Και όμως ήταν προβληματικό το φετινό θέμα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας
Ποια ήταν τα προβλήματα με το θέμα που έπεσε φέτος στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας
- Δημήτρης Κόκοτας: Είμαστε αισιόδοξοι λέει η σύζυγός του
- Τεχνητή νοημοσύνη και ωδή στο γυμνό: Αυτές ήταν οι πιο τολμηρές φωτογραφίες την χρονιά του 2024
- Η Μπλέικ Λάιβλι μηνύει για σεξουαλική παρενόχληση τον συμπρωταγωνιστή της,Τζάστιν Μπαλντόνι
- Ρόμπι Γουίλιαμς: Στην Ελλάδα για συναυλία υπερπαραγωγή & άκυρος για Όσκαρ
Το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, ιδίως στην «πανελλαδικά εξεταζόμενη» μορφή του, συχνά έχει αποτελέσει αντικείμενο αντιπαραθέσεων. Αυτό έχει να κάνει με τα θέματα που επιλέγονται, τον βαθμό δυσκολίας τους, το υψηλό ποσοστό αναβαθμολόγησης.
Μεγάλη και η συζήτηση για το τι σημαίνει σήμερα «διδάσκω την κατανόηση και τη χρήση της γλώσσας» και αποτιμώ της «βασικές γλωσσικές δεξιότητες». Επιπλέον, η εγκατάλειψη, εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες, της απαίτησης παραγωγής απλώς ενός μεγάλου δοκιμιακού κειμένου μάλλον δεν βελτίωσε τα πράγματα.
Σε αυτό το φόντο, έχει ενδιαφέρον ότι αυτή τη φορά έχουμε έναν θόρυβο που ξεσπά σε σχέση με το ιδεολογικό αποτύπωμα των φετινών θεμάτων για τους μαθητές των ημερήσιων και εσπερινών γενικών λυκείων.
Εδώ να ξεκαθαρίσουμε κάτι: όταν μιλάμε για τα θέματα των εξετάσεων, προφανώς αυτό που μας ενδιαφέρει είναι κατά βάση εάν ήταν θέματα κατανοητά, σαφή, χωρίς παγίδες και με έναν βαθμό δυσκολίας που να επιτρέπει ταυτόχρονα να ξεχωρίζουν τα καλά γραπτά αλλά και οι πιο «αδύναμοι» μαθητές και μαθήτριες να μπορούν να κάνουν μια προσπάθεια με βαθμολογικό αντίκρισμα.
Καλώς ή κακώς οι εξετάσεις δεν είναι μια «μορφωτική» λειτουργία του σχολείου. Κατά μία έννοια, αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα με τις εξετάσεις, εξ ου και είναι δόκιμη κάθε κριτική στο εξετασιοκεντρικό μας σύστημα.
Ωστόσο, υπάρχει πραγματικό ζήτημα όταν τα θέματα των εξετάσεων είτε ενέχουν τον κίνδυνο να φέρουν τις μαθήτριες και τους μαθητές στη θέση να πρέπει να διαχειριστούν την τυχόν διαφωνία τους με τα υπό εξέταση κείμενα, είτε τους καλούν να ενσωματώσουν στη δική τους παραγωγή λόγου απόψεις με τις οποίες μπορεί να διαφωνούν. Γιατί αυτά μπορεί να έχουν επιπτώσεις και στο εάν θα γράψουν βαθμολογικά καλά ή όχι.
Στα φετινά θέματα είχαμε αυτά ακριβώς τα προβλήματα. Παρότι το γενικό θέμα, αυτό που αφορούσε τη βία κατά των γυναικών ήταν προφανώς και σημαντικό και επίκαιρο, υπήρξαν προβλήματα στην επιλογή των κειμένων και στη διατύπωση του θέματος. Ενδεικτικά αναφέρω
- Το κείμενο που υποστηρίζει ότι όντως υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με τη βία κατά των γυναικών είναι γραμμένο από έναν άντρα, ως εάν να μην υπάρχουν γυναικείες φωνές που να μπορούν να μιλήσουν για την καταπίεση που υφίστανται οι γυναίκες.
- Το κείμενο που είναι γραμμένο από γυναίκα υποστηρίζει ότι υπάρχει πρόβλημα με τον νεοφεμινισμό αναπαράγοντας μια συντηρητική και δεξιόστροφη τοποθέτηση απέναντι στον ριζοσπαστικό φεμινισμό.
- Το λογοτεχνικό κείμενο, αποτύπωνε την επίπτωση που έχουν και στους άντρες τα στερεότυπα για την αρρενωπότητα, ωστόσο ενείχε τον κίνδυνο να χαθεί από τους μαθητές η (αυτό)ειρωνική διατύπωσή του. Ωστόσο, γιατί επιλέγεται να προβληθεί η οπτική ενός άντρα και όχι π.χ. ένα βιωματικό κείμενο για την κακοποίηση και τη βία γραμμένο από μια γυναίκα;
Και τα πράγματα έκανε χειρότερα το γεγονός ότι η διατύπωση του θέματος παραγωγής λόγου, ρητά καλούσε τους μαθητές να κάνουν χρήση αυτών των τριών κειμένων.
Μόνο αυτό παραβιάζει μια βασική «κόκκινη γραμμή» για το πώς διαμορφώνουμε θέματα για πανελλήνιες και η οποία είναι ότι δεν πρέπει να αισθάνεται η μαθήτρια ή ο μαθητής ότι καλείται να παράγει λόγο σε σύγκρουση με τις δικές της/του απόψεις.
Επομένως, όντως το σημερινό θέμα έφερε κάποιες και κάποιους μαθητές, να πρέπει να ενσωματώσουν στο γραπτό τους το δεύτερο κείμενο, με το οποίο μπορεί να διαφωνούσαν γιατί για πιστεύουν ότι σε μια εποχή γυναικοκτονιών δεν μπορεί να υπάρξει «χαρούμενο φεμινισμός». Αυτό ούτως ή άλλως καθιστά προβληματικό το θέμα.
Μάλιστα, εδώ υπήρξε και ένα πρόβλημα στον τρόπο που επιλέχτηκε αυτό το δεύτερο κείμενο. Δεν είναι μόνο ότι όταν θέλουμε να δώσουμε στο μάθημα της έκθεσης ένα κείμενο γνώμης είναι πάντα προτιμότερο να δίνουμε κείμενο του προσώπου που εκφέρει τη γνώμη και όχι κάποιου που μεταφέρει τη γνώμη αυτή. Είναι και ότι ουσιαστικά δόθηκε ένα απόσπασμα ενός κειμένου, που το υπόλοιπο κείμενο παρέθετε μια άλλη διαφορετική άποψη. Το επισημαίνω αυτό γιατί η αυθόρμητη τάση των μαθητών συχνά είναι να αντιμετωπίζουν αυτά τα κείμενα όχι ως τμήμα ενός διαλόγου, δηλαδή ενός πεδίου με αντιπαραθέσεις, αλλά ως λίγο πολύ «κανονιστικά» κείμενα με θέσεις που πρέπει αναπαράγουν.
Σημειώνω ότι δυστυχώς από πολύ νωρίς οι μαθητές εσωτερικεύουν τη θέση ότι το μάθημα της έκθεσης περιλαμβάνει την αποδοχή του κυρίαρχου λόγου, κοινώς ότι πρέπει να πουν όχι αυτά που πιστεύουν αλλά αυτά που «πρέπει να πιστεύουν». Μόνο που αυτό ταυτόχρονα φαλκιδεύει την ικανότητα να γράψουν κάτι που ακριβώς θα αντανακλά τις σκέψεις και τις αγωνίες τους, θα είναι και πιο αυθεντικό, συνεκτικό και τελικά καλογραμμένο.
Όμως, το να ζητάμε από τις μαθήτριες και τους μαθητές να αναπαράγουν μια κριτική στον φεμινισμό – γιατί στην πραγματικότητα το δεύτερο κείμενο περιέγραφε μια αντιφεμινιστική άποψη – ουσιαστικά είναι σαν να τους ζητάμε να πάρουν μια σαφή θέση που μπορεί να είναι αντίθετη από αυτή που έχουν. Ιδίως όταν το θέμα δεν τους καλούσε π.χ. να επισημάνουν ότι εδώ πρόκειται για απόψεις γύρω από τις οποίες υπάρχουν αντιπαραθέσεις, αλλά να αντιμετωπίσουν και το δεύτερο κείμενο ως ένα κείμενο που συμβάλλει στην ισότητα των δύο φύλων.
Μόνο που όλα αυτά είναι πράγματα που δεν μπορούν να συμβαίνουν στις εξετάσεις. Ή για να το πω διαφορετικά: κατανοώ ότι «δεξιότερα του κέντρου» υπάρχει μια αίσθηση δυσανεξίας με ζητήματα που αφορούν τις «ταυτότητες», συμπεριλαμβανομένου και του ριζοσπαστικού φεμινισμού. Πρόσφατα, άλλωστε, πρώην πρωθυπουργός καταδίκασε τη «woke culture». Κατανοώ ότι μια τέτοια θέση διεκδικεί χώρο στη δημόσια σφαίρα. Όμως, οι πανελλήνιες εξετάσεις δεν είναι το πεδίο για να διεξαχθεί αυτή η συζήτηση.
(ΥΓ. Ο γράφων έχει διδάξει το μάθημα της Έκθεσης – Έκφρασης και της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, περισσότερα χρόνια από όσα ασκεί επαγγελματικά τη δημοσιογραφία. Συνεπώς, ας μη θεωρηθεί ότι μιλώ άνευ γνώσης).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις