Ποιος πρόδωσε την Άννα Φρανκ – Ποιος ειδοποίησε τους Ναζί;
Ποιος ειδοποίησε τις αρχές ότι υπήρχαν άνθρωποι που κρύβονταν στο πίσω μέρος του Prinsengracht 263;
- Μιας διαγραφής… μύρια έπονται για τη Ν.Δ.- Νέες εσωκομματικές συνθήκες και «εν κρυπτώ» υπουργοί
- Ποια είναι η Κριστίν Καβαλάρι: Τα ριάλιτι, το toy boy και το «πιο καυτό σεξ» με τον Τζέισον Στέιθαμ
- Κουτσουρεμένος ο προϋπολογισμός του «Διατηρώ»
- Την άρση ασυλίας Καλλιάνου εισηγείται η Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής
Παρά τη διαμάχη γύρω από τα ευρήματά της, το έργο μιας «ομάδας ανεξιχνίαστων υποθέσεων» φωτίζει δυναμικά το πώς ήταν να ζεις κάτω από ένα καθεστώς γενοκτονίας.
Στις 4 Αυγούστου 1944 ο αξιωματικός της Γκεστάπο Karl Josef Silberbauer, μαζί με τρεις Ολλανδούς αστυνομικούς, εισέβαλαν σε ένα κατάστημα εμπορίας μπαχαρικών στην Prinsengracht του Άμστερνταμ και απαίτησαν να μάθουν: «Πού είναι οι Εβραίοι;».
Ήταν μια διαπεραστική στιγμή της ιστορίας του 20ού αιώνα, που δεν αμβλύνεται ποτέ με την αναδιήγηση. Μέσα σε λίγα λεπτά ο Silberbauer και οι συνεργοί του είχαν εντοπίσει ένα ψεύτικο ράφι με βιβλία, πίσω από το οποίο κρυβόταν μια μυστική σουίτα δωματίων όπου δύο οικογένειες κρύβονταν για δύο χρόνια. Οι οκτώ αυτοί άνδρες και γυναίκες συνελήφθησαν και στη συνέχεια στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στα ανατολικά, από τα οποία επέστρεψε μόνο ένας, ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης Ότο Φρανκ.
Τα γνωρίζουμε όλα αυτά επειδή μια από τις πρώτες μεταπολεμικές πράξεις του Ότο ήταν να δημοσιεύσει το ημερολόγιο που κρατούσε η 15χρονη κόρη του κατά τη διάρκεια της φυλάκισής τους. Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ έγινε ένα κανονικό κείμενο, μια από τις λίγες αφηγήσεις που έχουμε για το πώς είναι να βιώνεις την Τελική Λύση του Χίτλερ σε πραγματικό χρόνο. Και είναι το πρόσωπο της Άννας – αιχμηρό, έξυπνο, άγρια ζωντανό – που έχει γίνει το έμβλημα ενάντια σε όλο το κακό που εξαπέλυσε ο αντισημιτισμός στα τρομερά μέσα του 20ου αιώνα, στην Ευρώπη. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η ιστορία είναι τόσο οικεία, υπάρχει μια λεπτομέρεια που παραμένει μυστήριο. Ποιος ειδοποίησε τις αρχές ότι υπήρχαν άνθρωποι που κρύβονταν στο πίσω μέρος του Prinsengracht 263;
Το πιο σημαντικό κομμάτι του παζλ
Αυτό ήταν το ερώτημα που θέλησε να απαντήσει, το 2022, με το βιβλίο της «The Betrayal of Anne Frank», η Καναδή συγγραφέας Rosemary Sullivan στην αφήγησή της για την προσπάθεια του Ολλανδού σκηνοθέτη Thijs Bayens και του δημοσιογράφου Pieter van Twisk να βρουν αυτό το τελευταίο κομμάτι του παζλ. Χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία και τα τροπάρια μιας αστυνομικής διαδικασίας, ο Bayens και ο van Twisk συγκέντρωσαν αυτό που επιμένουν να αποκαλούν «ομάδα ανεξιχνίαστης υπόθεσης», με επικεφαλής τον συνταξιούχο πράκτορα του FBI Vince Pankoke. Ανάμεσα στο 30μελές προσωπικό του, ο Pankoke είχε εγκληματολόγους, ψυχολόγους, αρχειονόμους, ιατροδικαστές και έναν πολυδιαφημισμένο εγκέφαλο της τεχνητής νοημοσύνης, ο οποίος δημιούργησε μια βάση δεδομένων που αποθηκεύει χιλιάδες σημεία δεδομένων – διευθύνσεις, βιογραφικά στοιχεία, πολιτικές θέσεις – με τρόπο που αποσκοπεί στην ανάδειξη νέων υπόπτων. Μετά τη δημοσίευση, τα αποτελέσματα της δουλειάς τους αμφισβητήθηκαν και ο ολλανδικός εκδότης, Ambo Anthos, ανέστειλε την εκτύπωση εν αναμονή της έρευνας. Ένα μέλος της ομάδας, εν τω μεταξύ, υπερασπίστηκε την έρευνα, υποστηρίζοντας ότι ήταν «επιφυλακτική και ενδελεχής».
Όποια κι αν είναι η τελική ετυμηγορία, είναι σαφές ότι το βιβλίο της Sullivan πασχίζει να βρει μια μορφή και ένα ύφος που να εξυπηρετεί το υλικό της. Ειδικότερα, φαίνεται να μην είναι σίγουρη για το πόση προϋπάρχουσα γνώση μπορεί να υποθέσει στους αναγνώστες της, πράγμα που σημαίνει ότι τα δύο τρίτα του βιβλίου αυτού αναλώνονται στην αναμάσηση της ιστορίας της δολοφονίας των Φρανκς και της μεταπολεμικής έκδοσης του ημερολογίου της Ανν. Μόνο όταν η συγγραφέας προχωρήσει στα πραγματικά «πρόσωπα ενδιαφέροντος», η αφήγηση αρχίζει να επιταχύνεται, παρόλο που πολλές από αυτές τις πληροφορίες είναι εδώ και καιρό στη δημοσιότητα.
Οι «συνήθεις» ύποπτοι
Πρώτος είναι ο Τζομπ Γιάνσεν, ο αποξενωμένος και παρανοϊκός σύζυγος μιας υπαλλήλου του Ότο, ο οποίος ήταν πεπεισμένος ότι η Εβραία σύζυγός του είχε σχέση με το αφεντικό της, τον κύριο Φρανκ. Έπειτα είναι η Nelly Voskuijl, μια ναζί fraterniser* της οποίας η αδελφή ήταν μια από τις υπαλλήλους του γραφείου που βοήθησαν τους Φρανκ να κρυφτούν. Υπάρχει, βέβαια, και ο επί μακρόν ύποπτος, ο Willem van Maaren, ο ελαφρόμυαλος διευθυντής αποθήκης που ίσως να κυνηγούσε την αμοιβή των 7,5 γκιούλντερς (35 λίρες σήμερα).
Το πιο ανατριχιαστικό απ’ όλα τα πρόσωπα είναι η διαβόητη Anna van Dijk, η οποία από το 1943 αρχίζει να συνεργάζεται με τους Γερμανούς παρασύροντας τους συμπολίτες της Εβραίους σε προσεκτικά στημένες παγίδες. Η van Dijk απαγχονίστηκε μετά τον πόλεμο για το τεράστιο μέγεθος των εγκλημάτων της, ωστόσο δεν υπάρχουν στοιχεία για τη στροφή της εναντίον της οικογένειας Φρανκ. Στο τέλος, όμως, η ομάδα ανεξιχνίαστων υποθέσεων ξεχωρίζει έναν επιφανή Εβραίο συμβολαιογράφο, τον Arnold van den Bergh, εικάζοντας ότι μπορεί να έδωσε τις πληροφορίες στους Ναζί ως έναν τρόπο να κρατήσει τη δική του οικογένεια μακριά από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
* (Fraternization – Η αδελφοποίηση είναι η πράξη δημιουργίας στενών σχέσεων μεταξύ ανθρώπων ή ομάδων. Γενικά χρησιμοποιείται για να αναφέρεται στη δημιουργία σχέσεων που θεωρούνται ανήθικες, αμφιλεγόμενες ή προβληματικές.
Κινηματογραφική αφήγηση
Οι αντιδράσεις των ιστορικών επικεντρώθηκαν στις εξαιρετικά περιστασιακές αποδείξεις που προβάλλονται για την «ενοχή» του Βαν ντεν Μπεργκ. Συγκεκριμένα έχουν αμφισβητήσει τον ισχυρισμό ότι, ως μέλος του Εβραϊκού Συμβουλίου του Άμστερνταμ, θα γνώριζε τις διευθύνσεις των χώρων όπου κρύβονταν Εβραίοι.
Ανεξάρτητα από αυτό, αυτό που καταφέρνει να κάνει η συγγραφέας σε αυτό το βιβλίο είναι να συνθέσει μια συναρπαστική εικόνα του πώς ήταν να ζεις στο Άμστερνταμ υπό ναζιστική κατοχή περιγράφοντας μια συλλογή από όλο και πιο απομονωμένα άτομα, πεινασμένα, τρομοκρατημένα και καθημερινά αντιμέτωπα με αδύνατες επιλογές για το αν θα σώσουν τον εαυτό τους, τους αγαπημένους τους ή την καλή οικογένεια που μένει δίπλα τους. Και είναι αυτό το ηθικό κενό που ακολουθεί στον απόηχο του αντισημιτισμού, και όχι κάποιος συγκεκριμένος «δράστης», που πρόδωσε την Άννα Φρανκ.
Δείτε το σπίτι της οικογένειας Φρανκ
Διαβάστε ένα απόσπασμα από το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ
Κυριακή, 14 Ιουνίου 1942
Την Παρασκευή 12 Ιουνίου ξύπνησα πριν σημάνει το ρολόι έξι, κι ήταν φυσικό γιατί εκείνη τη μέρα γιόρταζα τα γενέθλιά μου. Μόνο που δε μου επιτρέπουν να είμαι τόσο πρωινή. Ήμουν λοιπόν υποχρεωμένη να συγκρατήσω την περιέργειά μου για μία ακόμα ώρα. Ύστερ’ από τρία τέταρτα δεν άντεξα άλλο. Πήγα στην κουζίνα, όπου ο Μόρτης ο γάτος με υποδέχτηκε τρίβοντας το κεφάλι του πάνω μου και κάνοντάς μου χίλια δυο σκέρτσα.
Στις εφτά η ώρα πήγα να δω τον πατέρα και τη μητέρα, και μπόρεσα επιτέλους να ξετυλίξω τα δώρα μου στο σαλόνι. Η πρώτη πρώτη μου έκπληξη ήσουν εσύ, ένα από τα ωραιότερα ίσως δώρα μου. Ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα, ένα μικρό φυτό, δυο κλαδάκια παιωνίας – να πώς είδα εκείνο το πρωί το τραπέζι στολισμένο με άνθη και με άλλα πολλά που ακολούθησαν στη διάρκεια της ημέρας.
Ο πατέρας και η μητέρα με γέμισαν με δώρα, χώρια οι πολυάριθμοι φίλοι μας, που με φίλεψαν πλουσιοπάροχα.
Έλαβα, ανάμεσα στ’ άλλα, ένα παιχνίδι παρέας, πολλά γλυκίσματα, σοκολάτες, μια σπαζοκεφαλιά με αινίγματα, μια καρφίτσα-κόσμημα, τους Μύθους και θρύλους των Κάτω Χωρών του Ιωσήφ Κοέν, το Σκοτεινό θάλαμο του Χίλντεμπραντ, τις Διακοπές της Νταίζυ στο βουνό, ένα εκπληκτικό βιβλίο, και λίγα χρήματα που θα μου επιτρέψουν ν’ αγοράσω τους Ελληνικούς και ρωμαϊκούς μύθους. Έξοχα!
Αργότερα ήρθε η Λις για να με πάρει να πάμε στο σχολείο. Στο διάλειμμα πρόσφερα μπισκότα στους καθηγητές και στους μαθητές κι ύστερα γύρισα στη δουλειά μου.
Τελειώνω για σήμερα. Γεια σου, «Ημερολόγιο»· σε βρίσκω θαυμάσιο!
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις