Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταλαβαίνει το 2023 γιατί δεν κατάλαβε ούτε το 2015
Η δυσκολία του ΣΥΡΙΖΑ να κατανοήσει τα αίτια της ήττας του στις εκλογές της 21ης Μαΐου, οφείλεται στην αδυναμία του να καταλάβει ούτως ή άλλως το πώς το 2015 έγινε κόμμα εξουσίας
Από μια άποψη είναι λογικό στον ΣΥΡΙΖΑ να νιώθουν μια αμηχανία για το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου. Εννοώ ότι προφανώς και δεν ανέμεναν μια τέτοια εκλογική συντριβή, που συνίσταται στην απώλεια του ενός τρίτου των ψήφων που είχαν πάει το 2019 και στο γεγονός ότι η ΝΔ αύξησε το ποσοστό της και πέτυχε να πάρει διπλάσιες ψήφους από τον ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας μάλιστα σημαντική άνοδο σε περιοχές που θεωρούνταν ως τα προπύργια του ΣΥΡΙΖΑ, όπως είναι τα μεγάλα αστικά κέντρα και οι λαϊκές και εργατικές περιοχές.
Αυτό, όμως, που θα μπορούσε να θεωρηθεί πιο προβληματικό είναι ότι ακόμη και τώρα, που έχει περάσει το πρώτο σοκ, απουσιάζουν οι αναλύσεις που να προσπαθούν να αναλύσουν αυτό το γεγονός, να προτείνουν εξηγήσεις και προφανώς να προτείνουν αναπροσαρμογές της στρατηγικής.
Αντιθέτως, αυτό που παρατηρεί κανείς είναι διάφορες γενικολογίες που αφορούσαν είτε το ότι δεν «επικοινωνήθηκε» όπως έπρεπε το μήνυμα του κόμματος, ή ότι δεν μπόρεσε να «πείσει» ότι είχε όντως ένα αποτελεσματικό κυβερνητικό πρόγραμμα και δεν ήταν απλώς μια ψήφος διαμαρτυρία.
Μόνο που αυτά δύσκολα μπορούν να εξηγήσουν την εκλογική κατάρρευση ενός κόμματος που φαινόταν να είναι σε θέση να υποδεχτεί υπαρκτά ρεύματα δυσαρέσκειας μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάλαβε ούτε το 2015
Ίσως το πρόβλημα να βρίσκεται στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν κάθισε να συζητήσει σοβαρά ποιες ήταν οι κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες που οδήγησαν στο να εκτιναχθεί στην περίοδο 2012-2015 στο να γίνει ένα κόμμα εξουσίας, ως προς την εκλογική αντιπροσώπευση.
Προφανώς και σε ένα γενικό επίπεδο, δηλαδή αυτό που αφορά την ραγδαία και εκρηκτική ρευστοποίηση των πολιτικών ταυτοτήτων και εκπροσωπήσεων που σφράγισε την περίοδο 2010-2012, όταν η ελληνική κοινωνία είδε να «χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της», ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια επίγνωση. Το ίδιο και ως προς το ότι κατά βάση αυτό έπαιρνε τη μορφή ενός αποδεκατισμού της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ.
Αντίστοιχα, συνειδητοποίησε ότι αυτό που το 2012 μπορεί να φάνταζε ακόμη και ρητορική υπερβολή, δηλαδή το αίτημα για αριστερή κυβέρνηση, μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης σε μια κοινωνία που είχε χρησιμοποιήσει όλο το ρεπερτόριο κινηματικών δράσεων για να ανακόψει τα μνημόνια και καταλάβαινε ότι η μόνη πιθανότητα διαφορετικής πορείας ήταν μια πολιτική αλλαγή, μια μη μνημονιακή κυβέρνηση.
Μόνο που πέραν αυτού και πέραν της πετυχημένης προσπάθειας να κρατήσει αυτή την εκπροσώπηση και στις δεύτερες εκλογές του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε μελέτησε, ούτε στοχάστηκε αυτή την εκπροσώπηση.
Και δεν αναφέρομαι μόνο στο γεγονός ότι προσπέρασε με βάση ούτως ή άλλως προσχηματισμένες απόψεις της ηγετικής ομάδας για την αδυναμία ρήξης, την ετοιμότητα για ρήξη που επέδειξε μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος στο δημοψήφισμα, αλλά και στο πώς στη συνέχεια δεν δούλεψε την κοινωνική συμμαχία που ως ένα βαθμό δημιούργησε.
Δηλαδή, δεν κάθισε να δει ποια είναι τα στρώματα που αναγνωρίζονταν στην πολιτική του, υπό ποιους όρους ελάμβανε χώρα αυτή η αναγνώριση, ποια ιδεολογικά και αξιακά στοιχεία εμπεριείχε, ποια ιστορική προοπτική αναζητούσε.
Τα πράγματα έκανε χειρότερα προφανώς το γεγονός το ίδιο το γεγονός του Τρίτου Μνημονίου. Αφενός γιατί, αναιρούσε τον ίδιο τον καταλύτη της στροφής προς τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή το γεγονός ότι εμφανιζόταν ως μια πρόταση εξουσίας εκτός του συστημικού πλαισίου, έστω και εάν η προηγούμενη εμπιστοσύνη ως ένα βαθμό διατηρήθηκε και στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015.
Αφετέρου, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θα συγκρουόταν με στρώματα στα οποία είχε στηριχθεί, ιδίως από τη στιγμή που θεώρησε ότι μπορούσε να χαράξει μια διαχωριστική γραμμή σε μια «μεσαία τάξη», που μπορούσε να δεχτεί ακόμη πλήγματα, και τα πιο λαϊκά στρώματα για τα οποία θα διαμορφωνόταν μια επιδοματική κυρίως πολιτική.
Τι σημαίνει προγραμματική ανεπάρκεια
Όλα αυτά συγκεφαλαιώθηκαν σε μια προγραμματική ανεπάρκεια, που αποτέλεσε ένα ούτως ή άλλως «δομικό» χαρακτηριστικό του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό αποτυπώθηκε στην απουσία προετοιμασίας και για τις ρήξεις και για τους συμβιβασμούς, κυρίως όμως στην αδυναμία στοχασμού της κοινωνικής συμμαχίας που διαμορφωνόταν και του ιστορικού αφηγήματος που αναλογούσε σε αυτήν.
Όταν για παράδειγμα το ΠΑΣΟΚ μιλούσε για την Ελλάδα των μη προνομιούχων, δεν άρθρωνε μόνο ένα ευφυές πολιτικό σύνθημα, που μπορούσε να είναι εξίσου διεισδυτικό με τα κλασικά «ταξικά» συνθήματα, έχοντας ταυτόχρονα την ικανότητα να αγγίζει και αυτούς που ήδη από τότε αισθάνονταν «μεσαία τάξη» αλλά συναντούσαν τα μετεμφυλιακά εμπόδια.
Ταυτόχρονα, περιέγραφε μια κοινωνική συμμαχία στην οποία προσφέρθηκε ένα μίγμα αναδιανομής εισοδήματος, διεύρυνσης των ευκαιριών, πρόσβασης στο κράτος, δημιουργίας κοινωνικού κράτους, αυξημένης κρατικής παρέμβασης, θεσμικού εκσυγχρονισμού και εκδημοκρατισμού. Μια συμμαχία που περιλάμβανε τη μισθωτή εργασία, τα μικροαστικά στρώματα, τους επιστήμονες και δυνάμει τεχνοκράτες, ακόμη και την «επιχειρηματικότητα» που δεν προερχόταν από «παλιά τζάκια».
Μπορεί κανείς να συζητήσει τη συνοχή εκείνης της συμμαχίας ή το κατά πόσο η πολιτική του ΠΑΣΟΚ ικανοποίησε τις επιδιώξεις της, όμως δεν παύει να δείχνει ότι τότε το ΠΑΣΟΚ στοχαζόταν μαζί πολιτικό πρόγραμμα και κοινωνική εκπροσώπηση.
Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε μελέτησε αυτή την κοινωνική συμμαχία που είχε διαμορφωθεί, τα στρώματα που την αποτελούσαν, τα αιτήματα που είχαν, τις αντιφάσεις που τη διαπερνούσαν, το ποια ιστορική προοπτική θα τη δικαίωνε.
Και αυτό παρότι θα μπορούσε κανείς να δει μια συνάντηση των δυνάμεων της γνώσης, της εργασίας και του πολιτισμού, με σημαντική παρουσία των πιο «πληβειακών» τμημάτων και καθοριστικό ρόλο της νεολαίας και συνολικά των πιο δυναμικών ηλικιών.
Η δεύτερη ευκαιρία του 2019 και η συζήτηση που δεν έγινε
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια εκλογική επιτυχία το 2019 την οποία επίσης δεν ανέλυσε. Το ποσοστό που πήρε, έδειξε, ιδίως μετά το εκλογικό στραπάτσο των ευρωεκλογών, ήταν μια ένδειξη ότι ένα σημαντικό μέρος της κοινωνικής συμμαχίας του εξακολουθούσε να αναφέρεται σε αυτόν. Ωστόσο, ήταν μάλλον μια τελευταία ευκαιρία, η συνέχεια της οποίας εξαρτιόταν από το πώς ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετώπιζε αυτές τις κοινωνικές αναφορές.
Το οργανωτικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν μόνο οργανωτικό
Στον ΣΥΡΙΖΑ συζητούν πολύ για το οργανωτικό πρόβλημα και την απουσία «γείωσης» σε συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα. Μόνο που συζητούν για αυτό με οργανωτικούς όρους.
Αυτό που δεν συζητούν, ή δεν ομολογούν όσο πρέπει, είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σε πολύ μικρό βαθμό γνωρίζει τους ψηφοφόρους του. Γιατί ένα από τα πράγματα που κάνει ένας κομματικός μηχανισμός, η ισχυρή παρουσία σε συνδικάτα, στους φοιτητικούς συλλόγους, στην αυτοδιοίκηση, ακόμη και σε αθλητικά σωματεία, είναι ακριβώς διαρκώς να μεταφέρει μηνύματα από την κοινωνία, αιτήματα, αγωνίες, προβληματισμούς.
Για να το πούμε διαφορετικά: ο βαθμός που ένα κόμμα έχει γείωση στην κοινωνία φαίνεται από πόσους ψηφοφόρους γνωρίζει με βεβαιότητα ότι θα ψηφίσουν πριν την κάλπη. Και αυτό δεν υποκαθίσταται ούτε από την ισχυρή παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ούτε από τις έρευνες κοινής γνώμης.
Ταυτόχρονα, το να μην έχει αυτή τη γνώση ο ΣΥΡΙΖΑ, σήμαινε ότι δεν μπορούσε να οικοδομήσει και μια σχέση εκπροσώπησης που να ορίζεται πολύ πέρα από το ερώτημα της «επιλογής ψήφους». Δηλαδή, να φτιάχνει με το ακροατήριό του μια ταυτότητα «κομματικότητας», που να σημαίνει ότι ο ψηφοφόρος αναγνωρίζεται σε ένα ιστορικό ρεύμα, αυτό ορίζει τον πολιτικό του ορίζοντα και γύρω από το οποίο κινείται. Διαφορετικά θα είναι πάντα μια ψήφος υπό διακινδύνευση.
Αυτό, προφανώς, και απαιτούσε και πολιτικό πρόγραμμα που να μην είναι απλώς ένα άθροισμα παραπόνων. Προφανώς και οι ψηφοφόροι δεν στέκονται στις λεπτομέρειες των προτάσεων, αλλά στις αδρές γραμμές, όμως ακόμη και εσύ συχνά τα γενικά αιτήματα για δημοκρατία και δικαιοσύνη δεν μεταφράζονταν σε ένα σύνολο στόχων που να ορίζουν μια «άλλη πορεία» και μάλιστα μια «άλλη πορεία» που να φαντάζει ταυτόχρονα ανταγωνιστική προς την κυβερνητική πρόταση, αλλά και υλοποιήσιμη.
Η άγνοια του πώς σκέφτονται οι ψηφοφόροι
Στη συζήτηση του ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται το «δεν επικοινωνήσαμε το πρόγραμμα και την πρόταση». Μόνο που αυτό λίγα πράγματα λέει. Ένα κόμμα οφείλει να προσπαθεί έγκαιρα να καταλάβει πώς σκέφτονται οι ψηφοφόροι – οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, πάντα σκέφτονται και ποτέ δεν περιμένουν απλώς το «μήνυμα».
Αυτό στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έγινε. Πρυτάνευσε η λογική ότι εφόσον η ΝΔ ακολούθησε «αντιλαϊκή πολιτική», οι ψηφοφόροι του 2019 ήταν δεδομένοι και ό,τι ακολούθησε θα έφερνε πολύ περισσότερους. Αποδείχτηκε ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα. Κάποιοι από αυτούς τους ψηφοφόρους όντως κινήθηκαν με τη δυσαρέσκεια. Κάποιοι άλλοι στάθμισαν τα μέτρα που πήρε η ΝΔ όλο το προηγούμενο διάστημα. Κάποιοι όντως μπορεί να προτίμησαν τη «σταθερότητα» και κάποιοι τη διαμαρτυρία όχι απαραίτητα προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δηλαδή, δεν έγινε μια συστηματική επεξεργασία σε ποιο βαθμό τα μέτρα για την πανδημία απέσπασαν κάποια συναίνεση, ούτε κάποια δουλειά για το ποιες αποφάσεις την υπονόμευσαν, ιδίως για στρώματα αυτοαπασχολουμένων / μικρής επιχειρηματικότητας. Η κατάσταση της μισθωτής εργασίας, σε μια συγκυρία όπου υπήρξε αύξηση των ονομαστικών μισθών και της απασχόλησης δεν συζητήθηκε ως προς το ποιο κλίμα διαμόρφωνε. H αντανακλαστική τάση συσπείρωσης γύρω από την εξουσία των πιο συντηρητικών στην πολιτική συμπεριφορά στρωμάτων (συνταξιούχοι, νοικοκυρές κ.λπ.) υποτιμήθηκε.
Ούτε εξετάστηκε ποια ήταν τα αδύναμα σημεία της συναίνεσης που φάνηκε να αποσπάει η ΝΔ και σε άρα πώς θα μπορούσε μια άλλη πολιτική απεύθυνση να αποσπάσει ψηφοφόρους.
Τα Τέμπη ορθά αντιμετωπίστηκαν ως μια καταλυτική στιγμή που έφερε στο προσκήνιο μια βαθύτερη κρίση νομιμοποίησης. Μόνο που αυτή, ακριβώς ως υπόβαθρο, προϋπήρχε και άρα δεν ήταν δεδομένο ότι από μόνη της θα αποτελούσε παράγοντα πολιτικών μετατοπίσεων. Αυτό θα απαιτούσε ακριβώς όλο το ξεδίπλωμα μιας απτής πολιτικής στρατηγικής που να συνιστά εναλλακτικό αφήγημα και να πατάει στην πραγματικότητα και τις επιδιώξεις του ακροατηρίου. Διαφορετικά και η οργή θα εκφραζόταν και ο πολιτικός συσχετισμός δεν θα ανατρεπόταν.
Μόνο που όλα αυτά επιστρέφουν στο ίδιο πρόβλημα: όσο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει τον κόπο να γνωρίσει τους ψηφοφόρους του, πώς σκέφτονται και τι ζητούν δεν θα μπορεί να ερμηνεύσει ούτε τις επιτυχίες ούτε τις αποτυχίες του…
- Τραμπ και ελληνοτουρκικά – Τι πιστεύουν οι Έλληνες, ένας πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ένας πανεπιστημιακός
- Masdar: Με όχημα την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ σχεδιάζει off shore αιολικά και φωτοβολταϊκά 6 GW σε Ελλάδα και Ισπανία
- Διαγραφή Σαμαρά: Κάνει ζυμώσεις για κόμμα – Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά
- Μέσω ΑΣΕΠ οι προσλήψεις στη Δημοτική Αστυνομία
- Ο Φουκώ διαβάζει Χέγκελ
- Βατικανό: Μπορείτε να περιηγηθείτε ψηφιακά στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου χάρη στην τεχνητή νοημοσύνη