Το παγκόσμιο χάσμα πρόσβασης στην ενέργεια είναι εδώ και επιμένει: 675 εκατομμύρια άνθρωποι έμειναν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα το 2021, ενώ 2,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι εξαρτώνται από επιβλαβή καύσιμα μαγειρέματος (όπως καυσόξυλα κ.α.).

Αυτό επισημαίνει μια νέα έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), του Διεθνούς Οργανισμού Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA), του Τμήματος Στατιστικής των Ηνωμένων Εθνών (UNSD), της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα και  διαπιστώνει ότι ο πλανήτης απομακρύνεται από τον 7ο στόχο Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDG) για την ενέργεια έως το 2030.

«Στόχος 7»

Συγκεκριμένα, ο «Στόχος 7» αφορά τη διασφάλιση της πρόσβασης σε προσιτή, αξιόπιστη, βιώσιμη και σύγχρονη ενέργεια για όλους:

  • «Έως το 2030, διασφάλιση της καθολικής πρόσβασης σε προσιτές, αξιόπιστες και σύγχρονες υπηρεσίες ενέργειας.
  • Έως το 2030, σημαντική αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα.
  • Έως το 2030, διπλασιασμός του παγκόσμιου ποσοστού βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας.
  • Έως το 2030, ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην έρευνα και τη τεχνολογία καθαρής ενέργειας – συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, της ενεργειακής αποδοτικότητας και των προηγμένων και καθαρών τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων – και να προωθηθούν οι επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές και τεχνολογίες καθαρής ενέργειας.
  • Έως το 2030, επέκταση των υποδομών και αναβάθμιση της τεχνολογίας για την παροχή σύγχρονων και βιώσιμων υπηρεσιών ενέργειας για όλους στις αναπτυσσόμενες χώρες, και ιδίως στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, στα μικρά αναπτυσσόμενα νησιωτικά καθώς και στα περίκλειστα αναπτυσσόμενα κράτη, σύμφωνα με τα αντίστοιχα προγράμματα στήριξής τους».

Όπως τονίζει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, η επίτευξη αυτού του στόχου θα έχει βαθύ αντίκτυπο στην υγεία και την ευημερία των ανθρώπων, συμβάλλοντας στην προστασία τους από περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς κινδύνους όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και διευρύνοντας την πρόσβαση στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και υπηρεσίες υγείας.

«Καμπανάκι»

Ωστόσο, σύμφωνα με το τελευταίο report, οι ειδικοί χτυπούν «καμπανάκι», προειδοποιώντας ότι οι τρέχουσες προσπάθειες δεν επαρκούν για την έγκαιρη επίτευξη του εν λόγω στόχου. «Έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος σε συγκεκριμένα στοιχεία της ατζέντας, για παράδειγμα ο αυξημένος ρυθμός χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ενέργειας – αλλά η πρόοδος είναι ανεπαρκής για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο SDG».

Σύμφωνα με τον IEA, η παγκόσμια ενεργειακή κρίση αναμένεται να τονώσει την ανάπτυξη ΑΠΕ και να βελτιώσει την ενεργειακή απόδοση, με αρκετές κυβερνητικές πολιτικές να υποδεικνύουν την αύξηση των επενδύσεων. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις του IRENA δείχνουν ότι οι οικονομικές ροές για την υποστήριξη της καθαρής ενέργειας σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος μειώθηκαν ήδη πριν από την πανδημία της COVID-19 και η χρηματοδότηση περιορίζεται σε μικρό αριθμό χωρών. Για να επιτευχθούν οι στόχοι του «Στόχου 7» και να διασφαλιστεί ότι οι άνθρωποι επωφελούνται πλήρως από τα κοινωνικοοικονομικά οφέλη της στροφής προς τη βιώσιμη ενέργεια, είναι απαραίτητο να μεταρρυθμιστούν διαρθρωτικά τα διεθνή δημόσια οικονομικά και να καθοριστούν νέες ευκαιρίες για την απελευθέρωση επενδύσεων.

Επιδεινώνουν τις προοπτικές

Η έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι το αυξανόμενο χρέος και οι αυξανόμενες τιμές της ενέργειας επιδεινώνουν τις προοπτικές για την επίτευξη καθολικής πρόσβασης σε καθαρό μαγείρεμα και ηλεκτρική ενέργεια. Οι τρέχουσες προβλέψεις υπολογίζουν ότι 1,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα εξαρτώνται από επιβλαβή καύσιμα μαγειρέματος και 660 εκατομμύρια θα απέχουν από την πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια το 2030, εάν δεν ληφθούν περαιτέρω μέτρα.

Αυτά τα κενά θα επηρεάσουν αρνητικά την υγεία των πιο ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων και θα επιταχύνουν την κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, 3,2 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από ασθένειες που προκαλούνται από τη χρήση ρυπογόνων καυσίμων και τεχνολογιών.

Τα σημεία «κλειδιά» της έκθεσης

  • Το 2010, το 84% του παγκόσμιου πληθυσμού είχε πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια. Αυτό αυξήθηκε στο 91% το 2021, που σημαίνει ότι πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι απέκτησαν πρόσβαση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Ωστόσο, ο ρυθμός ανάπτυξης της πρόσβασης επιβραδύνθηκε τη διετία 2019-2021 σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Οι προσπάθειες ηλεκτροδότησης της υπαίθρου συνέβαλαν σε αυτή την πρόοδο, αλλά παραμένει ένα μεγάλο κενό εντός των αστικών περιοχών.
  • Το 2021, 567 εκατομμύρια άνθρωποι στην υποσαχάρια Αφρική δεν είχαν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια, αντιπροσωπεύοντας περισσότερο από το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού χωρίς πρόσβαση. Το έλλειμμα πρόσβασης στην περιοχή παρέμεινε σχεδόν το ίδιο με το 2010.
  • Ο κόσμος παραμένει εκτός τροχιάς για την επίτευξη καθολικής πρόσβασης στο καθαρό μαγείρεμα έως το 2030. Έως και 2,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν ρυπογόνα καύσιμα και τεχνολογίες, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική και την Ασία. Η χρήση παραδοσιακής βιομάζας σημαίνει επίσης ότι τα νοικοκυριά αφιερώνουν έως και 40 ώρες την εβδομάδα συλλέγοντας καυσόξυλα, γεγονός που απαγορεύει στις γυναίκες να αναζητήσουν εργασία ή να συμμετέχουν σε τοπικά όργανα λήψης αποφάσεων και στα παιδιά να πάνε σχολείο.
  • Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΠΟΥ για το 2019, 3,2 εκατομμύρια πρόωροι θάνατοι κάθε χρόνο αποδίδονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση των νοικοκυριών που δημιουργείται από τη χρήση ρυπογόνων καυσίμων στο μαγείρεμα.
  • Η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην παγκόσμια κατανάλωση έχει αυξηθεί από 26,3% το 2019 σε 28,2% το 2020, η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από την έναρξη της παρακολούθησης της προόδου.
  • Οι προσπάθειες για την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη θέρμανση και τις μεταφορές, που αντιπροσωπεύουν περισσότερα από τα τρία τέταρτα της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας, παραμένουν εκτός στόχου.
  • Η ενεργειακή ένταση (κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος) βελτιώθηκε από το 2010 έως το 2020 κατά 1,8% ετησίως. Ωστόσο, ο ρυθμός βελτίωσης της ενεργειακής έντασης έχει επιβραδυνθεί τα τελευταία χρόνια και μειώθηκε στο 0,6% το 2020.
  • Οι διεθνείς δημόσιες οικονομικές ροές για την υποστήριξη της καθαρής ενέργειας στις αναπτυσσόμενες χώρες ανέρχονται σε 10,8 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ το 2021, 35% λιγότερο από τον μέσο όρο της περιόδου 2010–2019.

Ο αντίκτυπος

Όπως ανέφερε ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας Fatih Birol: «Η ενεργειακή κρίση που πυροδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία συνεχίζει να έχει βαθύ αντίκτυπο στους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας έχουν πλήξει σκληρά τους πιο ευάλωτους, ιδιαίτερα εκείνους στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Ενώ η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια προχωρά ταχύτερα από ό,τι πιστεύουν πολλοί, χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά για να παρασχεθεί βιώσιμη, ασφαλής και οικονομικά προσιτή πρόσβαση σε σύγχρονες ενεργειακές υπηρεσίες για τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που ζουν χωρίς αυτήν.

Οι επιτυχείς ενεργειακές μεταβάσεις βασίζονται σε αποτελεσματικές πολιτικές και τεχνολογική καινοτομία σε συνδυασμό με μεγάλης κλίμακας κινητοποίηση επενδυτικών κεφαλαίων. Η διεθνής κοινότητα πρέπει να αξιοποιήσει όλα αυτά τα εργαλεία για να επιτύχει τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας».