Ο ψηφοφόρος της τελευταίας στιγμής είναι ένα πολιτικό φαινόμενο που έχει ενταθεί στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις. Εχει σχέση με το σώμα των αναποφάσιστων αλλά και με ένα είδους ρευστοποίησης που επήλθε στο πολιτικό σκηνικό μετά το 2012. Το όλο θέμα πρέπει να το δούμε ολιστικά.

Για παράδειγμα σε συνάρτηση με την αποχή, με το δεδομένο πως οι αναποφάσιστοι δεν είναι και απολίτικοι στο σύνολό τους, με τα διλήμματα που κάθε κάλπη θέτει στους πολίτες – για την ακρίβεια τα θέτουν οι πολιτικές δυνάμεις – με το είδος πολιτικοποιήσης και αντιπαράθεσης που σε κάθε συγκυρία διεξάγεται. Από το 2004 έως και τον Σεπτέμβριο του 2015 σχεδόν 2.000.000 ψηφοφόροι χάθηκαν από το ενεργό εκλογικό σώμα (Παναγιώτης Κουστένης).

Το θεαματικό δεδομένο έχει να κάνει – ανάμεσα σε άλλα – με την αποστροφή του κόσμου στα πολιτικά αλλά και σε ένα είδος χαλαρής ή και μηδενικής ταύτισης του ψηφοφόρου με τα κόμματα. Εδώ προσθέστε την απώλεια της εμπιστοσύνης και θα λύσετε ένα μέρος της εξίσωσης της αποχής. Σήμερα, οι Ελληνες δεν πάνε μαζικά στην κάλπη.

Το ερώτημα είναι αν αύριο θα προσέλθει ένα μέρος των νέων ψηφοφόρων που και λίγοι δεν είναι (438 χιλιάδες 17άρηδες) και όπως φαίνεται λόγω νέων ψηφιακών ηθών δεν απαντούν ή και δεν καταγράφονται στις μετρήσεις.

Οπως λέει έμπειρος δημοσκόπος, ένα μέρος τους θα είναι σίγουρα οι λεγόμενοι ψηφοφόροι της τελευταίας στιγμής, που διερευνούμε με το σημερινό μας σημείωμα. Εδώ βέβαια υποκρύπτεται και η ελπίδα από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που έχει σαφώς προβάδισμα στους νέους αλλά και σε κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ και το ΜεΡΑ25.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ έχει σημασία αυτό αφού αν κάποιος λάβει υπόψη του την παγιωμένη τάση όλων των ερευνών που έχουν υπάρξει αυτές τις ημέρες, μια μεταβολή της δυναμικής μπορεί να προέλθει μόνον έτσι ή για την ακρίβεια και από μια μαζική προσέλευση νέων που συνδυαστικά θα επιλέξουν Αλέξη Τσίπρα.

Δύο ρεύματα

Πάμε τώρα, ξέχωρα από τους νέους, να δούμε δύο ρεύματα που παγίως διαμορφώνονται και έχουν σχέση με την «πρόθεση της τελευταίας στιγμής». Το ένα είναι σε συνάρτηση με την παράσταση νίκης. Εχει παρατηρηθεί πως υπάρχει μέρος ψηφοφόρων που πάει με τον «νικητή» ή καλύτερα με εκείνον που έχει διαμορφώσει κλίμα νίκης.

Από την άλλη, και αυτό το είδαμε στο εκλογικό διάστημα μεταξύ της κάλπης των ευρωεκλογών του 2019 και των εθνικών, όπου μια σαφής και άνετη νίκη της Νέας Δημοκρατίας τότε, ενεργοποίησε ένα ρεύμα «αντιδεξιάς δεξαμενής» που πήγε στις εθνικές εκλογές ακριβώς με στόχο να αναχαιτίσει την τάση Μητσοτάκη. Εχει σημασία να πούμε επίσης πως σε ένα τέτοιο ρεύμα αντιδεξιών ανακλαστικών ελπίζει επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για αύριο και κορυφαία στελέχη του σημειώνουν πως το εν λόγω ρεύμα «είναι πάντα βουβό» και άρα μη ορατό από τα κλασικά εργαλεία των μετρήσεων.

Οι ψηφοφόροι όμως της τελευταίας στιγμής είναι συχνά και δυσαρεστημένοι ακόμη και με το κόμμα που στο τέλος επιλέγουν. Πάνε βέβαια «με βαριά καρδιά» ή «κλείνοντας τη μύτη τους» και απλώς ψηφίζοντας όπως λένε το μη χείρον βέλτιστον για τη ζωή τους. Το τελευταίο δεν έχει πάντα να κάνει με χαλαρή στράτευση.

Συχνά εσχάτως παρατηρείται να υπάρχει δυσαρέσκεια για έναν πολιτικό χώρο από τον «στρατό» του χώρου αυτού και εδώ εντοπίζει κανείς και μια εξήγηση για τις μικρές συσπειρώσεις των κομμάτων ακόμη και μερικές μόνον μέρες μέχρι την εκλογική αναμέτρηση.

Αποδοκιμασία

Τι άλλο όμως υπάρχει στο μεγάλο κάδρο της τελευταίας στιγμής; Μα οι πολίτες που πάνε να μαυρίσουν το μεγάλο λάθος ή να επιδοκιμάσουν τη μεγάλη προσδοκία. Επιρρεπής ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτογκόλ όπως αυτό του Γιώργου Κατρούγκαλου ή και άλλα, είναι και πιο ευάλωτος χώρος στην παράσταση «θολού σήματος» για ένα μέρος του κόσμου που μπορεί να κινητοποιηθεί αρνητικά προς εκείνον.

Σε αντίστιξη, ένα ρεαλιστικό και έγκαιρο σχέδιο για τους πολίτες που θα θέτει στόχους ευμάρειας και χωρίς βερμπαλισμούς, είναι επίσης μια παράμετρος που μπορεί να σηκώσει έναν πολίτη να πάει να ψηφίσει έστω και με απόφαση της ίδιας της ημέρας της κάλπης (αν και η απόφαση έχει προφανώς υπάρξει μέρες πριν). Καθόλου τυχαία οι αυριανές εκλογές ήταν κατά βάση αντιπαράθεση των «ρεαλισμών» παρά των μεγάλων σχεδίων, κάτι που επιβεβαιώνει και σε ένα είδος σύγκλισης που έχει επιτευχθεί (;) στα μεγάλα θέματα.

Στους ψηφοφόρους της τελευταίας στιγμής ποντάρουν προφανώς και όλα τα κομματικά επιτελεία. Το βουβό ρεύμα που περιγράφουν όλοι οι δημοσκόποι, δίνει μια λαβή στους αρχηγούς και τα στελέχη τους για κινήσεις της τελευταίας στιγμής (ακόμη και σήμερα που παραδοσιακά θα δούν τους δημοσιογράφους σε πιο χαλαρό κλίμα). Η ευελιξία των μετατοπίσεων των πολιτών επιτείνει ένα τέτοιο κλίμα και πρόθεση και κάθε πολιτικό κόμμα εφορμά σε όλες τις δεξαμενές με μεγάλη ευκολία – όχι πάντα αποτελεσματικά βέβαια.

Οπως και να ‘χει οι ψηφοφόροι της τελευταίας στιγμής θα είναι αύριο μια σημαντική παράμετρος για το αποτέλεσμα και τις εκλογικές επιδόσεις. Ο παράγοντας «εικόνα» που φέτος μεταβλήθηκε ακόμη πιο πολύ και μέσω των νέων πια μέσων δεν είναι επίσης αμελητέος στις επιλογές της τελευταίας στιγμής και πριν οι κάλπες κλείσουν.

Έντυπη έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»