Ανάλυση: Η Τουρκία αντιμέτωπη με τις επιλογές της
Η μεγάλη πρόκληση της επόμενης μέρας είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και η αποφυγή κατάρρευσης της οικονομίας που κρατιέται με νύχια και με δόντια ζωντανή από την κυβέρνηση
- Κίνα: Αυτοκίνητο έπεσε επάνω σε πλήθος έξω από δημοτικό σχολείο – Τουλάχιστον 10 τραυματίες
- Θα «σπάσει» η Ελλάδα το καλούπι του δεξιού λαϊκισμού στην ΕΕ;
- Tη Georgia O’ Keeffe δεν την ένοιαζε που είχε 58 χρόνια διαφορά με τον Juan Hamilton
- Το ΠΑΣΟΚ πολιορκεί το κέντρο που «χάνει» η ΝΔ και τη βαφτίζει «γαλάζιο ΣΥΡΙΖΑ»
Εληξε η παράταση των εκλογών που αλλάζουν τα πάντα στην Τουρκία. Η πρώτη πράξη έλαβε χώρα στις 14 Μαΐου προσφέροντας αρκετά συμπεράσματα για την Τουρκία και το μέλλον της. Το πρώτο είναι ότι ο πρόεδρος Ερντογάν είναι ο κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής της χώρας, αλλά δεν είναι παντοδύναμος, μην μπορώντας να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές στον πρώτο γύρο στο πλαίσιο ενός πολιτικού και εκλογικού συστήματος που ο ίδιος έχει διαμορφώσει και υπό συνθήκες μη ισότιμης πρόσβασης στην προβολή των υποψηφίων της αντιπολίτευσης και των θέσεών τους στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Επιπλέον ένας μεγάλος αριθμών ενστάσεων έχουν γίνει από κόμματα της αντιπολίτευσης στο Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο για «παρατυπίες» σε χιλιάδες κάλπες, κάτι που δημιουργεί βάσιμες υποψίες για την αμεροληψία της εκλογικής διαδικασίας. Με άλλα λόγια, με δεδομένο το προαναφερόμενο πλαίσιο, τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για τον πρόεδρο Ερντογάν.
Ωστόσο, παραμένει το μεγάλο φαβορί για να επανεκλεγεί, έχοντας πολλά πλεονεκτήματα στη διάθεσή του, όπως τα άμεσα αντανακλαστικά προσαρμογής σε καμπάνια δευτέρου γύρου, σε αντίθεση με την αντιπολίτευση που ήταν τόσο πεπεισμένη για νίκη του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου στις 14 Μαΐου, ώστε της πήρε σχεδόν πέντε ημέρες να ξαναβρεί τον βηματισμό της.
Τα άλλα μεγάλα πλεονεκτήματα του Ταγίπ Ερντογάν είναι ότι ελέγχει τους κρατικούς θεσμούς, ανεξάρτητα από το πόσο αμφισβητούμενοι μπορεί να είναι, και συνεχίζει να προβάλλει τον εαυτό του ως παράγοντα σταθερότητας σε αντίθεση με την αβεβαιότητα διακυβέρνησης που μπορεί να προέλθει από μια κυβέρνηση Κιλιτσντάρογλου στελεχωμένη από εκπροσώπους ετερόκλητων ιδεολογικών αντιλήψεων που έχουν δείξει κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα πόσο δύσκολα συνυπάρχουν πολιτικά και σε προσωπικό επίπεδο.
Η μεγάλη πρόκληση της επόμενης μέρας είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και η αποφυγή κατάρρευσης της οικονομίας που κρατιέται με νύχια και με δόντια ζωντανή από την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα και της γενναίας παροχολογίας που έχει εξαπολύσει. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να είχε προβλέψει ότι οι εκλογές θα πήγαιναν στον δεύτερο γύρο γιατί κατάφεραν να διατηρήσουν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες χαμηλά μόνο μέχρι τις εκλογές της 14ης Μαΐου. Εκτοτε, οι συναλλαγματικές ισοτιμίες έχουν αυξηθεί. Αλλά παρά τα υπάρχοντα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, τα αρνητικά αποθεματικά της τουρκικής κεντρικής τράπεζας, το βραχυπρόθεσμο εξωτερικό χρέος, τα υψηλά επιτόκια ανταλλαγής πιστωτικών χρεώσεων, τον υψηλό πληθωρισμό και το πρόβλημα εμπιστοσύνης, η κυβέρνηση έχει καταφέρει να διατηρήσει τις συναλλαγματικές ισοτιμίες κάτω από τον δείκτη πληθωρισμού.
Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος για τον Ερντογάν και την παράταξή του είναι η αποσυσπείρωση των ψηφοφόρων του. Οπως είπε πρόσφατα σε συγκέντρωσή του στην Αγκυρα, «Θυμηθείτε, ο αντίπαλός μας στις εκλογές της 28ης Μαΐου δεν είναι ο αρχηγός του CHP, αλλά ο εφησυχασμός. Είναι να χάνουμε τον εαυτό μας από την αίσθηση ότι είμαστε ήδη μπροστά και ότι θα κερδίσουμε ούτως ή άλλως». Το ίδιο ισχύει και για την αντιπολίτευση που προσπαθεί να πείσει ότι είναι ενωμένη και ότι ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου μπορεί να κάνει την ανατροπή εφόσον οι ψηφοφόροι του πρώτου γύρου πάνε να ψηφίσουν μαζικά. Επιπρόσθετα, η στρατηγική της αντιπολίτευσης είναι να προσελκύσει νέους ψηφοφόρους που δεν πήγαν στις πρώτες κάλπες όσο μαζικά θα επιθυμούσε η αντιπολίτευση.
Και για τις δύο πλευρές, αιχμή του δόρατος έχει γίνει το εθνικιστικό μπλοκ των ψηφοφόρων που είναι ετερόκλητο (εθνικιστές, ακροδεξιοί, ευρασιανιστές, κεμαλιστές και μη, κ.λπ.) και αριθμεί περίπου ένα 25% του εκλογικού σώματος. Παρά το ότι οι ψήφοι τους είναι μοιρασμένες μεταξύ των δύο υποψηφίων, οι δύο μονομάχοι προσπαθούν να προσελκύσουν τους 2,5 εκατομμύρια ψηφοφόρους του ακροδεξιού Σινάν Ογάν, του τρίτου υποψηφίου για την Προεδρία στον πρώτο γύρο. Επίσης σημαντικός παράγων παραμένει το αριστερό φιλοκουρδικό μπλοκ (περίπου ένα 10% του εκλογικού σώματος) που διαφωνεί μεν με τη δεξιά στροφή του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και την αντικουρδική τάση της αλλά δεν έχει ιδιαίτερους ενδοιασμούς αναφορικά με την αυξανόμενη ρητορική κατά των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο, δεδομένου ότι θεωρείται πως χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση για να αλλοιώσει τη δημογραφική σύνθεση σε περιοχές όπου έχουν την πλειοψηφία οι Κούρδοι.
Ο Δημήτρης Τριανταφύλλου είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης και εξωτερικός επιστημονικός συνεργάτης του ΙΔΙΣ.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις