Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Περί Ελλήνων και βαρβάρων (Μέρος Α’)
Για τον Ηράκλειτο και τους ομόφρονες, τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων, η λέξη «βάρβαρος» δε σήμαινε μόνο τη διαφορά γλώσσας, αλλά και τη διαφορά φυσικής κατασκευής και ψυχικής διάθεσης
- Συγκλονίζει ο 95χρονος γιατρός του Πολυτεχνείου: Καμιά αμφιβολία για τους νεκρούς – Πολλοί τραυματίστηκαν από σφαίρες
- Πώς υποδέχτηκαν την επικοινωνία Σολτς - Πούτιν σε Λονδίνο και Παρίσι - Κινήσεις τακτικής στην σκακιέρα
- Ο Κιμ Γιονγκ Ουν προτρέπει σε βελτίωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων για πόλεμο, λέει το KCNA
- Παρέλαση μασκοφόρων ενόπλων νεοναζί στο Οχάιο
Ήδη από τους Αρχαϊκούς Χρόνους, από τον 7ο αιώνα π.Χ., οι Έλληνες αυτοαποκαλούνταν με το εθνωνύμιο (εθνικό όνομα) Έλληνες. Μάλιστα, από τον επόμενο αιώνα άρχισαν να αντιδιαστέλλουν τον αυτοπροσδιορισμό αυτόν προς όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους, τους οποίους αποκαλούσαν συλλήβδην –και εν είδει στίγματος– βαρβάρους.
Στα κριτήρια με τα οποία γινόταν η ένταξη των ανθρώπων στην κατηγορία των Ελλήνων ή των βαρβάρων, με άλλα λόγια στους δείκτες της ελληνικότητας, συγκαταλέγονταν συχνά –και ενίοτε με βαρύνουσα σημασία– η γλώσσα και η διάλεκτος. Έτσι, ο Όμηρος (Ιλιάδα, ραψωδία Β) ονομάζει τους Κάρες βαρβαρόφωνους εξαιτίας των ακατανόητων λόγων τους, ενώ την ίδια ονομασία χρησιμοποιεί αργότερα και ο Ηρόδοτος (Ιστορίαι, Βιβλίο Θ) αναφερόμενος στους Πέρσες. Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ., όπως φανερώνουν σχετικές αναφορές στον Ηρόδοτο (Ιστορίαι, Βιβλίο Δ) και στον Θουκυδίδη (Ιστοριών Β), γινόταν λόγος για ελληνική γλώσσα ως ενιαία –έστω και αφηρημένη– οντότητα, μολονότι υπήρχαν όπως γνωρίζουμε πολλές διαλεκτικές μορφές και παραλλαγές.
Εντούτοις, ο Ηρόδοτος, ο οποίος είχε γεννηθεί στην υποταγμένη στους Κάρες Αλικαρνασσό (στη νοτιοδυτική ακτή της Μικράς Ασίας) και είχε δεχτεί τις πολιτιστικές επιδράσεις της καρικής ενδοχώρας, δε θεωρούσε τη γλώσσα το πλέον καθοριστικό μέτρο αξιολογήσεως της ελληνικότητας. Ο επονομαζόμενος πατέρας της ιστορίας απέδιδε μεγαλύτερη σπουδαιότητα στις διαφορές ηθών και εθίμων, προπάντων στο θρησκευτικό πεδίο. Χαρακτηριστικό επ’ αυτού είναι το πώς προσεγγίζει ο ίδιος τις έννοιες του ελληνισμού και της ελληνικότητας (το Ελληνικόν, όπως το ονομάζει ο ίδιος) διά στόματος των Αθηναίων: […] και κατόπιν ο ελληνισμός, ένας κόσμος που στις φλέβες του κυλά το ίδιο αίμα και που μιλά την ίδια γλώσσα κι έχει κοινά τα λατρευτικά κέντρα των θεών και θυσίες και συνήθειες ίδιες κι απαράλλαχτες (Ιστορίαι, Βιβλίο Θ).
Η εν λόγω άποψη του Ηροδότου, που είχε διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό από τις πλούσιες ταξιδιωτικές εμπειρίες του και την ευτυχή πνευματική του συνάντηση με την Αθήνα του Περικλή, δε βρισκόταν ασφαλώς στο ίδιο μήκος κύματος με την κυρίαρχη αντίληψη του 5ου αιώνα π.Χ., σύμφωνα με την οποία οι αποκαλούμενοι βάρβαροι ήταν φύσει κατώτεροι και αχρείοι. Τις παγιωμένες αυτές θέσεις για τους βαρβάρους αντέκρουσε ακόμα πιο σθεναρά τον επόμενο αιώνα ο Ισοκράτης, εξέχων αθηναίος ρήτορας και πολιτικός στοχαστής. Στον Πανηγυρικό του, έναν από τους σημαντικότερους λόγους του (δημοσιεύτηκε το 380 π.Χ.), ο Ισοκράτης, μιλώντας για την αθηναϊκή πόλη-κράτος και καταθέτοντας κατ’ ουσίαν το πολιτικό του πιστεύω, υποστήριξε τα εξής: […] το όνομα πάλι Έλληνες κατόρθωσε να μη συμβολίζει πια την καταγωγή, αλλά την καλλιέργεια του πνεύματος, και Έλληνες να ονομάζονται πιο πολύ όσοι δέχτηκαν τον τρόπο της δικής μας αγωγής και μόρφωσης παρά αυτοί που έχουν την ίδια με εμάς καταγωγή.
Βεβαίως, την κρατούσα αντίληψη για το λεγόμενο βαρβαρικό ζήτημα κατά τη διάρκεια των Κλασικών Χρόνων (5ος-4ος αιώνας π.Χ.) δεν εκφράζουν όσα πρέσβευαν ο Ηρόδοτος και ο Ισοκράτης, αλλά όσα ισχυριζόταν ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος –ο πλέον φημισμένος από τους προσωκρατικούς φιλοσόφους– ήδη από τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. Για τον Ηράκλειτο και τους ομόφρονες, τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων, η λέξη «βάρβαρος» δε σήμαινε μόνο τη διαφορά γλώσσας, αλλά και τη διαφορά φυσικής κατασκευής και ψυχικής διάθεσης, τις διαφορετικές έμφυτες ιδιότητες, το διαφορετικό χαρακτήρα – αυτό που στην αρχαία ελληνική γλώσσα ονομάζεται με μία λέξη «φύσις». Στην ενίσχυση του αρνητικού αυτού στερεοτύπου έμελλε να συντελέσει κατά πολύ η έναρξη των Περσικών Πολέμων, δεδομένου ότι οι Έλληνες αποζητούσαν –και χρειάζονταν όντως– ένα στέρεο ιδεολογικό υπόβαθρο προ του περσικού κινδύνου.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, ο Ισοκράτης, εξέχων αθηναίος ρήτορας και πολιτικός στοχαστής.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις