Ροζέ Γκαρωντύ: Η αισθητική ως παιδαγωγική της δημιουργίας
Ο διάλογος του μαρξισμού με το χριστιανισμό
Το διεθνές κοινό δεν γνώρισε τον Ροζέ Γκαρωντύ παρά από την πρόσφατη δογματική του διένεξη με την σημερινή ηγεσία του Κ.Κ. Γαλλίας, η οποία, ως γνωστόν, ωδήγησε στην διαγραφή του. Το γαλλικό κοινό τον γνώριζε πολύ περισσότερο σαν ανταγωνιστικό στέλεχος, σαν φιλόσοφο, σαν καθηγητή πανεπιστημίου στο Πουατιέ, σαν τον συγγραφέα βιβλίων όπως «Για ένα ρεαλισμό δίχως όχθες», «Από το ανάθεμα στο διάλογο», «Προοπτική του ανθρώπου» και «Η μεγάλη καμπή του σοσιαλισμού». Ωστόσο, απ’ όλη αυτήν την πολεμική υπήρχε φόβος να συγκρατήσουν, όσοι την παρακολούθησαν, μια εντύπωση μερική και παραμορφωμένη του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ο Γκαρωντύ δέχθηκε να δώση την κατωτέρω συνέντευξη, κατ’ εξοχήν αποκαλυπτική του ανθρώπου, της οποίας δημοσιεύομε τα κυριώτερα σημεία.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 5.7.1970, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ερώτηση: Μεταξύ του αγωνιστικού στελέχους, του πανεπιστημιακού, του φιλοσόφου και του ιδιώτου, ποιος είσθε κ. Γκαρωντύ;
Γκαρωντύ: Ως προς την παιδεία (ενός καθηγητού της Φιλοσοφίας) είμαι πανεπιστημιακός. Αυτή τη στιγμή διδάσκω αισθητική στο Πουατιέ. Τα ουσιώδη προβλήματα που προσπάθησα να διαλευκάνω σ’ όλη μου τη ζωή δεν ήσαν κατ’ αρχήν πολιτικά. Ανάμεσα στις 20 περίπου εργασίες που συνέγραψα, ένα τέταρτο μόνον είναι βιβλία αναφερόμενα στην πολιτική. Το σημαντικώτερο από τα έργα μου είναι μια μελέτη για τον Χέγκελ. Αφιέρωσα κατόπιν ένα ή δύο δοκίμια στην αισθητική, μερικά άλλα στις σχέσεις μεταξύ θρησκείας, φιλοσοφίας και πολιτικής. Ό,τι συνιστά την ενότητα των διαφορετικών αυτών αναζητήσεων είναι το ότι έχουν σαν κοινό παρονομαστή έναν στοχασμό πάνω στους τελικούς σκοπούς.
Ερώτηση: Σε τι οικογενειακό περιβάλλον ανήκετε;
Γκαρωντύ: Ο πατέρας μου ήταν υπάλληλος σε εμπορικό και η μητέρα μου μοδίστρα με μεροκάματο. Χάρη στις προσπάθειες των γονιών μου είχα την τύχη να πλησιάσω την παιδεία. Μου επέτρεψαν να συνεχίσω τις σπουδές μου χάρη σε τρομακτικές θυσίες και επειδή ήμουν μοναχογιός. Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσαν να το κάμουν για δύο παιδιά. Κι’ αυτό μ’ έκαμε πολύ να στοχαστώ πάνω στη δήθεν δημοκρατία του πανεπιστημίου. Όσο για την πνευματική μου διαπαιδαγώγηση, αρχικά δεν ήμουν χριστιανός, επειδή οι γονείς μου δεν ήσαν μήτε ο ένας μήτε ο άλλος. Έγινα, γύρω στα 14 χρόνια μου. Η πνευματική μου διαπαιδαγώγηση σαν ήμουν σπουδαστής έγινε κάτω από ένα διπλό φωτισμό: από τη μια πλευρά ήταν η θεολογία του Καρλ Μπαρτ και του Κίρκεγκωρ, κι’ από την άλλη η σκέψη του Μαρξ, όπου κατέληξα από πολύ μακρυά, μέσω Ρομαίν Ρολάν και Ζωρές. Πρόκειται λοιπόν για έναν πνευματικό προσανατολισμό, αφού οι ίδιοι οι γονείς μου δεν ήσαν αγωνιστικά στοιχεία την εποχή που έγινα εγώ ο ίδιος.
