Pont-aux-Dames.
Εκεί η υποδοχή αρχικά δεν ήταν καθόλου εγκάρδια από τις μοναχές, γνωρίζοντας το παρελθόν της και ότι ζούσε ανάμεσά τους μια πρώην βασιλική ερωμένη. Κάποιες μάλιστα μοναχές φοβόντουσαν ότι και ένα απλό βλέμμα πάνω της θα σπίλωνε την ψυχή τους.
Αλλά τα πράγματα ήρθα απρόσμενα καλά για όλους. Οι μοναχές άρχισαν να θαυμάζουν τους ευγενικούς της τρόπους ενώ ανέλαβαν και την μόρφωσή της.
Βοηθούσε στις αγγαρείες με μεγάλη θέρμη ενώ δεν αργούσε ποτέ στις προσευχές. Μέσα σε ελάχιστον καιρό κατάφερε να παίζει στα δάχτυλα τις σεμνότυφες μοναχές, ιδίως η μοναχή Μαντάμ ντε λα Ρος-Φοντενέλ.
Μετά από ένα χρόνο στο μοναστήρι, η Jeanne έλαβε άδεια να επισκεφθεί τη γύρω ύπαιθρο, υπό την προϋπόθεση ότι θα επέστρεφε μέχρι τη δύση του ηλίου. Ένα μήνα αργότερα, της επετράπη να ξεμυτίσει και άλλο, αλλά να κρατήσει σε απόσταση δέκα μιλίων από τις Βερσαλλίες, συμπεριλαμβανομένου του αγαπημένου της κάστρου Λουβεσιέν το οποίο της το είχε παραχωρήσει κάποτε ο βασιλιάς για να μείνει.
Όταν έφυγε για πάντα από το μοναστήρι οι μοναχές θρηνούσαν.
Το ερωτικό τρίγωνο που κατάληξε σε τραγωδία
Δύο χρόνια αργότερα, της επετράπη να μετακομίσει στο Λουβεσιέν ενώ στα επόμενα χρόνια, ανέτπυξε δεσμό με τον Λουί Ερκύλ Τιμολέον ντε Κοσέ-Μπρισάκ πρώην επικεφαλής της φρουράς του βασιλιά, ο οποίος την αγάπησε πραγματικά.
Η ηρεμία όμως δεν ήταν στο αίμα της. Όντας ανήσυχη ερωτικά, ερωτεύτηκε τον Βρετανό Χένρι Σέιμουρ, ο οποίος είχε μετακομίσει στη γειτονιά της με την οικογένειά του. Έτσι, η πρώην μοναχή μπορούσε να συντηρεί ένα ερωτικό τρίγωνο στην άνετη ζωή που άρχισε να ξαναχτίζει.
Ο ειδύλλιο όμως δεν κράτησε, καθώς με τον καιρό, ο Σέιμουρ βαρέθηκε τον κρυφό έρωτά του, στέλοντάς της έναν πίνακα με τις λέξεις «άσε με ήσυχο» γραμμένο στα αγγλικά στο κάτω μέρος. Τελικά, μόνο ο Δούκας ντε Μπρισσάκ αποδείχθηκε πιο πιστός στο αυτό το ménage-a-trois, αφοσιωμένος στην Μπαρί παρά το γεγονός ότι γνώριζε για τον Σέιμουρ.
Όταν ήρθαν τα σύννεφα της της Γαλλικής Επανάστασης, ο Μπρισσάκ συνελήφθη κατά την επίσκεψή του στο Παρίσι και λιντσαρίστηκε από τον όχλο. Αργά το βράδυ της 9ης Σεπτεμβρίου του 1792, η ντυ Μπαρί άκουσε ένα μεθυσμένο πλήθος να πλησιάζει το Λουβεσιέν, και από το ανοιχτό παράθυρο όπου κοίταξε είδε να πετάγεται μέσα στο κτήριο το κομμένο κεφάλι του Μπρισάκ.
Αφέλεια και ηλιθιότητα
Παρά τα όσα συνέβησαν στον εραστή της και τον γενικότερο αναβρασμό που επικρατούσε στη Γαλλία την περίοδο της Τρομοκρατίας, η «γλυκιά, αφελής και ηλίθια ντυ Μπαρί ζούσε στον φαντασικό κόσμο του Λουβεσιέν» όπως έχει γράψει η συγγραφέας Eleanor Herman.
Παρέγγελνε αγάλματα για τον κήπο της, φορέματα για την ίδια και καινούργια έπιπλα ενώ ο λαός πεινούσε κυκλοφορώντας εξαγριωμένος στους δρόμους. Ίσως η χειρότερη πράξη της ήταν όταν της έκλεψαν τα κοσμήματα και μεταφέρθηκαν στην Αγγλία, και ζήτησε άδεια από τις επαναστατικές αρχές να μεταβεί στην Αγγλία για να τα βρεί!
Τη στιγμή που χιλιάδες στελέχη και προνομιούχοι του παλαιού καθεστώτος προσπαθούσαν να δραπετεύσουν από τη Γαλλία, με κάθε μέσο, για να γλιτώσουν τη γκιλοτίνα εκείνη επέστρεψε στη Γαλλία νομίζοντας ότι θα την περιμένει η άνετη ζωή όπως παλιά.
Η ώρα της προδοσίας από τον Αφρικανό υπηρέτη
Στο προσωπικό της, η Γαλλίδα πρώην μαιτρέσα, είχε τον Ζαμόρ έναν Αφρικανό σκλάβο, που της τον είχε κάνει δώρο πριν πολλά χρόνια ο βασιλιάς. Η κόμισσα τον είχε συμπαθήσει πολύ και ανέλαβε την μόρφωσή του, με τον ίδιο να δείχνει έφεση στη λογοτεχνία και στα έργα του Rousseau.
Ωστόσο, όταν ξέσπασε η Γαλλική Επανάσταση, ο Ζαμόρ εντάχτηκε στους Ιακωβίνους, την φοβερή ομάδα του διαβόητου Ροβεσπιέρου. Ο Ζαμόρ απεχθανόταν τον πλούσιο τρόπο ζωής της κόμισσας και είχε διαμαρτυρηθεί για τις επανειλημμένες επισκέψεις της στην Αγγλία, με σκοπό να ανακτήσει τα χαμένα της κοσμήματα, προειδοποιώντας την να μη προστατεύει τους αριστοκράτες.
Ωστόσο, δεν στάθηκε εκεί. Ως πληροφοριοδότης στην Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας, ζήτησε από την αστυνομία να συλλάβει την κόμισσα κατά την επιστροφή της, από μια από τις πολλές επισκέψεις της στην Αγγλία.
Τον Σεπτέμβριο του 1793 συνελλήφθη, αλλά εξασφάλισε την απελευθέρωσή της. Μόλις ανακάλυψε ότι η σύλληψη ήταν έργο του δούλου της, θυμωμένη του έδωσε τρεις ημέρες περιθώριο να εγκαταλείψει το κάστρο. Αυτό εξαγρίωσε ακόμα περισσότερο τον πρώην υπηρέτη της, οδηγώντας τη ξανά στη σύλληψη και την φυλάκισή της. Αυτό ήταν.
Τον Δεκέβριο του 1793, εκείνη επιχείρησε να εξαγοράσει τους δεσμώτες της, υποσχόμενη να τους δώσει τα θαμμένα κοσμήματά της και άλλα περιουσιακά στοιχεία, αλλά μάταια. Ύστερα από λίγες ώρες, της έκοψαν τα μαλλιά, της έδεσαν τα χέρια και την πέταξαν λιπόθυμη πάνω σε ένα βαγόνι με άλλους κρατούμενους.
Όταν η άμαξα έφτασε τον προορισμό, εκεί περίμενε το δημιούργημα της γαλλικής επανάστασης που θα λειτουργούσε ως καθαρτήριο του αμαρτωλού παλαιού καθεστώτος, η γκιλοτίνα.
Καθώς την τραβούσαν με τη βία στα σκαλιά προς το δολοφονικό όργανο, εκείνη άρχισε να χτυπιέται και να ουρλιάζει από τον φόβο της. «Θα μου κάνετε κακό! Σας παρακαλώ μην με βλάψετε!». Πλέον, δεν υπήρχε κανείς προστάτης της να τη σώσει και πράγματι την… έβλαψαν για πάντα.
Εάν δεν έπαιρνε ποτέ εκείνο το καράβι της επιστροφής από το Λονδίνο, το κεφάλι της ομορφότερης γυναίκας στην Ευρώπη δεν θα πεταγόταν σε ένα καλάθι και το σώμα της σε έναν ανώνυμο τάφο κάπου στη Γαλλία.
- Κολομβία: Ο ELN κηρύσσει «μονομερή κατάπαυση του πυρός» για την περίοδο των γιορτών
- Δυτική Οχθη: Πυρά παλαιστινιακής οργάνωσης σκοτώνουν μέλος της Παλαιστινιακής Αρχής
- Τραμπ: Θα σταματήσω το «παραλήρημα των τρανσέξουαλ» από την πρώτη μέρα στον Λευκό Οίκο
- Ρωσία: Ο Πούτιν δηλώνει «πρόθυμος να συνεχίσει τις προμήθειες φυσικού αερίου στη Δύση»
- Μαγδεμβούργο: Φουντώνει η οργή κατά των γερμανικών αρχών για το μακελειό
- Στα «ΝΕΑ» της Δευτέρας: Οδηγός επιβίωσης στην πολυκατοικία