Oxford Economics: Πόσο θα διαρκέσει η πτώση στις τιμές των τροφίμων
Οι καταλύτες που θα καθορίσουν την πορεία
- Πού βρίσκεται η Ahoo Daryaei; - «Αν την έχουν πειράξει θα πάρουν φωτιά οι δρόμοι»
- Όσα συνέβησαν μέσα στην έπαυλη του Φρανκ Σινάτρα – Τζόγος και κρυφές ερωτικές συναντήσεις
- Νέες ισραηλινές σφαγές σε Βηρυτό και Γάζα που παραπέμπει στην «Αποκάλυψη»
- Πόλεμος Ρωσίας - Ουκρανίας: Μήπως είναι πολύ αργά για να αλλάξει η πορεία του;
Οι παγκόσμιες τιμές τροφίμων θα συνεχίσουν να μειώνονται το υπόλοιπο του 2023 και το 2024, αναφέρει σε έκθεσή της η Oxford Economics, τονίζοντας ότι οι πιέσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα εκτονώνονται, τα περισσότερα κόστη εισροών εξομαλύνονται και η προσφορά παραμένει επαρκής. Εκτιμά, ωστόσο ότι παρά τις μειώσεις οι τιμές δεν θα υποχωρήσουν στα προ πανδημίας επίπεδα.
Οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν ότι οι τιμές των λιπασμάτων παραμένουν πολύ υψηλότερες από ό,τι πριν από την πανδημία.
Αυτός είναι ένας από τους παράγοντες που εμποδίζουν μια μεγαλύτερη πτώση των τιμών βραχυπρόθεσμα, καθώς οι αγρότες περιορίζουν τη χρήση λιπασμάτων και ως αποτέλεσμα θα μειωθούν οι αποδόσεις των καλλιεργειών.
Ομοίως, οι εμπορικοί περιορισμοί, όπως οι δασμοί και οι απαγορεύσεις εξαγωγών, παραμένουν πολύ πιο διαδεδομένοι από ό,τι πριν από την πανδημία και θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την ομαλοποίηση των τιμών.
Μακροπρόθεσμες πιέσεις
Μακροπρόθεσμα, η κλιματική αλλαγή πιθανότατα θα ασκήσει ανοδική πίεση στις τιμές των τροφίμων. Η IPCC προβλέπει μέση αύξηση 7,6% για τις τιμές των σιτηρών έως το 2050 λόγω των πιο κοινών ακραίων καιρικών φαινομένων, της αύξησης της θερμοκρασίας και της υψηλότερης συχνότητας ξηρασιών.
«Κατά συνέπεια, ενώ πιστεύουμε ότι οι παγκόσμιες τιμές των τροφίμων θα μειωθούν, θα παραμείνουν 25% υψηλότερες από ό,τι κατά τη δεκαετία πριν από την πανδημία» τονίζει η Oxford Economics.
Η συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η ανανέωση της συμφωνίας για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας άσκησε καθοδική πίεση στις παγκόσμιες τιμές των τροφίμων, με τις τιμές του καλαμποκιού και του σιταριού να μειώνονται κατά 7,9% και 2,76 % σε μηνιαία βάση τον Μάιο του 2023, καθώς οι έμποροι αναμένουν πλέον επαρκή επίπεδα προσφοράς τα επόμενα τρίμηνα.
Η επισιτιστική ασφάλεια
Μετά την πρόσφατη άνοδο των τιμών, η επισιτιστική ανασφάλεια έχει επιδεινωθεί σημαντικά, με αποτέλεσμα οι κυβερνήσεις να εφαρμόζουν εμπορικούς περιορισμούς, όπως απαγορεύσεις εξαγωγών και δασμούς.
Σύμφωνα με την Oxford Economics, αυτές οι πολιτικές μπορεί να εμποδίσουν την προσφορά τροφίμων μεσοπρόθεσμα, καθώς τα διφορούμενα μηνύματα τιμών δεν επιτρέπουν στις παγκόσμιες αγορές να προσαρμοστούν. Παρόλο που ο αριθμός τέτοιων πολιτικών μειώθηκε το 2023, παραμένει πολύ υψηλότερος από ό,τι πριν από την πανδημία και επομένως αντιπροσωπεύει ένα ακόμη εμπόδιο στην ομαλοποίηση των τιμών.
Λόγω της αύξησης των παγκόσμιων τιμών των τροφίμων, ωστόσο, οι κυβερνήσεις ενίσχυσαν επίσης τις πολιτικές για την ενθάρρυνση των εισαγωγών, όπως επιχορηγήσεις σε παραγωγούς τροφίμων με στόχο τη σταθεροποίηση των τιμών . Τα κίνητρα των επιχορηγήσεων για την υποστήριξη παραγωγών και καταναλωτών αυξάνονται από το 2020 και βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, περιορίζοντας τη μετάβαση από τις υψηλές τιμές των βασικών προϊόντων στους ΔΤΚ.
Οι δύο παράμετροι που εμποδίζουν την πτώση
Μακροπρόθεσμα, οι συντάκτες της έκθεσης πιστεύουν ότι δύο παράγοντες θα αποτρέψουν την πτώση των τιμών στα προ πανδημίας επίπεδα.
Πρώτον, αναμένουν ότι η ζήτηση για βιοκαύσιμα θα παραμείνει πολύ υψηλότερη από τους ιστορικούς μέσους όρους, καθώς οι χώρες έχουν θέσει σε εφαρμογή ευνοϊκά προγράμματα κινήτρων για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Η αυξημένη παραγωγή βιοκαυσίμων αντιπροσωπεύει μια επιπλέον πηγή ζήτησης για σόγια και αραβόσιτο και έχει παρακινήσει τους παραγωγούς να απομακρυνθούν από την κατανομή της έκτασης του σίτου. Αυτό σημαίνει επιπλέον ζήτηση για ορισμένες καλλιέργειες και χαμηλότερη προσφορά για άλλες, καθώς οι αγρότες ενθαρρύνονται να αλλάξουν την κατανομή των καλλιεργειών τους.
Δεύτερον, τονίζουν ότι η κλιματική αλλαγή έχει αρνητικές επιπτώσεις στις τιμές των τροφίμων, αυξάνοντας την πιθανότητα καιρικών φαινομένων που διαταράσσουν την προσφορά, όπως ξηρασίες, ερημοποίηση, υψηλότερες θερμοκρασίες και αλλοιωμένα πρότυπα βροχοπτώσεων. Στην πραγματικότητα, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή προβλέπει αύξηση 7,6% που σχετίζεται με το κλίμα για τις τιμές των σιτηρών έως το 2050, αν και οι κίνδυνοι είναι σαφώς ανοδικοί, με δυσμενή κλιματικά φαινόμενα που ενδέχεται να δημιουργήσουν σημαντική μελλοντική αβεβαιότητα τιμών.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις