Αντώνης Μπενάκης: Η καλαισθησία του έθνους μας στο διάβα των αιώνων
Πέντε αριστουργήματα του Μουσείου Μπενάκη
[…] Δημιούργημα και ανάστημα του υπέροχου εκείνου Έλληνα (που, μέσα από τις σελίδες του «Τρελαντώνη» της Πηνελόπης Δέλτα, αξιώθηκε μια πρώτη αθανασία, πολλές δεκαετίες πριν μπη οριστικά στο πάνθεον των εθνικών ευεργετών), το Μουσείο Μπενάκη, η θρυλική αυτή στον κόσμο συλλογή όμορφων και σπάνιων αντικειμένων, είναι ίσως ο πιστότερος καθρέφτης που διαθέτομε όχι μονάχα της εξαίσιας και ευρύστερνης φιλοκαλίας του Αντώνη Μπενάκη, αλλά και της ίδιας της καλαισθησίας του έθνους μας στο διάβα των αιώνων. Και ασφαλώς δεν θα μπορούσαμε σήμερα να βρούμε πιο έμπειρο κι’ ανοιχτομάτη οδηγό για την επίσκεψή μας στο Μουσείο Μπενάκη από τον άνθρωπο που του εχάρισε είκοσι ολόκληρα χρόνια της ζωής του, τον βυζαντινολόγο και ιστορικό της Τέχνης κ. Μανόλη Χατζηδάκη.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 10.1.1959, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Αυτό είναι ένα απόσπασμα από το εισαγωγικό σημείωμα του «Ταχυδρόμου» στο αφιέρωμα που είχε κάνει στο Μουσείο Μπενάκη, στο τεύχος του που είχε κυκλοφορήσει στις 10 Ιανουαρίου 1959. Ο τότε διευθυντής του μουσείου, ο Μανόλης Χατζηδάκης, είχε κληθεί από τον «Ταχυδρόμο» να επιλέξει και να παρουσιάσει τα πέντε ωραιότερα εκθέματά του, στο πλαίσιο μιας σειράς δημοσιευμάτων του περιοδικού που αφορούσαν τα αριστουργήματα των μουσείων της χώρας μας.
«Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 10.1.1959, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο αείμνηστος Χατζηδάκης είχε απαντήσει ως ακολούθως:
Για την ευκολία της επιλογής, θα σας υποδείξω ένα εκλεκτό κομμάτι από κάθε μία από τις κυριώτερες συλλογές του Μουσείου μας, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνη ότι και στις υπόλοιπες ή και στην ίδια συλλογή δεν υπάρχουν και άλλα κομμάτια που θα μπορούσαν εξ ίσου επιτυχώς να διεκδικήσουν τον τίτλο του αριστουργήματος. Φυσικά, στην εκλογή μου αυτή παίζει πολύ ρόλο ο υποκειμενικός παράγοντας.
Αν πάμε χρονολογικά, θα έλεγα ότι, μες στην συλλογή αρχαίας ελληνικής τέχνης, ένα ειδώλιο του Ηρακλή –μ’ όλο που οι διαστάσεις του είναι μικρές και προφανώς ήταν ένα κοινό ανάθημα, προωρισμένο για κάποιο ναό του Ηρακλή– είναι ένα τέλειο έργο των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ. και περιέχει όλα τα γνωρίσματα της αυστηρής τέχνης της μεγάλης αυτής εποχής. Βλέπετε, σ’ όλες τις μεγάλες και δημιουργικές εποχές, ακόμη και τα μικρά έργα τών δεύτερης σειράς τεχνιτών εκφράζουν με δύναμη το κυρίαρχο πνεύμα του καιρού τους.
Συνεχίζοντας, από την συλλογή της ελληνιστικής και χριστιανικής Αιγύπτου θα ξεχωρίσω μια νεκρική προσωπογραφία του 3ου αιώνα μ.Χ. από το Φαγιούμ. Οι προσωπογραφίες αυτές, σύμφωνα με μια νεκρική παράδοση της αρχαίας αιγυπτιακής θρησκείας, έμπαιναν στην θέση του προσώπου, στην μούμια του νεκρού, για να μπορή ν’ αναγνωρίζη η ψυχή του το σώμα και να ξανάρχεται. Τούτη η προσωπογραφία είναι βέβαια έργο που συνεχίζει την παράδοση των έργων ελληνιστικής τέχνης –που ήταν εντελώς ξένη προς την ντόπια αιγυπτιακή τέχνη– και με πολύ λιτά ζωγραφικά μέσα εκφράζει με δύναμη το πάθος και την μελαγχολία του νέου ανθρώπου που αφήνει την ζωή.
Φθάνοντας τώρα στην συλλογή της βυζαντινής τέχνης, πραγματικά δυσκολεύομαι να διαλέξω. Ένα από τα ωραιότερα κομμάτια μας είναι αναμφισβήτητα μια εικόνα του 14ου αιώνα, που παριστάνει την «Φιλοξενία του Αβραάμ» – συμβολική παράσταση της Αγίας Τριάδας. Στην εικόνα αυτή, το υψηλό συμβολικό νόημα, ταιριασμένο με μια λυρική μυστικιστική διάθεση, βρήκε αντάξια έκφραση σε λιτούς τρόπους χρωματικής αρμονίας, ρυθμικής σύνθεσης, αβρής στάσης. Είναι και το έργο αυτό ένα δείγμα πώς η βυζαντινή τέχνη κατώρθωνε μέσα από τα στοιχεία της παράδοσης να δημιουργή αυτοτελή αριστουργήματα.
Επειδή θέλω στην επιλογή μου να περιλάβω οπωσδήποτε δύο από τις σπουδαιότερες συλλογές του Μουσείου μας, και αφού επιμένετε να περιορισθώ σε πέντε κομμάτια, προσπερνώ εδώ την πλουσιώτατη συλλογή μεταβυζαντινής ζωγραφικής, της οποίας άλλωστε το πιο ενδιαφέρον έργο είναι ήδη γνωστό στους αναγνώστες του «Ταχυδρόμου»: εννοώ, φυσικά, το μοναδικό στο είδος του νεανικό έργο του Θεοτοκόπουλου (δωρεά του κ. Δημ. Σισιλιάνου) που παριστάνει τον Ευαγγελιστή Λουκά που ζωγραφίζει την Παναγία. Αρκούμαι λοιπόν να σας πω ότι η μικρογραφική αυτή εικόνα της Παναγίας είναι η ωραιότερη εικόνα Οδηγήτριας του 16ου αιώνα που γνωρίζομε.
Από την μεγάλη συλλογή λαϊκής τέχνης του Μουσείου είναι επίσης δύσκολο να ξεχωρίσουμε ένα έργο. Στην περίπτωση αυτή, γιατί τούτο αντιτίθεται στον συλλογικό χαρακτήρα της κατηγορίας αυτής των έργων τέχνης. Ωστόσο, αφού πρέπει να διαλέξω, δεν θα σας μιλήσω για τις πολυποίκιλες φορεσιές, για τα έξοχα κεντήματα – που το καθένα από αυτά θα μπορούσε αξιόλογα να διεκδικήση τον τίτλο του αριστουργήματος, και με τις ιστορικές αξίες που περικλείνει, αλλά και με τις καθαρά αισθητικές. Θα σταματήσω σ’ ένα ζευγάρι σκουλαρίκια χρυσά, στολισμένα με σμάλτο, που εχάρισε στο Μουσείο η κ. Ελένη Σταθάτου. Είναι σαν μικρές καραβέλες, με τα ξάρτια τους, με τα πανιά τους, με τις σημαίες τους, και κρέμονται κομψά και ελαφρά από ένα δαντελωτό χρυσό ανθέμιο. Δεν είναι μόνο ο συμβολισμός του καραβιού, αλλά και η λεπτή αίσθηση του υλικού και η μεγάλη μαστοριά στην εκτέλεση, που προσδίδουν στα έργα αυτά της ελληνικής μικροτεχνίας του 18ου αιώνα ξεχωριστό θέλγητρο.
Τέλος, προσπερνώντας άθελά μου και την πλούσια συλλογή έργων τέχνης και αναμνηστικών αντικειμένων που συνδέονται με τον Αγώνα του ’21 και με τα πρώτα χρόνια του ελληνικού βασιλείου, καταλήγω στις εξωτικές τέχνες, που αντιπροσωπεύονται με εκλεκτότατα κομμάτια αραβικής και τουρκικής τέχνης, αλλά ιδίως με τα οκτακόσια τόσα κομμάτια της κινεζικής συλλογής, που εχάρισε στο Μουσείο ο μακαρίτης Γεώργιος Ευμορφόπουλος, από το Λονδίνο. Από αυτήν την φημισμένη συλλογή αφήνω τα έξοχα κομμάτια της καθαρά κεραμουργικής τέχνης, που εστάθηκε πρότυπο για τα κεραμουργήματα και τις πορσελάνες όλου του κόσμου, γιατί προσωπικά προτιμώ τα μικρά πλαστικά έργα της εποχής των Τανγκ (7ος-10ος αιώνας μ.Χ.). Τούτο το άλογο, π.χ., μας δίνει με τρόπο συνοπτικό την συμπυκνωμένη δύναμη του ωραίου ζώου: η οξύτατη παρατήρηση της φύσης, η απόδοση μιας ωρισμένης στιγμής στην κίνηση του αλόγου, δεν εμποδίζει την υποταγή της μορφής σ’ ένα ρυθμό υψηλής τέχνης.
*Με το παρόν άρθρο μας θέλουμε να τιμήσουμε και πάλι τη μνήμη του Αντώνη Μπενάκη, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 31 Μαΐου 1954.
Ο Μπενάκης, μέγας εθνικός ευεργέτης και διανοούμενος, γόνος ιστορικής οικογένειας του ελληνισμού της διασποράς, είχε γεννηθεί το 1873 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
- «Δεν υπάρχει τίποτα πιο θεραπευτικό»: Τα topless και εξωτικά Χριστούγεννα του Πέντρο Πασκάλ
- Ιράν: Συνελήφθη στην Τεχεράνη Ιταλίδα δημοσιογράφος, σύμφωνα με τη Ρώμη
- Μια γιγάντια ηφαιστειακή έκρηξη είναι θέμα χρόνου – Οι χρονιές χωρίς χειμώνα θα μας βρουν απροετοίμαστους
- Ο Πεπ Γκουαρδιόλα θα βάλει τις βάσεις για τη νέα Μάντσεστερ Σίτι και θα φύγει!
- Αμορίμ: «Δεν έχω ιδέα πόσο χρόνο θα χρειαστούμε για να αντιστρέψουμε τα πράγματα»
- Καζακστάν: «Δυνατός κρότος» – Τι λέει επιζώντας από τη συντριβή του αεροπλάνου – Τι υποστηρίζει η εταιρεία