Τουρκία εκλογές: ΗΠΑ και ΕΕ μπροστά σε μια νέα 5ετία Ερντογάν – Εκτιμήσεις και παραδοχές
«Ο Ερντογάν μπορεί να μην είναι ένας ιδανικός σύμμαχος, αλλά είναι κάποιος που μπορείς να συνεργαστείς μαζί του»…
Αν κάτι απέδειξε (ξανά) ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στην Τουρκία είναι ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι ένας σοβαρός παίκτης, που δύσκολα μπορεί κάποιος να προβλέψει την επόμενη κίνηση του.
Για παράδειγμα, αφού το χαρτί του εθνικισμού του χάρισε την πρώτη παρτίδα, το αφήνει στον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να δει αν θα του αποδώσει κι εκείνου καρπούς, και ρίχνει στο τραπέζι αυτό της φιλίας με την Ελλάδα, υποσχόμενος μια νέα εποχή στις σχέσεις των δύο χωρών μετά την ολοκλήρωση των εκλογικών διαδικασιών από τις δύο πλευρές του Αιγαίου.
Κατά αυτόν τον τρόπο, όπως άφησε άξαφνα και αναντίρρητα τον αντίπαλο του να τρώει τη σκόνη του αμέσως μόλις έκλεισαν οι κάλπες, του κλέβει σήμερα μέσα από τα χέρια την ευκαιρία να κάνει την έκπληξη που τραβά την προσοχή των ψηφοφόρων και μπορεί να φέρει την ανατροπή στον δεύτερο γύρο των εκλογών στις 28 Μαΐου.
Στο εσωτερικό της Τουρκίας το παζάρι γίνεται για τις ψήφους του Σινάν Ογάν, αυτό το 5.2% που μεταφράζεται σε 2.8 εκατομμύρια ψηφοφόρους, και που όλα δείχνουν ότι θα σταθούν τελικά στο πλευρό του Ερντογάν, όχι γιατί θα τους το πει τελικά ο ηγέτης τους, αλλά επειδή η ιστορία έχει δείξει ότι οι ακραίοι εθνικιστές τάσσονται πάντα με τον δυνατό, δηλαδή τον Τούρκο πρόεδρο.
Η Δύση «βλέπει» Ερντογάν την επόμενη 5ετία
Κι ενώ οι πρόσφυγες και οι σεισμοπαθείς προωθούνται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας από τον Κιλιτσντάρογλου, που το φυσάει και δεν κρυώνει που το σίγουρο χαρτί της οικονομίας με τον πληθωρισμό στα ύψη και τη λίρα στα τάρταρα δεν του βγήκε, στο εξωτερικό φαίνεται πως οι ηγέτες έρχονται σε συμφωνία με το γεγονός ότι θα έχουν τον Ερντογάν για πέντε ακόμα χρόνια απέναντι τους για τα καλύτερα ή τα χειρότερα.
Γιατί, πως αλλιώς να ερμηνευτεί η δήλωση της Έμα Άσφορντ, συνεργάτιδας του προγράμματος Reimagining U.S. Grand Strategy στο Stimson Center στο Foreign Policy ότι αυτό που δεν μπορούν να αρνηθούν οι ΗΠΑ στον Ερντογάν είναι ότι η Τουρκία είναι μια συμμαχική χώρα, και δεν συμβαίνει το ίδιο με όλες τις υπόλοιπες στον κόσμο.
«Η νίκη του Ερντογάν δεν θα είναι καλή για την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, παρότι δεν είμαι σίγουρη ότι ισχύει το ίδιο για τις ΗΠΑ σε γενικότερο πλαίσιο» δηλώνει στο αμερικανικό περιοδικό η ίδια. «Ο Ερντογάν ήταν ανέκαθεν ένας πολιτικός που του αρέσει να συναλλάσσεται, παρότι ασχολείται πολύ με τον εαυτό του και τα προσωπικά του συμφέροντα. Όχι ένας ιδανικός σύμμαχος, αλλά κάποιος που μπορείς να συνεργαστείς μαζί του», προσθέτει.
«Η επιλογή του Αμερικανού προέδρου να υπερτονίσει το ζήτημα της δημοκρατίας, ως τη σημαντικότερη πτυχή της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, καθιστά πιο δύσκολη τη συνέχεια. Όμως, όπως και να αποκαλείται η τουρκική κυβέρνηση αυτές τις μέρες -ανελεύθερη δημοκρατική, υβριδική- με αυτήν πρέπει να παίξουμε μπάλα», επισημαίνει η ίδια.
Ζήτημα χρόνου η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ
Σχολιάζοντας το ζήτημα της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ο Μάθιου Κρόνινγκ, αρθρογράφος του Foreign Policy και αντιπρόεδρος και επικεφαλής του Scowcroft Center for Strategy and Security του Atlantic Council εκτίμησε ότι είναι ζήτημα χρόνου να γίνει αποδεκτή από την Τουρκία (που έχει βάλει βέτο ισχυριζόμενη ότι η κυβέρνηση της προστατεύει τους Κούρδους τρομοκράτες), όχι όμως πριν τη σύνοδο της Συμμαχίας τον Ιούλιο, και ίσως όχι πριν την έλευση του φθινοπώρου.
«Δεν νομίζω ότι οι Τούρκοι είναι καλοί σύμμαχοι. Δεν είμαι πεπεισμένη ότι είναι καλή ιδέα που τους έχουμε στο ΝΑΤΟ. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο έχουν αναδείξει τη γεωστρατηγική σημασία που έχει ακόμη η χώρα, όπως φάνηκε από τον έλεγχο της πρόσβασης στη Μαύρη Θάλασσα που κρατά γερά στα χέρια της και τον μεσολαβητικό ρόλο που μπορεί να παίζει ανάμεσα στη Δύση και τις άλλες περιοχές του κόσμου», συμπληρώνει η Άσφορντ.
«Προσωπικά βλέπω τη σχέση των ΗΠΑ με την Τουρκία με τον ίδιο τρόπο που προσεγγίζω τη σχέση τους με τη Σαουδική Αραβία: δεν θεωρώ ότι αξίζει για καμιά πλευρά μια επίσημη αμυντική δέσμευση, αλλά η σημασία της Άγκυρας εξηγεί γιατί η Ουάσιγκτον χρειάζεται να διατηρήσει καλούς διπλωματικούς και οικονομικούς δεσμούς μαζί της», καταλήγει.
ΗΠΑ και Ευρώπη σε καμία περίπτωση δεν θα θελήσουν μια ολική ρήξη με την Τουρκία. «Η Άγκυρα θα παραμείνει ζωτικός εταίρος για μας όποιος κι αν είναι στο τιμόνι της χώρας», δήλωσε στους Financial Times ο Δημοκρατικός γερουσιαστής και μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, Κρις Μέρφι. Η Δύση έχει επίγνωση του κρίσιμου ρόλου της Τουρκίας λόγω της γεωπολιτικής της θέσης, τον μεσολαβητικό ρόλο που μπορεί να παίξει στο ζήτημα της Ουκρανίας και ασφαλώς τη σημαντικότητα της τουρκικής αγοράς για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Σε τέλμα η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ
Όσον αφορά συγκεκριμένα την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, που εδώ και πολλά χρόνια έχει μπει στον πάγο, δεν αναμένονται ιδιαίτερες εξελίξεις με τον Ερντογάν στο τιμόνι και την επομένη 5ετία.
«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση προχωράει χωρίς να γίνεται αναφορά στην Τουρκία. Και με άλλα πέντε χρόνια η αποξένωση αυτή θα γίνει βαθύτερη. Αυτό θα έχει επίπτωση και στον βαθμό που χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα θα μπορούν να τροφοδοτούν την αντιδυτική στάση στην Τουρκία», λέει στη βρετανική εφημερίδα ο Τούρκος πρώην διπλωμάτης Αλπέρ Τσοσκούν. Μάλιστα, ερωτηθείσα πρόσφατα σχετικά η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν απάντησε σιβυλλικά ότι «η Τουρκία είναι ένας σημαντικός συνεργάτης για εμάς».
Η αόριστη απάντηση της προέδρου της Κομισιόν αντανακλά το γενικότερο αίσθημα στις Βρυξέλλες ότι η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, η οποία ξεκίνησε το 1999, δεν έχει πλέον σχεδόν καθόλου υποστήριξη μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και καμιά πιθανότητα τελεσφόρησης της.
Η αλήθεια είναι ότι η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη, πολύ φτωχή και πολύ μακριά από την Ευρώπη για να μπει στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Για του λόγου το ασφαλές, όπως γράφει το World Politics Review, αν η Τουρκία προσχωρούσε σήμερα στην ένωση θα ήταν το κράτος μέλος με τον μεγαλύτερο πληθυσμό και επομένως θα είχε τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στο Συμβούλιο της ΕΕ και το Κοινοβούλιο.
Ο παράγοντας του πολέμου στην Ουκρανία
Με κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα 10.000 δολάρια θα είναι κάτω των 12.000 που έχει η Βουλγαρία, η φτωχότερη των ευρωπαϊκών κρατών. Εξάλλου βρίσκεται πιο κοντά στο Ιράν, το Ιράκ και τη Συρία –χώρες με τις οποίες μοιράζεται και σύνορα- παρά με τον πληθυσμό της Ευρώπης.
Εξάλλου αν η υποψηφιότητα της Τουρκίας για ένταξη στην ΕΕ βρισκόταν σε κινούμενο έδαφος εδώ και καιρό, η υποψηφιότητα της Ουκρανίας, που επέφερε ο πόλεμος της Ρωσίας στα εδάφη της, βεβαιώνει ότι η πρώτη θα συνεχίσει να βρίσκεται σε τέλμα (μέχρι να ξεχαστεί εντελώς) και την επόμενη 5ετία, όποιος και να κερδίσει τις εκλογές στη γειτονική χώρα.
«Η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η Τουρκία είναι μια χώρα κυριολεκτικά και μεταφορικά σε σταυροδρόμι. Δεν είναι εξ ολοκλήρου στη Δύση ή στην Ανατολή. Η γεωγραφική της θέση την καθιστά έναν δύσκολο αλλά και χρήσιμο συνεργάτη…
Η Δύση πρέπει να αποδεχτεί το ρόλο του μεσολαβητή για την Τουρκία. Και είναι ένας ρόλος που οι Τούρκοι, υπό τον Ερντογάν ή αλλιώς, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να τον αναλάβουν», έγραφε προ ημερών στο CNN η Ελμίρα Μπαιρασλί, ειδική στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και διευθύντρια του προγράμματος «Bard Globalization and International Affairs».