Ερντογάν: Τα πέντε «καυτά» και επείγοντα ζητήματα που θα αντιμετωπίσει στην τρίτη του θητεία
Από την οικονομική κρίση μέχρι τις σχέσεις με τον Μπασάρ αλ Άσαντ, υπάρχουν πολλά πιεστικά ζητήματα στην αρχή της τρίτης θητείας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Στους δρόμους βγήκαν οι ψηφοφόροι και οπαδοί του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετά την επικράτησή του στις προεδρικές εκλογές της Κυριακής. Ο ίδιος ήταν εκστασιασμένος στην ομιλία του μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ωστόσο υπάρχουν μια σειρά πιεστικά ζητήματα που δεν επιτρέπουν στον Τούρκο πρόεδρο να συνεχίσει τους πανηγυρισμούς.
Το Middle East Eye και ο γνωστός Τούρκος δημοσιογράφος Ρατζίπ Σοϊλού επισημαίνουν τα πέντε «αγκάθια» για τον Ερντογάν στην έναρξη της τρίτης θητείας του στην προεδρία της Τουρκίας.
Δύσκολες οικονομικές επιλογές
Την περασμένη εβδομάδα, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας ανακοίνωσε αρνητικά καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα για πρώτη φορά από το 2002, με ένα αρνητικό υπόλοιπο 151,3 εκατομμυρίων δολαρίων στις 19 Μαΐου. Ο Ερντογάν έχει καταφέρει να χρηματοδοτήσει την ανορθόδοξη νομισματική πολιτική του με τη διατήρηση χαμηλών επιτοκίων, επιτυγχάνοντας ανταλλαγές νομισμάτων και «ενέσεις» δισεκατομμυρίων δολαρίων από τους συμμάχους του στον Κόλπο και τη Ρωσία. Ωστόσο, οι πόροι αυτοί έχουν εξαντληθεί, επισημαίνει το Middle East Eye.
Το οικονομικό επιτελείο του Ερντογάν χρησιμοποιεί μεθόδους της «πίσω πόρτας», κυρίως μέσω των δημόσιων τραπεζών, για να σταθεροποιήσει την τουρκική λίρα έναντι του δολαρίου των ΗΠΑ. Παρά τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, η λίρα έχει διατηρήσει σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία έναντι του δολαρίου, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο για τους Τούρκους εξαγωγείς να ανταγωνιστούν τους διεθνείς ανταγωνιστές τους.
Ορισμένοι εξαγωγείς ζητούν πτώση της αξίας της λίρας έναντι του δολαρίου κατά 25% για να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους, επειδή τα τουρκικά προϊόντα είναι πλέον υπερτιμημένα και συγκριτικά ακριβότερα από τα προϊόντα από αλλού. Ως αποτέλεσμα αυτής της δυναμικής, το εμπορικό έλλειμμα της Τουρκίας διευρύνθηκε κατά 44% τον Απρίλιο, φθάνοντας τα 8,85 δισεκατομμύρια δολάρια έναντι 6,15 δισεκατομμυρίων δολαρίων το προηγούμενο έτος.
Παρά τα όσα έλπιζε ο Ερντογάν, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 17% στα 19,3 δισεκατομμύρια δολάρια τον Απρίλιο.
Αίσθηση πανικού
Υπάρχει μια αίσθηση πανικού στη χώρα, καθώς πολλοί κάτοικοι των πόλεων αποσύρουν το συνάλλαγμα τους από τις τράπεζες και το αποθηκεύουν σε χρηματοκιβώτια. Οι τράπεζες, εν τω μεταξύ, πασχίζουν να ανταποκριθούν στη ζήτηση.
Η Morgan Stanley προβλέπει πτώση της λίρας κατά 29% τους επόμενους μήνες, αν ο Τούρκος πρόεδρος δεν αλλάξει πορεία. Δεν είναι σαφές ποιον δρόμο θα επιλέξει ο Ερντογάν. Σε πρόσφατη δήλωσή του, είπε ότι πρόθεσή του είναι να διαχειριστεί σταθερά την οικονομία με βάση την εμπιστοσύνη και τη σταθερότητα. Ο Ερντογάν δήλωσε ότι στοχεύει να σχεδιάσει μια διεθνώς αξιόπιστη οικονομία, με κέντρο τις επενδύσεις και με προσανατολισμό στην απασχόληση.
Έρχονται και δημοτικές εκλογές
Μια άλλη σημαντική εκλογική δοκιμασία για τον Ερντογάν θα είναι οι δημοτικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 2024. Ο Ερντογάν τις θεωρεί κρίσιμες και τις αντιμετωπίζει ως ψήφο εμπιστοσύνης. Έχει καλέσει τους υποστηρικτές του να εργαστούν για την ανακατάληψη μεγάλων πόλεων, όπως η Κωνσταντινούπολη, η Άγκυρα και η Αττάλεια, τις οποίες έχασε η αντιπολίτευση στις δημοτικές εκλογές του 2019.
Ωστόσο, αν και θα είναι μια δύσκολη μάχη, ο Ερντογάν μπορεί να έχει κάποια πλεονεκτήματα αν η αντιπολίτευση αποτύχει να διατηρήσει την ενότητά της και την υποστήριξή της από τους Κούρδους ψηφοφόρους στα αστικά κέντρα.
Επιπλέον, μια δικαστική απόφαση που εκκρεμεί για τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος είναι ηγετικό στέλεχος του αντιπολιτευόμενου CHP, θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τον εξοβελισμό του από την πολιτική για μερικά χρόνια, μια απόφαση που ο Ερντογάν μπορεί να υποστηρίξει.
Ο Ερντογάν κέρδισε τις προεδρικές εκλογές του 2018 με το 52% των ψήφων, αλλά έχασε τον έλεγχο των μεγάλων πόλεων από την αντιπολίτευση μέσα σε 10 μήνες. Στην τουρκική πολιτική, όλα είναι πιθανά, επισημαίνει ο Σοϊλού.
Προσφυγική κρίση
Η παρουσία 3,7 εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων στην Τουρκία έχει καταστεί μείζον ζήτημα, το οποίο τονίζεται ιδιαίτερα από την αντιπολίτευση. Η εχθρότητα απέναντι στους Σύρους αυξάνεται από το 2020, όταν οι οικονομικές δυσκολίες της Τουρκίας άρχισαν να γίνονται αισθητές από την κοινή γνώμη, η οποία στράφηκε εναντίον των προσφύγων που έχουν καταφύγει στη χώρα την τελευταία δεκαετία, σημειώνει ο Σοϊλού.
Ο Ερντογάν έχει δηλώσει πολλές φορές τις τελευταίες δύο εβδομάδες ότι δεν σκοπεύει να απελάσει μαζικά Σύρους στη Συρία, θεωρώντας κάτι τέτοιο «απάνθρωπο» και «αντιισλαμικό». Ωστόσο, η πολιτική κατά των προσφύγων έχει αποκτήσει σημαντική υποστήριξη, αναγκάζοντας τον Ερντογάν να συμμαχήσει με τον υπερεθνικιστή Σινάν Ογάν, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της απέλασης των Σύρων κατά τη διάρκεια των εκλογών.
Στην ομιλία του το βράδυ της Κυριακής, ο Ερντογάν επανέλαβε τη δέσμευσή του για μια πολιτική που θα βασίζεται στην εθελοντική επιστροφή. Ανέφερε επίσης ότι 600.000 Σύροι έχουν ήδη επιστρέψει σε περιοχές της βόρειας Συρίας που βρίσκονται υπό τον έλεγχο της αντιπολίτευσης. Ο Τούρκος πρόεδρος πρόσθεσε ότι, μέσω της συνεργασίας με το Κατάρ και ενός νέου σχεδίου επανεγκατάστασης, η Τουρκία στοχεύει να διευκολύνει την επιστροφή ενός εκατομμυρίου ακόμη Σύρων τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, αν η οικονομική κατάσταση συνεχίσει να επιδεινώνεται, οι εντάσεις μπορεί να αυξηθούν περαιτέρω, σημειώνει ο Σοϊλού, με τμήματα της τουρκικής κοινωνίας να πιστεύουν ότι οι Σύροι κλέβουν θέσεις εργασίας και συμβάλλουν σε πολιτιστικά προβλήματα, καλλιεργώντας τον ρατσισμό και την ξενοφοβία.
Η Σουηδία και το ΝΑΤΟ
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης αυτόν τον μήνα, ο Ερντογάν εξέφρασε την απροθυμία του να επικυρώσει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, παραπονούμενος ότι η σκανδιναβική χώρα δεν κάνει αρκετά για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, εννοώντας ότι φιλοξενεί καταζητούμενους Κούρδους.
Ο Ερντογάν υιοθετεί συχνά μια σκληρή στάση όταν υπάρχει η ευκαιρία να επιτευχθεί μια συμφωνία.
Επιδιώκοντας την ένταξη της Σουηδίας στη Συμμαχία, το αμερικανικό Κογκρέσο πρότεινε την ένταξη ως προϋπόθεση για την πώληση μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία.
Στην κυβέρνηση Ερντογάν δεν άρεσε αυτή την πρόταση, με τους αξιωματούχους να μην είναι σίγουροι αν γερουσιαστές όπως ο Δημοκρατικός Μπομπ Μενέντεζ θα κρατούσαν τον λόγο τους ή αν άλλοι βουλευτές θα υποστήριζαν τη συμφωνία.
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί ένα ολισθηρό έδαφος, διότι το Κογκρέσο δεν θα ψηφίσει απαραίτητα κάτι που έχει υποσχεθεί στον Ερντογάν.
Ωστόσο, Τούρκοι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι εξακολουθούν να υποστηρίζουν την ένταξη της Σουηδίας, αλλά θα ήθελαν να δουν τη Στοκχόλμη να λαμβάνει μέτρα κατά της παρουσίας ύποπτων μελών του PKK.
Συμφιλίωση με τη Συρία
Ο Ερντογάν έχει καταβάλει προσπάθειες για την αποκατάσταση των σχέσεων με τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ, με τη βοήθεια της Ρωσίας. Η Άγκυρα πιστεύει ότι η εγκαθίδρυση δεσμών με τη Δαμασκό είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένης της στρατιωτικής παρουσίας της Τουρκίας στη βόρεια Συρία και της ανάγκης του Άσαντ για διεθνή αναγνώριση και μια εμπορική οδό.
Ο Ερντογάν επιδιώκει να πείσει τον Άσαντ να αναλάβει δράση κατά των ένοπλων κουρδικών οργανώσεων της Συρίας, τις οποίες η Άγκυρα θεωρεί τρομοκρατικές ομάδες. Τελικά, ο Τούρκος πρόεδρος στοχεύει στην επίτευξη μιας συμφωνίας με τον Άσαντ που θα διευκολύνει την επιστροφή των προσφύγων και θα οδηγήσει σε συνταγματική αλλαγή, επιτρέποντας την ενσωμάτωση της συριακής αντιπολίτευσης στο κράτος.
Η συμφιλίωση θεωρείται ζωτικής σημασίας για την τουρκική εσωτερική πολιτική, καθώς αυτό θα βοηθούσε στην άμβλυνση των αντισυριακών αισθημάτων στην κοινωνία και θα δημιουργούσε συνθήκες χρήσιμες για καλύτερη συμβίωση, καταλήγει ο Σοϊλού.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις