Στοκχόλμη, 23 Οκτωβρίου, Γαλλικόν Πρακτορείον. […] Η υπό της Σουηδικής Ακαδημίας απονομή του Βραβείου Νομπέλ της Λογοτεχνίας διά το 1958 εις τον Σοβιετικόν συγγραφέα Μπόρις Πάστερνακ προεκάλεσεν αίσθησιν, διότι έρχεται να επισφραγίση το καθολικόν ενδιαφέρον που εξεδηλώθη διά το βιβλίον του «Δόκτωρ Ζιβάγκο», που εξεδόθη για πρώτη φορά πέρυσι σε ιταλική μετάφρασι στο Μιλάνο, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες της Ρωσίας. Έκτοτε ο «Δόκτωρ Ζιβάγκο», που θεωρείται έργον ισάξιον του «Πολέμου και Ειρήνης» του Λέοντος Τολστόη, έχει μεταφρασθή εις όλες σχεδόν τις γλώσσες και έχει σημειώσει ρεκόρ κυκλοφορίας παντού όπου εξεδόθη. Εξαίρεσιν αποτελεί η ιδία η πατρίς του συγγραφέως, η οποία εξακολουθεί ν’ απαγορεύη την έκδοσιν του «Δόκτορος Ζιβάγκο».

Η Σουηδική Ακαδημία, απονέμουσα το Νομπέλ της Λογοτεχνίας εις τον Πάστερνακ διά το μυθιστόρημά του «Δόκτωρ Ζιβάγκο», δεν εβράβευσε μόνον την τελευταίαν αυτήν δημιουργίαν του Ρώσου συγγραφέως, αλλά και όλο το έργο του, που τον τοποθετεί μεταξύ των κορυφαίων σημερινών συγγραφέων.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 24.10.1958, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο Μπόρις Πάστερνακ εγεννήθη το 1890. Ο πατέρας του, Λεωνίδας Πάστερνακ, ήταν ζωγράφος που έχαιρεν ιδιαιτέρας υπολήψεως στην τσαρική Ρωσία. Στενός φίλος του Τολστόη, του οποίου εικονογράφησε και το έργο, ήταν καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών και εισήγαγε από πολύ νωρίς τον γυιο του στους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους της Μόσχας. Εκείνη την εποχή ο μικρός Μπόρις έμαθε ν’ αγαπά τον Σαίξπηρ, τον Γκαίτε, τον Ρίλκε και τον μεγάλο πνευματικόν αρχηγό της γενεάς του Αλέξανδρο Μπλοκ. Το είδωλό του όμως ήταν τότε ο συνθέτης Σκριάμπιν, που τον εμύησε στον κόσμο της μουσικής. Ο Πάστερνακ έτρεφε πραγματικό πάθος για την μουσική και η οικογένειά του τον προώριζε για πιανίστα. Μερικές συνθέσεις του μάλιστα είχε την τόλμη να τις παίξη στον ίδιον τον Σκριάμπιν, ο οποίος «τον άκουσε, τον ενεθάρρυνε, του έδωσε φτερά και τον ευλόγησε». Αλλ’ ενώ προχωρούσε μ’ επιτυχία στον τομέα της συνθέσεως, ήταν τελείως ανίκανος στον τομέα της πρακτικής. Μετά βίας έπαιζε πιάνο και του ήταν αδύνατον να διαβάζη τις νότες. «Αυτή η αντίθεσις», εξωμολογήθη ο ίδιος ο Πάστερνακ στο βιβλίο του «Αυτοβιογραφικό δοκίμιο», «ανάμεσα σε μια νέα μουσική σκέψι, που τίποτε δεν μπορούσε να την ικανοποιήση, και την αδυναμία μου στην τεχνική απόδοσί της, μετεμόρφωνε μέσα μου αυτό το χάρισμα της φύσεως, που θα μπορούσε να είναι μια πηγή χαράς, σ’ ένα διαρκές βασανιστήριο, που στο τέλος δεν μπορούσα πια να το ανεχθώ».


Έτσι, ο Πάστερνακ εγκατέλειψε την μουσική και εις ηλικίαν 22 ετών πήγε να τελειοποιήσει τις σπουδές του στο παληό πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ στη Γερμανία, όπου πριν απ’ αυτόν είχε παρακολουθήσει μαθήματα φιλοσοφίας και μαθηματικών ο μεγάλος ποιητής Λομονόσωφ. Όταν αργότερα επέστρεψε εις την Ρωσία παντρεύθηκε μια νέα ιταλικής καταγωγής και άρχισε να επιδίδεται στην ποίησι. Με το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επαναστάσεως του 1917 ετάχθη στο πλευρό των επαναστατών, τους οποίους ύμνησε στους στίχους του. Η πρωτοτυπία όμως του Πάστερνακ ήταν το ότι συνέχισεν έως σήμερα, σχεδόν μόνος του στη Ρωσία, την παράδοσι της γενεάς της καθαρής ποιήσεως. «Η μοναδική υποχρέωσις της Τέχνης», έλεγε, «είναι να εκτελήται κατά τρόπο λαμπρό». Τον παρέβαλαν με τον Λέρμοντωφ για τον περιπαθή λυρισμό του και με τον Τιούσεφ για τον πανθεϊσμό του. Ο τίτλος της ποιητικής του συλλογής που το 1922 τον κατέστησε διάσημο, «Η αδελφή μου, η ζωή», ταιριάζει για όλο το έργο του. Με το αυτί τεντωμένο για να συλλάβη όλα τα σκιρτήματα του κόσμου, δημιουργεί ένα νέο όραμα της πραγματικότητος, την οποία μεταφέρει με απαράμιλλη τέχνη στη σφαίρα του ονείρου. Μολονότι οι λέξεις που χρησιμοποιεί και η σύνταξίς του είναι απλές, είναι δυσνόητος ποιητής, διότι οι μεταφορές του κάνουν ανέλπιστα άλματα και αγνοούν την συνάρτησι και τον ειρμό.

Από καιρό ο Πάστερνακ ζη σε προάστιο της Μόσχας, απομονωμένος από τον κόσμο, και έχει παύσει να λογίζεται μεταξύ των ευνοουμένων λογοτεχνών του καθεστώτος. Η δημοσίευσις των έργων του έχει περιορισθή στο ελάχιστο, παρά τις προσπάθειές του να υποτάξη τον λυρισμό του σε θέματα κοινωνικά και πολεμικά. Αντιστοίχως, η μεταφραστική του εργασία είναι πολύ μεγάλη. Έχει κάμει πράγματι περίφημες μεταφράσεις του Γκαίτε, του Ρίλκε και όλων των τραγωδιών του Σαίξπηρ. Ο «Δόκτωρ Ζιβάγκο», τον οποίον ετελείωσε το 1954, είναι το πρώτο πεζογράφημα μακράς πνοής που επεχείρησε να γράψη, με την φιλοδοξία να δώση έναν πλήρη πίνακα της ζωής στη Ρωσία κατά την διάρκεια της τελευταίας πεντηκονταετίας.


Είναι άγνωστο ποία θα είναι στο εξής η στάσις της επίσημης Ρωσίας έναντι του Μπόρις Πάστερνακ, ύστερα από την διεθνή προβολή που του έγινε από την Δύσι, με την εις αυτόν απονομήν του μεγαλυτέρου Δυτικού λογοτεχνικού βραβείου. Είναι όμως γεγονός ότι οι Ρώσοι τρέφουν εκτίμησι και αγάπη τόσο στον ποιητή όσο και στο έργο του. Όταν στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ της Νεολαίας που έγινε πέρυσι στη Μόσχα ρώτησαν τον Ηλία Έρεμπουργκ ποιους συγγραφείς της Ρωσίας εκτιμά, ο μεγάλος Σοβιετικός συγγραφεύς απήντησε: «Όταν μου ζητούν να πω ποιους συγγραφείς της πατρίδος μου αγαπώ, μου είναι πάντοτε πιο εύκολο να μιλώ για τους παληούς, επειδή αυτοί έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη ζωή μου. Γι’ αυτό αναφέρω τον Γκόγκολ και τον Τσέχωφ. Από τους συγχρόνους αγαπώ τα ποιήματα των Μαρτίνωφ και Πάστερνακ».

Χαρακτηριστικήν συνέντευξιν του τιμηθέντος Ρώσου συγγραφέως δημοσιεύει φιλολογική επιθεώρησις της Στοκχόλμης. Την συνέντευξιν ο Μπόρις Πάστερνακ έδωσε προς τον δόκτορα Νιλς Άακ Νίλσον, υφηγητήν της ρωσικής γλώσσης εις το Πανεπιστήμιον της Στοκχόλμης, όστις τον επεσκέφθη εις το χωρίον Περεντέλκινο, πλησίον της Μόσχας. Και τα λεγόμενά του δείχνουν ότι ο συγγραφεύς του «Δόκτορος Ζιβάγκο» δεν φοβείται διόλου να εκδηλώση τας σκέψεις του. «Οι άνθρωποι εις την Μόσχαν», εδήλωσεν ο κ. Πάστερνακ, «ημπορεί να λέγουν ότι είμαι ασθενής ή υπερβολικά απησχολημένος και δεν έχω καιρόν να δέχωμαι επισκέψεις. Αλλά τούτο δεν είναι αληθές». Σχολιάζων τον μεγάλον αριθμόν των επιστολών τας οποίας λαμβάνει από συναδέλφους του συγγραφείς εκ της Δύσεως, όπως ο Γάλλος Καμύ, ο κ. Πάστερνακ είπεν ότι «αι περισσότεραι εκ των απαντήσεών του» φαίνεται ότι έφθασαν εις τους προς ους απηυθύνοντο.

Αφού εδήλωσεν ότι ουδέποτε απέκρυψε τας αντιλήψεις του περί του κομμουνιστικού συστήματος, έκαμε την ακόλουθον χαρακτηριστικήν παρατήρησιν προς τον συνομιλητήν του: «Λυπούμαι εάν πληγώνω τα αισθήματά σας. Είσθε μήπως εσείς κομμουνιστής;» Το επιχείρημα των Ρώσων επισήμων ότι ο «Δόκτωρ Ζιβάγκο» αποτελεί ένα τόσον κακόν βιβλίον, ώστε η φήμη του κ. Πάστερνακ θα εζημιώνετο εάν εδημοσιεύετο εν Ρωσία, εχαρακτηρίσθη από τον ίδιον ως απλούν πρόσχημα.


Συνεχίζων είπεν ότι η ζωή του ετέθη εν κινδύνω ότε ηρνήθη να υπογράψη έγγραφον επιδοκιμασίας της εκτελέσεως στρατηγών κατά την διάρκειαν των μεγάλων εκκαθαρίσεων του 1936. «Φαίνεται ότι εσώθην υπό των συναδέλφων μου, οίτινες δεν απετόλμησαν να αναφέρουν εις τους κορυφαίους ηγέτας ότι ηρνήθην να υπογράψω», προσέθεσεν ο κ. Πάστερνακ. «Δεν σου ζητούν και πολλά πράγματα», εξηκολούθησεν ο Ρώσος συγγραφεύς. «Ένα μόνον: να μισής ό,τι αγαπάς και να αγαπάς ό,τι αποστρέφεσαι».

Η εντύπωσις του κ. Νίλσον είναι ότι ο κ. Πάστερνακ δεν πρόκειται να ενοχληθή, δοθέντος ότι οι Ρώσοι ηγέται υπεχρεώθησαν να τον δεχθούν όπως είναι. Εν τούτοις, εν Στοκχόλμη γίνεται διαρκώς εντονώτερον αντιληπτόν ότι η απονομή του Βραβείου Νομπέλ εις τον κ. Πάστερνακ πιθανόν να θέση τόσον αυτόν όσον και τας ρωσικάς Αρχάς εις μίαν εξαιρετικώς λεπτήν θέσιν.

Τι λέγει η Μόσχα

Μόσχα, 23 Οκτωβρίου, Ιδιαιτέρα Υπηρεσία. Ο υπουργός των Μορφωτικών Σχέσεων κ. Μιχαήλωφ εδήλωσεν απόψε ότι εναπόκειται εις την Σοβιετικήν Ομοσπονδίαν Συγγραφέων να αποφασίση εάν θα επιτραπή εις τον Μπόρις Πάστερνακ να λάβη το Βραβείον Νομπέλ διά την Λογοτεχνίαν. Σχετική απόφασις θα ληφθή αύριον.

Εν τω μεταξύ, ούτε ο Ραδιοφωνικός Σταθμός της Μόσχας ούτε το Πρακτορείον «Τας» ανεκοίνωσαν εισέτι ότι το Βραβείον Νομπέλ Λογοτεχνίας απενεμήθη εις τον Σοβιετικόν συγγραφέα Μπόρις Πάστερνακ. Φαίνεται ότι οι ανταποκριταί των ξένων δημοσιογραφικών πρακτορείων και εφημερίδων εις την σοβιετικήν πρωτεύουσαν δεν έλαβαν μέχρι τούδε την άδειαν να στείλουν τηλεγραφήματα περιγράφοντα τας αντιδράσεις των ρωσικών λογοτεχνικών κύκλων ή αυτού τούτου του Πάστερνακ.


Το Σουηδικόν Πρακτορείον Τύπου Τ. Τ. επεχείρησεν απόψε να επικοινωνήση τηλεφωνικώς με τον Σοβιετικόν συγγραφέα Πάστερνακ. Έλαβεν όμως την απάντησιν από το τηλεφωνικόν κέντρον τού εγγύς της Μόσχας χωρίου όπου διαμένει ο συγγραφεύς ότι ούτος δεν έχει τηλέφωνον και ότι ήτο πολύ αργά (20.00 σοβιετική ώρα) διά να στείλουν κάποιον να τον ειδοποιήση.


*Δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Βήμα» στις 24 Οκτωβρίου 1958. Αφορούσε τον τιμηθέντα με Νομπέλ Λογοτεχνίας (1958) Μπόρις Πάστερνακ, ο οποίος γεννήθηκε στη Μόσχα στις 29 Ιανουαρίου (10 Φεβρουαρίου με το νέο ημερολόγιο) 1890 και απεβίωσε στο Περεντέλκινο (στην ευρύτερη περιοχή της Μόσχας) στις 30 Μαΐου 1960.

Μετά την απονομή του Νομπέλ Λογοτεχνίας ο Πάστερνακ εξοβελίστηκε από τη Σοβιετική Ομοσπονδία Συγγραφέων και στερήθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο τα προς το ζην.

Στις 29 Οκτωβρίου 1958, κατόπιν ασφυκτικών πιέσεων και απειλών, ο Πάστερνακ γνωστοποίησε τηλεγραφικώς στη Σουηδική Ακαδημία την άρνησή του να παραλάβει το Νομπέλ Λογοτεχνίας.