Ερώτηση: Στα 14 χρόνια σας, πώς γίνατε χριστιανός, αφού βρισκόσασταν σ’ ένα περιβάλλον αγνωστικιστικό;
Γκαρωντύ: Νομίζω πως αυτό οφείλεται αποκλειστικά στις ανθρώπινες σχέσεις. Στους προτεσταντικούς κύκλους γνώρισα φυσιογνωμίες ακτινοβολούσες. Κατέληξα εκεί χάρη στην παρουσία και στην ανθρώπινη ποιότητα εκείνων που είχα γνωρίσει.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 5.7.1970, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ερώτηση: Τι ήταν αυτό που ωδήγησε εσάς, έναν διανοούμενο, στους κόλπους ενός εργατικού κόμματος;
Γκαρωντύ: Η έλευσή μου στον μαρξισμό ήταν ουσιαστικά έλευση ενός διανοουμένου. Η σκέψη του Μαρξ με προσείλκυσε με τα ουμανιστικά της στοιχεία και η προσχώρηση σε ένα κομμουνιστικό κόμμα μού φαινόταν επιβεβλημένη από το δόγμα. Είναι αδύνατον ένας μαρξιστής να γοητευθή απλώς από τις θεωρίες του Μαρξ χωρίς να τις ενσαρκώση στην πράξη. Στην αρχή δεν είχα καθόλου το αίσθημα πως αυτό συνεπαγόταν μια αποσύνδεση από τον χριστιανισμό, και πρέπει να ειπώ ότι το Κόμμα δεν μ’ εξανάγκασε ποτέ σε μια εκλογή. Ο χριστιανοί φίλοι μου ήσαν εκείνοι που, δίχως να χάσουν την εκτίμηση που είχαν για μένα και δίχως να διακόψουν τις σχέσεις των μαζί μου, μου ζήτησαν να διαλέξω. Προτίμησα να μείνω στο Κόμμα.
Ερώτηση: Επιστρατευθήκατε το 1939;
Γκαρωντύ: Ναι, και πολέμησα. Ένα μήνα μετά την παρασημοφορία μου με τον Πολεμικό Σταυρό με συνέλαβαν σαν «άτομο επικίνδυνο για την εθνική άμυνα και την δημόσια ασφάλεια». Στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, κοντά στους αριστερούς μου συντρόφους, πέρασα από έναν δεύτερο κύκλο παιδείας, πλουσιώτερο, όπως πιστεύω, από τον πρώτο. Και ο δεύτερος κύκλος διαπαιδαγωγήσεώς μου στην μαρξιστική πρακτική χρονολογείται από το 1947-48, κατά τις μεγάλες απεργίες των εργατών ορυχείων. Ήμουν τότε βουλευτής και στάθηκε για μένα μια αποφασιστική στιγμή στοχασμού πάνω στο πώς η σκέψη ενσαρκώνεται μέσα σ’ έναν έμπρακτο αγώνα.
Ερώτηση: Επί πολλά χρόνια υπήρξατε «φερέφωνο» του Κ.Κ. στον διάλογο με τους χριστιανούς. Γιατί αναλάβατε αυτόν τον ρόλο;
Γκαρωντύ: Τον προσανατολισμό αυτόν δεν τον επενόησα εγώ, αλλά ο Μωρίς Τορέζ, ο οποίος επέμενε ιδιαίτερα σ’ όλο τον πλούτο της χριστιανικής παραδόσεως που ήταν ανάγκη να ενσωματωθή στην μαρξιστική. Για τον Τορέζ δεν ήταν μόνο ζήτημα τακτικής. Υπήρχε στο σημείο αυτό μια βαθειά πεποίθηση και νομίζω ότι εγώ δεν «εφηύρα» εδώ τίποτε. Απλώς συνέχισα τον δρόμο αυτόν και εμβάθυνα, δίχως όμως να τον εγκαινιάσω εγώ. Οι πρώτες συζητήσεις που είχα με τον Τορέζ αναφέρονταν ακριβώς στα προβλήματα αυτά. Εξ άλλου επρόκειτο και για μια ανάγκη επιβεβλημένη από τα γεγονότα. Στη χώρα μας, εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκουν το νόημα της ζωής στον χριστιανισμό, αλλά και εκατομμύρια βλέπουν το μέλλον στον σοσιαλισμό. Συνεπώς, δεν μπορούμε να διαμορφώσουμε το μέλλον της Γαλλίας χωρίς τους χριστιανούς ή εναντίον των, ή χωρίς τους αριστερούς ή εναντίον των. Ο μαρξισμός πρέπει να μπορεί να ενσωματώση ωρισμένες πλευρές που αποτελούν την εισφορά του χριστιανισμού – ας πούμε, γενικά, τις διαστάσεις του υποκειμενισμού και του υπερβατικού. Ξέρω ότι ο όρος «υπερβατικός» δεν υπάρχει στο μαρξιστικό λεξιλόγιο. Προτιμούμε τον όρο «διαλεκτικό ξεπέρασμα». Είναι όμως γεγονός πως, αν η ελληνική παράδοση δίδαξε στον άνθρωπο πως η ελευθερία αποτελεί ουσιαστικά επίγνωση της ανάγκης, ο χριστιανισμός έδωσε μια νέα διάσταση προσδιορίζοντας την ελευθερία σαν συμμετοχή στην δημιουργία. Θα έλεγα, μεταθέτοντας: συμμετοχή στην δημιουργία την οποία συνεχίζει ο άνθρωπος για τον άνθρωπο. Και πιστεύω ότι ο μαρξισμός είναι σε θέση να κρατήση τις δύο άκρες της αλυσίδας, δηλαδή να τις τοποθετήση σε μια νέα προοπτική – εκείνην της διαλεκτικής–, αυτές τις δύο στιγμές του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού από τη μια πλευρά και του χριστιανισμού από την άλλη.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 5.7.1970, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Ερώτηση: Ποια, κατά την γνώμη σας, είναι τα αποτελέσματα αυτού του διαλόγου με τους χριστιανούς;
Γκαρωντύ: Ο διάλογος αυτός πέρασε από δυσχέρειες, επειδκή δεν αρκεί να απλώση κανείς το χέρι, πρέπει και κάποιος να το αρπάξη. Τα τελευταία χρόνια έγινε μια θεμελιώδης μεταβολή σε πολλούς χριστιανούς: όλο και περισσότερο ζουν την πίστη των όχι σαν εγκαρτέρηση και αποδοχή, αλλά σαν μια αντίσταση, σαν μιαν εξέγερση. Βλέπουν στον Θεό όλο και περισσότερο μιαν αρχή ελευθερίας μάλλον παρά τάξεως. Άρα, βλέπουν τον Θεό να εκδηλούται διά του ανθρώπου, των αγώνων, των δημιουργιών του ή ακόμη και των εξεγέρσεών του. Πιστεύω ότι η μεταβολή αυτή των χριστιανών αποτελεί κάτι το αναπότρεπτο και οριστικό.
Ερώτηση: Μετά την αποπομπή σας από το Κ.Κ. θα συνεχίσετε μόνος αυτόν τον διάλογο με τον χριστιανισμό;
Γκαρωντύ: Βεβαίως, επειδή η δραστηριότητα αυτή μου φαίνεται βασική για να αποτελέση πράγματι ο μαρξισμός, όπως το εύχονταν ο Μαρξ και ο Λένιν, μια συνέχεια τού κάθε τι έγκυρου που δημιούργησαν ο πολιτισμός και η παιδεία όλων των λαών. Και πρέπει να αναπτυχθή και ένας πραγματικός διάλογος πολιτισμών και με τους λαούς της Ασίας, της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής. Πρέπει να ανακαλύψωμε, στοχαζόμενοι πάνω στην εξέλιξη των λαών αυτών, και άλλα κριτήρια αναπτύξεως απ’ εκείνα της οικονομικής ανθήσεως, της προόδου για την πρόοδο, που καταντά μια θρησκεία των μέσων.
Ερώτηση: Τι σκέπτεσθε για την δράση των αριστερών στο πανεπιστήμιο από τις αρχές του 1968;
Γκαρωντύ: Πρέπει να ειπώ ότι για μένα το ουσιώδες των γεγονότων του Μαΐου-Ιουνίου 1968 μού φαίνεται κάτι εξαιρετικά θετικό. Δεν πρέπει ωρισμένες επιφανειακές υπερβολές –που θεωρώ, όπως όλος ο κόσμος, θλιβερές– να μας αποκρύψουν την πραγματική σημασία του κινήματος και να μας εμποδίσουν να ιδούμε την θεμελιακή σημασία των γεγονότων. Βέβαια, τα πράγματα πήραν συχνότατα μια τροπή αρνητική, ουτοπική, αναρχική. Αυτό όμως δεν είναι παρά η εξωτερική των πλευρά. Έτσι άρχισε και το εργατικό κίνημα: βάλθηκαν να θρυμματίζουν μηχανές, να χτυπούν τον αρχιεργάτη, έγιναν ακόμη και φόνοι!
Ερώτηση: Γιατί τα σοσιαλιστικά κόμματα και καθεστώτα είναι ακόμη καχύποπτα προς τους διανοουμένους των;
Γκαρωντύ: Εδώ πρόκειται για μια από τις ιδιαίτερες περιπτώσεις της αντιφάσεως ανάμεσα στην ανάπτυξη των οικονομικών και κοινωνικών βάσεων του σοσιαλισμού (που έδωσαν αποτελέσματα θεαματικά ακόμη και μες στην σταλινική διαστροφή, όχι μόνον από την άποψη της αναπτύξεως αλλά και από εκείνην της ικανοποιήσεως των συλλογικών αναγκών) και στην πολύ μικρή ανάπτυξη των πολιτικών υπερδομών – όπου δεν έχουν αρχίσει ακόμη τον σοσιαλισμό. Η αδυναμία αυτή στον πολιτικό τομέα εκφράζεται συχνά με μια αντίληψη στενά ωφελιμιστική του πολιτισμού, η οποία καταλήγει σε μορφές χειραγωγήσεώς του διοικητικές και καταπιεστικές. Κι’ αυτό αποτελεί μέρος της διαστροφής του σοσιαλισμού.
Ερώτηση: Μπορώ να σας ρωτήσω, για να τελειώσωμε, ποια είναι τα λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά σας γούστα;
Γκαρωντύ: Είχα την τύχη να κάνω επάγγελμα την δουλειά που μου αρέσει περισσότερο από κάθε τι στον κόσμο, δηλαδή την αισθητική των πλαστικών τεχνών. Για μένα η αισθητική δεν είναι διόλου ένας τρόπος απομακρύνσεως από την πολιτική, ένας τρόπος μεταστροφής προς την δράση. Βλέπω στην αισθητική, δηλαδή στην προσπάθεια ν’ αφομοιώσουμε όλες τις μεγάλες δημιουργίες του παρελθόντος, μια παιδαγωγική της δημιουργίας. Η ανάλυση της γλώσσης της ζωγραφικής (είναι η δουλειά μου στο πανεπιστήμιο) μας επιτρέπει να συμπέσωμε με την δημιουργό πράξη, στην οποία οφείλονται όλα τα μεγάλα έργα. Γι’ αυτό, κατά την γνώμη μου, η αισθητική πρέπει να καταλήξη στο να περιλάβη όλα τα μεγάλα προβλήματα που απασχόλησαν την ηθική, την θρησκεία, την φιλοσοφία, κι’ αυτήν ακόμη την πολιτική –δηλαδή την αναζήτηση των τελικών σκοπών–, για να καταλήξη στο να συνειδητοποιήση ο άνθρωπος το ότι είναι δημιουργός και αυθέντης του κόσμου, καθώς και το ότι η δημιουργία αυτή είναι μια δημιουργία ατέρμων.
*Άρθρο για τον Ροζέ Γκαρωντύ, που έφερε τον τίτλο «Όλη μου η αλήθεια» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Κυριακή 5 Ιουλίου 1970. Ο Γκαρωντύ είχε συνομιλήσει με το γάλλο δημοσιογράφο και συγγραφέα Jean Montalbetti (1943-1987).
Ο γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας Ροζέ Γκαρωντύ (Roger Garaudy) γεννήθηκε στη Μασσαλία στις 17 Ιουλίου 1913 και απεβίωσε σε προάστιο του Παρισιού στις 13 Ιουνίου 2012.
Ο Γκαρωντύ υπήρξε αναντίρρητα μια πολύ ενδιαφέρουσα αλλά και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Πέραν όσων διαβάσατε ανωτέρω, ο Γκαρωντύ, σε προχωρημένη ηλικία, ασπάστηκε το μουσουλμανισμό και διατύπωσε ακραίες αντισημιτικές απόψεις, αμφισβητώντας κατ’ ουσίαν το ολοκαύτωμα των Εβραίων από τους ναζί.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις